Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

I Sing the Body Electric

Αυτό δεν είναι τραγούδι #1286
DJ της ημέρας, ο Γιώργος Τσακνιάς

I sing the body electric, 
The armies of those I love engirth me and I engirth them, 
They will not let me off till I go with them, respond to them, 
And discorrupt them, and charge them full with the charge of the soul. 

Έτσι ξεκινά ένα ποίημα του Walt Whitman από το Leaves of grass (1855). Όπως και πολλά άλλα ποιήματα του Whitman, ήταν αρχικά άτιτλο και ο τίτλος προστέθηκε αργότερα (συγκεκριμένα στην έκδοση του 1867). Πρέπει να πούμε ότι τότε ακόμη η λέξη «ηλεκτρικός» δεν είχε αποσαφηνιστεί με ακρίβεια και η χρήση της δεν είχε επικρατήσει ευρέως (το 1855 ο Τόμας Έντισον ήταν οκτώ ετών και ο Νίκολα Τέσλα δεν είχε καν γεννηθεί, ήθελε ένα χρόνο ακόμα).

walt-whitman-391107

Το ποίημα αυτό του Whitman έχει εμπνεύσει πολλούς και διαφορετικούς μεταξύ τους δημιουργούς. Έχουμε και λέμε:

Στις 18 Μαΐου 1962 παίχτηκε το 100ό επεισόδιο της θρυλικής τηλεοπτικής σειράς Twilight Zone. Το είχε γράψει ο Ray Bradbury και είχε τίτλο I sing the body electric. Θέμα του, ένα ρομπότ-γιαγιά που μεγαλώνει τρία παιδάκια που έχουν χάσει τη μαμά τους. Το ρομπότ αποδεικνύεται σούπερ στοργική και ευαίσθητη γιαγιά, με μπόλικη συναισθηματική νοημοσύνη. Το 1969 ο Bradbury έβγαλε και μια ανθολογία επιστημονικής φαντασίας με αυτόν τον τίτλο, στην οποία συμπεριλαμβανόταν το —επίσης ομώνυμο— διήγημά του, βασισμένο στο προαναφερθέν επεισόδιο του Twilight zone. Το 1982, παίχτηκε στο NBC μια τηλεταινία του Noel Black, βασισμένη στην ιστορία αυτή, με τίτλο Η ηλεκτρική γιαγιά.

0553119427

Ιδού η αρχή του επεισοδίου του Twilight zone:

Το 1972 κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ των Weather Report, του σούπερ γκρουπ της fusion jazz. Ο τίτλος του ήταν I sing the body electric. Ο Jaco Pastorius δεν είχε γίνει ακόμα μέλος του γκρουπ (όχι ότι οι υπόλοιποι ήταν τίποτα δευτεράντζες, απλώς, ο Jaco αξίζει να αναφέρεται, ακόμα και για την απουσία του). Μεταξύ των guest μουσικών, ο μεγάλος κιθαρίστας Ralph Towner:

Το 1976, ο Klaus Schulze, γερμανός κιμπορντίστας και συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής (κάτι ανάμεσα σε Kraftwerk και Brian Eno) και μέλος για ένα σύντομο διάστημα των Tangerine Dream, βαφτίζει μια από τις μεγαλόπνοες ambience συνθέσεις του I sing the body electric:

Το 1980, σάμπως για να σαλπίσει την έλευση των 80s, γυρίζεται το Fame. Ένα από τα τραγούδια της ταινίας είχε τον τίτλο I sing the body electric (η φράση ακούγεται στον πρώτο στίχο). Το κομμάτι είχε γράψει ο Michael Gore. Ζητώ συγγνώμη από τον Walt Whitman, τον Ray Bradbury και τους Weather Report που βάζω Fame μετά από αυτούς, αλλά είπαμε να κάνουμε επιστημονική δουλειά:

Το ίδιο κομμάτι από το Fame χρησίμευσε ως σήμα μιας εκπομπής αερόμπικ στο PBS τη δεκαετία του ’90:

Άλλη μια αφόρητη εϊτίλα, από τους καναδούς Rush και το 1984: Από το δέκατο άλμπουμ τους Grace Under Pressure, το κομμάτι The body electric:

Το 1988, στην ταινία Bull Durham του Ron Shelton, η Susan Sarandon απαγγέλλει τους τρεις πρώτους στίχους από το ποίημα του Whitman στον Tim Robbins, που την ακούει εμβρόντητος, δεμένος στο κρεβάτι της (δεν κατόρθωσα να βρω το απόσπασμα στο youtube). Σε κάποιο άλλο σημείο η Sarandon έχει έναν ξεκαρδιστικό καβγά με τον Kevin Kostner, σχετικά με τον William Blake — συνυπάρχουν εδώ Blake και Whitman, όπως στο Down by law του Jarmusch. Η ταινία κλείνει με άλλη μία αναφορά στον Whitman.

Δέκα χρόνια μετά την ταινία, ο αμερικανοβρετανός Kurtis Mantronik κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ με τον γνωστό τίτλο, αφού τον πείραξε λίγο: I Sing the Body Electro.

Το 2011 κυκλοφόρησε το I sing the body electric του τριπ χοπ συγκροτήματος Arms and Sleepers:

Την ίδια χρονιά, κυκλοφορεί ο δίσκος της ποιήτριας Andrea Gibson με τίτλο Flower boy. Εκεί υπάρχει ένα ποίημα για το σώμα, με τίτλο I sing the body electric, esp;ecially when my power’s out:

Ένα χρόνο αργότερα, το 2012, η Lana del Rey κυκλοφορεί το δικό της Body electric. Η Lana είναι fan του Whitman — το δηλώνει εξάλλου και στην αρχή του κομματιού: Whitman is my daddy:

* * *

2312045-VXXVFCUI-7

Stardust: I Sing the Body Electric, Jim Whalen

* * *

Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.

* * *

Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x



from dimart http://ift.tt/2F34jb9
via IFTTT

Ο Ανταίος Χρυσοστομίδης μιλά για τον Ίταλο Καλβίνο

 —από τη «Φωνοθήκη» του Γιώργου Ζεβελάκη—

Στις 28 Φεβρουαρίου 1986, σαν σήμερα πριν από 22 χρόνια, η Νατάσα Χατζιδάκι φιλοξένησε στην εκπομπή της «Η νύχτα είναι μαγική» τον Ανταίο Χρυσοστομίδη και μίλησαν για τη ζωή, το έργο και τις ελληνικές μεταφράσεις του Ίταλο Καλβίνο. Ο Αλέκος Δραγώνας διαβάζει ένα διήγημα από τον Πάλομαρ του Καλβίνο. Η ηχογράφηση της εκπομπής προέρχεται από τη «Φωνοθήκη» του Γιώργου Ζεβελάκη.

Ακούστε την εκπομπή:

* * *

Πώς μαθαίνει κανείς να είναι νεκρός

9789600352405[Το τελευταίο διήγημα του Πάλομαρ (μετάφραση Ανταίος Χρυσοστομίδης, Αστάρτη 1985, Καστανιώτης 2011) «Πώς μαθαίνει κανείς να είναι νεκρός». Σε αυτό, το τελευταίο διήγημα του τελευταίου βιβλίου που δημοσίευσε λίγο προτού πεθάνει ο Ίταλο Καλβίνο, η τελευταία λέξη είναι: «πέθανε». Τα αποσπάσματα του διηγήματος προέρχονται από blog «τα εν οίκω μη εν δήμω»]

Ενώ ετοίμαζαν το κώνειο, ο Σωκράτης μάθαινε μια μελωδία στον πλαγίαυλο. «Σε τι θα σου χρησιμεύσει;» τον ρώτησαν. «Μα να μάθω αυτή τη μελωδία πριν πεθάνω».

Ο κύριος Πάλομαρ αποφασίζει ότι από δω και πέρα θα ζει σαν να είναι νεκρός, για να δει πώς πάει ο κόσμος χωρίς αυτόν.

Ο κόσμος μπορεί θαυμάσια να ζήσει και χωρίς την παρουσία του, και ο ίδιος μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του νεκρό με όλη του την άνεση και μάλιστα χωρίς ν’ αλλάξει καμιά από τις συνήθειές του. Πριν, όταν έλεγε «κόσμος» εννοούσε τον κόσμο συν τον εαυτό του· τώρα πρόκειται για τον εαυτό του συν τον κόσμο μείον τον εαυτό του.

Μήπως όμως ο κόσμος μείον ο εαυτός του πάει να πει το τέλος της αγωνίας; Είναι, δηλαδή, ένας κόσμος στον οποίον τα πράγματα συμβαίνουν ανεξάρτητα από την παρουσία και τις αντιδράσεις του, ακολουθώντας ένα δικό τους νόμο ή ανάγκη ή λογική που δεν αφορά τον ίδιο;

Ένα κύμα χτυπά πάνω στο βράχο, τον σιγοτρώει, κι ύστερα έρχεται ένα άλλο κύμα και μετά ένα άλλο ακόμα – είτε εκείνος υπάρχει είτε όχι, όλα συνεχίζουν κανονικά την πορεία τους. Η ανακούφιση του να είσαι νεκρός θα πρέπει να σημαίνει και αυτό: αφού εκείνη η κηλίδα ανησυχίας που είναι η παρουσία μας έχει εξαλειφθεί, το μόνο πράγμα που μετράει είναι η εξέλιξη και η διαδοχή των πραγμάτων κάτω από τον ήλιο, στην απαθή τους γαλήνη. Τα πάντα είναι ηρεμία ή τείνουν προς την ηρεμία, ακόμα και οι τυφώνες, οι σεισμοί, οι εκρήξεις των ηφαιστείων. Αυτός όμως δεν ήταν ο κόσμος όταν κι εκείνος ήταν εκεί; Τότε που η κάθε καταιγίδα έφερνε μαζί της την ειρήνη του μετέπειτα και προετοίμαζε τη στιγμή που όλα τα κύματα θα χτυπούσαν στην ακτή και ο άνεμος θα εξαντλούσε τη δύναμή του; Ίσως το να είσαι νεκρός σημαίνει πως περνάς στον ωκεανό των κυμάτων που μένουν για πάντα κύματα, άρα δεν έχει νόημα να περιμένεις να καλμάρει η θάλασσα.

Το βλέμμα των νεκρών έχει πάντα την τάση να εξορκίζει. Τόποι, καταστάσεις, ευκαιρίες είναι συνήθως ίδια με αυτά που κάποιος ήδη γνώριζε, και πάντα νιώθεις ικανοποίηση όταν μπορείς και τα αναγνωρίζεις. Ταυτόχρονα όμως παρατηρούνται διάφορες μικρές ή μεγάλες παραλλαγές, οι οποίες αυτές καθεαυτές θα μπορούσαν και να γίνουν αποδεκτές αν είχαν μια συνεπή λογική εξέλιξη· όμως αποδεικνύονται αυθαίρετες και ανώμαλες κι αυτό είναι ήδη κάτι που ενοχλεί, ιδιαίτερα γιατί ο καθένας μας θέλει πάντα να παρέμβει και να κάνει τις διορθώσεις που του φαίνονται αναγκαίες, και δεν μπορεί να τις κάνει γιατί είναι νεκρός. Το αποτέλεσμα; Μια στάση απώθησης, σχεδόν ενόχλησης, αλλά ταυτόχρονα επάρκειας, σαν του ανθρώπου που ξέρει πως αυτό που μετράει είναι οι εμπειρίες του παρελθόντος του, και πως για όλα τα υπόλοιπα δεν αξίζει τον κόπο να δίνει μεγάλη σημασία.

Άλλωστε δεν αργεί να κάνει την εμφάνιση του και να επιβληθεί σε κάθε άλλη σκέψη ένα κυρίαρχο συναίσθημα: είναι η ανακούφιση να ξέρεις πως όλα τα προβλήματα είναι προβλήματα των άλλων, δική τους υπόθεση. Τους νεκρούς δε θα έπρεπε να τους ενδιαφέρει πια τίποτα άλλο, γιατί δεν έχουν την υποχρέωση να σκέφτονται – κι αν αυτό μοιάζει με κάτι ανεύθυνο, είναι σ’ αυτή τους την ανευθυνότητα που οι νεκροί βρίσκουν τη διάθεση να ευθυμήσουν. [….]

Ο Πάλομαρ δεν υποτιμά τα πλεονεκτήματα που έχουν οι ζωντανοί σε σχέση με τους νεκρούς, όχι όσον αφορά το μέλλον, όπου οι κίνδυνοι είναι πάντα πολύ μεγάλοι και οι ωφέλειες βραχυπρόθεσμες, αλλά όσον αφορά τη δυνατότητα βελτίωσης της μορφής του παρελθόντος. (Εκτός πια κι αν κάποιος είναι εξαιρετικά ικανοποιημένος από το παρελθόν του, περίπτωση που δεν παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί δεν αξίζει πολύ τον κόπο ν’ ασχοληθεί κανείς με αυτή).

Η ζωή ενός ατόμου συγκροτείται από ένα σύνολο γεγονότων, από τα οποία το τελευταίο θα μπορούσε και ν’ αλλάξει την όλη εικόνα του συνόλου, κι αυτό όχι γιατί μετρά περισσότερο από τα προηγούμενα αλλά γιατί τα γεγονότα εισβάλλουν σε μια ζωή σύμφωνα με μια σειρά που δεν είναι χρονολογική αλλά ικανοποιεί τις απαιτήσεις μιας εσωτερικής αρχιτεκτονικής.

Κάποιος για παράδειγμα, διαβάζει σε ώριμη ηλικία ένα σημαντικό γι’ αυτόν βιβλίο που τον κάνει να αναφωνήσει: «Πώς μπορούσα και ζούσα χωρίς να το έχω διαβάσει!» όπως επίσης: «Τι κρίμα που δεν το διάβασα όταν ήμουν νέος!» Αυτές οι δηλώσεις, όμως, δεν έχουν νόημα, ιδιαίτερα η δεύτερη, αφού από τη στιγμή που το ίδιο αυτό άτομο διάβασε εκείνο το βιβλίο, η ζωή του γίνεται η ζωή κάποιου που διάβασε εκείνο το βιβλίο, και δεν έχει καμιά σημασία αν το διάβασε νωρίς ή αργά, γιατί και η ζωή που προηγείται της ανάγνωσης τώρα αποκτά μια μορφή που σφραγίζεται από αυτή την ανάγνωση.

Αυτό είναι το πιο δύσκολο βήμα για όποιον θέλει να μάθει να είναι νεκρός: να πειστεί ότι η ζωή του είναι ένα κλειστό σύνολο, στραμμένο ολόκληρο προς το παρελθόν, στο οποίο κανείς δεν μπορεί να προσθέσει τίποτα, ούτε να εισαγάγει αλλαγές προοπτικής στη σχέση των διαφόρων στοιχείων. Βέβαια, όσοι συνεχίζουν να ζουν, μπορούν —στη βάση αλλαγών που έζησαν οι ίδιοι— να εισαγάγουν αλλαγές και στη ζωή των νεκρών, δίνοντας μορφή σε ό,τι έμοιαζε άμορφο ή είχε μια διαφορετική μορφή: αναγνωρίζοντας για παράδειγμα ως αληθινό επαναστάτη αυτόν που είχε στιγματιστεί για τις πράξεις του ενάντια στο νόμο, εξυμνώντας ως ποιητή ή προφήτη αυτόν που είχε νιώσει τον εαυτό του καταδικασμένο στη νεύρωση ή στο παραλήρημα.

Αυτές όμως είναι αλλαγές που μετράνε ιδιαίτερα για τους ζωντανούς. Οι νεκροί, είναι δύσκολο να επωφεληθούν από αυτές. Ο καθένας μας είναι φτιαγμένος από όσα έζησε και από τον τρόπο με τον οποίο τα έζησε, κι αυτό κανένας δεν μπορεί να μας το αφαιρέσει. Όποιος έζησε υποφέροντας, παραμένει φτιαγμένος από τη δυστυχία του – αν κάποιος θελήσει να του την αφαιρέσει, δε θα είναι πια ο εαυτός του.

Γι’ αυτό ο Πάλομαρ ετοιμάζεται να γίνει ένας τζαναμπέτης νεκρός, που δεν ανέχεται την καταδίκη να μείνει έτσι όπως είναι αλλά και που δεν είναι διατεθειμένος να απαρνηθεί τίποτα από τον εαυτό του, ακόμα και ό,τι του είναι βάρος. [……]

Αναλογιζόμενος το θάνατο του, ο Πάλομαρ σκέφτεται ήδη το θάνατο των τελευταίων επιζώντων του ανθρώπινου γένους ή των απογόνων ή κληρονόμων του: στην κατεστραμμένη και έρημη γήινη σφαίρα καταφτάνουν οι εξερευνητές ενός άλλου πλανήτη, αποκωδικοποιούν τα ίχνη που καταγράφηκαν στα ιερογλυφικά των πυραμίδων και των διάτρητων καταλόγων των ηλεκτρονικών υπολογιστών η μνήμη του ανθρώπινου γένους ξαναγεννιέται από τις στάχτες της και διαδίδεται σε όλες τις κατοικήσιμες περιοχές του σύμπαντος. Έτσι, από μετάθεση σε μετάθεση, φτάνουμε στη στιγμή εκείνη όπου ο χρόνος αρχίζει να φθείρεται και να διαλύεται σ’ έναν άδειο ουρανό, τη στιγμή δηλαδή που και το τελευταίο υλικό έρεισμα της μνήμης της ζωής θα υποβαθμιστεί σε ρεύμα θερμότητας ή θα αποκρυσταλλώσει τα άτομα του στην παγωνιά μιας ακίνητης τάξης.

«Αν ο χρόνος πρέπει να τελειώσει, μπορούμε να τον περιγράψουμε στιγμή προς στιγμή —σκέφτεται ο Πάλομαρ— · την κάθε στιγμή όμως της περιγραφής του, ο χρόνος διαστέλλεται τόσο πολύ, ώστε δε βλέπουμε πια το τέλος του». Αποφασίζει ότι θ’ αρχίσει να περιγράφει την κάθε στιγμή της ζωής του, και ότι όσο δε θα έχει τελειώσει την περιγραφή όλων των στιγμών του δε θα σκεφτεί ότι είναι νεκρός.Εκείνη ακριβώς τη στιγμή πεθαίνει.

* * *

Ανταίος Χρυσοστομίδης, 1952-2015

Α.-Χρυσοστομίδης-640x480Ο συγγραφέας, μεταφραστής και δημοσιογράφος Ανταίος Χρυσοστομίδης (1952-2015), γιος του ιστορικού στελέχους της Αριστεράς Σοφιανού Χρυσοστομίδη και της Ειρήνης, γεννήθηκε το 1952 στο Κάιρο. Σπούδασε αρχιτεκτονική στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ρώμης και εργάστηκε μέχρι το 1982 ως αρχιτέκτονας. Στην Ιταλία οργανώθηκε πολιτικά στο ΚΚΕ Εσωτερικού. Υπήρξε ηγετικό στέλεχος της νεολαίας του κόμματος, «Ρήγας Φεραίος», και η δημοσιογραφική του διαδρομή ξεκίνησε από το περιοδικό της Θούριος. Στη συνέχεια εργάστηκε σε περιοδικά μαζικής κυκλοφορίας και συνεργάστηκε με την εφημερίδα Αυγή, όπου υπέγραφε τη λογοτεχνική σελίδα «Περιδιαβάζοντας». Το 1998 ανέλαβε τη διεύθυνση της σειράς ξένης λογοτεχνίας των εκδόσεων Καστανιώτη, όπου επιμελήθηκε την έκδοση έργων συγγραφέων απ’ όλο τον κόσμο, αναδεικνύοντάς την σε πρότυπο για τα ελληνικά εκδοτικά δεδομένα. Μετέφρασε στα ελληνικά έργα του Ίταλο Καλβίνο, του Αντόνιο Ταμπούκι (όλα τα έργα του που κυκλοφορούν στα ελληνικά), του Κούρτσιο Μαλαπάρτε, του Αλμπέρτο Μοράβια, του Ντάριο Φο, του Λεονάρντο Σάσα, του Ντίνο Μπουτζάτι και άλλων σπουδαίων Ιταλών συγγραφέων. Το 1999 δημοσίευσε μαζί με τον Αντόνιο Ταμπούκι το βιβλίο Ένα πουκάμισο γεμάτο λεκέδες (Εκδόσεις Άγρα). Επίσης εξέδωσε τα βιβλία Λεωνίδας Κύρκος, η δυναμική της ανανέωσης (2011), Οι κεραίες της εποχής μου, τόμος Α’ και Β’ (2012 και 2013, αντίστοιχα), και τα τρία στις εκδόσεις Καστανιώτη. Από το 2006 έως το 2013 ήταν υπεύθυνος μαζί με τη Μικέλα Χαρτουλάρη της σειράς ντοκιμαντέρ «Οι κεραίες της εποχής μας», στην ΕΡΤ, η οποία παρουσίασε στο ελληνικό κοινό σημαντικούς εν ζωή ξένους συγγραφείς στο περιβάλλον ζωής και δημιουργίας τους. Ως μεταφραστής δίδαξε μετάφραση σε μεταπτυχιακά τμήματα του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης Λογοτεχνίας (ΕΚΕΜΕΛ). Το 2003 βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Ξένης Λογοτεχνικής Μετάφρασης για το μυθιστόρημα του Αντόνιο Ταμπούκι, Είναι αργά, όλο και πιο αργά. Το 2004 το Ιταλικό Κράτος του απένειμε τον τίτλο του Ιππότη Εργασίας, τιμώντας τον για την προσφορά του στην εξάπλωση του ιταλικού πολιτισμού. Στις ευρωεκλογές του 2014 ήταν υποψήφιος με το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς (ΔΗΜΑΡ). Έφυγε ξαφνικά από τη ζωή στην Αθήνα στις 14 Αυγούστου 2015, μετά από επιπλοκές στην υγεία του. Η πολιτική κηδεία του, σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία του, έγινε στο Α’ Νεκροταφείο.

Νατάσα Χατζιδάκι, 1946-2017

p-_0007_ii-ii-iifi-_issi-iipi1ii-iioi1Η Νατάσα Χατζιδάκι (1946-2017) γεννήθηκε στην Κρήτη. Σπούδασε δημοσιογραφία στην Αθήνα και αγγλική λογοτεχνία στο Λονδίνο. Στην Αγγλία έζησε συνολικά πέντε χρόνια. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1971, με την ποιητική συλλογή Στις εξόδους των πόλεων, με την οποία κατατάσσεται στην ομάδα ποιητών της γενιάς του ’70 με φανερές επιδράσεις από τον υπερρεαλισμό και τους Αμερικανούς beat ποιητές (Λ. Πούλιος, Β. Στεριάδης, Τ. Δενέγρης, κ.ά.). Στη συνέχεια, όμως, διαφοροποιήθηκε υιοθετώντας μια πιο πυκνή, λεκτικά, ποιητική γλώσσα και «μια παράδοξη και αντιφατική εικονοπλασία, μέσω της οποίας σατιρίζονται και σαρκάζονται και άλλοτε μυθοποιούνται ή εξιδανικεύονται τα αποσπασματικά βιώματα, οι συναισθηματικές διακυμάνσεις και η ψυχική περιπέτεια της σύγχρονης γυναίκας», όπως σημειώνει ο Α. Ζήρας, με πιο χαρακτηριστική τη σύνθεσή της Βαθυέρυθρο (Νέο Επίπεδο, 2005). Συνεργάστηκε στη σύνταξη των λογοτεχνικών περιοδικών Πρόσωπα, Σήμα και Ρεύματα. Επίσης συνεργάστηκε ως παραγωγός εκπομπών λόγου στην Ελληνική Ραδιοφωνία (Τρίτο και Πρώτο Πρόγραμμα) και στην ΕΤ1. Παρουσίασε «οπτικά ποιήματά» της σε ομαδικές εκθέσεις και προσκλήθηκε να λάβει μέρος σε διεθνή φεστιβάλ ποίησης στην Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία και Ισπανία. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Ποιήματά της μεταφράστηκαν στα αγγλικά και γαλλικά. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 71 ετών στην Αθήνα, στις 24 Ιανουαρίου 2017, από ανακοπή καρδιάς κατά τη διάρκεια νοσηλείας για πνευμονία.[Βιογραφικά από τη biblioNet]

* * *

Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία «Φωνές»

Το dim/art στο facebookΤο dim/art στο twitterinstagram-logoimg_logo_bluebg_2x



from dimart http://ift.tt/2oER05E
via IFTTT

Το ποίημα της εβδομάδας 28/2

Στην τσέχικη γλώσσα

—Ιβάν Γελίνεκ—
Μετάφραση: Κλείτος Κύρου

Σαν βρέχει στην Αγγλία
Ακούω από στόματα μανάδων τα ονόματα των παιδιών τους
Κι ανάμεσά τους το δικό μου μες στη νεκρή φύση των φωνηέντων.

Σαν βρέχει στην Αγγλία
Ακούω δυο γυναίκες να μιλούνε τσέχικα με τρυφερή φωνή
Κι οι λέξεις είναι μια άλλη μόνο λέξη για την αγάπη.

Βρέχει στα μάτια μου, στο λιμάνι, στο κατάστρωμα,
Και ψάρια κολυμπούν αδιάκοπα γύρω απ’ τα κοριτσίστικα κεφάλια,
Ένα απ’ αυτά με το κλειδί στο στόμα του, λες και θα πήδαγε
Το νεροφράχτη — η λαχτάρα για να μιλήσω με σκοτώνει.

Σαν βρέχει στην Αγγλία
Η πνιγμένη μέρα σέρνεται στη σκοτεινιά, ένα κορμί
Χωρίς ψυχή — θαρρώ πως πνίγεται ο ίδιος μου ο εαυτός.

Σαν βρέχει στην Αγγλία
Θα ‘πρεπε δυο εραστές ν’ ανάβουνε στις όχθες του Μοράβα
Ένα καντήλι και να δέονται στο νεροφράχτη για κάποια ψυχή.

 

Κλείτος Κύρου, Ξένες φωνές, Κέδρος 1979.

* * *

Εδώ άλλα ποιήματα, άλλων εβδομάδων

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x



from dimart http://ift.tt/2Ctq81O
via IFTTT

Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018

Shot by Both Sides

Αυτό δεν είναι τραγούδι #1285
DJ της ημέρας, ο Γιώργος Θεοχάρης

Απόψε θα πάω ανάποδα. Δεν έχω σκεφτεί τραγούδι, θα το βρω στην πορεία. Για να υπάρξει όμως πορεία, θα πρέπει να έχω κάποιον προορισμό (κι ας μη φτάσω ποτέ).

Υπάρχουν στιγμές στη ζωή του καθενός που, είτε τις αναγνωρίζει είτε όχι, είναι καθοριστικές. Συχνά λέμε ή ακούμε / διαβάζουμε: «έκλεισε ένας κύκλος». Πλεονασμός. Κάθε κύκλος κλείνει προδιαγεγραμμένα, κλείνει εγγενώς. Ή, να το πω αλλιώς: κάθε κύκλος κλείνει μία και μόνη φορά: την πρώτη. Αλλά και πάλι, εκείνος που χειρίζεται τον διαβήτη –ο φέρων οργανισμός– ξέρει προκαταβολικά πού θα κλείσει ο κύκλος που σχεδιάζει: στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησε. Αν αγνοεί κάτι είναι το πότε, όχι το πού. Αυτό ας το σκεφτώ λίγο παραπάνω. Ας πάρω μία (τυχαία) χρονική περίοδο, λ.χ., την εφηβεία μου. Ο κύκλος της έκλεισε προ πολλού (αν και οι απόψεις επ’ αυτού διίστανται). Πότε όμως; Πότε ακριβώς; Ξέρω; Δεν ξέρω.

(Μισό, το σκέφτομαι.)

(Καθυστερώ γιατί κοιτάζω την προηγούμενη πρόταση. Φωνητικά και χωρίς κόμμα, μισώ το σκέφτομαι. Ένας στο κόμμα, χιλιάδες στα φωνητικά. Backing vocals & soul deep. Ντιπ για ντιπ… Ο Καρτέσιος δεν ήταν που έλεγε κάτι για το «σκέφτομαι»; Πώς το ’λεγε; «Σκέφτομαι, άραγε υπάρχω»; Κάπως έτσι.)

(Ξεστράτισα. Επιστρέφω εμμέσως.)

(Γύρισα!)

Οι ιστορίες ενηλικίωσης μπορούν εύκολα να γίνουν βαρετές γιατί αφορούν ένα άλμα που έχει ενδιαφέρον μόνο για όσο μένει μετέωρο – δηλαδή, για πολύ λίγο. Παρ’ όλα αυτά, έχουν την τάση να ξεχειλώνουν. Σφάλμα ολέθριο! Μια τεχνητή διαστολή του χρόνου (με τα συμπαρομαρτούντα πηγαινέλα) ενέχει τον κίνδυνο να βαρεθεί ο άλτης πριν ακόμα και από το κοινό (του) στην αρένα. Και τότε το άλμα δεν αργεί να γίνει πήδημα. Δεν το θέλουμε αυτό, μας βλέπει και κόσμος!

Επίτηδες πετάω συνέχεια την μπάλα στην εξέδρα, γιατί ταυτόχρονα σκαλίζω τις στάχτες (βλ. πρώην νευρωνικές συνάψεις). Νομίζω πως θυμάμαι αμυδρά τη δική μου καθοριστική στιγμή. Δεν έχει σεξ μέσα για να την πουλήσω σαν ζεστό ψωμάκι. Ούτε δάκρυα ούτε ιδρώτα – κανένα από τα εμπορικώς αξιοποιήσιμα υγρά, με δυο λόγια. Δεν πουλάω, έκλεισα!

Ο κύκλος, για να επιστρέψω στην αρχή, άπαξ και κλείσει, δεν ξέρει ούτε ο ίδιος πού τελειώνει. Ομοίως ανίδεος και ο διαβήτης που, αν τον αφήσεις, θα συνεχίσει να γράφει στροφές επ’ άπειρον. Ο φέρων οργανισμός, όμως, ξέρει τουλάχιστον κάτι: το κέντρο του. Ακόμα κι αν ο κύκλος μεταλλαχτεί σε σπείρα, το αφετηριακό σημείο παραμένει ένα. Και μπορεί να είναι ένα τραγούδι, γιατί όχι; Έχουν συμβεί και πιο παράξενα πράγματα.

Αυτό είναι το δικό μου.

Why are you so edgy, kid?
Asks the man with the voice
One thing follows another
You live and learn, you have no choice

Shot by both sides
I don’t ask who’s doing the shooting
Shot by both sides
We must have come to a secret understanding

* * *

Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι• αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.

* * *

Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x



from dimart http://ift.tt/2BWrWQ8
via IFTTT

Το ταξίδι στον χρόνο ως λογοτεχνικό είδος: η απαρχή

—του Josh Jones | Μετάφραση για το dim/art: Γιώργος Θεοχάρης—

Η ιδέα του ταξιδιού στον χρόνο είναι πιθανώς τόσο παλιά όσο και το συναίσθημα της μετάνοιας, αλλά η επιθυμία να πάει κανείς πίσω στον χρόνο δεν είναι ίδια με τη θεωρητική ιδέα ότι αυτό το ταξίδι είναι στην πραγματικότητα κάτι το εφικτό. Ο Nerdwriter (ο οποίος υπογράφει το βίντεο στο τέλος της ανάρτησης), αναρωτιέται από πού έλκει την καταγωγή της αυτή η ιδέα. Και, γενικά, από πού κατάγονται τα αφηγήματα τα σχετικά με το ταξίδι στον χρόνο. Κατ’ αυτόν, το ταξίδι στον χρόνο «ως αφηγηματικό όχημα, είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο». Και το ταξίδι στον χρόνο, ως διακριτό λογοτεχνικό είδος, έχει ηλικία μόλις πάνω από εκατό χρόνια.

AJ7tw

Kakbhushundi (काकभुशुण्डि) και Ράμα (राम)
Στην τελευταία του μετενσάρκωση, ο Kakbhushundi ήταν κοράκι (Κακ)

Σ’ αυτό το σημείο είναι σημαντικό να διευκρινιστεί το εξής: Βρίσκουμε περιστατικά ταξιδιού στον χρόνο –ή τουλάχιστον κάποιο είδος παραλλαγής του– σε πολλά αρχαία κείμενα, όπου κάποιοι χαρακτήρες βιώνουν τον χρόνο διαφορετικά σε διαφορετικά περιβάλλοντα και διαστάσεις, και μπορούν έτσι να δουν το παρελθόν ή το μέλλον του κόσμου μας. Στο ινδικό έπος Ραμαγιάνα (2ος-3ος αι. μ.Χ.), ένας χαρακτήρας ονόματι Kakbhushubdi ζει όπως οι Watchers στο σύμπαν των κόμικ της Marvel: έξω από τον χρόνο, παρατηρώντας τις χιλιετίες να περνούν. (Εκεί αναφέρεται ότι ο χαρακτήρας αυτός βλέπει τα ίδια γεγονότα να συμβαίνουν ξανά και ξανά, με διαφορετική κατάληξη κάθε φορά.)

Watchers_from_Original_Sin_Vol_1_8_Textless_cover_001

Watchers

Όταν λέμε ταξίδι στον χρόνο δεν εννοούμε ακριβώς αυτό που περιγράφεται στη Ραμαγιάνα. Παρ’ όλα αυτά, πολλές αρχαίες ιστορίες όντως αναφέρουν ανθρώπους που πάνε πίσω στον χρόνο ή που αποκοιμούνται και ξυπνούν στο μέλλον, μέσω θεϊκής παρέμβασης. Σε βουδιστικά κείμενα, μαθαίνουμε ότι οι θεότητες βιώνουν έναν ανθρώπινο αιώνα σε μία και μόνη μέρα (μία ιδέα που επαναλαμβάνεται και στη Βίβλο). Στον ιαπωνικό μύθο του Urashima Taro, ένας άντρας επισκέπτεται το παλάτι του Θεού Δράκου, και όταν επιστρέφει έχουν περάσει 300 χρόνια. Αλλά ο Nerdwriter μιλάει για κάτι διαφορετικό από αυτές τις αρχαίες αφηγήσεις της διαστολής του χρόνου (εκατοντάδες χρόνια πριν ο Αϊνστάιν αναπτύξει την έννοια) μολονότι οι ίδιες τεχνικές εμφανίζονται και σε σύγχρονες ιστορίες ταξιδιών στον χρόνο.

Taro

Urashima Taro (浦島 太郎)

Μια σημαντική διάκριση, όπως αναφέρεται στο βίντεο, βρίσκεται στην ίδια την έννοια του χρόνου. Πολλοί αρχαίοι λαοί πίστευαν ότι ο χρόνος είναι κυκλικός (εξ αυτού και οι πολλές παραλλαγές στα ίδια θέματα της εμπειρίας του Kakbhushubdi) ή εύπλαστος και υποκείμενος σε θεϊκή παρέμβαση και αποδιοργάνωση. Με την Καταγωγή των Ειδών του Δαρβίνου και τη ραγδαία αποδοχή της εξέλιξης (αν όχι και της φυσικής επιλογής), οι κοινές πεποιθήσεις για τον χρόνο άλλαξαν. Το είδος του σύγχρονου ταξιδιού στον χρόνο αρχίζει, γενικά μιλώντας, με κεντρικές προκείμενες τις ιδέες του Δαρβίνου. Στη συλλογική φαντασία, η εξέλιξη ερμηνεύεται ως η αναπόφευκτη, γραμμική πρόοδος, γεγονός που δημιούργησε ένα νέο λογοτεχνικό είδος, το Ουτοπικό Μυθιστόρημα.

looking-backward-300x450

Ένα τέτοιο μυθιστόρημα, το Looking Backward (1888) του Έντουαρντ Μπέλαμι, ήταν μόλις τρίτο σε πωλήσεις στην εποχή του, πίσω μόνο από την Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά και τον Μπεν Χουρ, έχοντας πουλήσει περισσότερα από ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Αν είναι έτσι, πώς και δεν το έχετε ακούσει μέχρι τώρα; Ίσως επειδή το βιβλίο περιγράφει έναν χαρακτήρα που αποκοιμιέται και ξυπνάει σε μια σοσιαλιστική ουτοπική κοινωνία 113 χρόνια μετά (το έτος 2000). Το μυθιστόρημα άσκησε σημαντική επιρροή σε πολλά σοσιαλιστικά κινήματα της εποχής και «Όμιλοι Μπέλαμι» ξεφύτρωναν σε ολόκληρη τη χώρα, υποστηρίζοντας την εθνικοποίηση της ατομικής ιδιοκτησίας. Ελάχιστοι άνθρωποι –στην Αμερική τουλάχιστον– έχουν μάθει ότι ο σοσιαλισμός ήταν ευρύτατα δημοφιλής στις Η.Π.Α. στα τέλη του 19ου αιώνα, επειδή… εντάξει, πείτε μου εσείς γιατί.

PROD-PRODUCTION

 

 

Παρ’ όλα αυτά, οι ιδέες του Μπέλαμι έχουν ενσωματωθεί στο είδος, σε πολλά έργα με τα οποία είμαστε εξοικειωμένοι (όπως, για παράδειγμα, ως παρωδία, στο Futurama). Στο σύγχρονο μυθιστόρημα του ταξιδιού στον χρόνο, οι ουτοπικές κοινωνίες «δεν βρίσκονται πια σε ένα χαμένο νησί ή σε έναν διαφορετικό κόσμο, αλλά στο μέλλον». Αυτή η παρατήρηση ισχύει σίγουρα για ένα πολύ γνωστό θεμελιώδες μυθιστόρημα του είδους, τη Μηχανή του Χρόνου (1895) του Χ.Τζ. Γουέλς, το οποίο έλκει από τα Ταξίδια του Γκάλιβερ του Σουίφτ, αλλά τοποθετεί τη δράση όχι σε έναν μακρινό τόπο αλλά στο πολύ μακρινό μέλλον, στο έτος  802701. Στο έργο του Γουέλς οι Morlocks (η εργατική τάξη που ζει στο υπέδαφος) και οι παρακμιακοί Eloi (που εκμεταλλεύονται την εργατική δύναμη των πρώτων) δεν διαφέρουν πολύ από τους ανθρώπους του παρελθόντος ή του παρόντος – έχουν εξελιχτεί τεχνολογικά και σωματικά, αλλά οι ζωές τους εξακολουθούν να περιστρέφονται γύρω από την εκμετάλλευση και τη βία.

lf

Εκεί που τα Ταξίδια του Γκάλιβερ μπορούν να διαβαστούν ως μία μισανθρωπική υπονόμευση της έννοιας της πολιτισμικής ανωτερότητας, το μυθιστόρημα του Γουέλς σατιρίζει την ιδέα ότι η ανθρώπινη εξέλιξη υπονοεί μία βελτίωση της ανθρώπινης καλοσύνης. Το βιβλίο θέτει το μοτίβο για μια επιστημονική φαντασία ως κριτικό εργαλείο των ακραίων ταξικών εξελίξεων. Και στον Μπέλαμι και στον Γουέλς, το ταξίδι στον χρόνο –είτε αυτό επιτυγχάνεται μέσω της επιστήμης είτε μέσω του ύπνου (τύπου Ριπ Βαν Γουίνκλ)– προσφέρεται για ουτοπικές ή δυστοπικές αλληγορίες. Το είδος του ταξιδιού στον χρόνο απόκτησε μια νέα διάσταση μετά τον Αϊνστάιν, όταν η επιστήμη της σχετικότητας αντικατέστησε τη δαρβινική εξέλιξη ως βασική έγνοια, με τα παράδοξα και τους κανόνες του χρονοταξιδιού. Αυτή η μετατόπιση αναδεικνύει άλλο ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου είδους του ταξιδιού στον χρόνο: την εμμονή του με το αίτιο και το αιτιατό, και συνεπώς με τη φύση της ίδιας της ιστορίας, με το πόσο αυτή είναι πιθανή.

Πηγή κειμένου: open culture

Εικόνα εξωφύλλου: Ο Rod Taylor ως H.G. Wells στην ταινία
«The Time Machine» του George Pal (1960).
Φωτό: Metro-Goldwyn-Mayer/Getty Images

* * *

Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Βιβλίο

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x



from dimart http://ift.tt/2oAUpmh
via IFTTT

Ο Άινσταϊν, ο ηλίθιος και το twitter

Μέχρι ν’ αρχίσει το άλλο #1

—του Νίκου Θεοδοσόπουλου—

Μην τα βάζεις με τον ηλίθιο: θα χάσεις. Κι έχει και twitter.

* * *

Εδώ άλλες videologies

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x

 

 



from dimart http://ift.tt/2GNsS8A
via IFTTT

Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

Αρχέγονος Έρωτας

Αυτό δεν είναι τραγούδι #1284
DJ της ημέρας, ο Μάνος Αναστασάς

Η Λάμψη της σιωπής αποφάνθηκε
όπως τράβηξα το στεφάνι που σκέπαζε τα μάτια σου
και Συ αγκαλιά με την ψυχή μου να λησμονείς τ’ αηδόνια του πρώτου σου Έρωτα
μακριά σε μια Αρχαία Ανάσα έχει παγιδευτεί το Φως σου
καθώς θηλάζει δύναμη απ’ το δίχτυ του ψαρά Χρόνου
να πολεμά για τη μονάκριβη Φυγή του.

* * *

864677-7

Εικόνα εξωφύλλου: Evija Freidenfelde, «Primordial power»

* * *

Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.

* * *

Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x



from dimart http://ift.tt/2FayMUd
via IFTTT