—του Γιάννη Παπαθεοδώρου για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα—
Σε μια προσπάθεια να αλλάξει την ατζέντα για να μην αναμετρηθεί με την κοινωνική απογοήτευση από την τρέχουσα ασκούμενη πολιτική, η κυβέρνηση εστιάζει στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, στη νέα συμφωνία για το χρέος και στην ανάπτυξη. Απαραίτητη προϋπόθεση για όλα αυτά, λέει η κυβέρνηση, είναι η πολιτική σταθερότητα, και άρα, ο εξορκισμός κάθε σκέψης για εκλογές, καθώς αυτές θα εξέπεμπαν λανθασμένα μηνύματα στους εταίρους, στους δανειστές αλλά και στους πιθανούς επενδυτές. Όπως άλλωστε διαβεβαιώνει σύσσωμο το υπουργικό συμβούλιο, η κυβέρνηση έχει ορίζοντα τριετίας. Πράγματι, όλα αυτά είναι τυπικά σωστά: οι κυβερνήσεις εκλέγονται για τουλάχιστον μια τετραετία, η ανάπτυξη προϋποθέτει την πολιτική σταθερότητα και η αναδιάρθρωση του χρέους είναι ένας κρίσιμος στόχος για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Ας δούμε όμως αν και κατά πόσο έχει υπηρετήσει αυτή τη λογική ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το 2014, όταν η προηγούμενη κυβέρνηση έπρεπε να κλείσει την αξιολόγηση, να διαπραγματευτεί για το χρέος, να επιχειρήσει την «έξοδο στις αγορές» με προληπτική γραμμή στήριξης, και να εκλέξει βέβαια Πρόεδρο της Δημοκρατίας από την υπάρχουσα, τότε, Βουλή, ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε την πολιτική σταθερότητα στα ζάρια, προκαλώντας πρόωρες εκλογές. Τότε διατυπώθηκε η περίφημη θεωρία για το αριστερό «momentum»: η στιγμή της εξουσίας έμοιαζε να είναι πιο σημαντική από την πορεία της χώρας, ιδίως όταν η πολιτική νίκη της «πρώτη φορά» αριστεράς συνοδευόταν από τόσες απάτες και αυταπάτες. Το 2015, η κυβέρνηση πλέον των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν άργησε να καταλάβει ότι η χώρα κινδυνεύει από ένα Grexit με χαοτική χρεοκοπία, μετά από τη λεγόμενη «σκληρή διαπραγμάτευση». Με κλειστές τράπεζες, με ένα δημοψήφισμα-παρωδία και ενόψει της διάσπασης του κόμματος του, ο ΣΥΡΙΖΑ αναζήτησε συναινέσεις με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, προκειμένου να φέρει το δικό του Μνημόνιο. Αμέσως μετά την υπερψήφιση του νέου προγράμματος, η κυβέρνηση έπαιξε για δεύτερη φορά την πολιτική σταθερότητα της χώρας στα ζάρια, προκηρύσσοντας και πάλι εκλογές. Ήταν η δεύτερη φορά που το αριστερό momentum όριζε ότι η εδραίωση της εξουσίας είχε μεγαλύτερη σημασία από την πολιτική συναίνεση. Η ζημιά, βέβαια, στην οικονομία είχε ήδη συμβεί και η ανήκεστος βλάβη των τραπεζών (που λειτουργούν ακόμη χωρίς καινούργιες καταθέσεις αλλά και χωρίς να μπορούν πλέον να χορηγούν δάνεια), οδήγησε υποχρεωτικά χιλιάδες επιχειρήσεις σε λουκέτα και χιλιάδες ανθρώπους στην ανεργία. Η πολυπόθητη ανάπτυξη «άργησε μια μέρα».
To 2016 η κυβέρνηση προσπαθεί ξανά να κλείσει βιαστικά και αγχωμένα τις αξιολογήσεις ενώ ήδη βρίσκεται να συζητάει για ένα Μνημόνιο 3plus, με όρους που θα επιβάλλει το ΔΝΤ, με αντάλλαγμα κάποιες θετικές παραμετρικές αλλαγές για το χρέος. Το ευρωπαϊκό περιβάλλον ωστόσο έχει αλλάξει, όχι μόνο για την οικονομία αλλά και για την πολιτική της ευρωζώνης. Οι νέοι συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν στην Ευρώπη, μέσα από μια σειρά δημοψηφισμάτων και εκλογών έως το 2017, δεν είναι σίγουρο ότι θα είναι ευνοϊκοί για την αναδιάρθρωση του χρέους αλλά για την ελάφρυνση της λιτότητας, ιδίως όταν οι στόχοι αυτοί είναι συνδεδεμένοι με πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3.5% του ΑΕΠ για την Ελλάδα. Ήδη από το 2012, η προηγούμενη κυβέρνηση είχε δρομολογήσει το αίτημα της μείωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος, και σε ένα βαθμό, το νέο οικονομικό μείγμα (δάνειο, ποσοτική χαλάρωση, προληπτική πιστωτική στήριξη) θα είχε δοκιμαστεί σε πραγματικό χρόνο με την πιθανή έξοδο στις αγορές το 2015. Το σχέδιο αυτό ακυρώθηκε με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, ωστόσο, είναι ιδιαίτερα θετικό ότι σχεδόν όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου είτε είναι στη συμπολίτευση είτε στην αντιπολίτευση, συμφωνούν ότι το αίτημα των δανειστών για υψηλά πλεονάσματα μπορεί να «παγώσει» την οικονομία, την ώρα μάλιστα που η χώρα θα ξεμένει και από δανεικά. Είναι μια γραμμή συναίνεσης που πρέπει να αξιοποιηθεί, ακριβώς επειδή συμβάλει στην οικονομική και πολιτική σταθερότητα. Και κυρίως, επειδή η όποια συμφωνία δεν θα δεσμεύει μόνο την επόμενη κυβέρνηση αλλά το μέλλον της Ελλάδας για δεκαετίες.
Απ’ ότι φαίνεται, την κρίσιμη αυτή ώρα, στο μυαλό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εμφανίζεται και πάλι ένα νέο «momentum». Το περιέγραψε ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην πρόσφατη ομιλία του στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ. «Αυτό που αποκρύβει (ενν. ο Κυριάκος Μητσοτάκης) ότι σε μια τέτοια περίπτωση, δηλαδή σε ένα ενδεχόμενο αποτυχίας των διαπραγματεύσεων και της δεύτερης αξιολόγησης, που ενδεχομένως να οδηγούσε και σε εκλογές, όπως διακαώς ζητά η ΝΔ, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα αποτελούσε την τέλεια καταστροφή για την οικονομία». Στην καλή περίπτωση, ο κ. Τσίπρας στέλνει μήνυμα προς τους δανειστές για μια διαπραγμάτευση χωρίς ακραία μέτρα. Στην κακή περίπτωση, ετοιμάζεται και πάλι να παίξει στα ζάρια την πολιτική σταθερότητα, δημιουργώντας «πλατφόρμα εκλογών» με εχθρό την «τρόικα εσωτερικού». Για αυτό και η ιδεοληπτική προσκόλληση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο καθημερινό αίτημα των εκλογών απλώς διευκολύνει τον κ. Τσίπρα να ρίξει ξανά τη ζαριά, συμπαρασύροντας αυτή τη φορά την τύχη της χώρας στη δική του δημοσκοπική πτώση, υπό τον ήχο του γνωστού άσματος: «το μπαρμπούτι και το ζάρι μ’ έφεραν σ’ αυτό το χάλι».
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Ανώμαλα ρήματα
Στο:Ανώμαλα ρήματα Tagged: ΑΝΕΛ, Γιάννης Παπαθεοδώρου, ΣΥΡΙΖΑ
from dimart http://ift.tt/2gxg5xE
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου