—της Άννας Βαρνά—
Περπατάω στις Βρυξέλλες έχοντας τα μάτια και τα αυτιά μου ανοιχτά. 4,5 χρόνια εδώ κι ακόμη να χορτάσω τα πολλά της πρόσωπα και τις πολλές της γλώσσες. Το πρωί πηγαίνοντας στη δουλειά συναντώ τους έφηβους που πάνε σχολείο. Όλοι με τα ακουστικά τους, ανταλλάσσουν μηνύματα στο messenger ακόμη κι όταν το μετρό είναι ασφυκτικά γεμάτο. Το μεσημέρι όταν βγω να πάρω κανένα σάντουιτς ακούω τους Πολωνούς εργάτες που κάνουν διάλειμμα και κάθε δεύτερη λέξη τους είναι «κούρβα». Το απόγευμα πέφτω πάνω σε μεσήλικα ζευγάρια Ισπανών που έχουν έρθει να επισκεφτούν το παιδί τους που δουλεύει στα Ευρωπαϊκά όργανα. Γυρίζοντας στο σπίτι, σταματάω στο Μαροκινό μανάβη και παίρνω μισό καρπούζι. Μετά περνάω από το πορτογαλέζικο μπακάλικο για να πάρω το ψωμί από καλαμπόκι που μ’ αρέσει. Πριν λίγες εβδομάδες η φίλη μου η Μόνικα απ’ τη Σλοβακία μου έστειλε φωτογραφία απ’ το σπίτι της όπου μόλις είχε φτιάξει καφέ φραπέ! Είχε πάρει το κλασικό πλαστικό σέικερ (αυτό με το μπλε καπάκι) όταν είχε έρθει πριν χρόνια στη Σκιάθο και από τότε το είχε καημό να φτιάξει φραπέ μόνη της. Φέτος είχε στις Βρυξέλλες ένα αρκετά ζεστό Αύγουστο οπότε να, η ευκαιρία! Άντε να της εξηγήσω τώρα ότι ούτε εμείς οι Έλληνες δεν πίνουμε φραπέ πλέον, είναι χάλια ως καφές, προτιμούμε ένα φρέντο εσπρέσο, αδελφέ. Και μ’ αυτό το ανακάτεμα βορρά-νότου, ανατολής-δύσης, νέου-παλιού, χρήματος-φτώχιας, πολιτισμού-άγνοιας, ζούμε όλοι μαζί, συνήθως ειρηνικά.
Αυτές τις μέρες χαζεύω τα καινούρια προγράμματα των θεάτρων και των συναυλιακών χώρων. Η Χριστίνα μόλις μου έστειλε μήνυμα για μια παράσταση στις 19 Οκτωβρίου όπου 11 γυμνοί άντρες, χορευτές θα χορέψουν σε ένα θέαμα που λέγεται Anima Ardens, Ψυχή που Καίει. Αντιγράφω από το πρόγραμμα: «Μαζί, σχηματίζουν μια εφήμερη φυλή όπου ο καθένας είναι μόνος τους αλλά και μαζί με τους άλλους. Η ένωσή τους πάνω στη σκηνή επιτρέπει την εκτέλεση ενός χορού που εμπνέεται από πρωτόγονες αγωνίες και μας μεταφέρει κάπου έξω από τον εαυτό μας, στην πηγή των αισθημάτων μας».
Γενικά φέτος βλέπω πολλά γυμνά θεάματα στο πρόγραμμα. Τι τους έπιασε; σκέφτομαι, και προβληματίζομαι αν όντως είναι πιο πολλά φέτος ή αν εγώ τα παρατηρώ για κάποιο λόγο. Και ξαφνικά σκάει ένα καινούριο γκράφιτι στη γειτονιά. Ένα γιγάντιο πέος σε ηρεμία. Σκέφτομαι ότι αυτό είναι ίσως ένα παράδοξο, ένα πέος δεν μπορεί να είναι γιγάντιο όταν είναι σε ηρεμία. Καλά, ίσως δεν μπορεί να είναι γιγάντιο ποτέ. Εκτός αν μιλάμε για γίγαντες που ως γνωστόν δεν υπάρχουν. Τέλος πάντων, το σχέδιο δεν είναι σε φυσικό μέγεθος, και δεν είναι ένα πέος σε στύση.
Η πόλη άρχισε να συζητάει γι αυτό το γκράφιτι και την Πέμπτη θα γινόταν Δημοτικό Συμβούλιο για να δούνε τι θα κάνουν. «Δεν έχει δοθεί άδεια γι αυτό το σχέδιο» δήλωσε ο εκπρόσωπος του Δήμου, και «θα βοηθήσουμε τον ιδιοκτήτη σε όποιες προσπάθειες κάνει για να το καθαρίσει». Αλλά είναι, λέει, επικίνδυνο να στήσουν σκαλωσιά στο σημείο που βρίσκεται όποτε θα το μελετήσουν το θέμα και θα δούμε τι θα γίνει. Αν μπορώ να κάνω μια πρόβλεψη το γκράφιτι θα μείνει εκεί μήνες, ίσως και χρόνια. Δεν είναι άλλωστε το πρώτο.
Το Βέλγιο έχει παράδοση στα κόμιξ. Είναι η πατρίδα ουκ ολίγων γνωστών σχεδιαστών όπως ο Ερζέ (πατέρας του Τεν Τεν), ο Μορίς (σχεδιαστής του Λούκυ Λουκ), ο Πεγιό (Στρουμφ), ο Γκελούκ (και η διάσημη γάτα του) και άλλοι πολλοί, λιγότερο ή περισσότερο γνωστοί. Στις Βρυξέλλες υπάρχουν πολλά εγκεκριμένα γκράφιτι, murals, όπως τα λένε εδώ, μπορείς να κάνεις τεράστια βόλτα ψάχνοντας αυτές τις πολύ ωραίες ζωγραφιές, που συνήθως έχουν κάποια σχέση με το σημείο στο οποίο είναι ζωγραφισμένες.
Πριν δύο χρόνια περίπου, στη συνοικία του Έτερμπεκ, ο Γκελούκ ζωγράφισε μια σειρά από τέτοια γκράφιτι με αναφορές στους ανθρώπους που έχουν δώσει τα ονόματά τους στους δρόμους της περιοχής.
Όμως εκτός από τα εγκεκριμένα γκράφιτι που γίνονται με έξοδα των Δήμων και είναι η περηφάνια των Βρυξελλιωτών υπάρχουν και άλλα, όχι και τόσο εγκεκριμένα. Ας πούμε, το αγαπημένο μου, η Γυναίκα που Αυνανίζεται, στην Πλατεία Στεφανί. Όταν το πρωτοείδα, ξαφνιάστηκα. Και μετά νομίζω ότι κατάλαβα. Αυτή η πόλη με τις τόσες φυλές, τις τόσες γλώσσες, τις τόσες σεξουαλικότητες, είναι μια πόλη ανεκτική. Είναι μια πόλη ανοιχτή. Η Γυναίκα που Αυνανίζεται είναι ακόμη εκεί, κανείς δεν την πειράζει, και γιατί άλλωστε; Τι κακό κάνει;
Έτσι πιστεύω ότι θα γίνει και με την καινούρια ζωγραφιά της γειτονιάς μας. Στην αρχή μερικοί άνθρωποι σοκάρονται. «Εσένα δε σε σοκάρει;» με ρωτάει ο Μπρούνο. «Όχι», του λέω, «είτε έχει ένα πουλί είτε ένα αυτί μου κάνει το ίδιο». Είναι ανθρώπινο σώμα. Η Έκι από τη Νιγηρία μου έλεγε χθες αστειευόμενη: «Δε θα εκπλησσόμουν αν ο ίδιος ο Δήμος είχε αναθέσει στον καλλιτέχνη αυτό το σχέδιο». Δεν είναι έτσι τελικά, αλλά επειδή εδώ είναι Βέλγιο και αγαπάνε τη γραφειοκρατία τους, δεν έχουν πάρει ακόμη κουβάδες με ασβέστη να το ασπρίσουν. Ή μπορεί να μην τους ενοχλεί και τόσο. Εκεί καταλήγω.
Για να γυρίσω όμως σε αυτό που έλεγα στην αρχή: φαίνεται να μην είναι ιδέα μου. Υπάρχουν όντως πιο πολλές παραστάσεις γυμνές φέτος. Κι από γκράφιτι, εκτός από το καυλί του Σαν Ζιλ, έχουμε και τη διείσδυση στο κέντρο (κι αυτή πρόσφατη).
Ίσως να συμβαίνει αυτό που διάβασα στο πρόγραμμα ενός άλλου θεάτρου: «Ο Αλέν Μπαντιού εξηγεί ότι από τη στιγμή που δεν υπάρχει δυνατός δημόσιος λόγος, θα υπάρχει μια απελπισμένη αναζήτηση του αληθινού. Οι καλλιτέχνες θα στραφούν στη ζωή, σε ένα όραμα ζωτικότητας, με το σώμα, ως έμβλημα του αληθινού. Το γυμνό σώμα επιτρέπει στους καλλιτέχνες να έρθουν ακόμη πιο κοντά στο αληθινό. Αυτές οι χειρονομίες οι πιο ενστικτώδεις, πιο κοντά στις επιθυμίες μας, δεν είναι άραγε οι τελευταίοι μάρτυρες, μιας άγριας αναζήτησης για κάτι που θα μπορούσε να έρθει και να μας δώσει ένα συλλογικό νόημα;»
Ίσως να έχει δίκιο ο Μπαντιού. Ίσως να συμβαίνει και κάτι άλλο: Ζούμε μια εποχή μετά-τραυματική. Έξι μήνες μετά την τρομοκρατική επίθεση στις Βρυξέλλες, η πόλη έχει ξαναβρεί τους ρυθμούς της, πράγματι. Αλλά ο φόβος δεν έχει εξαφανιστεί. Υποβόσκει. Οι στρατιώτες είναι πάντα στην πόλη και περιπολούν με τα όπλα τους. Οι άνθρωποι το σκέφτονται δυο φορές να πάνε σε μέρη όπου υπάρχουν πλήθη. Σύμφωνα με τις στατιστικές των μουσείων, φέτος το καλοκαίρι, για πρώτη φορά υπήρξε μια πτώση στα εισιτήρια της τάξης του 40 %. Μας ελέγχουν παντού: για να μπούμε στα γραφεία, όταν πάμε σε συναυλίες, για να μπούμε στα εμπορικά κέντρα. Δείχνουμε τα σακίδια, ανοίγουμε τις τσάντες μας, δείχνουμε τα δάχτυλά μας. Τώρα που θα έρθει χειμώνας, θα μας ζητάνε σίγουρα να ανοίγουμε τα παλτά μας, σαν επιδειξίες νέου τύπου.
Ε, τι διάολο λοιπόν. Αν είναι να περνάμε τη μισή μας ζωή ανησυχώντας για το τι κουβαλάει στο σακίδιο του ο νεαρός μπροστά από μας στην ουρά, ας κυκλοφορούμε όλοι γυμνοί. Ίσως τότε, να βρούμε κι εμείς, όπως οι χορευτές, την πηγή των φόβων και των αισθημάτων μας.
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Street art
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Αρχιτεκτονική / αστικό τοπίο
Στο:Αρχιτεκτονική / αστικό τοπίο, Street art Tagged: graffiti, Άννα Βαρνά, Αλαίν Μπαντιού, Βρυξέλλες, street art
from dimart http://ift.tt/2dmFndn
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου