—της Ελένης Κοσμά—
Η τρίτη επιστολή που γράφει ο Δάντης από την εξορία απευθύνεται στον επίσης εξόριστο ποιητή και φίλο του, Τσίνο ντα Πιστόια, και χρονολογείται πριν από το 1306, χρονιά κατά την οποία ο Τσίνο επέστρεψε στην πόλη του. Την επιστολή αυτή ο φλωρεντινός συνοδεύει με ένα σονέτο [Io sono stato con amore insieme], απάντηση σε ένα σονέτο του Τσίνο [Dante, quando per caso s’abbandona] με το οποίο ο ποιητής από την Πιστόια ρωτάει τον φίλο του εάν μπορεί ένας άντρας του οποίου το πάθος για μια γυναίκα έχει τελειώσει να ερωτευτεί ξανά μια άλλη γυναίκα. Ο Δάντης ευχαριστεί τον Τσίνο για την ευκαιρία που του δίνει απευθύνοντάς του αυτήν την ερώτηση να μιλήσει για ένα ζήτημα που απασχολεί και τον ίδιο. Ο Δάντης κλείνει την επιστολή του με μια αποστροφή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη: εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει.
[1] Η φλόγα της στοργής σου απηύθυνε σε μένα μια πρόσκληση ακέραιης πίστης, με την οποία, γλυκύτατε φίλε μου, μου ζητάς να απαντήσω στο ερώτημα εάν μπορεί η ψυχή να περάσει από ένα πάθος σε ένα άλλο: εννοώ από ένα πάθος σε ένα άλλο, με τη φύση του πάθους να διατηρεί την ίδια ένταση, ενώ τα αντικείμενα του πάθους ποικίλουν στον αριθμό, αλλά όχι στην ποιότητα. Και παρότι θα ήταν δικαιότερο να μιλήσεις εσύ για αυτό το ζήτημα, επιθυμείς να δώσεις σε μένα τον λόγο, προκειμένου, δίνοντας μια απάντηση σε αυτό το αμφιλεγόμενο ερώτημα, να μεγαλώσεις τη δόξα του ονόματός μου. Τα λόγια δεν θα κατόρθωναν, δίχως την αναγκαία έκπτωση, να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη και την καλή προαίρεση με την οποία υποδέχτηκα αυτή σου την πρόσκληση. Έτσι, λοιπόν, και με δεδομένη την αιτία του δικού μου δισταγμού, είναι στο δικό σου χέρι να μετρήσεις τι έμεινε [από μένα] ανείπωτο.
[2] Απαντιέται, λοιπόν, πιο κάτω [αυτό το ερώτημα] με τη μορφή ενός λυρικού διαλόγου, στον οποίο η Μούσα εξηγεί κάνοντας χρήση επιγραμμάτων, παρότι το νόημα διατυπώθηκε με τη μορφή συμβόλων, κατά την ποιητική συνήθεια, ότι ο έρωτας για ένα αντικείμενο μπορεί να αποδυναμωθεί και εντέλει να σβήσει και ένας νέος έρωτας για ένα άλλο αντικείμενο να πάρει τη θέση του στην ψυχή, στον βαθμό που η φθορά του ενός είναι η αναγέννηση του άλλου.
[3] Και η αλήθεια αυτού του ισχυρισμού, παρότι ελέγχεται διά της εμπειρίας, μπορεί να επιβεβαιωθεί από τη λογική και από την αυθεντία. Κάθε ενέργεια, λοιπόν, που δεν εξαντλείται με την ολοκλήρωση μιας πράξης, διατηρείται κατά τρόπο φυσικό για μια άλλη. Αναλογίσου την ενέργεια που συνδέεται με τα αισθητήρια όργανα, η οποία διατηρείται για όσο διάστημα λειτουργεί το όργανο και δεν εξαντλείται με την ολοκλήρωση μιας και μόνης πράξης. Από τη στιγμή, λοιπόν, που η ερωτική παρόρμηση –η βάση του έρωτα– , είναι μια ενέργεια αισθητηριακή, είναι φανερό πως με την ολοκλήρωση ενός πάθους διά του οποίου μεταφράστηκε σε πράξη, διοχετεύεται σε ένα άλλο. Τη μείζονα και την ήσσονα απόληξη του συλλογισμού, η πρόσβαση στον οποίο δείχνει εύκολη, αφήνω να τις υποδείξει η δική σου οξύνοια.
[4] Μένει τώρα να ακούσουμε προσεχτικά την αυθεντία του Οβιδίου, στο τέταρτο βιβλίο των Μεταμορφώσεων, το οποίο αφορά ευθέως και στην κυριολεξία του τη δική μας υπόθεση: εκεί όπου, δηλαδή, (συγκεκριμένα στην ιστορία των τριών αδελφών που περιφρονούν τον γιο της Σεμέλης) ο ποιητής μιλώντας στον Ήλιο, ο οποίος αφού περιφρόνησε και παράτησε τις υπόλοιπες Νύμφες για τις οποίες έκαιγε προηγουμένως, αγαπά τώρα με νέο έρωτα τη Λευκοθέη, γράφει: «Και τώρα, Υιέ του Υπερίωνα;» και ό,τι ακολουθεί.*
[5] Επίσης, πολυαγαπημένε αδερφέ, σε παροτρύνω να οπλιστείς με σύνεση προκειμένου να αντιμετωπίσεις τα βέλη της Ραμνουσίας. Διάβασε, σε παρακαλώ, το [Fortuitorum Remedia] που μας χαρίστηκε γενναιόδωρα, σαν από πατέρα σε γιο, από τον πιο σπουδαίο των φιλοσόφων, τον Σενέκα, και μη σβηστεί ποτέ από τη μνήμη σου η φράση: εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει — Εάν ήσασταν κομμάτι του κόσμου αυτού, ο κόσμος θα σας αγαπούσε.
Δάντης και Βεατρίκη, η πρώτη συνάντηση
Σαλβαδόρ Νταλί, αρχές δεκαετίας 1960
* * *
Το σονέτο του Τσίνο:
Dante, quando per caso s’abbandona
lo disio amoroso de la speme,
che nascer fanno gli occhi del bel seme
di quel piacer che dentro si ragiona,
i’ dico, poi se morte le perdona
e Amore tienla più de le due estreme,
che l’alma sola, la qual più non teme,
si può ben trasformar d’altra persona.
E ciò mi fa dir quella ch’è maestra
di tutte cose, per quel ch’i’ sent’anco,
entrato, lasso!, per la mia finestra.
Ma prima che m’uccida il nero e il bianco,
da te, che sei stato dentro ed extra,
vorre’ saper se ’l mi’ creder è manco.
Το σονέτο του Δάντη
Io sono stato con Amore insieme
de la circulazion del sol mia nona,
e so com’egli affrena e come sprona
e come sotto lui si ride e geme.
Chi ragione o virtù contra gli sprieme,
fa come que’ che ’n la tempesta sona
credendo far colà dove si tona
esser le guerre de’ vapori sceme.
Però nel cerchio de la sua palestra
liber arbitrio già mai non fu franco,
sì che consiglio invan vi si balestra.
Ben può con nuovi spron punger lo fianco,
e qual che sia ’l piacer ch’ora n’addestra,
seguitar si convien, se l’altro è stanco.
* * *
Δάντης και Βεατρίκη
Σαλβαδόρ Νταλί, αρχές δεκαετίας 1960
* * *
* Ovidius IV 190-213
quid nunc, Hyperione nate,
forma colorque tibi radiataque lumina prosunt?
nempe, tuis omnes qui terras ignibus uris,
ureris igne novo; quique omnia cernere debes, 195
Leucothoen spectas et virgine figis in una,
quos mundo debes, oculos. modo surgis Eoo
temperius caelo, modo serius incidis undis,
spectandique mora brumalis porrigis horas;
deficis interdum, vitiumque in lumina mentis 200
transit et obscurus mortalia pectora terres.
Τι νυν δε, υιέ του Υπερίονος, το κάλλος και το χρώμα και το ακτινοβόλον φως ωφελεί; Αληθώς συ ο οποίος δια του σαυτού φωτός πάσαν την γην καίεις, καίεσαι δια νέου πυρός, και οποίος πάντα οφείλεις να επιβλέπης, θεωρείς την Λευκοθόην, και εις μίαν παρθένον τους οφθαλμούς πηγνύεις, ους εις τον κόσμον οφείλεις και νυν μεν εξανίσταται του εώου ουρανού πρωιαίτερον νυν δε οψιαίτερον εμπίμπτεις εις τα ύδατα και τη θέα διατρίβων τας χειμερινάς επεκτείνεις ώρας , ενίοτε δε και εκλείπεις, και το πάθος της ψυχής μέχρι του προσώπου φθάνει, και σκοτιζόμενος τας διανοίας των ανθρώπων εκφοβείς.
(Οβιδίου, Μεταμορφώσεις, βιβλίο IV, σε μετάφραση: Α. Παπαγεωργίου, Πανεπιστήμιο Κρήτης)
* * *
Εικόνα εξωφύλλου: Σαλβαδόρ Νταλί
Η εικονογράφηση της Θείας Κωμωδίας από τον Νταλί ξεκίνησε το 1957 ως ανάθεση από το ιταλικό κράτος, που παρήγγειλε 100 έργα για μια συλλεκτική έκδοση η οποία θα κυκλοφορούσε το 1965, με αφορμή την εορτασμό των 700 χρόνων από τη γέννηση του Δάντη. Το ιταλικό κράτος ακύρωσε την παραγγελία μετά την κατακραυγή για το γεγονός ότι η εικονογράφηση του εθνικού ποιητή της Ιταλίας είχε ανατεθεί σε ξένο (ναι, συμβαίνουν και αλλού αυτά), ο Νταλί όμως συνέχισε τη δουλειά μέχρι το 1964, οπότε και ανέθεσε σε δύο χαράκτες την αναπαραγωγή, οι οποίοι έφτιαξαν συνολικά 3.500 χαρακτικά. Τα έργα αυτά κυκλοφόρησαν (και μερικά αντίτυπα κυκλοφορούν ακόμα), ενώ έγινε και μία —εξαντλημένη πλέον— έκδοση το 1993 από τη Park West Gallery.
* * *
Το πρόσωπο του ήλιου και των άστρων: η 12η επιστολή του Δάντη — της Ελένης Κοσμά
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Βιβλίο
from dimart http://ift.tt/1NFSIxr
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου