Ο Ali κι η φωτογραφία. Iconic στο τετράγωνο.
—του Γρηγόρη Καραγρηγορίου—
Ιστορίες για 6 φωτογραφίες κι όσα μπορούν αυτές να ψιθυρίσουν για τον άνθρωπο που πάλεψε τον αλιγάτορα, αναμάλλιασε την φάλαινα, έβαλε χειροπέδες στην αστραπή, έριξε τη βροντή στη φυλακή, δολοφόνησε ένα βράχο, τραυμάτισε τη πέτρα, έστειλε στην εντατική τον τοίχο και είναι τόσο μοχθηρός που αρρώστησε τα φάρμακα. Κατά δήλωσή του.
* * *
Ο Muhammad Ali ήταν φτιαγμένος για να γίνει αυτό που οι όχθες του Ατλαντικού ονομάζουν iconic. Μια εικόνα που μιλάει συμπυκνωμένα, οικουμενικά, χωρίς μετάφραση κι αφηγείται το μεγαλείο και τις αντιφάσεις της εποχής της. Πρωταγωνιστής σε μια αρχετυπική ηρωική αφήγηση, ένα αρχαίο συμβολικό μαζικό πεδίο όπως η πυγμαχία αλλά παράλληλα κι αδιαμεσολάβητα σε ένα ευρύτερο κοινωνικό ιστό και σε παγκόσμια μάλιστα κλίμακα. Κι όλα αυτά χωρίς εξουσία άλλη από την εικόνα του καθαυτή, την εικόνα που όριζε μόνος και μοναχός. Χωρίς να είναι βασιλιάς, πρόεδρος, αρχηγός, κομαντάντε, στρατηγός, ηγέτης. Αλλά απλώς the Greatest.
Iconic μάλιστα στο τετράγωνο. Σύμβολο των συμβόλων. Γιατί τον ερωτεύτηκε δικαίως το μαζικό μέσο εικονοποίησης της εποχής του – η φωτογραφία. Και μπόρεσε με το παραπάνω να εκφράσει την συμβολικότητα της, την ουσία της iconic photo και τα όρια της. Μετά τον Ali αναρωτιέμαι αν κλείνει η εποχή της εμβληματικής φωτογραφίας. Γιατί το μέσο έχει αλλάξει και αναζητούμε ή μας αντικρίζει το zeitgeist από αλλού.
Είναι λογικό λοιπόν το παγκόσμιο μνημόσυνο στον Ali να είναι φωτογραφικό. Δεν λείπουν τα λόγια, τα βίντεο, τα κινηματογραφικά στιγμιότυπα, οι δηλώσεις, τα βιβλία, τα πρωτοσέλιδα. Αλλά η ανθρωπότητα διάλεξε να θυμάται την κληρονομιά του κυρίως με τον παγωμένο χρόνο της ζωής του, τις φωτογραφίες. Χιλιάδες αφιερώματα με τις 10, 25, 100 από αυτές τις ιστορικές φωτογραφίες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Εδώ θα χωρέσουν μόνο έξι.
1
Η στιγμή που ο Cassius Clay από το Kentucky γίνεται ο παγκόσμιος πρωταθλητής Muhammad Ali από τον πλανήτη Γη. O Sonny Liston, πιο βρόμικος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο μαφιόζος, ο άνθρωπος που ο Kennedy κι ο Martin Luther King παρακαλούσαν τον προκάτοχο του να μην του δώσει ευκαιρία να πάρει την ζώνη γιατί θα αμαυρώσει την εικόνα του αγώνα των μαύρων, ο Sonny Liston θα χάσει από το αουτσάιντερ Cassius Clay. Θα χάσει παρότι θα παίξει πάλι βρόμικα και θα πασαλείψει τα γάντια του με καυστικές αλοιφές που θα μπουν στα μάτια του μικρού και θα τον κάνουν για 4-5 γύρους τυφλό. Όταν στον 6ο γύρο από τα δάκρυα η όραση θα καθαρίσει όλοι καταλαβαίνουν ότι δεν θα υπάρχει άλλος. Δεν θα υπάρχει άλλος γύρος ή άλλος πρωταθλητής. Ο Liston παραμένει στο σκαμνάκι του όταν χτυπάει το καμπανάκι για τον 7ο. Ο μικρός Clay τρέχει στους δημοσιογράφους. «I am The Greatest. I shook up the world». Χιλιάδες φωτογραφικές μηχανές θα τον κρατήσουν ακίνητο στον αέρα, στα χέρια των ανθρώπων του, τεντωμένο, τρομακτικό, χαρούμενο, κυρίως νικητή, αθάνατο στη στιγμή του.
Λίγες μέρες μετά δεν θα είναι πια ο Cassius Clay. «Αυτό είναι το όνομα που έδωσαν στους σκλάβους προγόνους μου. Εγώ είμαι πια ο Muhammad Ali».
2
Καδραρισμένη στο γραφείο του Προέδρου των ΗΠΑ κι αναφέρεται στην νεκρολογία του Ali από τον Barak Obama. Η πιο διάσημη αθλητική φωτογραφία όλων των εποχών, ψηφισμένη στην κορυφή και τιμημένη για μισό αιώνα, η φωτογραφία του Neil Leifer τον Μάιο του 1965 στο Lewiston του Maine. «Σήκω και χτύπα με, κορόιδο, σήκω, τώρα, και χτύπα με!». Αυτός που βρίσκεται κάτω, ο βρόμικος Sonny Liston, ήρθε να πάρει πίσω ό,τι του ανήκει. Για ένα λεπτό από το καμπανάκι της έναρξης θα το πιστεύει κι ο ίδιος ή μήπως όχι; Κάπου εκεί θα συναντηθεί με τη μοίρα και με μια δεξιά γροθιά τόσο γρήγορη που λίγοι την είδαν. Για να μετρήσει μέχρι το δέκα ο διαιτητής ζητά πάντα από τον όρθιο πυγμάχο να αποσυρθεί σε μια ουδέτερη γωνία. Αλλά ο Ali δεν θα τους κάνει το χατίρι! Θα μείνει από πάνω του και θα τον χλευάζει. Ο βρόμικος Sonny θα σηκωθεί και παρότι δεν θα μετρηθούν ποτέ τα δέκα παραδοσιακά δευτερόλεπτα, ο διαιτητής θα δώσει έξω από το φορμαλισμό αλλά μέσα στη λογική του αγώνα τη νίκη στον Ali.
Η φωτογραφία είναι και κάτι άλλο. Η απόδειξη ότι η τύχη κυβερνάει τον κόσμο. Ο μικρός Neil Leifer θα πάρει την εντολή από τα κεντρικά του Sports Illustrated να βοηθήσει τον γερόλυκο Herb Scharfman στην κάλυψη του αγώνα. Ένα φυσικό στούντιο έχει στηθεί από τύχη στη μικρή σχετικά επαρχιακή αίθουσα. Τα πιο δυνατά φώτα της εποχής έχουν μεταφερθεί από την τεράστια αίθουσα στη Βοστώνη όπου ήταν αρχικά προγραμματισμένος ο αγώνας. Πέφτουν από όλες τις πλευρές κι απομονώνουν το χώρο ανάμεσα στα σχοινιά. Καπνός από χιλιάδες τσιγάρα —κάτι τέτοιο τότε ήταν εντελώς αναμενόμενο— έχει θολώσει και σκοτεινιάσει το βάθος πεδίου. Ο παλιός Herb κάθεται στη καλύτερη θέση, δίπλα στη γραμματεία και τους κριτές. Εδώ γυρνάνε παραδοσιακά οι πυγμάχοι για να αναζητήσουν με τη ματιά την τύχη τους. Εδώ δίπλα κάθονται οι συγγενείς, οι γυναίκες, οι φίλοι, οι μαφιόζοι, οι σταρ του Χόλυγουντ, οι γερουσιαστές κι οι κυβερνήτες. Προς τα εδώ παίζεται το παιχνίδι. Ο Leifer αντί να στριμωχτεί στο όριο της πρώτης σειράς και να βαράει τους αγκώνες του με τους άλλους 60 περίπου φωτορεπόρτερ παίρνει την πιο σημαντική απόφαση της επαγγελματικής του ζωής. Πάει και στήνεται ακριβώς απέναντι.
Εκεί πριν καν προλάβει να ετοιμάσει τον εξοπλισμό της Rolleiflex, στο πρώτο κιόλας λεπτό ο Ali έχει ρίξει τον Liston κάτω και ουρλιάζει «Σήκω, κορόιδο!». Ο μικρός Neil χρόνια μετά θα ομολογήσει πως φώναζε το αντίθετο. «Μείνε κάτω, Sonny, μείνε μέχρι να σηκώσω την μηχανή». Βγάζει την φωτογραφία της ζωής του. Ο John Rooney βγάζει μια ασπρόμαυρη σχεδόν ίδια από δίπλα του. Έχει κι αυτός «εξοριστεί» στην απέναντι πλευρά. Πολλές φορές στο μέλλον θα μπερδεύουν τις φωτογραφίες τους. Η λύση είναι απλή: του Leifer είναι καλύτερη. Έγχρωμη, με περισσότερες αντιθέσεις, καλύτερο βάθος πεδίου, καλύτερο κόκκο, καλύτερο φιλμ και – κυρίως- ανάμεσα στα πόδια του Ali φαίνεται ο παλιόλυκος Herb Scharfman, ιδρωμένος, φαλακρός, με τα χοντρά γυαλιά του, να βλέπει μόνο την πλάτη του νικητή και την ευκαιρία της ζωής του να τον κοιτά από απέναντι. Για την υπόλοιπη ζωή του, θα φεύγει σιωπηλός από κάθε συζήτηση για τον Ali. Δεν θα το ξεπεράσει ποτέ. Ο Leifer, ένας σεμνός τύπος δε θα πει ποτέ κάτι παραπάνω από το προφανές. Ότι όλα ήταν θέμα τύχης.
3
Θα πει όμως – αντίθετα με την γνώμη όλης της ανθρωπότητας – ότι η φωτογραφία από το Maine δεν είναι η αγαπημένη του ούτε η καλύτερή του. Γιατί είναι σεμνός για όλα εκτός από μια ειδική περίσταση. Πιστεύει ότι τη τιμή για την καλύτερη φωτογραφία του την έχει το περίφημο τετράγωνο (ή ρόμβος ανάλογα με την γωνία). Η λήψη που έκανε το 1966, στον αγώνα του Ali με τον Cleveland Williams στο Astrodome του Houston. «Θα μπορούσα να μιλάω μήνες για τις τεχνικές λεπτομέρειες αυτής της λήψης. Για το πόσο και πως μελέτησα τον χώρο, τη γεωμετρία του, πόσες εβδομάδες πριν σχεδίασα και πειραματίστηκα με τη λήψη, πως τη φαντάστηκα στο κεφάλι μου. Με τι αγωνία κρατούσα το καλώδιο με τη σκανδάλη, εγώ κάτω και δίπλα στο ρινγκ, η μηχανή πάνω στην οροφή. Αλλά έφτασα κοντά στην προσωπική μου τελειότητα κι αυτό τη κάνει τόσο ξεχωριστή. Ο Ali, o Williams, ο διαιτητής, οι ρεπόρτερ, η συμμετρία, το δράμα. Είναι η μοναδική φωτογραφία μου που δεν θα άλλαζα τίποτα». Ο ίδιος ο Leifer φαίνεται στην αριστερή μεριά με μπλε πουκάμισο, την μηχανή του μπροστά του και το χέρι στο καλώδιο-σκανδάλη. Δεν είναι εδώ μόνο ο Ali the Greatest. Είναι η φωτογραφία. Κι ο φωτογράφος. Βαθιά υπόκλιση.
4
Το 1967 ο Ali θα αρνηθεί την στρατιωτική θητεία στον πόλεμο του Βιετνάμ. «Δεν έχω τίποτα με τους Βιετκόνγκ. Δεν με είπαν ποτέ αράπη. Δεν με έκαψαν ποτέ ζωντανό. Δεν με λίντσαραν. Δεν μου στερούν την ελευθερία και τα δικαιώματα μου ενώ θέλουν να με στείλουν να κάνω τους πολέμους τους στην άλλη άκρη του κόσμου». Η κρίσιμη πληροφορία είναι η χρονολογία, 1967. Δεν είναι αμελητέο το μεγάλο αμερικάνικο κίνημα κατά του πολέμου αλλά δεν είναι ακόμη δυνατό. Δέκα χρόνια αργότερα κι αναδρομικά, όλοι, ακόμη κι οι Πρόεδροι των ΗΠΑ θα είναι κατά του πολέμου. Αλλά όχι τώρα. Ο Ali δεν ελπίζει να βρει μεγάλη ανταπόκριση. Θα το παλέψει μόνος του. Τον απειλούν με 5 χρόνια φυλακή και απαγόρευση να πυγμαχεί. Δεν τον νοιάζει. Έτσι πιστεύει. «Βαράτε». Θα το κάνουν.
Θα του πάρουν τους τίτλους και θα τον αποκλείσουν από παντού. Δεν θα μπει φυλακή μόνο γιατί περιμένει την έφεση του. Τέσσερα χρόνια μετά θα τον δικαιώσει το Ανώτατο Δικαστήριο. Αλλά μετά. Τώρα απλά θα υπομείνει. Ο George Lois αντί να του κάνει ένα κλασικό πορτρέτο για το εξώφυλλο του Esquire, τον Απρίλιο του 1968, έχει μια πολύ εξωπραγματική ιδέα. Του έρχεται όταν βρίσκεται μπροστά στα πάθη του Άγιου Σεβαστιανού του Francesco di Giovanni Botticini στο Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης. Το περιγράφει στon Ali, αυτός συμφωνεί, παίρνει το αεροπλάνο και φτάνει Νέα Υόρκη. Αλλά όταν, στο στούντιο πια και με όλα έτοιμα βλέπει τι του προτείνει σε μια καρτ ποστάλ παγώνει. «George, αυτός ο τύπος είναι χριστιανός. Εγώ είμαι μουσουλμάνος». «Όχι ρε γαμώτο, έχεις δίκιο». Θα πάρει τηλέφωνο τον πνευματικό του μέντορα τον διαβόητο Elijah Muhammad. Θα του τα πει με υπερβολικές λεπτομέρειες. Θα δώσει στον George Lois το ακουστικό, κι αυτός ένας Ελληνορθόδοξος που πατούσε στην εκκλησία μόνο Πάσχα για την Ανάσταση και σε γαμοβαφτίσια θα κάνει μια πολύωρη θεολογική συζήτηση με τον φανατικό μουσουλμάνο. Στο τέλος αυτός θα ζητήσει πάλι τον Ali και θα τον πείσει να φωτογραφηθεί. To αποτέλεσμα θα βγει όπως το σκέφτηκε: ένας μάρτυρας, ένας θεοποιημένος άνθρωπος απέναντι στην εξουσία. «Jesus Christ, it’s a masterpiece», θα πει όταν δει το πρώτο αρνητικό. Δόξα τον Αλλάχ.
Μια εικόνα που συμπυκνώνει τα προβλήματα και τις ψυχές της Αμερικής του ’60. Βιετνάμ, ρατσισμός, αυταρχισμός, κινήματα και θρησκεία. Μια τόσο δυνατή εικόνα που το Associated Press θεωρεί ότι χαρακτήρισε μια γενιά που θυμάται τι έκανε και που όταν την αντίκρισε για πρώτη φορά.
5
Θα γυρίσει. Μετά την αθώωση του θα γυρίσει. Έχει χάσει τα καλύτερα του αθλητικά χρόνια αλλά θα γυρίσει. Και θα χάσει. Για πρώτη φορά. Και μετά για δεύτερη. Θα προσπαθήσει για 3 χρόνια όμως και θα φτάσει τον Οκτώβριο του 1974 να εξασφαλίσει ένα αγώνα με τον φοβερό και τρομερό George Foreman, την δυνατότερη γροθιά στον κόσμο, τον παγκόσμιο πρωταθλητή. Κανονίζει ο αγώνας να γίνει στη Κινσάσα του Ζαϊρ. Είναι ο διασημότερος αγώνας πυγμαχίας στην ιστορία. The Rumble in the Jungle.
Είναι πάλι αουτσάιντερ. Κανείς δε πιστεύει ότι μπορεί στα 33 να νικήσει τον Foreman. Εξάλλου έχει χάσει από αυτούς που ο Foreman έχει κατασπαράξει σε έναν ή δυο μόνο γύρους. Φτάνει στην Αφρική να προετοιμαστεί. Εκατοντάδες χιλιάδες τον περιμένουν στους δρόμους. Στο ξενοδοχείο. Στο γυμναστήριο. Εδώ δεν είναι ο παγκόσμιος πρωταθλητής. Δεν είναι ο αγωνιστής των μαύρων, του κινήματος για το Βιετνάμ και την ειρήνη, ο αντιρρησίας συνείδησης. Εδώ είναι ήρωας, θρύλος. Παραπάνω. Είναι ζωντανός θεός. Θα το καταλάβει σε λίγο. Κουβαλάει τα πάθη και την ελπίδα μιας ολόκληρης ηπείρου. Ο μαύρος που αψηφάει τους λευκούς, που δε τους φοβάται, που θα πάρει εκδίκηση για αιώνες καταπίεσης. Κουβαλάει παραπάνω από όσα θα μπορούσε. Αλλά θα το κάνει. Νιώθει ότι γεννήθηκε για αυτό.
Ali Boma Ye φωνάζει το πλήθος. Ali σκότωσε τον. Χωρίς οίκτο, χωρίς έλεος. Ο Foreman ζητάει ένα μήνα αναβολή γιατί τραυματίστηκε στο βλέφαρο στην προπόνηση. Ο Ali το δέχεται αλλά αντί να μείνει στο γυμναστήριο και να ετοιμαστεί, να δυναμώσει για να νικήσει τον πιο δυνατό άνθρωπο στο κόσμο, αποφασίζει να κάνει περιοδεία στο Ζαίρ, στα χωριά, τη ζούγκλα, τα ορυχεία, τις παραγκουπόλεις. Ali Boma Ye.
Μαζί του ο φίλος του, σχεδόν οικογένεια του, ο προσωπικός του φωτογράφος. Ο Howard Bigham. Από το ’61 ο ένας στα πρώτα βήματα του μποξ κι ο άλλος κάνοντας τον φωτογράφο για να βγάλει κάνα φράγκο είναι αχώριστοι. Οι φωτογραφίες του δεν ήταν ποτέ τεχνικά άρτιες ή καλλιτεχνικά ιδιαίτερες. Αλλά είναι αληθινές. Οι φωτογραφίες ενός ανθρώπου που δεν μπορεί να σταθεί σε απόσταση από το θέμα του, ιδιαίτερα αν αυτό είναι ο κολλητός του φίλος, Muhamad Ali. Κι εδώ, στους σκονισμένους δρόμους του Ζαίρ είναι πιο συγκινητικός από ποτέ. Ζει το πέρασμα στην ιστορία του φίλου του. Την φωτογραφίζει. Διαβάζεις μέσα από τα χρώματα, τις πόζες, μέσα από τα χιλιάδες πρόσωπα των Αφρικανών, μέσα από τις γωνίες, τις σκιές και το φως ότι εδώ γίνεται κάτι που σπάνια μπορεί να παρακολουθήσει κάποιος. Την αποθέωση ενός ανθρώπου όσο ζει. Ali Boma Ye.
Η μέρα φτάνει. Οι δρόμοι, η πόλη, το στάδιο έχουν γεμίσει. Οι πυγμάχοι ζυγίζονται. Ακριβώς όπως θα έπρεπε να γίνει σε μια τέτοια ιστορική τελετή οι ουρανοί ανοίγουν. Μια από τις χειρότερες τροπικές μπόρες ξεσπά. Οι Αμερικάνοι κι οι Ευρωπαίοι τρέχουν να κρυφτούν. Οι Αφρικανοί παραμένουν εκεί και μπαίνουν σε μια μεγαλύτερη –αν είναι δυνατόν – έκσταση. Ali Boma Ye. Ο αγώνας όταν σταματά η βροχή ξεκινάει. Ο Foreman βαράει τον Ali αλύπητα. Αυτός κάθεται στα σκοινιά και φωνάζει «Μόνο αυτό μπορείς; Μου είπαν ότι ξέρεις να βαράς; Μόνο τόσο μπορείς;». Ο Foreman βαράει. Πιο δυνατά, πιο δυνατά. Σκυλιάζει. Πιο δυνατά. Ακόμη. «Τόσο μπορείς;». To πλήθος δεν φοβάται. Ali Boma Ye. Κι άλλο. Κι άλλο. Στον 8ο γύρο, κατά τας Γραφάς, ο Ali γυρνά από την κόλαση. «Τόσο μπορείς;». Του δίνει πέντε δυνατές γροθιές, μια αριστερή και μια δεξιά. Ο Foreman πέφτει. O Ali ανεβαίνει. Στον ουρανό. Για λίγο.
Μετά βέβαια, λίγο πιο μετά, κατεβαίνει. Γιατί όλα αυτά ήταν συμβολικά και δε πρέπει να ξεχνάμε ότι είμαστε άνθρωποι κι όχι σύμβολα.
6
O Ali, άλλοι λένε από τα χτυπήματα του Foreman και των άλλων, άλλοι γιατί κανείς δε μπορεί να νικήσει τη φθορά δυστυχώς, άλλοι σκληρόκαρδοι και μοχθηροί γιατί κατά την γνώμη τους όσοι λογίζονται θεοί πέφτουν πάντα στο μαρτύριο, ο Ali λοιπόν, θα σταματήσει μετά από λίγα χρόνια να πυγμαχεί χτυπημένος από το χρόνο και κυρίως τη νόσο Parkinson. Θα παρακολουθήσουμε όλοι την πορεία του και τους αγώνες του. Στους πολέμους ειρηνοποιός, στην Ολυμπιάδα λαμπαδηδρόμος, στον Λευκό Οίκο πλέον τιμώμενος κι όχι διωκόμενος. Και σε όλο το κόσμο λατρεμένος.
Το 2003 ο Walter Iooss, θα ζητήσει από τον Ali και τον Joe Frazier, τον πιο παλιό και πιο πικρό αντίπαλο του στα ρινγκ να βγάλουν μια ακόμη για το Sports Illustrated. Ο Frazier δε θέλει γιατί ακόμη δε μιλάει στον Ali. Τον είχε χλευάσει, τον είχε ξεφτιλίσει, τότε παλιά, τόσο, τόσο πολύ, που δεν το άξιζε. Αλλά θα πειστεί. Ο Ali έχει ζητήσει συγνώμη αλλά του είπε θα την δεχτεί αν του τη πει από κοντά. Η φωτογράφηση θα γίνει στο γυμναστήριό του. Έχει διαβήτη κι η κατάσταση του θα συνεχίσει τα επόμενα χρόνια να επιδεινώνεται. O Ali από την άλλη δέχεται αμέσως. Τον φέρνουν υποβασταζόμενο. Τον βάζουν να κάτσει. Ο Frazier γκρινιάζει. «Εγώ δεν είμαι δηλαδή άρρωστος; Ίσα που στέκομαι». Δίνονται εξηγήσεις που περίμεναν δεκαετίες. Σε λίγο οι θρύλοι αστειεύονται και γελάνε. Περνάνε καλά. Ο Iooss τραβάει και τραβάει. Λίγο πριν τελειώσει ο χρόνος όλων, βάζει ένα παλιό κλασικό φίλτρο σέπια μπροστά στο φακό. Θα το κάνει όπως το έκαναν παλιά. «Κύριοι, παρακαλώ. Δυο λήψεις ακόμη και τελειώσαμε. Παρακαλώ για αυτές, μην γελάτε, μη χαμογελάτε, μείνετε σοβαροί». Η φωτογραφία είναι αυτό που έψαχνε από την αρχή. Θα βραβευτεί επανειλημμένα. Δυο φθαρμένοι, ταλαιπωρημένοι μαχητές που έχουν αφήσει την ζωή τους στο ρινγκ Δυο θρύλοι νικητές αλλά και νικημένοι. Ο χρόνος. O αγώνας. Το ρινγκ. Οι αντίπαλοι. Ο άνθρωπος.
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Iconic image
from dimart http://ift.tt/1U7hXd4
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου