Το βιβλίο της άμμου #46
Τι έκανε, λοιπόν, όλα τούτα τα χρόνια; Τίποτα. Μάζευε γνώση και φαρμάκι. Ήθελε να είναι καλός και δεν ήξερε. Ήθελε να γυρέψει το Μάικωβο, μα το γέλασαν οι δρόμοι. Τι, λοιπόν, να κάνει; Μια μέρα κάθισε και παίδεψε το κεφάλι του. Το ‘βαλε κάτω και το παίδεψε, το ‘πλεξε όπως είδε να κάνουν οι γύφτοι με το καλάθι. Στο τέλος το βρήκε: θα ‘πιανε φιλία με τα βιβλία. Θα γύρευε να μάθει από κει αυτά που του ‘κρυβαν οι μεγάλοι πίσω απ’ τα μουστάκια τους. Θα ‘πιανε αγάπες με τις ζουγραφιές, με τα παραμύθια που λέγανε αυτοί οι μικροί χάρτινοι «παππούδες», που κάθονται στα γόνατά σου και σου λένε τις ιστορίες τους χωρίς καμώματα και παρακάλια.
Μα στο χωριό, που δούλευε παραπαίδι, δεν είχε χαρτοπουλειά. Έπρεπε, λοιπόν, να παρακαλέσει κανέναν μπάρμπα απ’ αυτούς που κατεβαίνανε στην πολιτεία και πουλούσανε το καλαμπόκι τους να του φέρει ένα. Και μια μέρα αυτό έγινε. Έπιασε έναν τέτοιο γερούλη, του ‘βαλε στη χούφτα κάνα δυο μεταλλίκια και «σε παρακαλώ», του λέει, «αν βρεις εκεί που πας κανένα βιβλίο που να λέει καλές ιστορίες, πάρ’ το μου. E; Πολύ θα σε περικαλέσω, όμως».
Έβαλε ο παππούς τα μεταλλίκια στην απαλάμη του, τα πασπάτεψε με το δάχτυλο, αναποδογύρισε ένα, για να δει τι έχει από κάτω… έστρωσε με το δάχτυλο τα μουστάκια του… και του τα ‘δωσε πίσω. «Πάρ’ τα, του λέει. Αν τα χαρτιά λένε καλά παραμύθια… μου τα λες και μένα και ξεχρεώνουμε. Αν, πάλι, δε λένε, θα σου πάρω ένα αυτί. E;…» Το παιδί τρόμαξε. Ο γέρος τότε έβαλε τα γέλια… «Άιντε, άιντε… Σύχασε είπε. Δε σου παίρνω αυτί, σου παίρνω ένα μεταλλίκι. Σύμφωνοι;»
Σε τρεις μέρες του ‘φερε ένα χαρτί, λίγο πιο χοντρό απ’ το βαγγέλιο, και του το ‘δωσε. «Το πασπάτεψα από παντού, λέει στο παιδί. Δε βγαίνει τίποτα. Για πάρ’ το συ, μην πα και σε γνωρίζει και συνεννοηθείτε».
Το παιδί τ’ άνοιξε τρέμοντας. Ήταν σα μικρό σπιτάκι. Ιστορία Σεβάχ του Θαλασσινού, έλεγε το ξώφυλλό του. Αυτό ήταν! Το παιδί έπεσε πάνου στο βιβλίο με τα μούτρα. Και το διάβαζε, το διάβαζε ολόκληρο το χειμώνα. Το διάβαζε και ξανά το διάβαζε και πάλι το ξαναδιάβαζε, και το ‘μαθε νεράκι. Κείνος ο μπάρμπας, που του το χε φέρει, τ’ άκουε και τρέμανε τα μουστάκια του. Όμορφο βιβλίο. Μόνο που είχε μια παραξενιά. Έλεγε την ιστορία του μονάχα σ’ όποιον ήθελε.
Ώσπου να κλείσει κείνη η χρονιά, είχε καταπιεί κι άλλα· καμιά δεκαριά βιβλία.
* * *
Μενέλαος Λουντέμης, Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα, σελ. 11-12 Πατάκης 2014
Ανθολόγος σήμερα, η Νατάσσα Συλλιγνάκη
* * *
—Στη στήλη αυτή δημοσιεύονται αποσπάσματα βιβλίων που μιλούν για άλλα βιβλία, πραγματικά ή φανταστικά. Εντοπίστε σχετικά αποσπάσματα και στείλτε τα στο dimartblog@gmail.com για να γίνεται ο ανθολόγος της ημέρας—
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Το βιβλίο της άμμου
from dimart http://ift.tt/28MIFXA
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου