Αυτό δεν είναι τραγούδι #876
Dj της ημέρας, η Χαρούλα Ζάρα
Αρχές δεκαετίας του ’70. Χούντα στο χωριό, χούντα στο σχολείο, χούντα παντού! Ήμασταν όλοι μαθητές Γυμνασίου. Τότε στα χωριά ίσχυε ένας ειδικός στρατιωτικός νόμος αποκλειστικά για τους μαθητές: από τις 7 το απόγευμα και μετά, έπρεπε να είμαστε όλοι στα σπίτια μας. Ο Θεολόγος του Γυμνασίου μαζί με έναν ντόπιο δάσκαλο και τον αστυνόμο του χωριού (καπετάνιο τον φωνάζανε) έκαναν περιπολίες στους δρόμους και στα καφενεία και, αν βρίσκανε κάποιον από μας, την άλλη μέρα έπεφτε καμπάνα — συνήθως αποβολή και κλήση του κηδεμόνα.
Πλησίαζαν Χριστούγεννα —καλή ώρα— και ήταν Σάββατο, αρχή των διακοπών. Το σπίτι ήταν διώροφο. Κάτω οι γονείς και οι παππούδες και στον όροφο τα παιδιά, για να μπορούν να διαβάζουν με την ησυχία τους τα μαθήματά τους. Στο πλάι του σπιτιού υπήρχε μια εξωτερική σκάλα. Τις καθημερινές, η γιαγιά φύλαγε σκοπιά, για να μην ανεβαίνει κανείς και απασχολήσει τα παιδιά από το διάβασμα! («Ρε, δεν έχεις σπίτι; Τα παιδιά διαβάζουνε! Κοίτα μην ανέβεις, αλίμονό σου!»)
Το είχαμε κανονίσει από τη προηγούμενη που μας είχαν πάει για εκκλησιασμό. Μόλις έπεφτε το σκοτάδι, θα μαζευόμασταν όλοι οι φίλοι να κάνουμε πάρτι. Ήταν πολύ πρόσφατη η γνωριμία μας μ’ αυτή τη λέξη, από κάτι φίλους που είχαν έρθει απ’την Αθήνα για τις διακοπές σε συγγενείς τους. Είχαμε πείσει τη μητέρα μας, που ήταν μπόσικη γιατί ήθελε να περνάμε καλά και να ζούμε στην εποχή μας, όπως έλεγε. Βεβαίως, είχαν μπει οι αυτονόητοι όροι: κανένα ερωτικό στοιχείο δεν έπρεπε να εισβάλει στην ατμόσφαιρα του δωματίου, ούτε από μακριά!
Οι προσκεκλημένοι ήρθανε σχεδόν όλοι μαζί. Στόμα με στόμα, το πάρτι είχε διαδοθεί μυστικά και πλακώσανε καμιά πενηνταριά, από 15 μέχρι 18 χρονών. Μαζί τους ήρθαν και τα βερμούτ που είχανε βουτήξει από τα σπίτια τους και οι δίσκοι με τα «ξένα». Μήπως είχαμε ξαναπιεί αλκοόλ πέρα από λίγο κρασάκι στο τραπέζι; Πέσαμε με τα μούτρα.
Κάποια στιγμή, έπεσε η ιδέα να παίξουμε την μπουκάλα. Όλα στημένα, βεβαίως! Λίγο πολύ ξέραμε όλοι τι έπαιζε… Φτιάχτηκαν τα ζευγάρια, άρχισαν να πέφτουν τα φιλιά και σβήσαμε σύντομα τα φώτα γιατί ντρεπόμασταν ο ένας τον άλλο, και άρχισε ο χορός.
Τότε πρωτοχόρεψα στη ζωή μου μπλουζ! Το sympathy ήταν το κυρίαρχο τραγούδι του πάρτι. And sympathy is what we need my friend, τα ζευγάρια μόλις που κινούνταν, αγκαλιασμένα σε στιγμές υπέρτατης ευτυχίας —οι περισσότεροι για πρώτη φορά στη ζωή μας— και οι ορμόνες στο ζενίθ. Ακόμα θυμάμαι με ποιον χόρευα και πώς ένιωθα…
Και, ξαφνικά… εγένετο φως! Κοντέψαμε όλοι να πάθουμε συγκοπή! Η γιαγιά είχε πάρει τον ανήφορο, είχε μπει κρυφά στη σάλα και η κακούργα άναψε το φως και μια στριγγλιά ακούστηκε σίγουρα σ’ όλη τη γειτονιά:
«Μωρήηηηηη! Έλα απάνω γρήγορα! Φιλιούνται όλα στο σκοτάδι!»
Φώναζε τη μητέρα μου.
Για πότε κουτρουβαλήσανε όλοι κάτω από τις σκάλες ούτε που το κατάλαβα… Μείναμε μόνοι μας με τον αδερφό μου να μαζεύουμε γρήγορα γρήγορα τις γόπες, να μην πάρουν χαμπάρι και το κάπνισμα…
* * *
Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.
Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια
Στο:Αυτό δεν είναι τραγούδι Tagged: Μουσική, Χαρούλα Ζάρα, Rare bird
from dimart http://ift.tt/2gNCdRG
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου