Σάββατο 15 Απριλίου 2017

Υπέρ πίστεως

—της Μαρίκας Τσεβά—

Είμαι άθεη από τα δεκαπέντε μου. Δεν με επηρέασε τίποτα ώστε να «απαρνηθώ την πίστη μου», ούτε άνθρωπος ούτε βιβλίο (ή ταινία, τραγούδι κ.λπ.). Ούτε είχα καμία κόντρα επιφοίτηση, αλίμονο. Μόνη μου αποφάσισα ότι δεν γίνεται να πιστεύω σε κάτι που δεν έχει αποδειχτεί ότι υπάρχει – πόσο μάλλον να βασίσω τη δική μου ύπαρξη σε μια τέτοια αστήριχτη πεποίθηση. (Ήθελα αποδείξεις. Ακολουθούσα, χωρίς να το ξέρω, μια παράδοση που ξεκινάει από τους προσωκρατικούς. Ορθολογισμός, αυτή η μάστιγα.)

28f701b9b472494b29a19f904d91d84c

Πέρασαν μερικά χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων απλώς αδιαφορούσα για το θέμα. (Those were the days of wine and roses – τότε που ήμουν αθάνατη, όπως όλοι οι έφηβοι.) Από την ενηλικίωση και πέρα, πέρασα στη φάση όπου θεωρούσα όλους ανεξαιρέτως τους πιστούς αφελείς. Δήλωνα, τάχαμου μεγαλόθυμα, «ζηλεύω αυτούς που πιστεύουν». Δολίως υπονοούσα ότι ζήλευα την άγνοιά τους και τη συνεπακόλουθη γαλήνη του απόντος πνεύματός τους: μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι και τα σχετικά. (Την ταλιμπανική μου δολιότητα την παραδέχομαι τώρα· τότε την αρνιόμουν μετά βδελυγμίας, ως το όφειλα στην ανωριμότητα.) Τους ζήλευα, δήθεν, που δεν κούραζαν το μυαλό τους, αυτοί οι πνευματικά νεκροί. Ένοχη έπαρσης και αλαζονείας, αναμφίβολα. (Και πνευματικά οκνηρή: σα να ’κλεβα εκκλησία.) Με την πάροδο του χρόνου, κατάλαβα ότι έσφαλα. (Όχι ουσιαστικά, αλλά πρακτικά. Ο χρόνος σ’ το κάνει αυτό: υποβάλλει την ουσία στη βάσανο των πράξεων.) Στις παρυφές της μέσης ηλικίας, άλλαξα βιολί. (Ή μάλλον: δεν άλλαξα βιολί, αλλά το κουρντίζω αλλιώς.) Δεν έχω πλέον τόσο έντονα συναισθήματα για το θέμα. Δέχομαι το «credo quia absurdum» («πιστεύω επειδή είναι παράλογο») ως επαρκή συνθήκη πίστης, ως επιλογή ζωής. Σέβομαι.

Δεν «ζηλεύω» πια τους πιστούς επειδή πιστεύουν. Δεν τους ζηλεύω ούτε χωρίς εισαγωγικά. Τους κατανοώ, όμως, κι ας διαφωνώ. Σέβομαι, κατ’ επιλογήν, τις παραδόσεις μιας κοινωνίας της οποίας είμαι μέλος. Όχι επειδή πρέπει, όχι επειδή με υποχρεώνουν, αλλά επειδή θέλω να είμαι μέλος της. Αυτό δεν αλλάζει τις  πεποιθήσεις μου: πιστεύω σ’ αυτά που πιστεύω (γιατί σε κάτι πιστεύω κι εγώ τελικά, κι ας λένε). Πιστεύω απαρέγκλιτα (μέχρι αποδείξεως του εναντίου). Όχι δογματικά! Αν υπάρχει Λόγος, αλλάζω γνώμη. Γνώμη, όχι στάση. (Δεν μου χρειάζεται εγχειρίδιο θεόπνευστης ηθικής για να διάγω έναν ηθικό βίο.) Εξακολουθώ να μην έχω μεταφυσικές ανησυχίες. Ο δικός μου θεός δεν υπάρχει. Υπάρχουν όμως αναρίθμητες θρησκείες, οι περισσότερες υπεύθυνες για σωρεία εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, διαχρονικά. (Δεν φταίνε οι θρησκείες, ως τέτοιες· φταίει εκείνος που τις χρησιμοποιεί κατά το δοκούν: ο άνθρωπος. Ο οποίος τις κατασκεύασε για ίδιον όφελος ή/και για παραμυθία: ανθρώπινο· πολύ ανθρώπινο.)

Από την άλλη, έχω υποστείλει τη σημαία του ανένδοτου ορθολογισμού. Έχω πάψει να πολεμάω τους θεούς – και τους ένθεους. Δεν έχει νόημα. (Καλύτερα: έχει νόημα, αλλά εγώ δεν έχω ούτε τον χρόνο ούτε το κουράγιο γι’ αυτό τον πόλεμο.) Εννοείται ότι εμμένω στις ιστορικές βεβαιότητες, έστω και για λόγους αρχής. Αλλά ως εκεί: δεν τις τρίβω πια στα μούτρα των άλλων· έχω πάψει να κατασκευάζω «εχθρούς». Τώρα συζητάω ήρεμα· διαλέγομαι. (Υπό αυτή την έννοια, είμαι χριστιανικότερη πολλών χριστιανών.) Δεν υπάρχουν (έγκυρες) αποδείξεις ούτε για την ύπαρξη ούτε για την ανυπαρξία τού (όποιου) θεού. Οι ενδείξεις (και η λογική) λένε πως είναι πιθανότερο να μην υπάρχει παρά να υπάρχει. (Υπάρχει σίγουρα η Ιδέα του Θείου στο μυαλό ενός πιστού – κι αυτό, ασφαλώς, λίγο δεν είναι. Μόνο που πρόσβαση στο μυαλό τού καθενός έχει μονάχα ο ίδιος: τελεία και παύλα.) Με τις ενδείξεις όμως δεν κάνουμε δουλειά. (Ούτε και με τη λογική, θεός φυλάξοι!) Συνεπώς;

bizarro_atheists

Συνεπώς, αφήνουμε (αφήνω: καλύτερα στον ενικό – εκεί είναι ευκολότερη η ανάληψη ευθυνών) το ζητούμενο για τις επόμενες γενιές. Στο μέλλον, το πρόβλημα είτε θα καταπέσει (και θα ξεχαστεί), ως κατ’ ουσίαν μη-πρόβλημα, είτε θα λυθεί, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Τι θ’ απογίνει; Πού να ξέρω; Κανείς δεν ξέρει. Οι προβλέψεις για το μέλλον είναι η απόλυτη ανοησία: ποιον αφορούν; Εμάς, που δεν ξέρουμε την τύφλα μας για το μέλλον, ή εκείνους, τους μακρινούς απογόνους μας, που ήδη θα το ζουν; Κανέναν! Οι εικασίες μας βασίζονται στη λογική και στα δεδομένα – και η λογική ποτέ δεν ήταν το φόρτε της ανθρωπότητας· επίσης, ούτε τα δεδομένα αισθάνονται πολύ καλά τώρα τελευταία.

Αν περνούσε από το χέρι μου, θα ήθελα να συνεχίσω στο επέκεινα ως ό,τι να ’ναι – είτε στην κόλαση, είτε στον παράδεισο, είτε κάπου αλλού (ποιος ξέρει, σωστά;). Η μετακόσμιος ζωή, σε κάθε περίπτωση (και ιδίως αν δεν υπάρχει), προσφέρει άπειρες ευκαιρίες. Κι έτσι που δεν πιστεύω στην αιωνιότητα (τη δική μου και μόνο – για των άλλων δεν παίρνω όρκο), η όποια έκπληξη θα μου είναι απείρως ευχάριστη. Δεν προσδοκώ ανάσταση νεκρών, αυτό προκύπτει αβίαστα από τα μέχρι τώρα· αλλά αυτό δεν με εμποδίζει να χαίρομαι στην Ιδέα της Ανάστασης – Εκείνου, του Άλλου, όλων μας. Κι αυτό γιατί, κατ’ αρχήν, πιστεύω στις Ιδέες.

Καλή Ανάσταση, λοιπόν. Και ό,τι έχει ο καθένας, ας φέρει.

* * *

blind-faith-atheism-pic1

Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Διάφοροι καημοί

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x

 

 


Στο:Διάφοροι καημοί Tagged: Μαρίκα Τσεβά

from dimart http://ift.tt/2pmnxxc
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου