Η Νίκη Κωνσταντίνου-Σγουρού και η Μαρία Τοπάλη διαβάζουν βιβλία για παιδιά και τα συζητούν μεταξύ τους — γραπτά. Κάθε Τρίτη!
Η Μυστική Βιβλιοθήκη της Νουρ
Γουάφα Ταρνόφσκα
Εικονογράφηση: Βάλι Μίντζι
Μετάφραση: Μαρία Παπαγιάννη
Εκδόσεις Πατάκη, 2022
Η Νίκη στη Μαρία:
«Τα παιδιά στην ιστορία ζούσαν σε περίοδο πολέμου. Εκείνη την εποχή τα σπίτια κατεδαφίζονταν και έπεφταν τα πράγματα που είχαν μέσα. Μέσα σ’ αυτά τα πράγματα που έπεφταν, υπήρχαν βιβλία και αυτά τα βιβλία τα μαζέψανε η Νουρ και η παρέα της. Τα συγκεντρώσανε σε ένα μυστικό υπόγειο, το οποίο υπόγειο το μετατρέψανε σε βιβλιοθήκη. Κρίνουμε την πράξη τους πολύ θαρραλέα και πολύ αξιοπρεπή, γιατί ήτανε πολύ επικίνδυνο να βγουν έξω. Είναι αξιοπρεπής γιατί παρά την περίοδο πολέμου δεν έχαναν την ελπίδα ότι θα ζήσουν ξανά όπως παλιά.» – Κ. και Κ.
«Η πράξη των παιδιών ήταν πολύ επικίνδυνη και λίγο χαζή γιατί έπαιξαν τη ζωή τους κορώνα γράμματα.» – Γ.
«Πιστεύω ότι η πράξη των παιδιών να χτίσουν μια μυστική βιβλιοθήκη είναι πολύ έξυπνη διότι διαβάζοντας βιβλία ξεχνούσαν τον πόλεμο που ήταν ακριβώς από πάνω τους.» – Ο.
Τα παιδιά στην τάξη είναι εξοικειωμένα με τις εικόνες του πολέμου στη Συρία. Γεννήθηκαν το 2012. Τους διαβάζω τη Μυστική Βιβλιοθήκη της Νουρ και συζητάμε. Ρωτάνε διάφορα και τους ζητώ μετά να σχολιάσουν την πράξη των παιδιών της ιστορίας – κλασική ερώτηση της κυρίας που ελπίζει στη χρήση αιτιολογικών προτάσεων. Το βιβλίο μας άρεσε και εγώ συγκεκριμένα αισθάνθηκα πως έφερε τα παιδιά κοντά στον πόλεμο με τρόπο εξωραϊσμένο ίσως, αλλά πραγματικά ουσιαστικό, καθώς τους έδωσε πράγματι μια οπτική κανονικότητας και ταύτισης με τα υποκείμενα που έχουν συνηθίσει να βλέπουν μόνο ως μακρινά και σιωπηλά θύματα πολέμου και όχι ως παιδιά καθημερινά, δικά τους συνομήλικα.
Η Δαμασκός βομβαρδίζεται και «οι δρόμοι θύμιζαν ανοιχτές αποσκευές». Ο Αμίρ αρχίζει να μαζεύει τα βιβλία που βρίσκει στα χαλάσματα και η Νουρ προτείνει να φτιάξουν μια μυστική βιβλιοθήκη. Και η ιστορία αυτή δεν μεταφέρει απλώς την αληθινή ιστορία των νέων που έφτιαξαν μια βιβλιοθήκη στην Νταράγια εν μέσω του πολέμου στη Συρία, αλλά η ιδέα της Νουρ πραγματοποιεί το όνειρο της μικρής Γουάφα που διάβαζε για να ξεφύγει από τους βομβαρδισμούς και τον εγκλεισμό στα καταφύγια μερικές δεκαετίες πριν στο Λίβανο. Η συγγραφέας μιλάει για εκείνη και για όλα μας, το βιβλίο αφηγείται παραμυθένια και δίνει πραγματικές πληροφορίες, μας συγκινεί και μας συνδέει.
Η Μαρία στη Νίκη:
Εμένα πρώτα-πρώτα με κέρδισε η εικονογράφηση. Το άνοιξα, και νόμισα πως άνοιξα παράθυρο που έβγαζε σε κήπο. Έπειτα, είχε κάτι από τα δικά μου παιδικά χρόνια. Κάτι απροσδιόριστο. Αυτό το περίεργα επαναλαμβανόμενο από γενιά σε γενιά και από τόπο σε τόπο παρελθόν από αυλές και από κήπους και μπουγάδες απλωμένες και από παιδιά της γειτονιάς που γνωρίζονται μεταξύ τους. Και μου αρέσει πολύ το όνομα «Νουρ». Εν τω μεταξύ, ξεκινά μιλώντας σου για μια πόλη που την έλεγαν Δαμασκό, και «Δαμασκός» είναι ήδη μια πολύ ωραία λέξη. Μια Νουρ, σε μια Δαμασκό, με έναν μπαμπά φούρναρη και μια καλή παρέα είναι απολύτως αναμενόμενο να σχεδιάσει με τους φίλους της και μια «μυστική εταιρία». Και μετά ξημερώνει πόλεμος, δηλαδή βροχή από οβίδες πάνω από τα κεφάλια τους. Η «εταιρία» δεν εγκαταλείπεται αλλά μετασχηματίζεται. Έπειτα τα σωσμένα βιβλία γίνονται πολύτιμα, παράξενα αντικείμενα στην ερειπωμένη πόλη, πολύ πριν παίξουν τον ρόλο τους ως κείμενα. Αυτό επίσης μου άρεσε πολύ. Τα παιδιά αγαπούν τα αντικείμενα για την παραξενιά τους, τα παιδιά συλλέγουν, τα παιδιά εκθέτουν- θυμίσου το βιβλίο για το «δικό μου» μουσείο, που μου σύστησες τις προάλλες.
Στον ίδιο δρόμο βαδίζουν και αυτά τα παιδιά-θύματα του πολέμου. Εδώ τώρα κάποιοι θα αρχίσουν να φωνάζουν ότι σχετικοποιείται ο πόλεμος και η βία. Αλλά εγώ έχω ακούσει η ίδια τους παλιούς μου «μεγάλους» να διηγούνται τις απολύτως παιδικές παράλληλες περιπέτειές τους ενώ ταυτόχρονα μαινόταν γύρω τους ο πόλεμος και η πείνα. Οπότε αυτή την πολιτική ορθότητα την ακούω λιγάκι βερεσέ. Τα παιδιά της βομβαρδιζόμενης Δαμασκού, λοιπόν, συλλέγουν τα βιβλία- οι αποχρώσεις των στιβαγμένων βιβλίων γυρίζουν στο κόκκινο, αν προσέξεις. Εκπέμπουν θερμότητα και αισιοδοξία. Η συλλογή-θησαυρός, η συλλογή-εστία, ένα χαμένο κέντρο της ζωής που το ξαναφτιάχνουν με αυτόν τον απλό τρόπο. Και, φυσικά, στη συνέχεια η μυστική βιβλιοθήκη γίνεται καράβι- πολλά έχουν γραφτεί για το βιβλίο-καράβι και για το βιβλίο-όχημα ταξιδιού, με αφορμή πχ. τα βιβλία του Ιουλίου Βερν, ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον τα συζητήσουμε. Και εδώ υπάρχει ισχυρός αντίλογος, αλλά εγώ πάντα θα είμαι με το μέρος του παιδιού που καταφεύγει στο βιβλίο και κλείνεται μέσα σε αυτό και ταξιδεύει μέσα σε αυτό.
Και πάλι είναι εκπληκτική η εικονογράφηση με το ιστίο που είναι ταυτόχρονα ράφια βιβλιοθήκης, και με τα άλλα, τα ανοιχτά βιβλία που πετάνε σαν τους γλάρους δίπλα στο καράβι. Στην πρώτη εικόνα του βιβλίου τα αληθινά πουλιά πετούν πάνω από την ειρηνική Δαμασκό, στην τελευταία τα παιδιά έχουν σαλπάρει και φεύγουν από την κατεστραμένη πόλη· τα συνοδεύουν πετώντας τα βιβλία. Λόγια φτερωτά.
Όπως το έλεγε η Έμιλυ Ντίκινσον, η ελπίδα είναι ένα πράγμα με φτερά. Αυτό είναι ένα βιβλίο για την ελπίδα. Είναι σημαντικό να λες την αλήθεια, να αποκαλύπτεις, να αγωνίζεσαι, αλλά αν όλα αυτά τα κάνεις μόνον από θυμό και χωρίς ελπίδα, η ψυχή θα στεγνώσει και η βία θα γεννήσει μονάχα καινούρια βία. Οπότε ψηφίζω φουλ χρώματα και παραμύθι και ελπίδα, υπόγειες βιβλιοθήκες και παιδικές αναγνωστικές συνωμοσίες. Πάντως, νομίζω πως αν το διάβαζα στα παιδιά μου, όταν ήταν μικρά, δεν θα αντιστεκόμουν στον πειρασμό να παρέμβω σε πολλά σημεία της αφήγησης, ακολουθώντας περισσότερο τις εικόνες της ρουμάνας Βάλι Μίντζι και λιγότερο το κείμενο της Γουάφα Ταρνόφσκα.
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις ευ-πο / λυ-πο
from dimart https://ift.tt/S9Zqgbe
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου