—του Γιώργου Τσακνιά—
Από το πρωί μού έχει κολλήσει ο στίχος: «κράνη, μυοσωτίδες, άνθη των / τάφων…» Ξέρω από πού είναι (Tristan Corbière, μετάφραση Καρυωτάκη, από τα Άπαντα του 2ου) και ξέρω ότι το θυμάμαι λάθος: τι σχέση μπορεί να έχουν τα κράνη με τα άνθη των τάφων; Καλά, μπορεί να έχουν, αλλά μάλλον δεν έχουν εν προκειμένω. Και οι μυοσωτίδες; Οκ, κάποιο λουλούδι, αλλά τι όνομα είναι αυτό; Θυμίζουν αυτιά ποντικιών; Με το ντους προσπαθώ, εκτός από τη ζέστη και τον ύπνο, να διώξω και τις παρανοϊκές εικόνες ποντικιών-Hell’s Angels με κράνη και λουλούδια στ’ αυτιά, πάνω σε τσόπερ, να επισκέπτονται τον τάφο του Duane Allman στο κοιμητήριο Rose Hill, Georgia.
Έτσι περνάει η πρωινή ρουτίνα (ντους, τοστ, καφές κ.λπ.), με τη μουρμουριστή επανάληψη του λάθος στίχου ως μάντρα, μέχρι που αναζητώ το βιβλίο (με τον καφέ στο χέρι πλέον) και εντοπίζω το ποίημα: «Κρίνοι», όχι «κράνη», φυσικά. Εγώ πάντως τα συνήθισα τα κράνη. Και, στο κάτω κάτω, «το λάθος είναι ανώτερο της τέχνης», που λέει και η Ελένη Κεχαγιόγλου.
Γκουγκλάρω βιαστικά και βρίσκω ότι: Περί τα τέλη Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου, όταν φεύγει αργά – αργά ο βαρύς χειμώνας της Δυτικής Μακεδονίας κι έρχεται με βήμα γοργό η ποθητή Άνοιξη, πρωτοεμφανίζεται στις απάνεμες τοποθεσίες τής καστοριανής υπαίθρου, σε άπειρους αριθμούς, και στολίζει το νεόφυτο γρασίδι της ένα μικρό μπλε αγριολούλουδο. Το λουλουδάκι αυτό, που σηματοδοτεί για τους φιλανθείς Καστοριανούς τον ερχομό της ερατεινής Άνοιξης, είναι γνωστό στην πατρίδα μας με το αρχαιοελληνικό όνομα «Μυοσωτίς», που σημαίνει ποντικοαυτάκι (λόγω της ομοιότητάς του με τα αυτιά του ποντικού!), καθώς και με την περίεργη διεθνή ονομασία «Μη με λησμόνει».
Πάντως στην ετυμολογία της μυοσωτίδος έπεσα μέσα — όχι ότι ήταν και δύσκολο.
Γιατί ο Καρυωτάκης, που ήταν εξαιρετικός ποιητής και εξαιρετικός μεταφραστής ποίησης, προτίμησε την ονομασία «μυοσωτίδες» από την πολύ πιο εύηχη και σχετική με τάφους «μη με λησμόνει», που στο κάτω κάτω είναι κι αυτή πεντασύλλαβη και παροξύτονη, συνεπώς βολεύει εξίσου στο μέτρο και στον ρυθμό του ποιήματος; Ήταν συνειδητή επιλογή ή μήπως έφτασε, μέσω λεξικών, στη λέξη «μυοσωτίς» και, για κάποιον λόγο, του διέφυγε ο δεύτερος όρος; Μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ. Τελειώνω τον καφέ μου βαστικά και φεύγω για τη δουλειά, διώχνοντας τις τελευταίες τσόπερ από το κεφάλι μου. Ορισμένως (που λέει και ο Καρυωτάκης) να θυμηθώ να γράψω κάποτε ένα δοκίμιο για τη μνήμη, την ποίηση και τους συνειρμούς. Ιδού και το ποίημα:
Φύγε τώρα, κομμωτή κομητών!
Χόρτα στον άνεμο και τα μαλλιά σου.
Φωσφορισμούς θ’ αφήνουν τα βαθιά σου
άδεια ματιά, φωλιές των ερπετών.
Κρίνοι, μυοσωτίδες, άνθη των
τάφων, θα γίνουνε μειδίαμά σου.
Φύγε τώρα, κομμωτή κομητών!
Δοξάρια σιωπηλά τα κόκαλά σου.
Το βαρύ πια μην κάνεις. Των ποιητών
τα φέρετρα, παιχνιδάκια, στοχάσου,
είναι κι αθύρματα νεκροθαπτών.
Φύγε τώρα, κομμωτή κομητών!
Tristan Corbière, μετάφραση Κ. Γ. Καρυωτάκης
(Κ. Γ. Καρυωτάκη, Άπαντα, τόμος 1ος, Αθήνα 1965).
Πορτέτο του Tristan Corbière από τον Antoon Derkinderen
* * *
Εικόνα εξωφύλλου: Alexandre Dang, «Λιβάδι γεμάτο με μη-με-λησμόνει που χορεύουν χρησιμοποιώντας ηλιακή ενέργεια», εγκατάσταση, Serres royales de Laeken 2009.
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Διάφοροι καημοί
Στο:Διάφοροι καημοί Tagged: ποίηση, Γιώργος Τσακνιάς, Ελένη Κεχαγιόγλου, Κώστας Καρυωτάκης, Καστοριά, Λογοτεχνία, Μουσική, Tristan Corbière
from dimart http://ift.tt/29mcXCp
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου