Αυτό δεν είναι τραγούδι #
Dj της ημέρας, ο Γιώργος Θεοχάρης
Τραγούδι πασίγνωστο που αρέσει σε πολλούς και διαφορετικούς. Των Police από το άλμπουμ Synchronicity του 1983. Νούμερο ένα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, η μεγαλύτερη εμπορική τους επιτυχία.
Προσωπικά δεν μου αρέσει, όμως δεν είναι να εμπιστεύεται άνθρωπος τα μουσικά μου γούστα. Αλλά, ναι, όχι, δεν μου αρέσει. Το βρίσκω γλυκανάλατο. Γενικά δεν μου άρεσαν οι Police. Μου την έσπαγαν οι (βαμμένες) ξανθιές τους φράντζες. Από την άλλη, αναγνώριζα από τότε (και τώρα ακόμα περισσότερο, γιατί μετά τους Police έκαναν κάποια σεβαστά πράγματα) ότι ήταν σπουδαίοι μουσικοί και οι τρεις τους. Επίσης, και ως Police έχουν γράψει κάμποσα καλά τεμάχια. Στα οποία, όμως, δεν συμπεριλαμβάνεται τούτο δω.
Κι αν εμένα απλώς δεν μου αρέσει, ο Stewart Copeland (ο ντράμερ) το μισεί! Κι ας έχει βγάλει έναν σκασμό λεφτά από δαύτο. Το μόνο που του αρέσει είναι η κιθαροδουλειά (κι έχει δίκιο – τα μέρη της κιθάρας του Andy Summers είναι ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει το συγκεκριμένο άσμα). Ο ίδιος ο Copeland (όπως μπορείτε να δείτε και στο βίντεο) κάνει τον μετρονόμο. Και μιλάμε για πολύ καλό ντράμερ! Ε, είναι να μην το μισεί;
Τέλος πάντων. Ό,τι κι αν πούμε ο Stewart κι εγώ, το τραγούδι είναι ιστορικό. Αρέσει ακόμα! Κι αν ρωτήσετε 100 τυχαίους ακροατές, οι 99 (κι εγώ μέσα – μέχρι να μάθω την ιστορία του) θα σας πουν ότι είναι ερωτικό. Καψουροτράγουδο! Έλα όμως που δεν είναι! Για προσέξτε:
Ο Sting το έγραψε το 1982, μετά το διαζύγιό του με μία ηθοποιό ονόματι Frances Tomelty, την οποία χώρισε για τα μάτια μιας Trudie Styler, η οποία ήταν τότε η καλύτερη φίλη της Frances, και μάλιστα έμενε δίπλα από το ζεύγος στο Δυτικό Λονδίνο, μεσοτοιχία. Χωρίζει, που λέτε, ο 30-something (τότε) Sting τη μάνα των παιδιών του, ζαλώνεται την καλύτερή της φίλη και πάει στο εξοχικό του στην Καραϊβική να πνίξει τον πόνο του. («Όλα θα πανκ καλά», που λέει ο λόγος.) Εκεί και τότε, συνέθεσε τη σουπίτσα που τον έκανε (ακόμα πιο) πλούσιο. Μόνο που όσα περιγράφονται στους στίχους δεν είναι τα λόγια του ερωτευμένου προς την ξανθή αγαπημένη παναγιά (όχι τον εαυτό του, την άλλη, την καλύτερη φίλη της πρώην του), αλλά τα λόγια του χεσμεντέν μοιχού που φοβάται ότι η πρώην θα του κάνει βουντού. «Ό,τι κι αν κάνεις, θα σε παρακολουθώ», ρεμάλι! Μην σας μπερδεύει το πρώτο πρόσωπο του ενικού: η Frances είναι που μιλάει, όχι ο Gordon (έτσι τον βάφτισαν – το “Sting” είναι ψευδώνυμο ασορτί με το ξανθό μαλλί).
Άρα, τι έχουμε εδώ; Ένα τραγούδι για την κολλημένη πρώην σύζυγο που λίγο θέλει να του το βράσει το κουνέλι, του σαρδανάπαλου. Και δεν τα βγάζω από το μυαλό μου αυτά, ο ίδιος τα έχει πει:
«Ξύπνησα μαύρα μεσάνυχτα με έναν στίχο στο κεφάλι μου, κάθισα στο πιάνο και μέσα σε μισή ώρα το είχα γράψει. Η μελωδία είναι λίγ’-απ’-όλα, θυμίζει εκατοντάδες άλλες, αλλά οι στίχοι έχουν ενδιαφέρον. Ακούγεται σαν παρηγορητικό τραγούδι αγάπης. Δεν είχα συνειδητοποιήσει τότε πόσο δυσοίωνο ήταν στην πραγματικότητα. Νομίζω ότι αυτό που είχα στο μυαλό μου ήταν η ασταμάτητη επιτήρηση, “Ο Μεγάλος Αδελφός σε βλέπει”».
Ξενέρωμα, έτσι; Ο ίδιος, επίσης, λέει ότι αισθάνεται άσχημα που ο πολύς (police; –χμ…) κόσμος πιστεύει ότι πρόκειται για ερωτικό τραγούδι. Εξακολουθεί να δηλώνει ότι το θέμα του τραγουδιού είναι η εμμονή της απατημένης με τον σκορδόπιστο, συν τη ζήλια και το κόλλημα που ακολουθεί τον χωρισμό. «Ένα ζευγάρι», λέει ο ίδιος, «μου είπε κάποτε ότι τόσο πολύ το λατρεύουν το τραγούδι που το είχαν βασικό τραγούδι στη δεξίωση του γάμου τους. Είπα μέσα μου, “Καλή τύχη, μάγκες”».
Όταν τον ρώτησαν σε άλλη συνέντευξη γιατί μοιάζει έτοιμος να μας δείρει στο κλιπάκι του τραγουδιού, είπε: «Νομίζω ότι είναι ένα απειλητικό, μοχθηρό τραγούδι που ο κόσμος ουσιαστικά το παρερμήνευσε, θεωρώντας το ένα γλυκό ερωτικό τραγουδάκι, ενώ δεν είναι καθόλου έτσι».
Τώρα, θα μου πείτε, εμείς πρέπει να τον πιστέψουμε; Οι καλλιτέχνες λένε ψέματα σαν αυτόπτες μάρτυρες, στο φινάλε. Σωστά. Αλλά νομίζω ότι, εν προκειμένω, λέει την αλήθεια. Αισθανόταν βαρύ το “βλέμμα” της κερατούκλας Frances πάνω του. Και δικαίως, έτσι; Την παράτησε μόλις εκείνη είχε γεννήσει το δεύτερο παιδί τους. Μετά, βέβαια, έκανε άλλα τέσσερα με την Trudie· «τα βλέπω και ποντάρω άλλα τόσα», ένα πράμα. Πάντως δεν ξαναχώρισε (μέχρι σήμερα), αυτό να του το αναγνωρίσουμε. Ίσως να σκέφτεται ότι με την επόμενη θα πρέπει να κάνει άλλα οχτώ, αν θέλει να διατηρήσει το μοτίβο, πράγμα κομμάτι δύσκολο, 65 χρονών άνθρωπος.
Τώρα, θα πει κάποιος, τι ζόρι τραβάω με τα προβλήματα (;) του ανθρώπου και τον ξεφωνίζω. Κανένα ζόρι! Πλάκα κάνω. Δικαίωμά του (ειλικρινά) να κάνει ό,τι θέλει με τη ζωή του, αλίμονο. Άλλωστε με τα λεφτά που έχει μπορεί να ζήσει πολλαπλάσιες γυναίκες και παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα, συν μια μικρομεσαία χώρα στην Υποσαχάρια Αφρική.
Άλλο ήθελα να πω: πρέπει πραγματικά να τον διαολίζει το γεγονός ότι, παρά τα όσα έχει κατά καιρούς δηλώσει, ο κόσμος εξακολουθεί να παρερμηνεύει τις προθέσεις του στο συγκεκριμένο τραγούδι. Είναι σαν να βγαίνεις και να λες «προσέξτε, κυκλοφορούν λύκοι εκεί έξω» και ο άλλος να καταλαβαίνει «κατοικίδιο σαν τον λύκο δεν έχει»! Μη νομίζετε, έχουν και οι μπασίστες τις ευαισθησίες τους. Βέβαια, για την παρερμηνεία φταίει ο Sting, κανένας άλλος: όταν γράφεις τραγούδι τρόμου, δεν το πασπαλίζεις με ζάχαρη άχνη, όσο ξανθός και να ’σαι!
* * *
Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.
Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια
from dimart http://ift.tt/1si1JDJ
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου