Αυτό δεν είναι τραγούδι #611
Dj της ημέρας, ο Γιώργος Θεοχάρης
Τρίτη μέρα που κάθομαι και κοιτάζω το συρματόπλεγμα. Το σχέδιο του έχει εντυπωθεί ανεξίτηλα σε κείνο το μέρος του μυαλού που σκηνοθετεί εφιάλτες.
Έρχεται ένας εθελοντής· νεαρός, συμπονετικός. Μου δίνει ένα μπουκάλι νερό κι ένα κρουασάν. Παίρνω το νερό και τον ευχαριστώ. Το κρουασάν; με ρωτάει. Όχι, είμαι διαβητικός, του λέω. Διστάζει για μια στιγμή· βγάζει από τον σάκο του ένα σάντουιτς και μου το δίνει. Υποψιάζομαι ότι αυτό το έχει για τον εαυτό του, δεν είναι από κείνα τα τυποποιημένα. Αρνούμαι να το πάρω. Ευχαριστώ, εσύ το χρειάζεσαι περισσότερο. Εγώ δεν κάνω τίποτα· κάθομαι· και περιμένω. Τι; Δεν ξέρω. Ίσως να περάσω απέναντι και να κοιτάζω το συρματόπλεγμα από την άλλη μεριά.
Από μακριά ακούγονται φωνές, πέφτει ξύλο. Πάλι. Έφυγα από έναν πόλεμο και βρέθηκα σε άλλον. Κανένας από τους δύο δεν είναι δικός μου. Έχω τι να πολεμήσω, μα δεν έχω με τι να το πολεμήσω.
Έρχεται ένας από τους συνοδοιπόρους μου προς το πουθενά να με ρωτήσει πώς λένε στα αγγλικά «είμαστε εγκλωβισμένοι», «ανθρώπινα δικαιώματα» και «ανοίξτε τα σύνορα», γιατί τον περιμένει ένας δημοσιογράφος να μιλήσει στην κάμερα. Του δίνω τις λέξεις γραμμένες φωνητικά σ’ ένα κουρελόχαρτο. Φεύγει. Σκέφτομαι τις λέξεις. Μοιράζω λέξεις μέρες τώρα. Αυτές έχω, αυτές μοιράζω.
Χθες το βράδυ έβρεξε, μας πνίγει η λασπουριά. Κάθομαι σε μια λασπωμένη κουβέρτα και μετράω μέρες. Αντίστροφα. Έχω ινσουλίνη για μια βδομάδα το πολύ. Μετά, τέλος. Θα γίνω παράπλευρη απώλεια.
Έρχεται ένας άνθρωπος, μεσήλικας αυτός, και μου μιλάει σε γλώσσα που δεν καταλαβαίνω. Δεν φέρει κανενός είδους διακριτικά – μάλλον ανεξάρτητος εθελοντής. Δείχνει τα παπούτσια μου και κάτι ρωτάει. Προσπαθεί με κατακερματισμένα αγγλικά να μου εξηγήσει. Υποθέτω ότι μου λέει πως δεν γίνεται να περπατήσω άλλο με αυτά. Τα παπούτσια μου έχουν περάσει τρεις χώρες και μία θάλασσα, και το δείχνουν: έχουν διαλυθεί. Του εξηγώ ότι δεν έχει σημασία, δεν πρόκειται να πάω πουθενά. Του δείχνω το συρματόπλεγμα απέναντι. Για όταν ανοίξουν τα σύνορα, μου λέει. Δεν θέλω άλλα παπούτσια· αυτά ξέρουν τον δρόμο, πάνε μόνα τους, τον καθησυχάζω. Φεύγει σκοτεινιασμένος. Συνεννοηθήκαμε; Ναι.
Πίνω λίγο νερό. Απ’ όλες τις ανάγκες, το νερό είναι η καθοριστική. Ιεραρχώ νοερά: νερό, φαγητό, ύπνος. Μήπως να βάλω τον ύπνο στην κορυφή; Έναν ύπνο βαθύ, λυτρωτικό. Εύχομαι την ανυπαρξία. Με ενδιάμεσο σταθμό την αταραξία.
Έρχεται ένας γιατρός. Έτσι που με βλέπει, ρωτάει αν χρειάζομαι κάτι. Ινσουλίνη, του λέω. Δεν έχω, μου λέει και κουνάει το κεφάλι του απολογητικά. Θα σου βρω, αλλά δεν ξέρω πότε, μου λέει. Κάτω από την άσπρη του ποδιά φοράει ένα μπλουζάκι που γράφει «You Can Never Hold Back Spring». Του το δείχνω, καθώς το συλλαβίζω. Ήρθε η άνοιξη, κάτι θα γίνει, υπομονή, μου λέει χωρίς να το πιστεύει ούτε ο ίδιος. Βάζω το χέρι μου στο μέρος της καρδιάς του. Δεν υπάρχει καλύτερη εποχή για να φύγεις, του λέω. Μου γυρίζει την πλάτη και απομακρύνεται σχεδόν τρέχοντας. Συσσωρευμένη απόγνωση. Τον καταλαβαίνω.
Τρίτη μέρα που κάθομαι και κοιτάζω το συρματόπλεγμα. Κλείνω τα μάτια και φεύγω, γυρίζω πίσω. Ποτέ δεν μπορείς να συγκρατήσεις την άνοιξη. Αλλά κι αυτός ο χειμώνας μέσα μας, ατελείωτος.
* * *
Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στοdimartblog@gmail.com.
Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια
from dimart http://ift.tt/1REMqfG
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου