Στις 18 Μαΐου του 1911 πέθανε ο Γκούσταβ Μάλερ. Με αφορμή την επέτειο του θανάτου του μεγάλου συνθέτη, αναδημοσιεύουμε ένα κείμενο του Αλέξανδρου Ίσαρη για «Το τραγούδι της Γης» από το περιοδικό Ποίηση, τ. 4 (φθινόπωρο 1994).
Το τραγούδι της Γης
—του Αλέξανδρου Ίσαρη—
Ο Gustav Mahler (7 Ιουλίου 1860 – 18 Μαΐου 1911) άρχισε να συνθέτει «Το τραγούδι της Γης», που συνήθως αναφέρεται ως συμφωνία σε έξι μέρη, το καλοκαίρι του 1907 και το ολοκλήρωσε το φθινόπωρο του 1908. Το 1907 υπήρξε η πιο δύσκολη, η πιο μοιραία χρονιά της ζωής του. Έχασε την κόρη του Μαρία Άννα, την πολυαγαπημένη του Πούτσι, κατά τη διάρκεια των διακοπών της οικογένειας στο Μάιερνιγκ. Παραιτήθηκε από τη θέση του διευθυντή της όπερας της Βιέννης. Εντελώς τυχαία, πληροφορήθηκε από έναν επαρχιακό γιατρό που εξέτασε τη γυναίκα του πως έπασχε από μια χρόνια καρδιακή πάθηση. Μετά απ’ αυτό, ο προσωπικός του γιατρός τού απαγόρευσε να κολυμπάει, να κωπηλατεί, να κάνει ορειβασία και μακρινούς περιπάτους… Την ίδια εκείνη χρονιά κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Ίνζελ της Λειψίας μια Ανθολογία κινέζικης ποίησης με τον τίτλο Ο κινέζικος αυλός. Το βιβλίο περιείχε ογδόντα ποιήματα σε μετάφραση του Χανς Μπέτγκε.
Ο Μάλερ ενθουσιάστηκε με το βιβλίο, από το οποίο επέλεξε εφτά ποιήματα για να γράψει «Το τραγούδι της Γης» (τα δύο από αυτά συγχωνεύτηκαν στο τελευταίο του κύκλου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ο αποχαιρετισμός»). Τα τέσσερα από τα εφτά εκείνα ποιήματα ανήκουν στον μεγάλο κινέζο ποιητή Λι Τάι Πο (701-762 μ.Χ.), που με το όνομα Ριχάκου συναντάμε και στην «Κατάη» του Έζρα Πάουντ. Τα ποιήματα της συλλογής περιγράφουν τη ματαιότητα των ανθρώπινων πραγμάτων και την ομορφιά της γης, που επιζεί των εκατομμυρίων ατομικών θανάτων των κατοίκων της. Κατά τη μελοποίησή τους ο Μάλερ έκανε μερικές αλλαγές στη μετάφραση του Μπέτγκε, μετατοπίζοντας ή αντικαθιστώντας κάποιες λέξεις.
Λι Τάι Πο
Αρχικά, η καινούρια του σύνθεση έφερε τον τίτλο «Το τραγούδι για τη θλίψη της Γης». Οι ενδείξεις που συνοδεύουν τα έξι μέρη της συμφωνίας είναι: 1. «Το τραγούδι του πιοτού για τη θλίψη της Γης». Για τενόρο και ορχήστρα. Allegro Pesante. 2«Ο μοναχικός το φθινόπωρο». Για κοντράλτο και ορχήστρα. Κάπως μακρόσυρτα, κουρασμένα. 3. «Για τη νιότη». Για τενόρο και ορχήστρα. Ευχάριστα εύθυμο. 4. «Για την ομορφιά». Για κοντράλτο και ορχήστρα. Comodo Dolcissimo. 5. «Ο μεθυσμένος την άνοιξη». Για τενόρο και ορχήστρα. 6. «Ο Αποχαιρετισμός». Για κοντράλτο και ορχήστρα. Βαρύ (Adagio).
Η χειρόγραφη σελίδα τίτλου της παρτιτούρας
«Το τραγούδι της Γης», που είναι φανερό πως γράφηκε sub specie mortis, πήρε για ένα μικρό διάστημα την ένατη θέση στη σειρά των συμφωνιών του Μάλερ. Η Άλμα Μάλερ γράφει σχετικά με αυτό το θέμα στο βιβλίο της Αναμνήσεις από τον Γκούσταβ Μάλερ:
Την περίοδο εκείνη ο Μάλερ ήταν φοβερά παραγωγικός. Είχε συνθέσει την Πέμπτη, την έκτη, την έβδομη, την όγδοη. Τρία τραγούδια για τα «νεκρά παιδιά» και όλες τις μελωδίες για «Το τραγούδι της Γης», του οποίου ήθελε να αλλάξει τον χαρακτηρισμό. Ένιωθε τέτοιον τρόμο μπροστά στις λέξεις «ενάτη συμφωνία», επειδή ούτε ο Μπετόβεν ούτε ο Μπρούκνερ κατάφεραν να φτάσουν ως τη δέκατη… Έτσι συμπεριέλαβε αρχικά «Το τραγούδι της Γης» ανάμεσα στις συμφωνίες του ως την ενάτη συμφωνία, μα αργότερα διέγραψε το 9. Όταν έγραψε τη συμφωνία που αργότερα πήρε τον αριθμό εννέα, μου είπε: «Εδώ που τα λέμε, αυτή είναι η δέκατη, μια και το Τραγούδι της Γης είναι η ένατη συμφωνία μου». Όταν άρχισε να συνθέτει τη δέκατη παρατήρησε: «Τώρα ο κίνδυνος έχει περάσει». Όμως δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στην πρώτη εκτέλεση της ενάτης και τη δέκατη δεν την τέλειωσε ποτέ. Επειδή ο Μπετόβεν πέθανε λίγο καιρό μετά την ολοκλήρωση της ενάτης, ενώ ο Μπρούκνερ δεν μπόρεσε καν να τελειώσει τη δική του με αυτόν τον αριθμό, είχε δημιουργηθεί ένα είδος πρόληψης, ότι κανείς συνθέτης δεν μπορούσε να ζήσε μετά την ένατη συμφωνία του…
Έτσι, «Το τραγούδι της Γης» συγκαταλέγεται μεν ανάμεσα στις συμφωνίες του Μάλερ, αλλά χωρίς κάποιον αριθμό. Πάντως τοποθετείται ανάμεσα στην όγδοη και στην ένατη συμφωνία.
Σ’ ένα γράμμα που έστειλε ο συνθέτης στον Μπρούνο Βάλτερ το 1908, εξομολογείται πως «Το τραγούδι της Γης» είναι το πιο προσωπικό από τα έργα του. Ο ίδιος ο Μπρούνο Βάλτερ που διηύθυνε την παγκόσμια πρώτη εκτέλεση του έργου έξι μήνες μετά τον θάνατο του συνθέτη, το χαρακτηρίζει ως ένα Ichwerk (έργο του Εγώ, προσωπικό, εξομολογητικό). Στο βιβλίο του Πορτραίτο του Γκούσταβ Μάλερ (Βερολίνο / Φραγκφούρτη 1957), γράφει:
Καθώς ο κόσμος βουλιάζει κάτω από τα πόδια του, το Εγώ μετατρέπεται σε εμπειρία, σε μια δύναμη αισθήματος δίχως όρια […]. Η κάθε νότα που γράφει μιλάει μόνο γι’ αυτόν, αλλά και κάθε λέξη [των ποιημάτων], που γράφηκε πριν από χίλια χρόνια, εκφράζει μονάχα αυτόν. (σελ. 97)
Ο Μάλερ από τον Emil Orlik, 1902
Ο Φίλιπ Μπάρφορντ γράφει στο βιβλίο του Οι συμφωνίες και τα τραγούδια του Μάλερ (μετάφραση Γ. Λεωτσάκου, εκδ. Λέσχη, 1978):
«Το τραγούδι της Γης» εκφράζει την εγκαρτέρηση μπροστά στην απώλεια. Άραγε, σ’ αυτό ακριβώς κατακτά ο Μάλερ την ωριμότητα ως συνθέτης; Η τελική αυτή ατμόσφαιρα της εγκαρτέρησης τού εμπνέει την ωραιότερη, την πιο αείζωη μουσική του. Και σαν άνθρωπος που παλιότερα η Δημιουργική του ενεργητικότητα είχε ξοδευτεί στην έκφραση ιδανικών και πόθων, τώρα φαινόταν να βρίσκει κάποια γαλήνη, παραιτούμενος απ’ αυτά. Πίσω από τη μελαγχολία του «Τραγουδιού» ελλοχεύει μια καινούρια συνείδηση, μια ψυχολογική οξυδέρκεια που ως τώρα δεν είχε βρει μουσική έκφραση. Εμπνευσμένος από τις μεταφράσεις του Μπέτγκε, ο Μάλερ εκφράζει μια συνειδησιακή κατάσταση που αντικαθρεφτίζει μια χαρακτηριστική πλευρά της ανατολίτικης νοοτροπίας. Έχει ειπωθεί πως ενώ το δυτικό πνεύμα είναι προσανατολισμένο προς τη συνείδηση, το ανατολικό έχει σαν επίκεντρό του το μη συνειδητό. Και αυτό το μη συνειδητό διαποτίζει απ’ άκρη σ’ άκρη «Το τραγούδι της Γης». Η ίδια η κατάσταση της συνειδητής προσήλωσης που προκαλείται από τη μουσική αντικαθρεφτίζει κατά ένα παράδοξο τρόπο τον ωκεανό του μη συνειδητού. Το καθετί ακούγεται και βιώνεται σαν να είναι μια θύμηση. Οι ίδιοι οι ήχοι και ιδιαίτερα η φαινομενικά ασώματη φωνή της κοντράλτο στο τέλος θαρρείς και πολώνουν το πνεύμα σ’ έναν κόσμο ασάλευτο, με εικόνες σκιώδεις, σ’ ένα κάτοπτρο που αδειάζει απ’ όλες τις μορφές. Ο ίδιος ο ήχος της ορχήστρας του Μάλερ αποσυνθέτει τη ροή των εικόνων.
Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μόναχο στις 20 Νοεμβρίου 1911. Το 1914 παίχτηκε στο Λονδίνο και το 1916 στη Φιλαδέλφεια. Οι πρώτες αντιδράσεις του κοινού ήταν αρνητικές, οι δε δημοσιογράφοι και κριτικοί το ανέφεραν άλλοτε ως «λυρική συμφωνία», άλλοτε ως «κύκλο τραγουδιών με συνοδεία ορχήστρας», άλλοτε ως «συμφωνία των τραγουδιών» και άλλοτε ως κανονική συμφωνία, όπου τα δύο πρώτα τραγούδια αποτελούσαν το πρώτο μέρος, τα τρία επόμενα το σκέρτσο και το τελευταίο, το φινάλε.
Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το κοινό και ο Τύπος ξανάρχισαν να ασχολούνται με τον Μάλερ, μόνο που τη φορά αυτή ονόμαζαν τη μουσική του «προφητική». Ο Άρνολντ Σένμπεργκ, που παλιά αντιμετώπιζε με κάποια επιφυλακτικότητα το έργο του φίλου και προστάτη του, έγραψε κάπου για «Το τραγούδι της Γης»:
Το έργο αυτό δείχνει όσο κανένα άλλο προς το μέλλον […]. Αποτελεί ένα μεγάλο βήμα προς το Απόλυτο της Νέας Μουσικής.
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η εικόνα του Μάλερ πήρε διαφορετική μορφή. Τώρα πια οι φιλόμουσοι δεν αντιμετώπιζαν «Το τραγούδι της Γης» ως ένα νοσηρό έργο που μιλάει για τον θάνατο, αλλά ως ένα έργο που περικλείει μια λαχτάρα για μια ζωή γεμάτη πάθος… Πάντως ο ίδιος ο Μάλερ, όταν έδωσε στον Μπρούνο Βάλτερ την παρτιτούρα του «Αποχαιρετισμού», του είπε: «Πιστεύετε πως είναι δυνατόν να το αντέξει κανείς; Δεν θα θέλουν να πεθάνουν οι άνθρωποι που θα το ακούν;»
* * *
Εικόνα εξωφύλλου: έργο του Gerald Wartofsky
εμπνευσμένο από «Το τραγούδι της Γης»
Εδώ άλλες επετειακές αναρτήσεις του dim/art
Στο:Επετειακά Tagged: ποίηση, Άλμα Μάλερ, Αλέξανδρος Ίσαρης, Γκούσταβ Μάλερ, Λι Τάι Πο, Λογοτεχνία, Μπρούνο Βάλτερ, Μουσική
from dimart http://ift.tt/2qUBFBD
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου