Ωδή
—Βαλερύ Λαρμπώ—
Μετάφραση: Τάκης Σινόπουλος
Δώσε μου το μεγάλο σου θόρυβο, το γλυκό μεγάλο σου περπάτημα,
το κύλισμά σου το νυχτερινό ανάμεσα στην πάμφωτη Ευρώπη,
ω τρένο πολυτελές! και την αγωνιώδη μουσική
που ακούγεται κατά μήκος των διαδρόμων σου ντυμένων με χρυσό δέρμα,
ενώ πίσω απ’ τις σκαλιστές θύρες με τις βαριές χάλκινες κλειδαριές
κοιμούνται οι εκατομμυριούχοι.
Διασχίζω σιγανοτραγουδώντας στους διαδρόμους σου
κι ακολουθώ το τρέξιμό σου προς τη Βιέννη και τη Βουδαπέστη
σμίγοντας τη φωνή μου με τις εκατό χιλιάδες φωνές σου,
ω πολύβουη φυσαρμόνικα!
Της ζωής τη γλύκα την αισθάνθηκα πρώτη φορά
σε μια καμπίνα του Nord-Express ανάμεσα Βιρμπάλεν και Πσκοφ.
Κυλούσαμε διαμέσου λειβαδιών όπου οι βοσκοί
στις ρίζες τεράστιων δέντρων όμοιων με λόφους
ήταν ντυμένοι με ακατέργαστες βρωμιάρικες προβιές…
(η ώρα οχτώ του φθινοπωρινού πρωινού κι η όμορφη πριμαντόνα
με τα μενεξελιά μάτια τραγούδαγε στη διπλανή καμπίνα).
Κι εσείς αιώνιοι πάγοι που είδα ανάμεσά σας να περνάει
η Σιβηρία και του Σάμνιου τα βουνά
η άγρια κι άνανθη Καστίλλη κι η θάλασσα του Μαρμαρά
κάτω από μια ζεστή βροχή!
Δώσε μου, ω Orient-Express, Sud-Brenner-Bahn, δώσε μου
τους θαυμαστούς υπόκωφους θορύβους σου
τις γοητευτικές παλλόμενες φωνές σου·
δώσε μου την εύκολη κι ανάλαφρην ανάσα
των ψηλών κοκκαλιάρικων ατμομηχανών με τις άνετες κινήσεις
των ατμομηχανών κάποιας Ταχείας
που σέρνουν πίσω τους δίχως προσπάθεια δέκα-δώδεκα βαγόνια κίτρινα
με γράμματα χρυσά
μέσ’ από τις βουνίσιες ερημιές της Σερβίας
και, πιο μακριά, μέσ’ απ’ τη Βουλγαρία πνιγμένη στα τριαντάφυλλα…
Αχ! ετούτοι οι θόρυβοι, ετούτη η κίνηση
πρέπει να μπούνε στα τραγούδια μου και να ιστορούν
για μένα, τη ζωή μου την ανείπωτη, την παιδική μου ζωή
που πια δε θέλει τίποτα να ξέρει, μόνο
σ’ αβέβαια πράγματα παντοτινά να ελπίζει.
* * *
Άλλα ποιήματα, άλλων εβδομάδων
from dimart http://bit.ly/2GDPf2W
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου