Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

Ο πολιτισμός της μπαναλιτέ

fabr-baltas

—του Γιώργου Τσακνιά για τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα

Αν θες το παρόν να διαφέρει από το παρελθόν,
μελέτησε το παρελθόν—

Μπαρούχ Σπινόζα

Στο ρεπορτάζ της Όλγας Σελλά από τη συνέντευξη Τύπου του Γιαν Φαμπρ στο αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης διάβασα διάφορα καταπληκτικά που είπε ο Υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς. Πέρα από την ίδια την καρατόμηση του Γιώργου Λούκου από το Φεστιβάλ Αθηνών και την επιλογή του Φαμπρ, ο οποίος προτίθεται να αφιερώσει το φετινό φεστιβάλ στο Βέλγιο, λέει, γιατί είναι πολυπολιτισμικό και πατρίδα πολλών καλλιτεχνών και έβγαλε και το «φλαμανδικό κύμα», δεν ξέρει κανείς αν πρέπει να γελάσει ή να κλάψει —ή και τα δύο, αλλά με ποια σειρά;— με τα μαργαριτάρια που εκστόμισε πολυβοληδόν ο Υπουργός του Πολιτισμού: για τον Σπινόζα, το έργο του οποίου λέει βλέπει μέσα από τα μάτια του Φαμπρ και ο οποίος λέει ήταν «ο πρωτοπόρος της αριστερής πτέρυγας του Διαφωτισμού», για τον Ρέμπραντ και τον Βερμέερ (εδώ ο Φαμπρ παρενέβη και τον διόρθωσε, επισημαίνοντας ότι «αυτοί ήταν Ολλανδοί») και άλλα ανεκδιήγητα.

Ο Σπινόζα πάντως —ο ίδιος, όχι μέσω του Φαμπρ— πίστευε πως «αυτό που δυσκολεύονται περισσότερο να ελέγξουν οι άνθρωποι είναι τα λεγόμενά τους. Πιο εύκολα μετριάζουν τις επιθυμίες τους παρά αυτά που λένε».

Μοιραία σκέφτηκα πως στη χώρα μας άπαντες οι πολιτικοί ηγέτες από τότε που θυμάμαι δηλώνουν υποκριτικά ότι ο πολιτισμός αποτελεί το πολύτιμο κεφάλαιο και τη βαριά βιομηχανία της, πλην όμως η θέση του Υπουργού Πολιτισμού αποτελεί κατά κανόνα το πάρκινγκ για κάποιο στέλεχος του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος μετά από καραμπόλες, κάποιον που πρέπει να υπουργοποιηθεί για λόγους εσωκομματικής ισορροπίας αλλά δεν περισσεύει άλλο υπουργείο «σοβαρό» και ο εν λόγω καταλήγει εκεί, γιατί «ε, μωρέ, πόση ζημιά να κάνει;» Αντίστοιχα, ο εν λόγω βράζει από τον θυμό του αλλά βέβαια δηλώνει δημόσια τα περί πολύτιμου κεφαλαίου και βαριάς βιομηχανίας και μετά απλώς περιμένει τις επόμενες εκλογές ή κάποιον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, προσπαθώντας απλώς να αποφύγει τυχόν πεπονόφλουδες: λάθε βιώσας. Δεν έχει κανείς παρά να διατρέξει τη λίστα των υπουργών πολιτισμού των τελευταίων δεκαετιών, όπου λάμπουν ονόματα όπως του Σωτήρη Κούβελα και του Πάνου Παναγιωτόπουλου, για να καταλάβει ποια είναι η κυρίαρχη αντίληψη για την πολιτική του πολιτισμού, ποιος δηλαδή είναι ο κανόνας, πέρα από τις διαβαθμίσεις και τις εξαιρέσεις.

Πριν από 3-4 χρόνια, ο Τομέας Πολιτισμού της ΔΗΜΑΡ (του οποίου ήμουν γραμματέας) έδωσε δύο μάχες με τον τότε Υπουργό Πολιτισμού της κυβέρνησης Σαμαρά, τον Κώστα Τζαβάρα. Τη μία μάχη —να μην κλείσει το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου— δυστυχώς την χάσαμε. Ο Κώστας Τζαβάρας κατάφερε να κλείσει το ΕΚΕΒΙ, αφήνοντας σκιές για κακοδιαχείριση και απαξιώνοντας το συνολικά, χωρίς εντέλει ποτέ να διερευνηθεί τον αν υπήρξε όντως κακοδιαχείριση, πόση, πότε και από ποιους. Όλα αυτά, για έναν εποπτευόμενο φορέα. Η απλή λογική λέει ότι θα μπορούσε απλώς το υπουργείο να ασκήσει τον εποπτικό του ρόλο. Τέλος πάντων, τον Ιούνιο του 2013 τον Κώστα Τζαβάρα διαδέχτηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού ο Πάνος Παναγιωτόπουλος, η συνεισφορά του οποίου ήταν η επιστολή του στον Τζορτζ Κλούνι, που του ζητούσε να βοηθήσει να επιστραφούν στην Ελλάδα τα γλυπτά του Παρθενώνα, τα οποία, έγραφε τότε ο υπουργός, «είναι ξενιτεμένα παρά τη θέλησή τους».

Τη δεύτερη μάχη την κερδίσαμε: ήταν η ανανέωση της θητείας του Γιώργου Λούκου στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Ο τότε υπουργός Κώστας Τζαβάρας είχε στηλώσει τα πόδια και αρνιόταν να υπογράψει την ανανέωση της θητείας του Λούκου και πείστηκε κυριολεκτικά στο παρά πέντε, όταν ήταν φανερό ότι κινδύνευε να μη γίνει καν το φεστιβάλ εκείνη τη χρονιά.

Ο Κώστας Τζαβάρας εκλέγεται στον Νομό Ηλείας με τη Νέα Δημοκρατία. Είναι ένας κλασικός συντηρητικός πολιτικός που έχει εντελώς διαφορετική αντίληψη για το φεστιβάλ από τον Λούκο και που ήθελε να δώσει την Επίδαυρο στον Κώστα Γεωργουσόπουλο, προκειμένου να ανεβαίνουν «κανονικές» παραστάσεις αρχαίων δραμάτων, όχι «μοντερνιές». Κατανοητό, πάντως: αυτός είναι, αυτό πιστεύει, αυτό το κοινό εκπροσωπεί. Παρακολουθώντας τον Αριστείδη Μπαλτά συνολικά και ειδικότερα τη θητεία του στο Υπουργείο Πολιτισμού, αναρωτιέμαι: είναι δυνατόν ένας αριστερός, μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας, σε μία θέση που υποτίθεται πως είναι ψηλά στην ατζέντα της Αριστεράς και όπου, εν πάση περιπτώσει, μπορείς να κάνεις αρκετά πράγματα χωρίς ιδιαίτερα χρήματα, να περνάει κάτω από τον πήχυ του πολιτισμού της μπαναλιτέ, που έβαλε τόσο χαμηλά ο Κώστας Τζαβάρας και ο διάδοχός του Πάνος Παναγιωτόπουλος;

Φαίνεται πως ναι. Χρόνια τώρα επιλέγουμε το μη χείρον και ψηφίζουμε με βασικό κριτήριο το ότι «οι άλλοι είναι χειρότεροι», εγκλωβισμένοι στη μπαναλιτέ της αδράνειας, για να παραφράσω τη Χάνα Άρεντ. Στη χώρα λοιπόν του αυτογκόλ και στην εποχή της Πρώτης Φοράς Αριστερά, ένα ακόμα αρνητικό ρεκόρ είναι εφικτό. Δεν ξέρω αν ο Αριστείδης Μπαλτάς είναι περήφανος για τις επιλογές του στο υπουργείο του και αν κρίνει πως τον τιμούν, με τον ίδιο τρόπο που θεωρεί πως η εικόνα της Ειδομένης είναι τιμητική για την Ελλάδα. Όπως είπε και ο Σπινόζα, «περηφάνια είναι η ικανοποίηση την οποία αισθάνεται κάποιος που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του».

baruch-spinozas-quotes-5

* * *

Εδώ άλλες αναρτήσεις από τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα

Το dim/art στο facebook

follow-twitter-16u8jt2 αντίγραφο




from dimart http://ift.tt/1UUovga
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου