Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

«Μέτρα λιτότητας»: Η νέα ελληνική ποίηση

—της Ελένης Κεχαγιόγλου—

Κυκλοφόρησε χθες από τις εκδόσεις Penguin μια ανθολογία της νέας ελληνικής ποίησης, σε επιμέλεια και μετάφραση της Karen Van Dyck.  Η επιμελήτρια της έκδοσης —καθηγήτρια των ελληνικών σπουδών στην έδρα Κίμων Α. Δούκας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια—  έχει ήδη επιμεληθεί, σε συνεργασία με τους Peter Bien, Peter Constantine and Edmund Keeley έναν τόμο για την ελληνική ποίηση από το 1900 έως το 2000 (A Century of Greek Poetry: 1900-2000, Cosmos, 2004), ενώ έχει επίσης μεταφράσει από τα ελληνικά το μυθιστόρημα της Μαργαρίτας Λυμπεράκη Τα ψάθινα καπέλα (Three Summers) για λογαριασμό των εκδόσεων Κέδρος το 1995 και, τέλος, ανθολόγησε και μετάφρασε ποιήματα της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ (The Scattered Papers of Penelope: New and Selected Poems by Katerina Anghelaki- Rook, Graywolf 2009).

vandyke-330Η νεοελληνίστρια Karen Van Dyck —με σχετικές σπουδές στην Οξφόρδη και με τα επιστημονικά της ενδιαφέροντα να περιλαμβάνουν την ελληνική λογοτεχνία και την ελληνική λογοτεχνία της διασποράς, τα ζητήματα φύλου και τη μετάφραση— υπογράφει τώρα μια ανθολογία με την ποίηση της νέας χιλιετίας, όπως θα δείτε στο κείμενό της που ακολουθεί (Guardian, 23/3/2016) και το οποίο παρατίθεται ολόκληρο στη συνέχεια.

Το οποίο κείμενο έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δεδομένου ότι δίνει μια εικόνα της σημερινής Ελλάδας όπως την προσλαμβάνει ένας άνθρωπος ξένος (παρότι η K. V. Dyck έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης τη δεκαετία του 198ο) και δημοσιεύεται σε μια μεγάλη εφημερίδα του Λονδίνου. Ο σχολιασμός υπερβαίνει τη σύγχρονη ποιητική παραγωγή και περιγράφει το πλαίσιο εντός του οποίου αυτή παράγεται, κατά τη γνώμη της επιμελήτριας της συλλογής.

Το ενδιαφέρον, εν προκειμένω, κατά τη γνώμη μου είναι ότι επιχειρείται μια αντίστροφη ανάγνωση. Η «ζοφερή πραγματικότητα στην Αθήνα» όπως την περιγράφει η Κ. V. Dyck (ελλείψεις σε ρεύμα και νερό σε επίπεδα εμπόλεμης κατάστασης, τραγικές δολοφονίες και ληστείες καταλαμβάνουν στα μέσα τον ίδιο χρόνο με τις διαφημίσεις συστημάτων υψηλής ασφαλείας και άλλα παρόμοια, ενώ οι ποιητές διαβάζουν ποιήματα στις αλάνες) δίνουν μεν μια γραφική εικόνα για την πρωτεύουσα μιας χώρας σε κρίση, πλην όμως δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

cover.jpg.rendition.460

Το εξώφυλλο του βιβλίου, με μότο του Γιάνη Βαρουφάκη

Έχω την εντύπωση ότι, εν προκειμένω, η ανθολόγος-επιμελήτρια της συλλογής ερμηνεύει την πραγματικότητα μέσω της ποίησης και όχι την ποίηση αναφορικά με το πλαίσιο εντός του οποίου έχει παραχθεί. Και με τον τρόπο αυτό, οδηγείται σε μια παρανάγνωση (εσκεμμένη ή όχι) της πραγματικότητας. Για να αποφύγω ωστόσο τα βιαστικά συμπεράσματα, θα επανέλθω, αφότου διαβάσω την Εισαγωγή της ανθολογίας, στην οποία και θα δίνονται, φαντάζομαι, τα κλειδιά της επιλογής των ποιημάτων και του ερμηνευτικού σχήματος της K. V. Dyck, το έργο της οποίας, σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό. Και τότε, θα είμαι σε θέση, ίσως, να πω εάν, και κατά πόσον, στο εξώφυλλο μιας ποιητικής ανθολογίας έχει θέση μια φράση του οικονομολόγου Γιάνη Βαρουφάκη. Η θεωρία της λογοτεχνίας βέβαια, έχει —εδώ και χρόνια, και επί μακρόν— συζητήσει τέτοια θέματα…

Κατά τα άλλα, ανυπομονώ να πάρω στα χέρια μου το βιβλίο για να διαπιστώσω ποιοι νέοι ποιητές μας περιλαμβάνονται στις 496 σελίδες του και την αντιπροσωπευτικότητα της επιλογής αυτής ως προς την «επαναστητημένη μορφή τέχνης», σύμφωνα με τον Guardian. Σε κάθε περίπτωση, αυτό έχει σημασία: αέρα στα πανιά τους να έχουν οι ποιητές και οι πεζογράφοι μας και οι λέξεις της μικρής μας γλώσσας να βρίσκουν τρόπο να συναντούν κοινό εκτός συνόρων. Η ιδεολογική χρήση είναι μια άλλη, μεγάλη (και ίσως σε έναν βαθμό, αναπόφευκτη) ιστορία.

* * *

—της Karen Van Dyck για τον Guardian | Μετάφραση για το dim/art: Γιώργος Θεοχάρης—

Στην πληττόμενη από τη φτώχεια Ελλάδα, η ποίηση γίνεται πλουσιότερη. Η Karen Van Dyck, επιμελήτρια μιας ανθολογίας για τη σύγχρονη ελληνική ποίηση, με τον τίτλο Austerity Measures: The New Greek Poetry (Μέτρα Λιτότητας: Η Νέα Ελληνική Ποίηση), εξετάζει μια επαναστατημένη μορφή τέχνης.

guardian

Φωτογραφία του Αλέξανδρου Μιχαηλίδη (Demotix/Corbis) που συνοδεύει το δημοσίευμα στον Guardian για την έκδοση της ελληνικής ποιητικής ανθολογίας στα αγγλικά, με τη λεζάντα: «Διαδηλωτές με ελληνικές σημαίες, σε πορεία κατά της λιτότητας στην Αθήνα».  

Όταν τα αγαθά μειώνονται και δεν επαρκούν, οι άνθρωποι παλεύουν, γίνονται αρπακτικοί, σκληραίνουν. Τον τελευταίο καιρό, η Ελλάδα και τα Βαλκάνια ζουν με περισσότερες στερήσεις από το μερίδιο που τους αναλογεί. Η πείνα, η ανεργία, οι περικοπές των συντάξεων και οι κατεστραμμένες επιχειρήσεις χαρακτηρίζουν τη ζοφερή πραγματικότητα στην Αθήνα. Οι ελλείψεις σε ηλεκτρικό ρεύμα και νερό φτάνουν σε επίπεδα που συναντά κανείς σε χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Περισσότεροι από το 27% των Ελλήνων είναι άνεργοι. Το 55% των νέων, ιδιαίτερα εκείνων που (θα έπρεπε να) απασχολούνται στους τομείς της τεχνολογίας και της εκπαίδευσης, έχουν φύγει από την Ελλάδα για να βρουν δουλειά αλλού. Το 40% των παιδιών ζούσαν σε συνθήκες φτώχειας το 2014, και το ποσοστό τώρα πλησιάζει το 50%. Το δημόσιο χρέος είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη, πάνω από το 180% του ΑΕΠ, ενώ τα μέτρα λιτότητας κάνουν τη παραμονή στην ευρωζώνη τόσο δύσκολη όσο και το Grexit. Η ανάγκη για γρήγορες απαντήσεις ωθεί τους ψηφοφόρους στα πολιτικά άκρα. Οι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και η διαφθορά σε όλο το πολιτικό φάσμα επιφέρουν αβάσιμες καταγγελίες και μοιρολατρία. Σχεδόν κανείς δεν βάζει τα χρήματά του στις τράπεζες πια. Οι ειδήσεις για δολοφονίες και ληστείες μοιράζονται τον ίδιο χρόνο στα μέσα με τις διαφημίσεις για συστήματα ασφαλείας υψηλής τεχνολογίας. Εντωμεταξύ, οι πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ φτάνουν σε νησιά όπως η Λέσβος κατά εκατοντάδες, και ενίοτε κατά χιλιάδες· δεν θέλουν να παραμείνουν στην Ελλάδα, αλλά ούτε και μπορούν να φτάσουν σε χώρες με καλύτερες υπηρεσίες πρόνοιας. Και όπου προσαράζουν οι βάρκες με τους πρόσφυγες, σπεύδουν οι ντόπιοι ψαράδες, παρατάσσονται στην ακτή και τσακώνονται ποιος θα πρωτοπάρει τις εξωλέμβιες μηχανές για να τις πουλήσει αποκομίζοντας ένα κάποιο κέρδος. Περισσότεροι άνθρωποι, λιγότερα τα αγαθά κατά κεφαλή.

Η ποίηση, όμως, αφθονεί. Υπεραφθονεί. Ποιητές γράφουν γκράφιτι στους τοίχους, διαβάζουν δημοσίως σε πλατείες, θέατρα και αλάνες, απαγγέλουν σε φτωχογειτονιές, φωνάζουν συνθήματα και τραγουδούν σε συλλαλητήρια, μπλογκάρουν και ποστάρουν στο Διαδίκτυο, συνεργάζονται με καλλιτέχνες και μουσικούς, διδάσκουν παιδιά και μετανάστες σε εργαστήρια. Μέσα στην όλη δυστυχία και την αταξία, η νέα ποίηση βρίσκεται παντού. Όσα γράφονται είναι τόσο πολλά και ποικίλα που δεν χωρούν βολικά σε μία και μόνη πλευρά οποιουδήποτε ιδεολογικού ρεύματος. Μολονότι βιβλιοπωλεία συνεχώς κλείνουν και οι εκδότες δεν ξέρουν για πόσο ακόμα θα μπορούν να προμηθεύονται χαρτί, οι ποιητές καταφέρνουν και περνάνε τα ποιήματά τους στον κόσμο. Τα καθιερωμένα λογοτεχνικά περιοδικά ακμάζουν· οι μικροί εκδοτικοί οίκοι και τα νέα περιοδικά αφθονούν. Η παραγωγή ποίησης όχι μόνο αψηφά την οικονομική ύφεση, αλλά επίσης ξεπερνά και τις εθνικές, ταξικές και φυλετικές διακρίσεις. Τέτοια αφθονία νέας ποίησης έχει να σημειωθεί από την εποχή της  στρατιωτικής χούντας, γνωστής ως η Δικτατορία των Συνταγματαρχών, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν εμφανίστηκαν για πρώτη φορά ποιήτριες όπως η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, η Τζένη Μαστοράκη και η Παυλίνα Παμπούδη. Πράγματι, η ιστορική συγγένεια δεν σταματά εκεί: είναι και πάλι οι ποιητές που έχουν τη μερίδα του λέοντος στην καθοδήγηση της νέας γενιάς.

Η ανθολογία Austerity Measures (Μέτρα Λιτότητας) παρουσιάζει δείγματα αυτής της ζώσας παράδοσης και, πέρα από το ότι αντανακλά τις δυσκολίες της ζωής στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια σήμερα, κάνει αυτό που μόνο η ποίηση ξέρει να κάνει καλά: προσφέρει νέους τρόπους για να φανταστούμε ριζικά διαφορετικές πραγματικότητες. Από τα λυρικά ονειρικά αποσπάσματα της Άννας Γρίβα στον αποκαλυπτικό νεορεαλισμό του Στάθη Αντωνίου, κι από κει στα καυστικά μεταμοντέρνα πεζά ποιήματα του Θωμά Τσαλαπάτη, τίποτα εδώ δεν είναι όπως θα το περίμενε κανείς έχοντας κατά νου ακόμα και την ελληνική ποίηση του πρόσφατου παρελθόντος. Δεν υπάρχουν πολλά αγάλματα· ούτε και μύθοι, τουλάχιστον με την κλασική έννοια του όρου· ούτε πατριωτισμός· ούτε καν εκείνο το γνωστό έντονο φως ή οι αναφορές στη θάλασσα, όπως τις ξέρουμε από τους νομπελίστες ποιητές Γιώργο Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη.

Αυτό που κυρίως διακρίνει την ποίηση της νέας χιλιετίας απ’ ό,τι έχει προηγηθεί είναι, από τη μία πλευρά, η ποικιλομορφία της –δεν υπάρχουν σαφείς σχολές ή ομάδες– και, από την άλλη, οι πολιτισμικές συνθήκες που παίρνει ως δεδομένες. Χαλαρά συνδεδεμένοι, ζώντας στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και σε μικρότερες πόλεις όπως η Πάτρα, η Ξάνθη και η Σύρος, καθώς και έξω από την Ελλάδα, πολλοί από τους νέους ποιητές είχαν άμεση πρόσβαση σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και το Διαδίκτυο από την παιδική τους ηλικία. Η πραγματικότητα που επιδιώκουν να αναπαραστήσουν είναι εμποτισμένη από την εικονική πραγματικότητα, την οποία και έχει ενσωματώσει. Έχουν μεγαλώσει με την αντίληψη ότι τεράστια αποθέματα πληροφοριών και ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών γλωσσών δεν βρίσκονται παρά ένα κλικ μακριά τους. Ο αριθμός των γυναικών που γράφουν ποίηση σήμερα δεν έχει τον όμοιό του παρά μονάχα στην εποχή της δικτατορίας, ως εάν οι δύσκολοι καιροί να έχουν εξαλείψει την κατά τα άλλα ανισότητα.

Εντέλει, οι ποιητές αυτοί  διερευνούν το τι μπορεί να σημαίνει για την ποίηση να είναι πολιτική, ή να είναι απολιτική, σε περιόδους κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Ζουν εντός των ορίων των κάπιταλ κοντρόλ και των μη αντιπροσωπευτικών δημοψηφισμάτων· αν ζουν στο εξωτερικό, βασίζονται στα νέα που τους μεταφέρουν η οικογένεια και οι φίλοι τους που ζουν εντός του παραπάνω πλαισίου· αλλά, σε κάθε περίπτωση, αυτό είναι το πλαίσιο εντός του οποίου γράφουν. Ακόμη και στο έργο των ποιητών που άρχισαν να δημοσιεύουν πριν από δέκα και πλέον χρόνια, η λιτότητα και το αβέβαιο μέλλον είναι, αναπόφευκτα, παρόντα.

Αλλά ποια είναι η σχέση της ποίησης με τον κόσμο εντός του οποίου δημιουργείται; Αν στην ποίηση, όπως λέει ο William Carlos Williams στους στίχους που έχω βάλει ως μότο στην ανθολογία, «οι άνθρωποι πεθαίνουν άθλια κάθε μέρα / από έλλειψη / αυτού που υπάρχει», τότε τι υπάρχει σε αυτή τη γραφή που θα μπορούσε να κάνει εκείνες τις υπάρξεις λιγότερο άθλιες, ή ακόμα και να τις σώσει; Αν είναι «δύσκολο να μάθεις τις ειδήσεις από ποιήματα», δεν σημαίνει αυτό ότι είναι, παρ’ όλα αυτά, κατά κάποιον τρόπο δυνατόν – ειδικά όταν έχουμε να κάνουμε με ποιήματα «με μικρή απόκλιση από το σύμπαν», όπως περιέγραψε ο E. M. Forster τα ποιήματα του Έλληνα της διασποράς Κ. Π. Καβάφη;

Τα μέτρα λιτότητας απαιτούν ταυτόχρονα και περικοπές και τη μεταστροφή των περιορισμένων πόρων σε νέους και δημιουργικούς σκοπούς. Από ποιητικής άποψης, κάτι τέτοιο συνήθως συνεπάγεται ομοιοκαταληξία και μέτρο. Η Α. Ε. Stallings δραματοποιεί αυτή την επινοητικότητα ανανοηματοδώντας έναν τίτλο είδησης, «Η Ελλάδα υποβαθμίστηκε ακόμα βαθύτερα μες στα σκουπίδια», και χρησιμοποιώντας την τελευταία λέξη ως μία από τις δύο επαναλαμβανόμενες ρίμες μιας βιλανέλας ενσωματωμένης σε ένα πεζό ποίημα. Παρομοίως, ο παραδοσιακός δεκαπεντασύλλαβος του δημοτικού τραγουδιού, ο οποίος διόλου τυχαία ονομάζεται «πολιτικός στίχος», ανιχνεύεται σε πολλά από τα ελληνικά στο πρωτότυπο ποιήματα αυτής της συλλογής, βγαίνοντας στην επιφάνεια στις πιο απρόσμενες στιγμές. Ο στοχασμός του Γιάννη Ευθυμιάδη για τις τελευταίες στιγμές ενός ανθρώπου που πέφτει από το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, στο «9/11 ή Ο άνθρωπος που πέφτει», παίρνει μία ακόμα πιο επινοητική μορφή, στο πνεύμα των 27σύλλαβων στίχων του, επεκτείνοντας τη σύντομη κάθοδο των 10 δευτερολέπτων σε μια σειρά από 27 ποιήματα.

Το ζήτημα αυτό της επινοητικότητας μπορεί επίσης να υποδηλώνει ένα γενικότερο ήθος ανακύκλωσης, που θυμίζει το άδειο καροτσάκι για τα ψώνια σε μια ευφάνταστη σειρά χρήσεων, όπως εμφανίζεται με αυξανόμενη συχνότητα σε σύγχρονες ελληνικές ταινίες, στην τέχνη, ακόμη και σε μια διαφήμιση της Τράπεζας Πειραιώς. Πολύ συχνά, σε αυτή την ποίηση, οι εικόνες ακριβώς της καθημερινότητας καθιστούν την κρίση απολύτως σαφή: για παράδειγμα, χαρτοκιβώτια του ΙΚΕΑ χρησιμεύουν ως στέγη στις «Λέξεις» του Jazra Khaleed, και μια κάμπια τρώγεται ζωντανή στο κέντρο της Αθήνας στο «Μαύρο χαϊκού» της Γιάννας Μπούκοβα. Εντωμεταξύ, στο «Η μαμά είναι ποιήτρια» η Γλυκερία Μπασδέκη μετατρέπει τις δουλειές του σπιτιού σε μάθημα γραμματικής («όλη τη μέρα μαγειρεύει κόμματα, σκουπίζει χρόνους») και, με τον τρόπο αυτό, καθιστά την ποίηση για την καθημερινότητα πολιτική: «κόμμα», στα ελληνικά, σημαίνει το σημείο στίξης αλλά και το πολιτικό κόμμα. Οι σχέσεις των ποιητών αυτών με την ιστορία και τα τρέχοντα γεγονότα είναι ένα παράδοξα ετερόκλητο συνονθύλευμα, κάποτε προκλητικό, άλλοτε υπαινικτικό, αλλά πάντοτε τραβηγμένο στα όρια της γλώσσας, το οποίο ζητά από τον αναγνώστη να διευρύνει το επίπεδο κατανόησής του, να γίνει πιο δεκτικός. Η εποχή προσφέρεται για να μιλήσει κανείς ενάντια στα δόγματα, στη διαίρεση και στη μονογλωσσία – και, επίσης, συνήθως για κάτι εξίσου σημαντικό: απλώς για να καταγραφεί η βιωμένη εμπειρία των Ελλήνων σήμερα, τα νέα που θα παραμείνουν νέα όταν τα πρωτοσέλιδα προχωρήσουν παρακάτω για να καλύψουν άλλα μέρη του κόσμου.

 

  • Η ανθολογία Austerity Measures: The New Greek Poetry, σε επιμέλεια της Karen Van Dyck, κυκλοφόρησε χθες, 28 Μαρτίου, από τις εκδόσεις Penguin.

* * *

Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Βιβλίο

Το dim/art στο facebook

follow-twitter-16u8jt2 αντίγραφο

 

 

 

 




from dimart http://ift.tt/1RwR79o
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου