—της Ελένης Κεχαγιόγλου για τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα—
Αρνιόμουν πεισματικά από το πρωί να δω το βίντεο στο οποίο δύο άντρες κλοτσούν με μένος στο κεφάλι «έναν ναρκομανή», κατά το ρεπορτάζ, που επιχείρησε να κλέψει ένα κοσμηματοπωλείο στο κέντρο της Αθήνας και, αντ’ αυτού, του έκλεψαν με αγριότητα τη ζωή. Προϊούσης της μέρας, ο «ναρκομανής» απέκτησε όνομα, έγινε ο Ζαχαρίας (Ζακ) Κωστόπουλος, ετών 33, ακτιβιστής της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, ομοφυλόφιλος και οροθετικός, ναρκομανής — κι εγώ κάμφθηκα και είδα το βίντεο. Πλημμύρισε έκτοτε το FB αναρτήσεις συγκλονισμένων ανθρώπων. Και είναι λες κι ακόμη και με την έξοδό του από τη ζωή ο νέος αυτός άντρας φρόντισε να στείλει ένα μήνυμα για το τι σημαίνει στίγμα και εγκατάλειψη στο περιθώριο της «χρηστών ηθών »ελληνικής κοινωνίας, της ελληνικής κοινωνίας όπου ο Αμβρόσιος χύνει χολή και ευφραίνει καρδίας «καλών χριστιανών» και ο μέσος Έλληνας εξακολουθεί τον 21ο αιώνα να ανατριχιάζει και μόνο με την ύπαρξη των ομοφυλόφιλων, που του προξενούν αηδία και τρόμο οι οροθετικοί.
Ο Ζακ Κωστόπουλος είχε την ατυχία των ταλαίπωρων αδέσποτων ζώων στην ελληνική επαρχία (ή στην επαρχία «Ελλάδα»), που χαιρέκακα τα κακοποιούν «καλοί οικογενειάρχες» ή σαδιστικά τα δολοφονούν με φόλες-μπριζόλες-με-γυαλιά για να αργοπεθαίνουν μες στον τρόμο και στον πόνο. Από μια βιτρίνα επιχείρησε και ο Ζακ να γλιτώσει, μάτωσε από τα γυαλιά της, πέθανε μες στον τρόμο, δεχόμενος κλωτσιές στο κεφάλι.
Ο αντίλογος ότι οι άνθρωποι την εποχή της κρίσης είναι νοσηρά θυμωμένοι, ότι το κέντρο είναι αβίωτο και στο έλεος των παραβατικών, ότι οι δυο άντρες κλωτσούσαν ό,τι νιώθουν πως τους έχει καταστρέψει τη ζωή απειλώντας την περιουσία τους δείχνει τον βαθμό της άρρωστης κοινωνίας στην οποία ζούμε, μια κοινωνία στην οποία τείνει να κανονικοποιηθεί το κακό σε όλες του τις εκδοχές, καθώς συχνότατα απέναντί του βρίσκει, αν όχι σαφή αποδοχή, πάντως αδράνεια ή σιωπή ή σκεπτικισμό, εκεί όπου η καταδίκη οφείλει να είναι γενικευμένη και απροκάλυπτη, δίχως ναι μεν αλλά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως μας έμαθε η Χάνα Άρεντ, η ατομική συνείδηση γίνεται ελαστική, το κακό ανάγεται σε κοινωνική νόρμα και οι άνθρωποι εξοικειώνονται, το υιοθετούν μηχανικά, φυσιολογικά, σχεδόν «φυσικά».
Ας ξαναδιαβάσουμε την Κοινοτοπία του κακού — και ας φοβηθούμε επειδή, εκτός από τα τέρατα που δολοφονούν εν ψυχρώ έναν ανήμπορο άνθρωπο, θα δούμε κυρίως μια κοινωνία που δέχεται να γίνει αυτό. Όπως ακριβώς και στο επίμαχο βίντεο, στο οποίο δύο κλοτσούν τον πεσμένο και αιμόφυρτο νεαρό άντρα, ένας επιχειρεί να τους σταματήσει, ψύχραιμα, και οι πολλοί τριγύρω αμέτοχοι παρακολουθούν. Τότε, δεν θα μας εκπλήσσει πια που ο καταστηματάρχης μετά την απομάκρυνση του τσακισμένου ανθρώπου σκουπίζει ατάραχος τα τζάμια έξω από το μαγαζί του — θα μας τρομάζει που η σκηνή αυτή περιγράφει την 22α Σεπτεμβρίου 2018, στην Αθήνα, στην Ελλάδα, στον τόπο όπου, τραγικά, έχει πια απενοχοποιηθεί το «κακό» ή, ακόμη χειρότερα, το «κακό» έχει γίνει σε μεγάλο βαθμό αποδεκτό ως «ανάγκη αντίδρασης». Δείτε το αυτό σε οριζόντια και κάθετη διαστρωμάτωση της ελληνικής κοινωνίας, ας το δούμε μήπως αντιδράσουμε στο κακό που συνηθίζουμε, στο μίσος που μας δηλητηριάζει θέτοντας πάντα ένα: «ή εμείς ή αυτοί», διότι όποιοι σήμερα ανήκουν στο «εμείς» εύκολα αύριο γίνονται «αυτοί» — το ξέρουμε και από την Ιστορία.
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα
from dimart https://ift.tt/2xwiy2n
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου