Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017

Κερκ Ντάγκλας 101

του Γιώργου Θεοχάρη–

Στα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, ακολουθείται μία πάγια και μακάβρια τακτική: ετοιμάζονται αφιερώματα-νεκρολογίες όσο οι «τιμώμενοι» είναι ακόμα εν ζωή. Αν έχεις κάνει κάτι στη ζωή σου, όταν περάσεις μια ηλικία (π.χ., τα 80) ή αν τύχει και αρρωστήσεις σοβαρά, είναι παραπάνω από βέβαιο ότι κάποιος κάπου έχει ήδη παραγγείλει το μεταθανάτιο «αφιέρωμά» σου. Για παράδειγμα, ο Κερκ Ντάγκλας κλείνει σήμερα τα 101. Είναι, συνεπώς, σίγουρο ότι οι νεκρολογίες του μαζεύουν ψηφιακή σκόνη σε κάποια αρχεία. Αλλά ο άνθρωπος ζει ακόμα! Δεν είναι προτιμότερο να τον τιμήσουμε ζώντα;

Και γιατί να τον τιμήσουμε; Δεν είναι ο σημαντικότερος ηθοποιός του 20ού αιώνα, ούτε καν ο σημαντικότερος ηθοποιός της γενιάς του. Εντούτοις, η ζωή και η καριέρα του είναι ο 20ος αιώνας – ή, τουλάχιστον, εκεί αντανακλάται μία πλήρης (αν και όχι η μόνη, ασφαλώς) εικόνα του. Υπό αυτή την έννοια, μιλώντας για τον άνθρωπο και ηθοποιό Κερκ Ντάγκλας, ουσιαστικά προσπαθούμε να κατανοήσουμε (φωτίζοντάς το από μία συγκεκριμένη οπτική γωνία) το άμεσο παρελθόν της ανθρωπότητας.

Κερκ Ντάγκλας 101, λοιπόν. Ακούγεται σαν εισαγωγικό μάθημα σε αμερικάνικο κολέγιο (όπως λέμε, «Biology 101»). Η αναλογία είναι, εντούτοις, μάλλον εύστοχη γιατί περί αυτού πρόκειται: μία εισαγωγή στον βίο και την πολιτεία ενός αιωνόβιου καλλιτέχνη που αποτελεί τυπικό δείγμα του ιδιαιτέρως πυκνού 20ού αιώνα.

Η αρχή

Ο Κερκ Ντάγκλας γεννήθηκε στις 9/12/1916 στο Άμστερνταμ της Νέας Υόρκης. (Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, ρίχνει τρία χρόνια του Αντρέα Παπαντρέου και δύο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη).

Η καταγωγή

Οι γονείς ήταν Εβραίοι μετανάστες από τη Λευκορωσία. Ο πατέρας του, ο Χέρσελ Ντανιέλοβιτς, στην παλιά πατρίδα καταγινόταν με το εμπόριο αλόγων. Στις αρχές του αιώνα αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην Αμερική για να σωθεί. Απέφυγε τις περιπέτειες των Ευρωπαίων, Εβραίων και μη, κατά τις ταραγμένες εκείνες δεκαετίες, αλλά η ζωή στη νέα πατρίδα κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν. Όσο η γυναίκα του, η Μπράινα, μεγάλωνε τα παιδιά τους, εκείνος έπαιρνα σβάρνα τους δρόμους με το κάρο του (όχι αυτοκίνητο – κάρο που το έσερνε άλογο, κανονικά) κι έκανε τον παλιατζή. Δύσκολα χρόνια. Στο μεταξύ, ο μοναχογιός του μεγάλωνε μαζί με τις έξι αδερφές του. Στο σπίτι όλοι μιλούσαν μόνο γίντις μεταξύ τους. Στην αυτοβιογραφία του (The Ragman’s Son, 1988), ο Ντάγκλας γράφει ότι τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στο πατρικό ήταν σκέτη τρέλα –με την κακή έννοια– (εδώ μπορεί κανείς να φανταστεί τι ταινία θα μπορούσε να γυρίσει ο Γούντι Άλεν με τέτοιο υλικό: εφτά γυναίκες κι ένας έφηβος να ψυχοδέρνονται στα γίντις!) και δεν έβλεπε την ώρα να φύγει, πράγμα το οποίο έκανε μόλις τελείωσε το γυμνάσιο.

Το όνομα

Όταν ο Χέρσελ Ντανιέλοβιτς έφτασε στην Αμερική, πήρε το επώνυμο Ντέμσκι, γιατί έτσι είχε καταγραφεί ο αδερφός του που είχε μεταναστεύσει εκεί πριν από τον ίδιο. Επίσης, από Χέρσελ έγινε Χάρι (και, αντιστοίχως, η Μπράινα έγινε Μπέρθα). Ο Χάρι και η Μπέρθα Ντέμσκι, λοιπόν, όταν γεννήθηκε ο μοναχογιός τους τον βάφτισαν Ιζούρ, αλλά τον φώναζαν Ίζι (ήταν, φαίνεται, πιο easy). Όταν ξέσπασε ο Β΄ ΠΠ, ο Ίζι Ντέμσκι άλλαξε επισήμως το όνομά του σε Κερκ Ντάγκλας (Kirk Douglas) πριν καταταγεί στο ναυτικό. Τον λόγο μπορεί κανείς εύκολα να τον φανταστεί: ήθελε να αποκοπεί από ένα παρελθόν που δεν είχε ζήσει, από τη Λευκορωσία των αναλφάβητων Εβραίων γονιών του. Δεν ξέρω αν το έχει παραδεχτεί ποτέ (αντιθέτως, ξέρω ότι μεγαλώνοντας έφερε την καταγωγή του ως παράσημο), αλλά ως ένας φιλόδοξος νεαρός, σχετικά (όλα είναι σχετικά!) νόστιμος (με το περίεργο λακκάκι στο πηγούνι), μορφωμένος, με τα γαλλικά του (χωρίς πιάνο, έστω), ο οποίος δεν έμοιαζε με Εβραίο, καλά θα έκανε να διάλεγε για τον εαυτό του ένα ουδέτερο αγγλοσαξωνικό όνομα, αν ήθελε να κάνει καριέρα στην Αμερική της επιφανειακής αποστείρωσης. Κατανοητό.

Η κλίση

Ανέκαθεν, λέει, ήθελε να γίνει ηθοποιός. Ήταν ακόμα στο νηπιαγωγείο όταν το χειροκρότημα που εισέπραξε για την απαγγελία ενός ποιήματος τον μόλυνε με το μικρόβιο της σκηνής. (Αυτά τα λέει ο ίδιος, κι αν θέλουμε τα πιστεύουμε.) Μετά, στο γυμνάσιο έπαιξε σε διάφορες σχολικές παραστάσεις και του μπήκε για τα καλά η ιδέα ότι είχε κλίση. (Αυτό το πιστεύουμε: δεν είναι ο πρώτος που άρχισε να γέρνει στην εφηβεία.)

 

Η εκπαίδευση

Κλίση είχε, λεφτά δεν είχε. Έπρεπε να εξασφαλίσει κάποια υποτροφία. Πήγε St. Lawrence University και κάπως κατάφερε να πείσει τον κοσμήτορα ότι έχει ταλέντο υποκριτικής. Του έδωσαν ένα δάνειο, το οποίο ξεπλήρωσε δουλεύοντας, παράλληλα με τις σπουδές, ως κηπουρός και επιστάτης, και έτσι έγινε δεκτός. Στην πορεία, πάντως, μάλλον απέδειξε ότι όντως είχε ταλέντο γιατί του πρόσφερε κανονική υποτροφία η American Academy of Dramatic Arts, στη Νέα Υόρκη. Εκεί είχε συμφοιτήτρια την Λορίν Μπακόλ (τότε την έλεγαν ακόμα Μπέτι Τζόαν Πέρσκι) και την μετέπειτα πρώτη του σύζυγο Νταϊάνα Ντιλ. Τα πράγματα είχαν πάρει τον δρόμο τους (με ένα αναγκαστικό διάλειμμα λόγω του πολέμου), αν και μέχρι να ανοίξει η τύχη του στη βιομηχανία του κινηματογράφου δούλεψε σκληρά για τα προς το ζην: κατά τη διάρκεια της «εκπαιδευτικής» του δεκαετίας έκανε περί τις 40 διαφορετικές δουλειές – μεταξύ των οποίων: μικροπωλητής, διανομέας εφημερίδων, σερβιτόρος και παλαιστής σε πανηγύρια(!).

Ο πόλεμος, ο (πρώτος) γάμος και η Λορίν

Η Λορίν Μπακόλ έχει γράψει ότι τον καιρό που σπούδαζαν στη Νέα Υόρκη ήταν τσιμπημένη με τον Κερκ, αλλά εκείνος δεν της καθόταν γιατί την έβρισκε μικρή: την περούσε οχτώ χρόνια. (Για να το λέει η ίδια, έτσι θα έγινε. Έχουν γίνει και πιο παράξενα πράγματα στον κόσμο – αν και αυτή τη στιγμή δυσκολεύομαι να βρω κατάλληλο παράδειγμα…) Τέλος πάντων, το 1941 με το μπήκε η Αμερική στον πόλεμο, ο Ίζι Ντέμσκι έγινε επισήμως Κερκ Ντάγκλας και υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό ως αξιωματικός στις διαβιβάσεις, στην Αντιμετώπιση Υποβρυχίων. Κάποια στιγμή τραυματίστηκε (εκ των πραγμάτων, όχι σοβαρά) και το 1944 απολύθηκε τιμητικά. Ένα χρόνο πριν, είχε παντρευτεί την Νταϊάνα Ντιλ, τη συμφοιτήτρια που λέγαμε πριν. [Παράπλευρο συμπέρασμα: Την Νταϊάνα (1925-2015) την παντρεύτηκε κι ας ήταν εφτά χρόνια μικρότερή του· την Λορίν (1924-2014) την είχε απορρίψει γιατί την περνούσε οχτώ χρόνια. Ναι, τα κορίτσια είχαν όλο κι όλο έναν χρόνο διαφορά. Ένα έτος! Τι να πει κανείς; Μπορεί να ήταν έτος φωτός.] Το 1944, με το τέλος της θητείας του, ήρθε και το πρώτο τους παιδί, ο Μάικλ, ο γνωστός ηθοποιός και παραγωγός. Το 1947, το δεύτερο, ο Τζόελ, επίσης κινηματογραφικός παραγωγός, αλλά όχι ηθοποιός – αυτός ξέφυγε λιγάκι. Και το 1951 το ζεύγος χώρισε. Αλλά μέχρι τότε είχαν μεσολαβήσει πολλά· πάρα πολλά.

Το γύρισμα της τύχης – και η Λορίν (πάλι)

Μετά τον πόλεμο, ο Κερκ βρέθηκε με τη σύζυγο και τον πρωτότοκο Μάικλ στη Νέα Υόρκη όπου προσπαθούσε να τα βγάλει πέρα παίζοντας στο θέατρο και στο ραδιόφωνο, σε σειρές και διαφημίσεις. Είχε μια σχετική επιτυχία στη σκηνή και εκείνη την εποχή το μόνο που επιθυμούσε ήταν να καθιερωθεί στο θέατρο· δεν είχε σκεφτεί ακόμα τον κινηματογράφο. Και τότε ξαναμπήκε στη σκηνή η Λορίν Μπακόλ: τον σύστησε στον σκηνοθέτη Χαλ Ουόλις, ο οποίος τελικά του έδωσε έναν σημαντικό ρόλο στην ταινία Αμαρτωλές Γυναίκες (The Strange Love of Martha Ivers – 1946) με συμπρωταγωνίστρια την Μπάρμπαρα Στάνγουϊκ. [Σημ.: Το σχολιάζω τώρα που είναι αρχή και δεν θα αναφερθώ ξανά: Η απόδοση των τίτλων στα αγγλικά είναι έργο διεστραμμένων νοών. Όπου είναι εφικτό, θα αναφέρω τους τίτλους όπως παίχτηκαν στην Ελλάδα, γιατί έτσι είναι το σωστό, χαλαλίζοντας το κάψιμο μερικών νευρικών συνάψεων κατά τη διαδικασία.] Και ξαφνικά το θέατρο άρχισε να ξεθωριάζει στα μάτια του Κερκ. Οι προτάσεις για ταινίες ήταν αρκετές ώστε να πιστέψει ότι εκεί ήταν το μέλλον του. Ο ρόλος που τον καθιέρωσε ήρθε στην όγδοη ταινία του, τα Φλογισμένα Πάθη (Champion – 1949), ένα αξιοπρεπές φιλμ νουάρ, όπου υποδύεται εξαιρετικά έναν εγωιστή πυγμάχο. Ο Ντάγκλας έπραξε σοφά που επέλεξε αυτό τον ρόλο σε βάρος μιας άλλη πρόταση που του είχε γίνει ταυτόχρονα για μια επίσης μεγάλη παραγωγή (το The Great Sinner), όπου η αμοιβή του θα ήταν τριπλάσια. Δεν είναι πάντα εύκολο να διαλέγεις δουλειές· απαιτείται μία συγκεκριμένη (και σπάνια) δεξιότητα – και ο Κερκ την είχε. Το αποτέλεσμα ήταν διθυραμβικές κριτικές και μια υποψηφιότητα για το Oscar πρώτου αντρικού ρόλου. Από κει και πέρα, στο μυαλό του είχε μόνο το σινεμά, στο πώς θα γινόταν κινηματογραφικός αστέρας. Και ακριβώς πάνω στη διαδικασία αυτή, πήρε διαζύγιο από τη Νταϊάνα. (Μήπως από κει περνούσε ο δρόμος για το σταριλίκι; Μπα, μάλλον σύμπτωση ήταν…)

Λίγο μυστήριο

(Έλα όμως που –κατά σύμπτωση– δεν πιστεύω στις συμπτώσεις! Γιατί στο μεταξύ μεσολάβησε μία ιστορία που δεν αποκλείεται να έπαιξε ρόλο στο διαζύγιο. Δηλαδή, αν το δούμε από τη μεριά της Νταϊάνα, κάτι έχουμε εδώ. Κρίνετε μόνοι σας.)

Missing since Oct. 7 Jean Elizabeth Spangler, television actress, is the subject of a wide search by police and private investigators. The battered purse of the 27-year-old beauty was found in Los Angeles' Griffith Park. The only important clue to her disappearance was a note reading: "Kirk: can't wait any longer, going to see Dr. Scott. It will work out best this way while mother is away." When last seen she was on her way to work.Το 1950 έπαιξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία Η Γυναίκα των Χιμαίρων (Young Man with a Horn). Το σενάριο είναι βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα της Ντόροθι Μπέικερ, το οποίο είναι εμπνευσμένο από την ζωή του κορνετίστα της τζαζ Μπιξ Μπάιντερμπεκ. Την ταινία αυτή συνοδεύει μια παράλληλη τραγωδία. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων εξαφανίστηκε μία ηθοποιός που έπαιζε έναν δεύτερο ρόλο, η Τζιν Σπάνγκλερ (1923-1949;). Η υπόθεση παραμένει μυστηριώδης καθώς η γυναίκα δεν βρέθηκε ποτέ, ούτε ζωντανή ούτε νεκρή. Αντιθέτως, βρέθηκε η τσάντα της σε ένα πάρκο στο Λος Άντζελες. Δεν βρέθηκαν χρήματα, αλλά υπήρχε ένα σημείωμά της, το οποίο απευθυνόταν σε κάποιον «Κερκ», όπου η Τζιν έγραφε: «Δεν μπορώ να περιμένω άλλο. Πάω να δω τον δόκτορα Σκοτ. Καλύτερα να γίνει τώρα που λείπει η μάνα μου,». Έτσι τελείωνε, με κόμμα, σαν να είχε κι άλλα να γράψει και δεν πρόλαβε. Ο Ντάγκλας αρνήθηκε ότι ήταν ο «Κερκ» που αναφερόταν στο σημείωμα. Οι φιλενάδες της Σπάνγκλερ κατάθεσαν στην αστυνομία ότι η φίλη τους ήταν τριών μηνών έγκυος όταν εξαφανίστηκε και ότι σκεφτόταν να κάνει έκτρωση, η οποία ήταν παράνομη εκείνη την εποχή. Γιατρός με το όνομα Σκοτ δεν βρέθηκε, ούτε άλλος Κερκ στο περιβάλλον της Σπάνγκλερ υπήρχε. Η υπόθεση της εξαφάνισής της παραμένει ανοιχτή. Μυστήριο.

(Για πείτε τώρα: αν ήσασταν στη θέση της Νταϊάνα, τι θα σκεφτόσασταν; Όχι, πείτε!)

Δεύτερος γάμος – και καλός

Ενόσω τα πράγματα στην καριέρα του Κερκ πήγαιναν από το καλό στο καλύτερο, γνώρισε την παραγωγό Ανν Μπάιντενς (γεν. 1919) στη Γαλλία, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας Η Ζωή ενός Ανθρώπου (Lust for Life – 1956). Η Ανν έχει τη δική της τρομερή ιστορία. Η καταγωγή της είναι γερμανική· έχει γεννηθεί στο Ανόβερο ως Χάνελορ Μαρξ. Στην εφηβεία της αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στο Βέλγιο για να γλιτώσει από τους ναζί, όπου πήρε τη βελγική υπηκοότητα. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, κατέφυγε στην Ελβετία. Παράλληλα σπούδαζε και μάθαινε γλώσσες. Μετά τον πόλεμο βρέθηκε στο Παρίσι όπου, ως πολύγλωσση, βρήκε γρήγορα δουλειά στον υποτιτλισμό ταινιών. Εκεί γνώρισε τον Κερκ, τον οποίο ακολούθησε στην Αμερική, όπου παντρεύτηκαν το 1954. Σταδιακά πέρασε στην παραγωγή ταινιών και το 1959 πήρε την αμερικανική υπηκοότητα. Δεν ξέρω αν οι ρίζες της είναι εβραϊκές, αλλά η ίδια ασπάστηκε στον Ιουδαϊσμό μόλις το 2004, όταν ανανέωσε τους γαμήλιους όρκους με τον Κερκ στη χρυσή τους επέτειο. Το ζεύγος έκανε δύο γιους, τον Πίτερ (γεν. 1955), που είναι παραγωγός, και τον Έρικ (1958-2004) που ήταν ηθοποιός. Ο Έρικ είναι ο μόνος από τους τέσσερις γιους του Κερκ του δεν βρίσκεται εν ζωή· πέθανε από υπερβολική δόση αλκοόλ και βαρβιτουρικών.


Αυτός ήταν και ο τελευταίος γάμος για τον Κερκ. Το ζεύγος είναι ακόμα μαζί, εκείνη 98 κι εκείνος 101. Έχουν κλείσει 63 χρόνια παντρεμένοι. Καθόλου άσχημα!

Ένδοξες μέρες


Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, ο Κερκ έπαιξε σε πολλές ταινίες, δίπλα σε μεγάλα ονόματα, και συνήθως με εμπορική επιτυχία. Επίσης, κέρδισε δύο ακόμα υποψηφιότητες για Oscar πρώτου αντρικού ρόλου, για το Η Ωραία και το Κτήνος (The Bad and the Beautiful – 1952), όπου παίζει έναν δύστροπο κινηματογραφικό παραγωγό που ταλαιπωρεί και εκμεταλλεύεται τους συνεργάτες του, και για το Lust for Life (1956), όπου υποδύεται τον Βίνσεντ βαν Γκογκ και είναι εξαιρετικός – χώρια που του μοιάζει και εμφανισιακά του ιδιοφυούς Ολλανδού. Δεν το κέρδισε ποτέ το περιβόητο αγαλματάκι, αλλά του χρύσωσαν το χάπι το 1996 όταν που απένειμαν ένα τιμητικό Oscar «for 50 years as a creative and moral force in the motion picture community». Επίσης, αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην 17η θέση του κατάλογου του American Film Institute με τους σπουδαιότερους άντρες του κλασικού αμερικανικού κινηματογράφου (και πρώτος ανάμεσα στους ζώντες θρύλους). Βέβαια, από βραβεύσεις γενικώς, άλλο τίποτα: Χρυσές Σφαίρες, Emmy (γιατί έχει κάνει και πολλή τηλεόραση), Βραβεία του Σωματείου Ηθοποιών, BAFTA, Cesar κ.λπ. κ.λπ. – χώρια τα μετάλλια από δω κι από κει. Σε αυτά οι Αμερικάνοι είναι μανούλες. Και μπράβο τους, δηλαδή, που τιμούν τους ανθρώπους τους όσο είναι εν ζωή – όχι σαν και μας εδώ που πρέπει πρώτα να πεθάνεις για να σου πάρουμε μια πάστα. (Στο σημείο αυτό ανοίγω και κλείνω μια παρένθεση σε ένδειξη διαμαρτυρίας!)

Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 αραίωσαν οι εμφανίσεις του, αλλά και πάλι σε απόλυτους αριθμούς ήταν παραγωγικότατος. Οι ταινίες είναι πάρα πολλές – δεν γίνεται να αναφερθούν όλες χωρίς να πέσουμε σε υπερβολές. Ας αρκεστούμε σε κομβικά σημεία της καριέρας του.

Το Τελευταίο Ατού (Ace in the Hole – 1951) του Μπίλι Γουάιλντερ (σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή), με θέμα τη διαφθορά και την ελευθερία του τύπου, όπου ο Κερκ παίζει έναν κυνικό δημοσιογράφο, κέρδισε το μεγάλο βραβείο στο φεστιβάλ της Βενετίας. Ίσως η καλύτερη ερμηνεία του Ντάγκλας. Αν έπρεπε να διαλέξω μία μόνο ταινία από τη φιλμογραφία του (χωρίς να τις έχω δει όλες, για να είμαι ειλικρινής), θα ήταν αυτή εδώ. Η ταινία στον καιρό της δεν έκανε εντύπωση (το θέμα έκαιγε – και καίει ακόμα), αλλά με τα χρόνια έχει ανέβει στην εκτίμηση του κοινού. Επίσης, ο Γούντι Άλλεν δεν παραλείπει να την αναφέρει ανάμεσα στις αγαπημένες του ταινίες διαχρονικά.

Ο μέγας Στάνλεϊ Κιούμπρικ δεν γύρισε πολλές ταινίες, αλλά ο αντίκτυπός τους στην τέχνη του κινηματογράφου ήταν αντιστρόφως ανάλογος της ποσότητας. Δύο από αυτές τις γύρισε με πρωταγωνιστή τον Ντάγκλας: Σταυροί στο Μέτωπο (Paths of Glory – 1957) και Σπάρτακος (Spartacus – 1960). Το αξιοσημείωτο είναι ότι αυτές οι ταινίες γυρίστηκαν από την εταιρεία παραγωγής που είχε ιδρύσει ο Ντάγκλας όταν έσπασε το συμβόλαιο του με τη Warner το 1955. Ονόμασε την εταιρεία του Bryna Productions (προς τιμήν της μητέρας του) και απόκτησε τον έλεγχο στις ταινίες που γυρίζονταν με δικά του κεφάλαια. Μπορούσε να το κάνει και το έκανε, γιατί όχι; Μεγαλύτερος έλεγχος, περισσότερα κέρδη· μεγαλύτερη εξουσία: το αμερικάνικο όνειρο στον επιταχυντή φιλοδοξιών.

Ο ίδιος λέει και μια ωραία ιστορία για το Σταυροί στο Μέτωπο και τον Κιούμπρικ. Πριν αρχίσουν τα γυρίσματα, ο Κιούμπρικ κάθισε και ξανάγραψε τον σενάριο χωρίς να ενημερώσει τον Ντάγκλας. Η νέα εκδοχή δεν άρεσε στον Ντάγκλας. Έξαλλος, τον κάλεσε στο δωμάτιο του και τον σκυλόβρισε. «Τα λεφτά [σημ.: κάτι λιγότερο από ένα εκατομμύριο δολάρια, αλλά και πάλι: πολλά λεφτά τότε] τα μάζεψα για το αρχικό σενάριο, όχι γι’ αυτή την παπαριά!» του είπε. Ο Κιούμπρικ δεν είπε κουβέντα· συμμορφώθηκε και γύρισε το αρχικό σενάριο. Δεν είχε έρθει ακόμα η εποχή όπου θα έκανε ό,τι ήθελε. Και μάλλον δεν το πήρε βαριά, αφού ξανασυνεργάστηκε με τον Ντάγκλας και την εταιρεία παραγωγής του. (Πάντως, πολύ θα ήθελα να τη δω την εκδοχή του σεναρίου που έκανε τον παραγωγό να σαλτάρει, γιατί το σενάριο που τελικά γυρίστηκε οδήγησε μεν σε μία κλασική αντιπολεμική ταινία, καμία αντίρρηση, αλλά μυρίζει ελαφρώς αμερικανίλα.)

Στη δεύτερη ταινία του με τον Κιούμπρικ, ο Ντάγκλας υποδύθηκε τον Σπάρτακο, στον ρόλο για τον οποίο ενδεχομένως θα τον θυμούνται οι περισσότεροι (αν και δεν είναι αυτή η καλύτερη ερμηνεία του). Το αξιοσημείωτο εδώ είναι ότι ο Ντάγκλας, ως εταιρειάρχης, επέβαλε την αναγραφή στους τίτλους τού πραγματικού ονόματος του σεναριογράφου Ντάλτον Τράμπο, ο οποίος ήταν στη μαύρη λίστα του Χόλιγουντ (κομμουνιστής γαρ), σπάζοντας έτσι τον αποκλεισμό και καταργώντας τον στην πράξη (μολονότι κάποιοι από τους αποκλεισμένους δούλευαν και πριν, αλλά με ψευδώνυμα). Σχετικά με το γεγονός αυτό, ο Ντάγκλας έχει δηλώσει: «Έκανα πάνω από 85 ταινίες, αλλά εκείνο για το οποίο είμαι περισσότερο περήφανος είναι που έσπασα τη μαύρη λίστα». Από την άλλη, ο παραγωγός της ταινίας Έντουαρντ Λιούις και η οικογένεια του Τράμπο ισχυρίζονται ότι η συμβολή του Ντάγκλας στην άρση του αποκλεισμού δεν ήταν τόσο καθοριστική όσο ο ίδιος θέλει να πιστεύει. [Στην πρόσφατη ταινία Trumbo (2015) του Τζέι Ρόατς, ο ρόλος του Ντάγκλας εμφανίζεται όντως καθοριστικός, αλλά η αλήθεια ίσως να βρίσκεται, ως συνήθως, κάπου στη μέση.]

Ο Ντάγκλας έπαιξε από το 1942 μέχρι το 2008 σε περίπου 90 ταινίες. Γύρισε κοινωνικά δράματα, πολιτικά θρίλερ, φιλμ νουάρ, ιστορικά έπη, γουέστερν, πολεμικές περιπέτειες – μέχρι και κωμωδίες [όπως στο Άπληστοι Κληρονόμοι (Greedy – 1994)], ενίοτε, αυτοπαρωδούμενος [όπως στο Τα Σκληρά Καρύδια (Tough Guys – 1986)]. Δεν ήταν ο καλύτερος ηθοποιός της μεγάλης οθόνης, αλλά δεν ήταν κακός. Και είχε το χάρισμα να διαλέγει ρόλους που μπορούσε να φέρει σε πέρας επιτυχώς. Όχι πως δεν γνώρισε και αποτυχίες, αλλά κι αυτές στο πρόγραμμα είναι όταν η καριέρα σου εκτείνεται σε εφτά δεκαετίες! Προσωπικά, βρίσκω τις περισσότερες ερμηνείες του λίγο υπερβολικές, κάπως εντονότερες απ’ ό,τι χρειαζόταν. Του αναγνωρίζω, όμως, το ότι ήταν έξυπνος ηθοποιός.

Προς επίρρωση της καλλιτεχνικής του εξυπνάδας, αξίζει να αναφέρω κάτι ακόμα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 αγόρασε τα δικαιώματα του μυθιστορήματος One Flew Over the Cuckoos Nest του Κεν Κίζι. Από αυτό προέκυψε ένα θεατρικό έργο το οποίο παίχτηκε για πέντε μήνες στο Μπρόντγουεϊ με τον ίδιο στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι κριτικές ήταν ανάμικτες. Ο Ντάγκλας είχε και τα κινηματογραφικά δικαιώματα, αλλά δεν κατάφερε να βρει χρηματοδότη γρήγορα. Πέρασαν τα χρόνια και ο Κερκ, σοφά ποιώντας, έδωσε τα δικαιώματα στον γιο του, τον Μάικλ, ο οποίος κατάφερε, ως παραγωγός, να γυρίσει την ταινία Στη Φωλιά του Κούκου (1975 – σκηνοθεσία: Μίλος Φόρμαν), η οποία κέρδισε πέντε Oscar, μεταξύ των οποίων και το πρώτο αντρικού ρόλου για τον Τζακ Νίκολσον. Πού έγκειται η εξυπνάδα του Ντάγκλας εν προκειμένω; Μα το ότι δεν έπαιξε στην ταινία. Υποθέτω ότι αν ήθελε θα απαιτούσε να πρωταγωνιστήσει. Στο φινάλε, δικά του ήταν τα δικαιώματα και είχε ήδη παίξει τον ρόλο στο θέατρο. Ναι, αλλά πάνω από 10 χρόνια πριν. Το 1975 ήταν πολύ μεγάλος για τον ρόλο και το ήξερε. Γι’ αυτό έκανε πίσω και άφησε τη δουλειά στους νεότερους. Η εξυπνάδα μερικές φορές φαίνεται και από το τι δεν κάνεις.

Οι κατά τον ίδιο κορυφαίες του ταινίες

Ο Κερκ Ντάγκλας δήλωσε το 2014 ότι οι ταινίες για οποίες αισθάνεται πραγματικά υπερήφανος είναι αυτές: The Strange Love of Martha Ivers, Champion, Ace in the Hole, The Bad and the Beautiful, Act of Love, 20,000 Leagues Under the Sea, The Indian Fighter, Lust for Life, Paths of Glory, Spartacus, Lonely Are the Brave, Seven Days in May. [Σημ.: Είχα υποσχεθεί ότι δεν θα ξανασχολιάσω, αλλά δεν άντεξα! Επιτρέψτε να μην παραθέσω εδώ τους ελληνικούς τίτλους, γιατί αν πέσουν μαζεμένοι θα το καταντήσω Δελφινάριο το μαγαζί.] Νομίζω ότι η επιλογή του είναι καλή: εδώ βρίσκονται οι καλύτερες στιγμές του. Ο άνθρωπος έχει επίγνωση της καλλιτεχνικής του προσφοράς, έστω και αν κοιτάζει προς τα πίσω τα πεπραγμένα ενός ολόκληρου αιώνα. Σεβασμός!

Και συγγραφέας

Έχει υπογράψει 11 τίτλους μέχρι στιγμής. Ανάμεσα τους μία αυτοβιογραφία (την αναφέρω παραπάνω), μερικά μυθιστορήματα, κάνα-δυο που δεν ξέρω πού να τα κατατάξω και τα υπόλοιπα, απομνημονεύματα. Δεν ξέρω αν τα έχει γράψει ο ίδιος ή αν έχει χρησιμοποιήσει συγγραφείς-φαντάσματα· εκείνο που ξέρω είναι ότι έχει ασχοληθεί, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, με τον γραπτό λόγο – κι αυτό τον κάνει ακόμα συμπαθέστερο στα μάτια μου.

Δύο επανεκκινήσεις

Τον Φεβρουάριο του 1991 ο Ντάγκλας επέζησε μετά από πτώση ελικοπτέρου. Και οι τρεις επιβαίνοντες τραυματίστηκαν σοβαρά αλλά τη γλίτωσαν, ενώ οι δύο επιβαίνοντες στο μικρό αεροπλάνο με το οποίο συγκρούστηκε το ελικόπτερο δεν ήταν τόσο τυχεροί. Αυτή η εμπειρία οδήγησε τον Κερκ σε μεταφυσικές αναζητήσεις: επέστρεψε στον Ιουδαϊσμό με τον οποίο είχε ανατραφεί (και τον οποίο, στην πορεία, είχε λίγο-πολύ εγκαταλείψει, υποθέτω). Τα σχετικά με την δεύτερη ευκαιρία του στη ζωή τα περιγράφει στο βιβλίο του με τον εύγλωττο τίτλο Climbing The Mountain: My Search For Meaning (2001). Μολονότι προσωπικά δεν καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι που ζουν μια τέτοια εμπειρία θεωρούν ότι έχουν «άγιο» –ενώ εκείνοι που πεθαίνουν πάνω στην ίδια φάση φαίνεται πως δεν έχουν το θεό τους–, μπορώ να κατανοήσω την ανθρώπινη ανάγκη να αποδοθεί μια τυχαία διάσωση σε θέλημα μιας ανώτερης δύναμης: όταν οι καταστάσεις σε ξεπερνούν, μια λύση είναι να στραφείς στο άρρητο. Ανθρώπινο. (Και η άλλη λύση –το φάρδος σου!– ανθρώπινη είναι, αλλά στερείται λάμψης, πώς να το κάνουμε;)

Ο Κερκ Ντάγκλας για να φτάσει και να περάσει έναν αιώνα ζωής σημαίνει ότι έχει γερό οργανισμό, αναμφίβολα. Αλλά δεν είναι και ο Χαϊλάντερ! Έτσι, τον Ιανουάριο του 1996 έπαθε βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο, από το οποίο επέζησε μεν, αλλά έχασε την ικανότητα της ομιλίας. Οι γιατροί δεν ήταν αισιόδοξοι ότι θα ξαναμιλήσει, αλλά εκείνος τους διέψευσε: ξαναμίλησε – όχι τέλεια, αλλά ξαναμίλησε. Όπως ήταν αναμενόμενο, δεν παρέλειψε να γράψει για την εμπειρία αυτή στο βιβλίο του με τον επίσης εύγλωττο τίτλο My Stroke of Luck (2003). Όσοι, δε, ήταν πέρσι τέτοια μέρα στο Μπέβερλι Χιλς Χοτέλ για να γιορτάσουν μαζί του τα γενέθλια των 100 του χρόνων (ο Μάικλ με την Κάθριν, ο Σπίλμπεργκ κ.ά.) δήλωσαν ότι είναι σε καλή κατάσταση: μιλάει και περπατάει μια χαρά, δεδομένων των συνθηκών.

Ο Κερκ Ντάγκλας είναι ένας τυχερός άνθρωπος.


Ο Άνθρωπος

Μέχρι στιγμής έχουμε: δουλευταράς, έξυπνος, τυχερός· ηθοποιός, παραγωγός, σκηνοθέτης (δεν αναφέρθηκε αυτή η ιδιότητα μέχρι στιγμής, γιατί έκανε λίγα και ασήμαντα στον τομέα αυτό), συγγραφέας. Σύμφωνοι. Είναι όμως καλός;

Αυτό το ξέρει ο ίδιος (και ο Θεός του). Πάντως, η εικόνα που έβγαζε (και βγάζει) προς τα έξω είναι καλή. Πολιτικά, ήταν ανέκαθεν με τους Δημοκρατικούς, αλλά αυτό στην Αμερική δεν σημαίνει και πολλά (πέρα από το «καλύτερα Δημοκρατικός, παρά Ρεπουμπλικάνος»). Καλλιτεχνικά, δεν έχει το απαράμιλλο έργο να επιδείξει, αλλά ούτε και πρόσβαλε ποτέ το κοινό με προπαγάνδα ή με δουλειές του ποδαριού. Εν ολίγοις, έκανε αυτό που θα περίμενε κανείς από έναν μεγάλο σταρ του Χόλιγουντ που έχει επίγνωση της θέσης του: ό,τι περνούσε από χέρι του επ’ ωφελεία του συνόλου – δηλαδή, όχι και πολλά πράγματα, τελικά, αλλά αρκετά για να έχει πρόσωπο στην κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, εκείνο που μπορούσε να κάνει το έκανε (και εξακολουθεί να το κάνει). Πριν αρχίσει να μοιράζει την περιουσία, υπολογιζόταν ότι «άξιζε» κοντά στα 100 εκατομμύρια δολάρια. Έχει δεσμευτεί ρητά ότι θα χαρίσει το μεγαλύτερο μέρος της όσο είναι ακόμα εν ζωή. Και πράγματι, έχει δωρίσει πάνω από τα μισά, ενισχύοντας εκπαιδευτικά ιδρύματα, χτίζοντας σχολεία, νοσοκομεία και θέατρα, και επιχορηγώντας ιατρικούς ερευνητικούς οργανισμούς. Δεν θ’ ανοίξω εδώ το λεπτό ζήτημα της φιλανθρωπίας· θα πω μόνο ότι πολλοί μπορούν να επιστρέψουν στον κόσμο τα λεφτά που κέρδισαν δουλεύοντας, αλλά λίγοι το κάνουν.

***

Τώρα που έχουμε πλήρη εικόνα (όσο γίνεται, εννοείται: δεν ξεπετιέται μια ολόκληρη ζωή σε δεκαπέντε παραγράφους!), μπορώ να πω ότι ο Κερκ Ντάγκλας μού είναι εξαιρετικά συμπαθής. Όχι τόσο ως ηθοποιός όσο ως άνθρωπος, συνολικά. Δεν τα πήγε κι άσχημα στη ζωή του. Καλά ήταν! Ελπίζω και ο ίδιος να έχει την ίδια άποψη.

Με την ευκαιρία των 101 χρόνων του θα ήταν ανόητο (για να μην πω απρεπές) να του ευχηθώ «χρόνια πολλά». Σαν πόσα ακόμα δηλαδή; Όλα κάποτε τελειώνουν – το μόνο βέβαιο. Γι’ αυτό θα του ευχηθώ απλώς «καλό υπόλοιπο», συνοδεύοντας τη ρεαλιστική (αλλά από καρδιάς) ευχή με τις ευχαριστίες –αν μου επιτρέπετε– όλων μας.

 

Εδώ άλλα Επετειακά

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x


Στο:Επετειακά Tagged: Γιώργος Θεοχάρης, Κερκ Ντάγκλας, Kirk Douglas

from dimart http://ift.tt/2jhq3ql
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου