—του Παναγιώτη Πούτου για τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα—
Στην Ελλάδα τα πάντα τα ζούμε μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της ελληνικής πραγματικότητας. Η πόλωση ανάμεσα σε αριστερούς και δεξιούς κάθε τόσο βρίσκει νέο πεδίο αντιπαράθεσης. Κάποιοι θεωρούν πως η πραγματικότητα είναι ασπρόμαυρη και ότι η δική τους πλευρά είναι πάντα η άσπρη. Το πιο πρόσφατο περιστατικό είναι ο θάνατος του Φιντέλ Κάστρο.
To ότι υπήρχαν στην ελληνική Αριστερά πολλοί θαυμαστές του καθεστώτος της Κούβας και του Φιντέλ Κάστρο (παρά τον αυταρχισμό, τις διώξεις αντιφρονούντων και άλλες αρνητικές πλευρές) το γνωρίζαμε. Έπρεπε όμως να πεθάνει ο Κάστρο για να μάθουμε πόσοι ήταν οι ευαίσθητοι υπερασπιστές (και ειδήμονες) των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κούβα. Πλημμύρισε το ελληνόφωνο διαδίκτυο με βίντεο, άρθρα και αναρτήσεις που σύγκριναν τον Κάστρο με τον Τσαουσέσκου, τον παρουσίαζαν ως στυγνό δικτάτορα που σκότωσε χιλιάδες και ζούσε με χλιδή, όπως ο Καντάφι, ενώ ο κουβανικός λαός πεινούσε. Αν προσπαθήσεις να αποστασιοποιηθείς έστω και λίγο από την θέση τους, είναι ανυποχώρητοι: ο Κάστρο ήταν ένας στυγνός αιμοσταγής δικτάτορας. Αν δεν είσαι μαζί τους, είσαι εναντίον τους. Ή καταδικάζεις ή θαυμάζεις τον Κάστρο.
Στην πραγματικότητα αυτοί οι αρθρογράφοι και σχολιαστές δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για τον κουβανικό ή για οποιονδήποτε λαό. Πρόκειται για την επιθυμία να αποκαθηλώσουν τον Φιντέλ, ο οποίος παρέμεινε ως το τέλος σύμβολο για τους αριστερούς στην Ελλάδα και τον κόσμο. Όλα περνάνε φιλτραρισμένα μέσα από την ελληνική πραγματικότητα: οι αριστεροί έχουν εικόνισμα τον Φιντέλ, οι δεξιοί πρέπει να τον αποδομήσουν.
Εννοείται πως ούτε οι αριστεροί έχουν επαρκείς δικαιολογίες για τον ηγέτη που αποθεώνουν και για τα εγκλήματα του καθεστώτος του (ή για τα εγκλήματα των κομμουνιστικών καθεστώτων γενικότερα), αλλά η στάση τους δεν είναι θέμα αυτού του άρθρου. Το θέμα αυτού του άρθρου είναι η χρήση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως εργαλείου για την προώθηση συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας.
Το 2014 στην επιτροπή κατά των βασανιστηρίων στη Γενεύη η Mary McLeod, εκπροσωπώντας τις ΗΠΑ, δήλωσε: «δεν μείναμε πιστοί στις αξίες μας, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που έχουν αποτυπωθεί στις Συμβάσεις της Γενεύης. Όπως έχει παραδεχτεί ο πρόεδρος Ομπάμα, ξεπεράσαμε τα όρια και αναλαμβάνουμε την ευθύνη».
Είναι πολύ χρήσιμο εργαλείο τα ανθρώπινα δικαιώματα, όταν τα χρησιμοποιείς για να κάνεις πολιτική (όμως τότε δεν ενδιαφέρεσαι για τα ανθρώπινα δικαιώματα). Όταν πρόκειται για τις ΗΠΑ, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι κτήμα τους. Τα οικειοποιούνται με τον όρο «οι αξίες μας». Μπορούν βέβαια να τα παραβιάσουν, να παρακάμψουν τον ΟΗΕ για να εισβάλλουν σε χώρες, να συλλαμβάνουν πολίτες άλλων χωρών και να τους βασανίζουν χωρίς δίκη στο Γκουαντανάμο, αλλά πρόκειται μόνο για ένα παραστράτημα.
Ο Κάστρο, αντιθέτως, είναι στυγνός δικτάτορας. Καταπίεσε τα ανθρώπινα δικαιώματα, στραγγάλισε τις ελευθερίες, φυλάκισε τους αντιφρονούντες και επέβαλε μία δικτατορία. Θα το ακούσουμε και θα το διαβάσουμε πολλές φορές αυτό, περισσότερο από όσο θα ακούσουμε για άλλα καθεστώτα.
Αυτό που δεν του συγχωρείται είναι το ότι δεν άνοιξε την Κούβα στην οικονομία της αγοράς. Αν το είχε κάνει, οι ΗΠΑ θα τον στήριζαν και οι παρ’ ημίν ευαίσθητοι ανθρωπιστές θα τον είχαν ξεχάσει. Όμως ο Κάστρο δεν δέχτηκε να γίνει δορυφόρος των ΗΠΑ. Αν τα είχε κάνει όλα αυτά, οι αριστεροί ανά τον κόσμο δε θα τον είχαν ίνδαλμα. Αν τα είχε κάνει όλα αυτά, οι λαλίστατοι επικριτές του δε θα τον σχολίαζαν. Δε θα τους απασχολούσαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αν η Κούβα ήταν καπιταλιστική, όπως η Κίνα. Δε θα βρούμε πουθενά άρθρα τους για τη σφαγή της Τιεν Αν Μεν, για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα. Αυτοί που περιφέρουν τις τελευταίες μέρες τα θύματα του κουβανικού καθεστώτος είναι αδιάφοροι για τον κουβανικό λαό. Το ίδιο άλλωστε κάνουν και οι απέναντι.
Αντί επιλόγου, είναι χρήσιμο ένα ιστορικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ανίσχυρα στην πολιτική. To 1991 ο Νέλσον Μαντέλα επισκέφτηκε την Κούβα, αγκάλιασε τον Κάστρο και τον αποκάλεσε πηγή έμπνευσης για όλους τους ανθρώπους που αγαπούν την ελευθερία. Το ταξίδι του ήταν μέρος της προσπάθειας να μην αρθεί το εμπάργκο κατά του απαρτχάιντ. Οι ΗΠΑ -υπό την προεδρία τού Τζορτζ Μπους- το είχαν ήδη άρει, ενώ η ρατσιστική κυβέρνηση ντε Κλερκ παρέμενε στην εξουσία. Στη διάρκεια της παραμονής του στην Κούβα ο Μαντέλα ευχαρίστησε τον Κάστρο για την ενίσχυση που παρείχε στο Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσσο και δήλωσε πως οι νίκες του κουβανικού στρατού στην Αγκόλα κατά του στρατού τής Νότιας Αφρικής βοήθησαν στην αποδυνάμωση του απαρτχάιντ.
Πολλές δυτικές χώρες άσκησαν κριτική στην επιλογή τού Μαντέλα να έχει δεσμούς φιλίας με το καθεστώς του Κάστρο στην Αβάνα. Η απάντησή του ήταν η εξής: «Καταλαβαίνω ότι υπάρχει ποικιλία απόψεων σχετικά με την Κούβα. Ο λαός της Νότιας Αφρικής και το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο έχουν το δικαίωμα να έχουν τους δικούς τους φίλους και συμμάχους και στη συγκεκριμένη περίπτωση η Κούβα είναι φίλη μας. Μας συμβουλεύουν σχετικά με την Κούβα άνθρωποι οι οποίοι στήριζαν το απαρτχάιντ επί σαράντα χρόνια. Κανείς αξιοπρεπής άνθρωπος δε θα δεχόταν ποτέ συμβουλές από αυτούς που ποτέ δε νοιάστηκαν για εμάς στις πιο δύσκολες στιγμές».
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα
Στο:Παροράματα και ημαρτημένα Tagged: Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο, ΗΠΑ, Κούβα, Νέλσον Μαντέλα, Παναγιώτης Πούτος, Τιεν Αν Μεν, Φιντέλ Κάστρο, ανθρώπινα δικαιώματα, Mary McLeod
from dimart http://ift.tt/2fE7tW7
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου