Αυτό δεν είναι τραγούδι #1096
DJ της ημέρας, η Χριστίνα Παπαβασιλείου
Απού ‘μουνα μεγάλος και τρανός. Και στο πέρασμά μου σκιάζονταν οι κόρες κι αναριγούσαν. Τα σκυλιά σαούριαζαν και τα παιδιά τρέχαν στις ποδιές των μανάδων τους. Πέρναγα στητός. Το βλέμμα μου δεν ακούμπαγε τη γη, μόνο κοίταζε ψηλά. Το παράστημα είχα του ανδρείου. Να ‘μουνα μόνος; Ήμουνα, κι ας ήταν πολλοί τριγύρω μου. Μα δεν τολμούσαν ούτε τον λόγο να μου προφέρουν, αλλά σιγά μου λέγαν τα ζητούμενά τους, κι εγώ, άρχοντας από τα γεννοφάσκια μου, μοίραζα την εύνοια ή τη δυσαρέσκειά μου. Δίκαιο με είχαν μα και σκληρό, μαζί τα πήγαινα αυτά τα δύο για να κρατώ την θέση μου και τ’ όνομά μου. Όνομα περίτρανο, χτισμένο και σμιλεμένο στον χρόνο κι εγώ ο άξιος απόγονός του.
Κράτησε καιρό η εξουσία μου κι όλα ήταν τακτικά κι οργανωμένα. Το μάτι μου έβλεπε παντού και το χέρι μου χωμένο μέσα σε όλα. Δικά μου όλα, άνθρωποι, το βιος τους, ζώα, δέντρα, κάμποι και βουνά. Κι αν δεν με συμπαθούσαν, δεν με αγάπαγαν, τι; Δεν ήμουν γι’ αυτό στον κόσμο τούτο.
Γι’ αυτό κι άμα τον άφησα, ψηλά είπα και με παράχωσαν, γκρεμοί μπροστά μου, να ‘μαι κι από εκεί να θωρώ όλα εκείνα που ‘χα. Ξέχωρα από όλους, μόνος. Και πέρασε ο καιρός κι ερήμωσε το μέρος μου, ερήμωσαν και τα ψηλά που ήμουν, ξεχάστηκαν οι τόποι μου, ξεχάστηκα κι εγώ κι είπα, αυτό ήταν, πάει, τώρα θα ησυχάσω. Μόνο το θρόισμα από τα φύλλα του δέντρου ακουγόταν, ίσια που τους έπιανα τους ήχους του, είχαν μπει κι οι πέτρες που είχα πάνω μου και σκεπαζόντουσαν. Τα βήματα ίσα ίσα που τα ΄πιασε το αυτί μου, ποιο αυτί μου δηλαδή, ό,τι είχε μείνει από αυτό, αν είχε μείνει. Πλησίαζαν κατά μένα κι ό,τι μου είχε σωθεί, για τη μηλιά από πάνω μου να δεις, είπα, θα ήρθαν και φτάσαν και θελήσανε τα μήλα της, μα τα κλωνιά της δεν λυγάγανε και τα χέρια τους παρακαλεστικά την τράβαγαν να την κατεβάσουν, να κόψουν τον καρπό κι ο καρπός δεν τους δινόταν.
Και τότε το αισθάνθηκα. Να πατάνε στο πιο ψηλό μέρος, στη μεγάλη πέτρα που θα τους έδινε το λίγο ζητούμενο ανέβασμα, τους ένιωσα να με πατάνε στο κεφάλι!
Ποιος είναι αυτός που με πατάει απάνω στο κεφάλι; Εμένα! Που ήμουν μεγάλος και τρανός, που κάποτε περνούσα κι αναριγούσαν οι κόρες.
Μηλιά (παραδοσιακό τραγούδι Καρπάθου)
Μηλιά μου, μες τον εγκρεμό
τα μήλα φορτωμένη
τα μήλα σου λιμπίζομαι
μα τον γκρεμό φοβούμαι.
Κι αν τον φοβάσαι τον γκρεμό
έλα το μονοπάτι.
Το μονοπάτι μ’ ήβγαλε
σ’ ένα ερημοκλήσι
που δεν ευρίσκετο παπάς
για να το λειτουργήσει.
Κι ένα μνήμα παράμνημα
ξεχωριστά ‘πο τ’ άλλα
δεν το ‘δα και το πάτησα
απάνω στο κεφάλι.
Ποιος είν’ απού με πάτησε
απάνω στο κεφάλι
απού ‘μουν αρχοντόπουλο
μεγάλου ρήγα αγγόνι.
* * *
Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.
* * *
Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια
Στο:Αυτό δεν είναι τραγούδι Tagged: Κάρπαθος, Μάρθα Φριντζήλα, Μουσική, Χριστίνα Παπαβασιλείου
from dimart http://ift.tt/2ud1j1O
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου