Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης σήμερα, χάρη στον ποιητή Μιχαήλ Μήτρα που την εμπνεύστηκε και το 1997 παρουσίασε την ιδέα του στην Εταιρεία Συγγραφέων, χάρη επίσης στην ποιήτρια Λύντια Στεφάνου που ως κατάλληλη ημέρα αφιερωμένη στην ποίηση πρότεινε την εαρινή ισημερία και, τέλος, χάρη στον Βασίλη Βασιλικό που το 1999, ως πρέσβης της Ελλάδας στην Unesco, εισηγήθηκε στο Εκτελεστικό Συμβούλιό της να ανακηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης η 21η Μαρτίου. Και με τον τρόπο αυτό, συμπίπτει με την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού, σε μια συγκυρία οδυνηρή για τους χιλιάδες ανθρώπους που, κυνηγημένοι από τον πόλεμο, έχουν βρεθεί παρίες και ανεπιθύμητοι.
Το dim/art αγαπά την ποίηση. Η πιο σταθερή στήλη του, από την πρώτη μέρα της ύπαρξής του, είναι «το ποίημα της εβδομάδας» (241 αναρτήσεις).
Αντί άλλου αφιερώματος, το dim/art δίνει τον λόγο στους ποιητές. Και προσεγγίζει την ποίηση με τα λόγια των δημιουργών της.
* * *
Γιώργης Παυλόπουλος – Τί εἶναι ποίηση…
Ὁμιλία τοῦ ποιητῆ Γιώργη Παυλόπουλου στὴν ἐκδήλωση τοῦ περιοδικοῦ «Γράμματα καὶ Τέχνες» ποὺ ἔγινε πρὸς τιμήν του στὸ «Σπίτι τῆς Κύπρου»στὶς 8-12-1997. Ἀναδημοσιεύεται διασκευασμένη σὲ πολυτονικὸ ἀπὸ τὸ τεῦχος 83 τοῦ περιοδικοῦ «Γράμματα και Τέχνες» (Φεβρουάριος – Μάρτιος 1998)
«Ἂν ἕνα πουλὶ μποροῦσε νὰ πεῖ μὲ ἀκρίβεια τί τραγουδάει, γιατί τραγουδάει, καὶ τί εἶναι αὐτὸ ποὺ τὸ κάνει νὰ τραγουδάει, δὲν θὰ τραγούδαγε».
Κυρίες και Κύριοι,
Φίλες και Φίλοι,
Παραλλάζοντας αὐτὴ τὴ σημείωση τοῦ Πὼλ Βαλερύ, ἡ ὁποία παραπέμπει ἀμέσως στὸν Ποιητὴ καὶ στὴν Ποίηση, θὰ λέγαμε: «Ἂν ἕνας ποιητὴς μποροῦσε νὰ πεῖ μὲ ἀκρίβεια τί γράφει, γιατί γράφει καὶ τί εἶναι αὐτὸ ποὺ τὸν κάνει νὰ γράφει, δὲν θὰ ἔγραφε».
Κι ἐγὼ τώρα δὲν ξέρω νὰ σᾶς πῶ τί εἶναι Ποίηση καὶ γιατί γράφω ποιήματα. Πολὺ περισσότερο δὲν ξέρω νὰ σᾶς πῶ σὲ τί μᾶς βοηθάει ἡ Ποίηση καὶ ποιὸς εἶναι ὁ σκοπός της.
Τὸ μόνο ποὺ ξέρω εἶναι πῶς ὁ Ποιητὴς ἦταν πάντα ἕνας ἀφοσιωμένος τῆς Ζωῆς. Εἴτε τὸν γεμίζει χαρά, εἴτε τὸν θλίβει ἡ Ζωή, εἴτε τὸν πάει στὸν Οὐρανό, εἴτε τὸν κατεβάζει στὴν Κόλαση, αὐτὸς μένει πάντα ὁ ἀφοσιωμένος της.
Τὴ μυστήρια ἀγάπη του γιὰ τὴ Ζωὴ δὲν ἔχει ἄλλο τρόπο νὰ τὴν ἐκφράσει: γράφει ποιήματα. Νομίζω ὅτι προσπαθεῖ νὰ ἐκφράσει κυρίως αὐτὸ ποὺ κρύβει ἡ ζωή. Ὅπως ὁ ἔρωτας κρύβει αὐτὸ ποὺ μᾶς κάνει ἐρωτευμένους.
Ἡ Ποίηση λοιπὸν εἶναι πράξη ἐρωτική; Ἢ μήπως πράξη ἀπόγνωσης; Ἢ μήπως καὶ τὰ δυό; Πράξη ἐρωτικὴ καὶ συνάμα πράξη ἀπόγνωσης.
Γιὰ τὴν ποιητικὴ πράξη ἔχουν γραφτεῖ πολλὰ καὶ διάφορα. Καὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς τεχνῖτες καὶ ἀπὸ τοὺς θεωρητικούς. Πολλὲς φορὲς οἱ Ποιητὲς προσπάθησαν νὰ διατυπώσουν τὸν ἀνύπαρκτο ὁρισμὸ τῆς Ποίησης, σὰν νὰ κοίταζαν σ᾿ ἕναν καθρέφτη ὅπου δὲν ἔβλεπαν τὸ πρόσωπό τους, ἀλλὰ τὸ ἀπόλυτο κενό.
Πρόχειρα σταχυολογήματα
Ἡ ποίηση εἶναι ἡ αἰτία ποὺ φθείρει τὸ κάθε τί ἀπὸ τὸ μὴ εἶναι στὸ εἶναι.
Πλάτων
Ἡ ποίηση ἕνα πρᾶγμα ἀνάλαφρο, ἱερὸ καὶ φτερωτό.
Πλάτων
«Διὸ εὐφυοῦς ἡ ποιητικὴ ἐστιν ἢ μανικοῦ. Τούτων γὰρ οἱ μὲν εὔπλαστοι οἱ δὲ ἐκστατικοὶ εἰσίν».
(Ἡ τέχνη τῆς ποίησης εἶναι ἔργο τοῦ προικισμένου μᾶλλον παρὰ τοῦ μανικοῦ καλλιτέχνη, γιατί ὁ πρῶτος εἶναι ὁ ἐπιδέξιος μιμητής, ἐνῷ ὁ δεύτερος κατέχεται ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ καὶ τοῦ λείπει ἡ ψυχικὴ ἠρεμία).
Ἀριστοτέλης
Οἱ ποιητὲς ὅλων τῶν ἐποχῶν ἔλαβαν μέρος στὴ συγγραφὴ ἑνὸς Μεγάλου Ποιήματος ἀενάως ἐν ἐξελίξει.
Σέλλεϋ
Ὅλη ἡ ποίηση εἶναι ποίηση πειραματική.
Στῆβενς
Ἡ ποίηση εἶναι ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀνεξήγητου.
Στῆβενς
Ἡ ποίηση εἶναι ἕνας φασιανὸς ποὺ χάνεται στοὺς θάμνους.
Στῆβενς
Ἡ ποίηση ἀρχίζει πάντα, ὅταν κάποιος ποὺ πρόκειται νὰ γίνει ποιητής, διαβάζει ἕνα ποίημα.
Μίλτον
Ἡ ποίησή μας δημιουργεῖ τὴν ἐντύπωση, ὄχι πὼς ἀνακαλύψαμε κάτι καινούργιο, ἀλλὰ πὼς θυμηθήκαμε κάτι ποὺ εἴχαμε ξεχάσει.
Μπράντλεϋ
Ἡ ποίηση ἀρχίζει μὲ τὴν ἐπίγνωση ἐκ μέρους μας ὄχι τῆς Πτώσης, ἀλλὰ τοῦ ὅτι πέφτουμε.
Μπλούμ
Ἡ ποιότητα ἑνὸς μεγάλου ποιητὴ εἶναι πανταχοῦ παροῦσα καὶ πουθενὰ ὁρατὴ σὰν μία ξεχωριστὴ συγκίνηση.
Κόλεριτζ ἢ Ντὲ Κουίνσυ
Ἡ ποίηση δὲν εἶναι ἕνα ἐλευθέρωμα τῆς συγκίνησης, ἀλλὰ ἀπόδραση ἀπὸ τὴ συγκίνηση. Δὲν εἶναι ἔκφραση τῆς προσωπικότητας, ἀλλὰ ἀπόδραση ἀπὸ τὴν προσωπικότητα.
Τ. Σ. Ἔλιοτ
Οἱ ἀνώριμοι ποιητὲς μιμοῦνται. Οἱ ὥριμοι ποιητὲς κλέβουν.
Τ. Σ. Ἔλιοτ
«Ὁ ποιητὴς κάνει τὸν ἑαυτό του ὁραματιστὴ μέσα ἀπὸ μία μακριά, ἀπεριόριστη καὶ συστηματικὴ ἀποδιοργάνωση ὅλων τῶν αἰσθήσεων. Ὅλες οἱ μορφὲς ἔρωτα, πόνου, τρέλας. Διερευνᾷ τὸν ἑαυτό του, ἐξαντλεῖ μέσα του ὅλα τὰ δηλητήρια καὶ διατηρεῖ τὴν πεμπτουσία τους. Δοκιμασία ἀκατανόμαστη, ὅπου θὰ χρειαστεῖ τὴ μεγαλύτερη πίστη, τὴν ὑπεράνθρωπη δύναμη, ὅπου θὰ γίνει αὐτὸς μέσα ἀπ᾿ ὅλους, ὁ μέγας σακάτης, ὁ μέγας ἀφορισμένος καὶ ὁ ὑπέρτατος ἐπιστήμων. Γιατί φτάνει τὸ ΑΓΝΩΣΤΟ! Ἔτσι λοιπόν, τί κι ἂν καταστραφεῖ στὴν ἐκστατικὴ πτήση του μέσα ἀπὸ πράγματα πρωτάκουστα, ἀκατανόμαστα;»
Ἀρτοὺρ Ῥεμπώ
Ἡ ποίηση ὑπαγορεύεται ἀπὸ ἕνα δαιμόνιο, ἂν καὶ θὰ ἦταν ὑπερβολὴ νὰ τὸ χαρακτηρίσει κανεὶς ἀγγελικό.
Σέσλαβ Μίλοζ
Στὴν ἴδια τὴν οὐσία τῆς ποίησης ὑπάρχει κάτι τὸ ἀπρεπές: Φανερώνονται πράγματα ποὺ δὲν ξέραμε πὼς τὰ κρύβαμε μέσα μας καὶ τρομάζουμε σὰ νὰ εἶχε ξεπηδήσει μία τίγρης καὶ στεκόταν μπροστά μας στὸ φῶς τινάζοντας τὴν οὐρά της.
Σέσλαβ Μίλοζ
Ἡ ποίηση εἶναι ἔκφραση, ἂν ἕνας στίχος εἶναι ἔκφραση, ἂν καθένα ἀπὸ τὰ μέρη ποὺ ἀπαρτίζουν ἕνα στίχο, κάθε μία λέξη, εἶναι ἐκφραστικὰ μόνα τους.
Κρότσε
Ἡ ποίηση δὲν ἀνήκει σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὴ γράφουν ἀλλὰ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὴν ἔχουν ἀνάγκη.
Πάμπλο Νερούντα
Ἡ ποίηση εἶναι ἡ πιὸ πυκνὴ μορφὴ προφορικῆς ἔκφρασης.
Ἔζρα Πάουντ
Ἂν κάποιος μάθει καλὰ ἑλληνικά, μπορεῖ νὰ βρεῖ σχεδὸν «ὁλόκληρη τὴν ποίηση» στὸν Ὅμηρο.
Ἔζρα Πάουντ
Ἡ ποίηση δὲν ἔχει καθόλου χρῆμα, ἀλλὰ καὶ τὸ χρῆμα δὲν ἔχει καθόλου ποίηση.
Ρόμπερτς Γκρέιβς
Ἂν δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι ποιητής, γίνε τὸ ποίημα.
Ντέιβιντ Καραντάιν
Ἡ χειρότερη μοῖρα γιὰ ἕναν ποιητὴ εἶναι νὰ τὸν θαυμάζουν χωρὶς νὰ τὸν καταλαβαίνουν.
Ζὰν Κοκτώ
Ἡ ποίηση εἶναι τὸ καταφύγιο ποὺ φθονοῦμε.
Κώστας Καρυωτάκης
Ἡ ποίηση ἔχει τὶς ρίζες της στὴν ἀνθρώπινη ἀνάσα.
Γιῶργος Σεφέρης
Εἶναι παράξενο πὼς γράφει κανεὶς ποιήματα.
Γιῶργος Σεφέρης
Ἡ ποίησις εἶναι ἀνάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου.
Ἀνδρέας Ἐμπειρίκος
Ἀφοῦ δὲν εἶπες τίποτα κύριε ποιητή, γιατί ἐνόχλησες τὶς λέξεις;
Κώστας Μόντης
Ἡ ποίηση δὲν εἶναι ὁ τρόπος νὰ μιλήσουμε, ἀλλὰ ὁ καλύτερος τοῖχος νὰ κρύψουμε τὸ πρόσωπό μας.
Μανόλης Ἀναγνωστάκης
Ἡ ὀμορφιὰ καραδοκεῖ. Ἂν εἴμαστε εὐαίσθητοι, θὰ τὴν αἰσθανθοῦμε μέσα στὴν ποίηση ὅλων τῶν γλωσσῶν.
Μπόρχες
Ὅταν διαβάζουμε ἕνα καλὸ ποίημα, φανταζόμαστε πὼς κι ἐμεῖς θὰ μπορούσαμε νὰ τὸ ἔχουμε γράψει, πὼς τὸ ποίημα προϋπῆρχε μέσα μας.
Μπόρχες
Ὁ κατάλογος εἶναι ἀνεξάντλητος ὅπως ἀνεξάντλητες εἶναι οἱ ἄπειρες αἰσθήσεις ποὺ μᾶς ὑποβάλλει ἡ Ποίηση. Θὰ σταματήσω ἐδῶ. Καὶ θὰ τὸν κλείσω μὲ μία φράση τοῦ Πεσόα:
Ὁ ἄνεμος φυσάει
ἔτσι ὅπως τὸν ἄκουσε ὁ Ὅμηρος
ἀκόμα κι ἂν δὲν ὑπῆρξε ποτὲ
Ἀνέφερα τὸν Πεσόα, ἀλλὰ δὲν σᾶς ἀποκάλυψα τὰ ὀνόματα ἐκείνων ποὺ ἔγραψαν αὐτοὺς τοὺς στοχασμοὺς γιὰ τὴν Ποίηση. Καλύτερα ἔτσι.Ἴσως αὐτὸς ὁ τρόπος μᾶς φέρνει πιὸ κοντά σε Κεῖνον ποὺ ἀποσβύνοντας ὁλοένα τὸ πρόσωπό του μέσα στὸ ἔργο του, γίνεται ὁ ἄλλος, γίνεται οἱ ἄλλοι, γίνεται ὁ Κανένας. Θέλω νὰ πῶ μας φέρνει πιὸ κοντὰ στὸν Ποιητὴ καὶ στὸ Ποίημα.
Καὶ τί εἶναι τελικὰ τὸ Ποίημα; Ἴσως εἶναι τὸ νόμισμα ποὺ σφίγγει στὰ δόντια του ὁ Ποιητὴς γιὰ νὰ μπεῖ στὴ βάρκα τοῦ Θανάτου. Μὲ αὐτὸ θὰ πληρώσει γιὰ τὸ μέγα θαῦμα ποὺ ἀξιώθηκε καὶ ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν ἴδια τη ζωή.
Ἔχω γράψει τοῦτο τὸ χαϊ-κού:
Ὅλοι χωρᾶμε
οἱ ζωντανοὶ κι οἱ νεκροὶ
σ᾿ ἕνα ποίημα
Ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ μνήμη τοῦ κόσμου χωράει μέσα στὴν Ποίηση. Ἢ τουλάχιστον αὐτὴ τὴ μαγικὴ ἐντύπωση μᾶς δίνει ἡ τέχνη τῆς Ποίησης. Πὼς ὅσα ἔχουν χαθεῖ καὶ κεῖνα ποὺ θὰ ἔρθουν καὶ θὰ περάσουν καὶ θὰ χαθοῦν θὰ μείνουν γιὰ πάντα μέσα στὴν Ποίηση. Θὰ μείνουν γιὰ πάντα μέσα στὴν Ποίηση «ὅσα κι ἂν εἶναι λίγα αὐτὰ ποὺ σταματιοῦνται», ὅπως θὰ ἔλεγε ὁ Ἀλεξανδρινός.
* * *
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, η Μαρία Τοπάλη παραφράζει τον Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Άσχημοι καιροί για την ποίηση
—Μαρία Τοπάλη—
Αφού το ξέρω: αγαπητός είναι μονάχα
Ο ευέλικτος. Χαίρεται κανείς να τον κάνει
Παρέα. Η διάθεσή του πρόσχαρη.
Η μεσοαστική πλατεία στου Ζωγράφου
Μας δείχνει πως τα υλικά ήταν φτηνά, μα
Οι τουρίστες με το δίκιο τους θα της
Γυρίζανε την πλάτη.
Τα αεράκι στα στενά της Πλάκας και το άρωμα από τις νεραντζιές
Δεν τα αισθάνομαι. Απ’ όλα
Διακρίνω μόνο το κοντέινερ με τα εντόσθια έξω από τη Βαρβάκειο.
Γιατί μιλάω μόνο για τις γριές στη λαϊκή με τα στραβοχυμένα πόδια;
Οι έφηβοι στο παγκάκια
Εξακολουθούν να φιλιούνται.
Μια ρίμα στο τραγούδι μου
Θα μου φαινότανε σχεδόν σαν κομπασμός.
Μέσα μου κάνουν κόντρες
Οι χαρές του περιπάτου στο δάσος της Καισαριανής
Κι η φρίκη για τα πορτοκαλί σωσίβια και τις βάρκες.
Όμως τα δεύτερα μονάχα
Θα μ’ οδηγήσουν πλέον για να γράψω.
Άσχημοι καιροί για την ποίηση
—Μπέρτολτ Μπρεχτ—
Αφού το ξέρω: αγαπητός είναι μονάχα
Ο ευτυχής. Χαίρεται κανείς ν’ ακούει
Τη φωνή του. Το πρόσωπό του είν’ ωραίο.
Το παραμορφωμένο δέντρο στην αυλή
Δείχνει πως το χώμα είναι κακό, μα
Οι περαστικοί με το δίκιο τους το αποκαλούν
Σακάτη, θυμωμένοι.
Τα πράσινα πλεούμενα και τα χαρούμενα πανιά τους στον πορθμό
Δεν τα βλέπω. Απ’ όλα
Διακρίνω μόνο το σχισμένο δίχτυ του ψαρά.
Γιατί μιλάω μόνον
Για τη σαραντάρα σπιτονοικοκυρά που περπατά καμπουριασμένη;
Τα στήθη των κοριτσιών
Είναι ζεστά όπως άλλοτε.
Μια ρίμα στο τραγούδι μου
Θα μου φαινότανε σχεδόν σαν κομπασμός.
Μέσα μου ερίζουν
Ο ενθουσιασμός για τη μηλιά που ανθίζει
Κι η φρίκη για τους λόγους που εκφωνεί ο μπογιατζής.
Όμως μόνον η δεύτερη με ωθεί
Να κάτσω και να γράψω.
Μπέρτολτ Μπρεχτ, Ποιήματα 1938-1941. Μετάφραση: Μαρία Τοπάλη (περιοδικό Ποίηση, τ.19, 2002)
* * *
Είπαν για την ποίηση:
Νικηφόρος Βρεττάκος: «Η ποίηση δεν είναι παρά ένας μεγεθυντικός φακός της πραγματικότητας. Η μεγέθυνση των αληθινών διαστάσεων του ανθρώπου και του κόσμου που μας περιβάλλει, μπορεί να μας μεταδώσει την αίσθηση του μεγαλείου της ζωής την οποία είμαστε έτοιμοι να καταστρέψουμε».
Έντγκαρ Άλαν Πόε: «Η ποίηση είναι σκέψεις που αναπνέουν, και λέξεις που καίνε».
Τάσος Λειβαδίτης: «Κι η ποίηση: ένα παιχνίδι που τα χάνεις όλα, / για να κερδίσεις ίσως ένα άπιαστο αστέρι».
Κώστας Καρυωτάκης: «[…] η ποίησις είναι το καταφύγιο που φθονούµε».
Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα: «Μα τι να σου πω για την Ποίηση; Τι να σου γι’ πω αυτά τα σύννεφα, γι’ αυτό τον ουρανό; Να τα κοιτάζω, να τα κοιτάζω, να τα κοιτάζω και τίποτ’ άλλο. Καταλαβαίνεις πως ένας ποιητής δεν μπορεί να πει τίποτα για την Ποίηση· ας τ’ αφήσουμε αυτά στους κριτικούς και τους δασκάλους. Μα ούτε εσύ, ούτε εγώ, ούτε κανένας ποιητής, δεν ξέρουμε τι είναι Ποίηση. Είναι εκεί! κοίταξε. Έχω τη φωτιά μέσα στα χέρια μου, το ξέρω και δουλεύω τέλεια μαζί της, μα δεν μπορώ να μιλήσω γι’ αυτή χωρίς να κάνω φιλολογία. Καταλαβαίνω όλες τις ποιητικές τέχνες. Θα μπορούσα να μιλήσω γι’ αυτές, αν δεν άλλαζα γνώμη κάθε πέντε λεπτά. Δεν ξέρω. Ίσως μια μέρα ν’ αγαπήσω πολύ την κακή ποίηση, όπως αγαπώ σήμερα την κακή μουσική, παράφορα. Θα κάψω ένα βράδυ τον Παρθενώνα για ν’ αρχίσω να τον χτίζω το πρωί και να μην τον τελειώσω ποτέ. Στις διαλέξεις μου μίλησα κάποτε για την Ποίηση, αλλά το μόνο για το οποίο δεν μπορώ να μιλήσω είναι η ποίησή μου. Όχι γιατί δεν έχω συνείδηση του τι κάνω. Αντίθετα, αν είν’ αλήθεια πως είμαι ποιητής από χάρη του Θεού -ή του δαίμονα- είναι εξίσου αλήθεια ότι είμαι ποιητής χάρη στην τεχνική και την προσπάθεια, και γιατί κατέχω απόλυτα του τι είναι ποίημα».
Τάκης Σινόπουλος: Πίσω από την καθημερινή κόλαση των λέξεων τα ποιήματα ανασαίνουν ζωντανά και το καθαρό τους νόημα καθρεφτίζει παντού μια φανταστική ευτυχία, που ποτέ δε θα πυρποληθεί».
Οδυσσέας Ελύτης: «Να γιατί γράφω. Γιατί η Ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία Λέξη δεν την έχει ο Θάνατος».
Nίκος Καρούζος: «Έγραψα ποίηση – μ’ άλλα λόγια, συνεργάστηκα με το μηδέν».
Πάμπλο Νερούντα: «Η ποίηση δεν ανήκει σ’ αυτούς που τη γράφουν αλλά σ’ αυτούς που την έχουν ανάγκη».
Ρόμπερτ Φροστ: «Η ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση».
Οδυσσέας Ελύτης: «Η ποίηση αρχίζει εκεί όπου αρχίζει να ηττάται ο θάνατος».
Πωλ Βαλερύ: «Η ποίηση είναι ανάπτυξη ενός επιφωνήµατος».
Χάρης Βλαβιανός: «Αν τα πάθη ομοιοκαταληκτούσαν, η ποίηση θα ήταν περιττή».
* * *
Ποιήματα για την ποίηση
Μανόλης Αναγνωστάκης
Οι στίχοι αυτοί μπορεί και να ’ναι οι τελευταίοι
Οι τελευταίοι στους τελευταίους που θα γραφτούν
Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια
Αυτοί που θα μιλούσανε πεθάναν όλοι νέοι
Τα θλιβερά τραγούδια τους γενήκανε πουλιά
Σε κάποιον άλλον ουρανό που λάμπει ξένος ήλιος
Γενήκαν άγριοι ποταμοί και τρέχουνε στη θάλασσα
Και τα νερά τους δεν μπορείς να ξεχωρίσεις
Στα θλιβερά τραγούδια τους φύτρωσε ένας λωτός
Να γεννηθούμε στο χυμό του εμείς πιο νέοι.
Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
Ars Poetica
Το ποίημα θέλω να είναι νύχτα, περιπλάνηση
σε ξεμοναχιασμένους δρόμους και σε αρτηρίες
όπου η ζωή χορεύει. Θέλω να είναι
αγώνας, όχι μια μουσική που λύνεται
μα πάθος για την μέσα έκφραση μιας ασυναρτησίας
μιας αταξίας που θα γίνει παρανάλωμα
αν δεν τα παίξουμε όλα για όλα.
Όταν οι άλλοι, αδιάφοροι, με σιγουριά
ξοδεύονται άσκοπα ή ετοιμάζονται το βράδυ
να πεθάνουν, όλη τη νύχτα ψάχνω για ψηφίδες
αδιάφθορες μες στον μονόλογο τον καθημερινό
κι ας είναι οι πιο φθαρμένες. Να φεγγρίζουν
μες στο πυκνό σκοτάδι τους σαν τ’ αχαμνά ζωύφια
τυχαίες, σκοτωμένες απ’ το νόημα
με αίσθημα ποτισμένες.
Η ποίηση δε μας αλλάζει
Η ποίηση δε μας αλλάζει τη ζωή
το ίδιο σφίξιμο, ο κόμπος της βροχής
η καταχνιά της πόλης σα βραδιάζει.
Δε σταματά τη σήψη που προχώρησε
δε θεραπεύει τα παλιά μας λάθη
Η ποίηση καθυστερεί τη μεταμόρφωση
κάνει πιο δύσκολη την καθημερινή μας πράξη.
Χάρης Βλαβιανός
Επιστολή
Κουραστήκαμε πια με τον θάνατο
και τη σκοτεινή του λάμψη.
Αποστηθίσαμε όλους τους πεισιθάνατους στίχους
των αυτόχειρων ποιητών –
Καρυωτάκης, Τσέλαν, Σέξτον, Μπέρρυμαν…
Μάθαμε απέξω το «Death & Co» της Πλάθ.
Γράψε επιτέλους για κάτι άλλο.
Για μια συνηθισμένη μέρα,
την επιθυμία για τάξη, γαλήνη.
Γράψε γι’ αυτές τις στιγμές
που οι πέτρινες γέφυρες της φιλίας
μοιάζουν πιο ανθεκτικές
από το φθόνο και τη μνησικακία.
Γράψε για την αγάπη,
για το ηλικιωμένο ζευγάρι
που περπατά χέρι χέρι στην προκυμαία,
για τα μακρόσυρτα καλοκαιρινά απογεύματα
που μπορούν ακόμη να υπνωτίζουν,
για τα ευθυτενή κυπαρίσσια του κήπου σου
που αψηφούν τα υπόγεια ρεύματα της τέχνης.
Γράψε για την ανεξάντλητη αντοχή
του φωτός.
(Διακοπές στην πραγματικότητα)
Μιχάλης Γκανάς
[Το ποίημα έρχεται από μακριά…]
Το ποίημα έρχεται από μακριά
δεν ξέρεις αν χορεύει ή παραπατάει.
Μοιάζει ανάρρωση γλυκειά
με απουσίες δικαιολογημένες
μέρα που λείπουν όλοι από το σπίτι
κι οι θόρυβοι ακούγονται αχνά
μέσα και έξω από το σώμα.
Ο ήλιος συνομήλικος και σκασιάρχης
καπνίζει σιωπή
και φυσάει γύρη στο δωμάτιο.
Σιγά σιγά το ποίημα μεγαλώνει
με πόνους με χαρές και λύπες
και ξανά χαρές ώσπου κάποτε
βλέπει τις πρώτες άσπρες λέξεις
και τυφλώνεται.
Με τέσσερις αισθήσεις γυρίζει ή με έξι
ραβδοσκοπώντας φλέβες τ’ ουρανού
ώσπου σκοντάφτει στον προτελευταίο στίχο.
Αυτός ο στίχος είναι αχθοφόρος
που σηκώνει στις πλάτες του το ποίημα
και σταθερός βατήρας για τον τελευταίο στίχο
που παίρνει φόρα και πηδάει στο κενό.
Ο τελευταίος στίχος δεν μένει πάντα τελευταίος.
Κάποτε γίνεται ο πρώτος στίχος ενός ποιήματος
που γράφει κάποιος αναγνώστης.
Θωμάς Γκόρπας
Για την ποίηση πάλι
Δημοτικό τραγούδι
Χριστόπουλος ήχος μπουζουκιού
Κάλβος ήχος πλατάνων
Σολωμός ήχος γιασεμιών
Παλαμάς ήχος τίποτε
Μαλακάσης ήχος πόλεως σαν παίρνει να βραδιάζει
Καβάφης ήχος πόλεως προχωρημένο βράδυ
Βάρναλης ήχος του μέλλοντος από παλιές καμπάνες
Φιλύρας ήχος προπολεμικής ταβέρνας
Σικελιανός ήχος ματισμένος από αρχαίες
πομπές και σύγχρονα φαγοπότια
Καρυωτάκης ήχος πόλεως που κοιμάται
Σεφέρης ήχος του παλαμικού τίποτε
Εμπειρίκος ήχος που συνεχίζεται μες στα ποιήματά μας
Λαϊκό τραγούδι
Οδυσσέας Ελύτης
[Οι ποιητές]
Η Μαρία Νεφέλη:
Τι να σας κάνω μάτια μου και σας τους Ποιητές
που μου καμώνεστε τις ψυχές τις αήττητες
Και χρόνια περιμένετε κείνο που δεν περίμενα
όρθιοι στη σειρά σαν αζήτητα αντικείμενα…
Δεν πα’ να σας φωνάζουν- ούτ’ ένας σας δεν απαντά
έξω χαλάει ο κόσμος καίγονται τα σύμπαντα
Τίποτα, σεις διεκδικείτε -να ’ξερα με τι νου-
τα δικαιώματά σας επί του κενού!
Σε καιρούς λατρείας του πλούτου ω της αμεριμνησίας
αποπνέετε το μάταιο της ιδιοκτησίας
Κι ο Αντιφωνητής:
Εις θέσιν- εν! Συμπέρασμα κανέν-
α. Τους ζυγούς λύσατε.
Τα κορίτσια φιλήσατε.
Κάνε άλμα
πιο γρήγορο απ’ τη φθορά.
Νίκος Καρούζος
Των σπαραγμένων χαραυγή
Κοιτάζαμε τον ήλιο γαλανή Μαρία στις κορφές
η αύρα του καλοκαιριού κυμάτιζε το πουκάμισό μου στα στήθη.
Εγώ είπα Κύριε, τούτο το κυμάτισμα είναι η ποίηση.
Κ. Γ. Καρυωτάκης
Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων
Από θεούς κι ανθρώπους μισημένοι,
σαν άρχοντες που εξέπεσαν πικροί,
μαραίνονται οι Βερλαίν· τους απομένει
πλούτος η ρίμα πλούσια και αργυρή.
Οι Ουγκό με «Τιμωρίες» την τρομερή
των Ολυμπίων εκδίκηση μεθούνε.
Μα εγώ θα γράψω μια λυπητερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που ‘ναι
Αν έζησαν οι Πόε δυστυχισμένοι,
και αν οι Μπωντλαίρ εζήσανε νεκροί,
η Αθανασία τούς είναι χαρισμένη.
Κανένας όμως δεν ανιστορεί
και το έρεβος εσκέπασε βαρύ
τους στιχουργούς που ανάξια στιχουργούνε.
Μα εγώ σαν προσφορά κάνω ιερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που’ ναι.
Του κόσμου η καταφρόνια τούς βαραίνει
κι αυτοί περνούνε αλύγιστοι κι ωχροί,
στην τραγική απάτη τους δομένοι
πως κάπου πέρα η Δόξα καρτερεί,
παρθένα βαθυστόχαστα ιλαρή.
Μα ξέροντας πως όλοι τούς ξεχνούνε,
νοσταλγικά εγώ κλαίω τη θλιβερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που ‘ναι
Και κάποτε οι μελλούμενοι καιροί:
«Ποιος άδοξος ποιητής» θέλω να πούνε
«την έγραψε μιαν έτσι πενιχρή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που ‘ναι;»
Τάσος Λειβαδίτης
Κι είδα τα ανοιχτά παράθυρα
σα μεγάλα βιβλία της ερημιάς
όπου διάβασα το ποτέ και το τίποτα
να φτιάξω μια ποίηση για πάντα.
Κι η ποίηση είναι σαν να ανεβαίνεις μια φανταστική σκάλα
για να κόψεις ένα ρόδο αληθινό.
Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι
Συνομιλία με ένα φοροεισπράκτορα, περί ποιήσεως (μετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου)
Αρχίζεις να σπρώχνεις μια λέξη στο στίχο
Κ’ η λέξη δε μπαίνει.
Επιμένεις και σπάει.
Η ποίηση- είναι ένα ταξίδι
σ’ άγνωστη χώρα.
Η ποίηση είναι ταυτόσημη
με την παραγωγή ραδίου.
Για μια και μόνο λέξη
λιώνεις χιλιάδες τόνους
Γλωσσικό μετάλλευμα
Όσο πάει αγαπώ λιγότερο
όσο πάει λιγότερο τολμώ
η πιο φυσική απόσβεση
είναι, η απόσβεση του νου και της καρδιάς.
Όταν ο ήλιος θα ανατείλει
σαν καλοθρεμμένος κάπρος
Σ’ ένα μέλλον δίχως αναπήρους και ζητιάνους
εγώ θα έχω πεθάνει στην ψάθα
μαζί με άλλους δυο τρεις του συναφιού μου.
Συντάξτε από τώρα
τον μεταθανάτιο ισολογισμό μου!
Το βεβαιώνω και ξέρω πως δεν πέφτω έξω:
απ’ όλους αυτούς
τους σημερινούς καταφερτζήδες
αυτούς που γλείφουνε πλένε στα λεφτά
μονάχα εγώ θα μείνω βουτηγμένος μες στα χρέη.
Ο ποιητής
μένει πάντοτε χρεώστης
απέναντι στον κόσμο.
Πληρώνει πάντα τόκους και υπερημερίες
για τον πόνο των ανθρώπων.
Μένω χρεώστης
απέναντι στη φωτοχυσία του Μπρόντγουέυ
απέναντι σε σας, σύννεφα της Βαγδάτης
απέναντι στον κόκκινο στρατό, στις βυσσινιές της Ιαπωνίας
που δεν πρόφτασα ως τώρα να τις τραγουδήσω.
Γιώργος Μαρκόπουλος
Τα ποιήματα, ένα ποτάμι, ο ποιητής
Τα ποιήματα είναι τόσο δύσκολα, το ξέρετε.
Και αν σηκώσεις τις λέξεις, είναι τόσο θλιμμένα
σαν δάχτυλα που πόνεσες μια νύχτα με αγωνίες.
Ένα ποτάμι είναι ένας ξένος που κρύβεται, το ξέρετε.
Την ημέρα πηγαίνει στη θάλασσα.
Το απόγευμα λουφάζει ακίνητο
σαν αγρίμι που πέρασαν δίπλα του κυνηγοί.
Ο ποιητής, ένας δήθεν αδιάφορος
που κρύβει τα χέρια του στις τσέπες.
Τσέσλαβ Μίλος
Ars Poetica (μτφ. M. Γεωργιάδη)
Πρόσβλεψα πάντα σ’ ένα σχήμα πιο άνετο
Ελεύθερο από τις απαιτήσεις της ποίησης ή της πρόζας
Που θα μας βοηθούσε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον δίχως να εκθέτει
Τον ποιητή ή τον αναγνώστη σε υπέρτατες αγωνίες.
Στην ίδια τη φύση της ποίησης υπάρχει κάτι το άπρεπο:
Κάτι που προβάλλει και δεν γνωρίζαμε πως είχαμε εντός μας
Γι αυτό κλείνουμε τα μάτια, σαν έχει ορμήσει μια τίγρη
Εμπρός μας, στο φως μας, χτυπώντας την ουρά της.
Δίκαια, γι αυτό, λένε πως την ποίηση υπαγορεύει ένα δαιμόνιο
Αν και είναι υπερβολή να ισχυρίζεται κανείς πως πρέπει να ‘ναι άγγελος.
Είναι δύσκολο να μαντέψουμε πούθε πηγάζει η περηφάνια των ποιητών
Αφού τόσο συχνά ντροπιάζονται από την αποκάλυψη της αδυναμίας τους.
Ποιος άνθρωπος στα λογικά του θέλει να είναι η κατοικία δαιμόνων
Που φέρονται σαν βρίσκονται σπίτι τους, μιλούν γλώσσες πολλές
Και ανικανοποίητοι που κλέβουν μονάχα τα χείλη ή το χέρι του
Προσπαθούν ν’ αλλάξουν και τη μοίρα του για τη δική τους βολή;
Ειν’ αλήθεια πως το νοσηρό εκτιμάται πολύ σήμερα
Κι έτσι μπορείς να σκέφτεσαι πως αστειεύομαι
Ή πως επινόησα ακόμα έναν τρόπο
Για να εκθειάζω την Τέχνη μου με τη βοήθεια της ειρωνείας.
[…]
Σκοπός της ποίησης είναι να μας θυμίζει
Πόσο δύσκολο είναι να παραμένουμε ένας μονάχα άνθρωπος
Μιας και ο οίκος μας είναι ορθάνοιχτος, δίχως κλειδιά στις πόρτες
Κι επισκέπτες αόρατοι έρχονται και φεύγουν κατά βούληση.
Αυτά που γράφω εδώ δεν είναι, συμφωνώ, ποίηση
Γιατί τα ποιήματα πρέπει να γράφονται σπάνια και δισταχτικά
Κάτω από αβάσταχτη πίεση και με την ελπίδα μονάχα
Πως πνεύματα αγαθά, όχι πονηρά, μας διάλεξαν για όργανά τους.
Παντελής Μπουκάλας
Ενδεχομένως
Τι στα κομμάτια η ποίηση.
Χρώμα στο χρόνο.
Ναι στο μηδέν – εύκολο αυτό
Μη και δεν
Δυο αρνήσεις μια κατάφαση
Κι ας πάνε να κόψουν το λαιμό τους
Οι ετυμολόγοι.
Στο άγριο, ηνίο.
Υνίο του έρημου.
Στο τίποτε πόρος.
Α, ωραίες πολύ μες στο θάνατό τους
Οι αντάρτισσες λέξεις.
Τι στα κομμάτια η ποίηση.
Κομμάτια.
Τα κομμάτια σου.
Εσύ τα κομμάτια σου η ποίηση.
Κι αυτό το διαρκώς ανέγγιχτο
που μαθητεύεις
Και σε κινεί να ξανασμίξεις με τον κόσμο,
Μήπως εκεί…
Γιάννης Πατίλης
[Υπάρχω για να ληστεύω την ανυπαρξία]
Υπάρχω για να ληστεύω την ανυπαρξία.
Από κει κουβαλάω με κόπο
Υπέροχα ποιήματα.
Είναι διάφανα, φωτεινά κι ανέκφραστα.
Αλλά στο δρόμο μού πέφτουνε, σπάνε.
Τα μπαλώνω, τα κολλάω με λέξεις.
Με λέξεις που οι άνθρωποι λένε.
Μ’ αυτά που ξέρω, που βλέπω κι ακούω.
Και τα χαλάω μ’ αυτό που υπάρχει.
Γιώργης Παυλόπουλος
Τα Αντικλείδια
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
‘Ισως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Γιώργος Σαραντάρης
[Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει…]
Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε,
σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα,
παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους,
τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου
και στη σκόνη του καιρού.
Σημαίνει πως φοβόμαστε
και η ζωή μάς έγινε ξένη,
ο θάνατος βραχνάς.
Μίλτος Σαχτούρης
Δεν έχω γράψει ποιήματα
μέσα σε κρότους
μέσα σε κρότους
κύλησε η ζωή μου
Τη μιαν ημέρα έτρεμα
την άλλην ανατρίχιαζα
μέσα στο φόβο
μέσα στο φόβο
πέρασε η ζωή μου
Δεν έχω γράψει ποιήματα
δεν έχω γράψει ποιήματα
μόνο σταυρούς
σε μνήματα
καρφώνω
Μαρίνα Τσβετάγιεβα
(μετάφραση: Γιώργος Τσακνιάς)
Γι’ αυτούς τους στίχους μου, που έγραψα τόσο νέα
που δεν τολμούσα καν ποιήτρια να με πω
που ξεπετάχτηκαν σαν από σιντριβάνι
σαν σπίθες από πύραυλο
Που ορμήσανε σαν καλικαντζαράκια
μες στον ναό, στου λιβανιού την καταχνιά,
γι’ αυτούς τους στίχους για τη νιότη και το τέλος
—τους στίχους που δεν έχουν διαβαστεί!—
Πετάχτηκαν, στοιβάχτηκαν στα ράφια
(κανείς δεν είδε και ποτέ δεν θα τους δει!)
γι’ αυτούς τους στίχους, το πολύτιμο κρασί μου,
θα ’ρθει και η δική τους η στιγμή.
Αργύρης Χιόνης
[«Κούφον γαρ χρήμα»]
Β’
Είναι κάτι πρεσβυωπικά γερόντια οι ποιητές
μονάχα μακριά μπορούν να δουν
Μακριά στο παρελθόν μακριά στο μέλλον
τα πράγματα τα κοντινά δεν τα διακρίνουν
παραπατούν σκοντάφτουνε τρικλίζουν
τα χέρια απλώνουνε ψαχουλευτά πασχίζουν
σαν την τυφλόμυγα πού βρίσκονται να βρουν
Το σήμερα μαντίλι γύρω από τα μάτια τους δεμένο.
Δ’
Η ποίηση πρέπει να ‘ναι
Ένα ζαχαρωμένο βότσαλο
Πάνω που θα ‘χεις γλυκαθεί
Να σπας τα δόντια σου.
Ντίνος Χριστιανόπουλος
[Εγκαταλείπω την ποίηση]
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία,
δε θα πει ανοίγω ένα παράθυρο για τη συναλλαγή.
Τέλειωσαν πια τα πρελούδια, ήρθε η ώρα του κατακλυσμού.
Όσοι δεν είναι αρκετά κολασμένοι πρέπει επιτέλους να σωπάσουν,
να δουν με τι καινούριους τρόπους μπορούν να απαυδήσουν τη ζωή.
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία.
Να μη με κατηγορήσουν για ευκολία, πως δεν έσκαψα βαθιά,
πως δε βύθισα το μαχαίρι στα πιο γυμνά μου κόκαλα.
όμως είμαι άνθρωπος κι εγώ, επιτέλους κουράστηκα, πως το λένε,
κούραση πιο τρομαχτική από την ποίηση υπάρχει;
Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία.
Βρίσκει κανείς τόσους τρόπους να επιμεληθεί την καταστροφή του.
* * *
Επίλογος: ποιητής-κλέπτης!
Από το κωνσταντινουπολίτικο περιοδικό Βοσπορίς (30/4/1902) μαθαίνουμε για έναν ποιητή-κλέφτη στο Παρίσι· ο εν λόγω δεν ήταν λογοκλόπος, ήταν κανονικός διαρρήκτης. Αλλά, όπως είπαμε, ήταν και ποιητής. Μπήκε λοιπόν σε ένα σπίτι να κλέψει και άφησε την ομολογία του σε ένα τετράστιχο με μέτρο, ρίμα — τα πάντα όλα. Ε, και τον έπιασαν. Η καριέρα του στο έγκλημα υπήρξε σύντομη — στην ποίηση επίσης.
* * *
επιμέλεια αφιερώματος: Ελένη Κεχαγιόγλου, Γιώργος Τσακνιάς
Εδώ άλλες επετειακές αναρτήσεις από το dim/art
Στο:Επετειακά Tagged: ποίηση, Λογοτεχνία
from dimart http://ift.tt/2mLS98v
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου