Το βιβλίο της άμμου #57
Το Λονδίνο είχε καταπιεί πολλά εκατομμύρια νέους άντρες με το όνομα Σμιθ, χωρίς να δώσει κανείς σημασία σ’ αυτά τα καταπληκτικά χριστιανικά ονόματα όπως το «Σέπτιμους», που μ’ αυτά οι γονείς τους είχαν σκεφτεί να τους ξεχωρίζουν. Αν έμενε κανείς στη Γιούστον Ρόουντ, υπήρχαν ένα σωρό εμπειρίες, και ξανά εμπειρίες, τέτοιες σαν κι αυτήν, που κάνει ένα πρόσωπο ρόδινο, αγνό και οβάλ, να γίνεται μέσα σε δύο χρόνια ισχνό, ρικνωμένο, ξένο. Για όλ’ αυτά όμως, τι άλλο θα μπορούσε να είχε πει και ο πιο παρατηρητικός και περίεργος φίλος εκτός από κείνο που λέει ένας κηπουρός όταν ανοίγη την πόρτα του θερμοκήπιου το πρωί και ανακαλύπτη ένα καινούργιο μπουμπούκι στο φυτό του: «Άνθισε!» Άνθισε από τη ματαιότητα, τη φιλοδοξία, τον ιδεαλισμό, το πάθος, τη μοναξιά, το θάρρος, τη νωθρότητα, τους συνηθισμένους σπόρους που δημιουργούν ένα κυκεώνα (μέσα σ’ ένα δωμάτιο στη Γιούστον Ρόουντ) και τον έκαναν άτολμο, να τραυλίζη και να υποφέρη, για να καλυτερέψη τον εαυτό του και να ερωτευτή τελικά την μις Ισαβέλλα Πόουλ που δίδασκε Σαίξπηρ στη Γουέτερλω Ρόουντ.
Δεν έμοιαζε με τον Κητς; Ρωτούσε εκείνη. Και την απασχολούσε το πώς θα του έδινε τη γεύση από τον Αντώνιο και Κλεοπάτρα και τα υπόλοιπα. Του δάνειζε βιβλία. Του έγραφε σ’ ένα σωρό ψαλιδισμένα χαρτιά. Και του άναψε μέσα του τέτοια φωτιά που μονάχα μια φορά στη ζωή μας ανάβει, μια φωτιά χωρίς ζέστη, που τρεμόσβηνε με μιαν αέναη χρυσοκόκκινη φλόγα, αιθέρια και φανταστική, και τύλιγε την μις Πόουλ. Τον Αντώνιο και την Κλεοπάτρα. Την Γουέτερλω Ρόουντ. Εκείνος τη θεωρούσε όμορφη, πίστευε ότι ήταν αναντίρρητα σοφή. Την ωνειρευόταν, της έγραφε ποιήματα, που εκείνη αγνοώντας το θέμα τους, τα διώρθωνε με κόκκινο μελάνι. Την είχε δει, ένα καλοκαιριάτικο βράδυ, να περπατάη σε μια πλατεία, φορώντας ένα πράσινο φόρεμα. «Άνθισε!» θάλεγε ο κηπουρός που θα είχε ανοίξει την πόρτα. Που θάμπαινε μέσα, αυτό να λέγεται, οποιαδήποτε νύχτα εκείνο τον καιρό και θα τον έβρισκε να γράφη. Θα τον έβρισκε να σκίζη τα γραφτά του. Θα τον έβρισκε να τελειώνη ένα αριστούργημα στις τρεις το πρωί. Και να τρέχη έξω για να οργώση τους δρόμους, να επισκέπτεται εκκλησίες, και να βιάζεται τη μια μέρα, την άλλη να μεθάη, να καταβροχθίζη τον Σαίξπηρ, τον Δαρβίνο, την Ιστορία του Πολιτισμού και τον Μπέρναρ Σω.
* * *
Βιρτζίνια Γουλφ, Η κυρία Ντάλογουεη, μετάφραση Κωστούλα Μητροπούλου, Γαλαξίας, Αθήνα 1967.
Ανθολόγος σήμερα, ο Γιώργος Τσακνιάς
Εικόνα εξωφύλλου: Euston Road, 1904
* * *
—Στη στήλη αυτή δημοσιεύονται αποσπάσματα βιβλίων που μιλούν για άλλα βιβλία, πραγματικά ή φανταστικά. Εντοπίστε σχετικά αποσπάσματα και στείλτε τα στο dimartblog@gmail.com για να γίνετε ο ανθολόγος της ημέρας—
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Το βιβλίο της άμμου
Στο:Το βιβλίο της άμμου Tagged: Γιώργος Τσακνιάς, Κωστούλα Μητροπούλου, Λογοτεχνία, βιβλίο, Virginia Woolf
from dimart http://ift.tt/2nKE13b
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου