Σε συνθήκες σκλαβιάς εξακολουθούν να ζουν, σύμφωνα με το εκτενές ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας Guardian, οι εργάτες της Μανωλάδας ένα χρόνο μετά τα αιματοβαμμένα επεισόδια αλλά και την αμφιλεγόμενη απόφαση του δικαστηρίου…
που ακολούθησε. Πόσο αξίζει ένας άνθρωπος που έχει χαρακτηριστεί “παράνομος”;». Αυτό το ερώτημα βασανίζει τον Τίπου Τζοουντούρι εδώ και 17 μήνες. Όσο καιρό δηλαδή ο νεαρός άνδρας από το Μπαγκλαντές είναι αναγκασμένος να ζει σε συνθήκες σκλαβιάς. Παρ’ όλα αυτά δεν μιλάει άσχημα για την Ελλάδα. Αντί για οργή, αυτό που νιώθει είναι παραίτηση, μία μάλλον μοιρολατρική αποδοχή του τρόπου που έχει εξελιχθεί η ζωή του. Όταν τους είδαμε να στρέφουν τα όπλα τους εναντίον μας, ήμασταν περίπου 200 μαζεμένοι. Νομίζαμε ότι έκαναν πλάκα», θυμάται ο Τζοουντούρι για τα αιματοβαμμένα γεγονότα του Απριλίου του 2013. «Στο κάτω κάτω μας χρωστούσαν χρήματα περισσότερο από πέντε μήνες. Δεν περιμέναμε πως θα μας πυροβολήσουν».
Στο ρεπορτάζ, το οποίο δημοσιεύεται λίγες ημέρες πριν τις προγραμματισμένες πορείες και εκδηλώσεις διαμαρτυρίας που θα πραγματοποιηθούν στη Θεσσαλονίκη από αντιρατσιστικές ομάδες και συνδικάτα υπέρ των εργατών από το Μπαγκλαντές, με αφορμή την ομιλία Σαμαρά στη ΔΕΘ για την οικονομική πολιτική, οι εργάτες του Νίκου Βαγγελάτου θυμούνται με καθηλωτικό τρόπο το αιματοβαμμένο εκείνο απόγευμα.
Ο ήλιος έδυε όταν οι Έλληνες εμφανίστηκαν στα χωράφια. Ήταν τρεις, δύο οπλισμένοι με καραμπίνες, ένας με πιστόλι. Οι Μπαγκλαντεσιανοί τους γνώριζαν καλά. Όλοι εργάζονταν για τον Νίκο Βαγγελάτο, έναν πλούσιο παραγωγό της περιοχής που έφτιαξε περιουσία πουλώντας φράουλες στους Ρώσους, τους Γερμανούς και τους Βρετανούς.
Ο Τίπου προσπαθεί να θυμηθεί τα γεγονότα με λεπτομέρειες έχοντας πάντα την αίσθηση της σφαίρας να τρυπάει το δεξί του πόδι. «Υποτίθεται ότι θα παίρναμε 22 ευρώ την ημέρα, μείον τρία ευρώ για φαγητό και άλλα τρία για στέγαση. Αλλά κάθε φορά μας έλεγε ότι θα πληρωθούμε την επόμενη εβδομάδα. Πήγαμε και βρήκαμε τον Βαγγελάτο στο γραφείο του και μας είπε ότι θα μας πλήρωνε, αλλά στους άλλους έπρεπε να πούμε να κάνουν υπομονή. Είχαμε ήδη κάνει απεργία δύο φορές», θυμάται ο εργάτης, ο οποίος είχε πληρώσει χιλιάδες δολάρια για να φτάσει στη χώρα που για τον ίδιο ήταν η γη της Επαγγελίας. Συν τα χρήματα που έστελνε στην οικογένειά του. «Τότε αποφασίσαμε να πούμε στους άλλους την αλήθεια».
Όλοι, όμως, ήξεραν πως από τη στιγμή που δεν είχαν νόμιμα χαρτιά, κανείς δεν θα συνέδραμε τον αγώνα τους και τα χρήματα τα είχαν άμεση ανάγκη για τις οικογένειές τους. Οι Αρχές, ακόμα και αν πήγαιναν να τους μιλήσουν, δεν θα ενδιαφέρονταν να τους ακούσουν.
Ο Λίντον Καν, φίλος του Τίπου, λέει: «ένα μήνα πιο πριν είχαν σκοτώσει τα δύο σκυλιά που βρίσκονταν στον καταυλισμό μας. Τότε μας είπαν πως έτσι θα έκαναν και με εμάς». Ο Βαγγελάτος τους απείλησε ότι αν δεν συνεχίσουν να δουλεύουν, θα έφερνε άλλους εργάτες. Άρχισαν να πυροβολούν. Οι σφαίρες “πετούσαν”. Άκουγες μόνο κραυγές και κλάματα από παντού και όλοι να ζητούν βοήθεια. Εκείνοι συνέχισαν να πυροβολούν και το αίμα είχε χυθεί παντού. Κάποιοι ξάπλωναν κάτω σαν νεκροί».
Ο Καν ήταν που κάλεσε την αστυνομία, η οποία ήρθε λίγα λεπτά αργότερα.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο των μεταναστών, Μωυσή Καραμπεϊλίδη, η απόφαση του δικαστηρίου που ακολούθησε τον Ιούλιο επηρεάστηκε από το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν έχουν νόμιμα χαρτιά. Η απόφαση βγήκε μέσα σε 15 λεπτά και δεν εξηγήθηκε καν το σκεπτικό. Ντρέπομαι που είμαι Έλληνας!», αναφωνεί υπογραμμίζοντας ότι ο παραγωγός είχε μια ομάδα εννέα ισχυρών δικηγόρων προς υπεράσπισή του. «Εμείς ήμασταν δύο. Ήμασταν σαν τον Δαυίδ ενάντια στον Γολιάθ. Τώρα ευελπιστούμε σε νέα δίκη».
Ο Τίπου έχει αποφασίσει να επιστρέψει στην πατρίδα του, η οικογένειά του τον πιέζει, αλλά εκείνος θέλει πρώτα να τελειώσει τη δουλειά εδώ στην Ελλάδα και να δει τη Δικαιοσύνη να κάνει επιτέλους καλά τη δουλειά της. Στο μεταξύ στη Μανωλάδα οι φράουλες μαζεύονται συνεχώς και οι συνθήκες δεν έχουν αλλάξει για τους μετανάστες.
Πηγές: Guardian – patrisnews – ilialive.gr
Via
που ακολούθησε. Πόσο αξίζει ένας άνθρωπος που έχει χαρακτηριστεί “παράνομος”;». Αυτό το ερώτημα βασανίζει τον Τίπου Τζοουντούρι εδώ και 17 μήνες. Όσο καιρό δηλαδή ο νεαρός άνδρας από το Μπαγκλαντές είναι αναγκασμένος να ζει σε συνθήκες σκλαβιάς. Παρ’ όλα αυτά δεν μιλάει άσχημα για την Ελλάδα. Αντί για οργή, αυτό που νιώθει είναι παραίτηση, μία μάλλον μοιρολατρική αποδοχή του τρόπου που έχει εξελιχθεί η ζωή του. Όταν τους είδαμε να στρέφουν τα όπλα τους εναντίον μας, ήμασταν περίπου 200 μαζεμένοι. Νομίζαμε ότι έκαναν πλάκα», θυμάται ο Τζοουντούρι για τα αιματοβαμμένα γεγονότα του Απριλίου του 2013. «Στο κάτω κάτω μας χρωστούσαν χρήματα περισσότερο από πέντε μήνες. Δεν περιμέναμε πως θα μας πυροβολήσουν».
Στο ρεπορτάζ, το οποίο δημοσιεύεται λίγες ημέρες πριν τις προγραμματισμένες πορείες και εκδηλώσεις διαμαρτυρίας που θα πραγματοποιηθούν στη Θεσσαλονίκη από αντιρατσιστικές ομάδες και συνδικάτα υπέρ των εργατών από το Μπαγκλαντές, με αφορμή την ομιλία Σαμαρά στη ΔΕΘ για την οικονομική πολιτική, οι εργάτες του Νίκου Βαγγελάτου θυμούνται με καθηλωτικό τρόπο το αιματοβαμμένο εκείνο απόγευμα.
Ο ήλιος έδυε όταν οι Έλληνες εμφανίστηκαν στα χωράφια. Ήταν τρεις, δύο οπλισμένοι με καραμπίνες, ένας με πιστόλι. Οι Μπαγκλαντεσιανοί τους γνώριζαν καλά. Όλοι εργάζονταν για τον Νίκο Βαγγελάτο, έναν πλούσιο παραγωγό της περιοχής που έφτιαξε περιουσία πουλώντας φράουλες στους Ρώσους, τους Γερμανούς και τους Βρετανούς.
Ο Τίπου προσπαθεί να θυμηθεί τα γεγονότα με λεπτομέρειες έχοντας πάντα την αίσθηση της σφαίρας να τρυπάει το δεξί του πόδι. «Υποτίθεται ότι θα παίρναμε 22 ευρώ την ημέρα, μείον τρία ευρώ για φαγητό και άλλα τρία για στέγαση. Αλλά κάθε φορά μας έλεγε ότι θα πληρωθούμε την επόμενη εβδομάδα. Πήγαμε και βρήκαμε τον Βαγγελάτο στο γραφείο του και μας είπε ότι θα μας πλήρωνε, αλλά στους άλλους έπρεπε να πούμε να κάνουν υπομονή. Είχαμε ήδη κάνει απεργία δύο φορές», θυμάται ο εργάτης, ο οποίος είχε πληρώσει χιλιάδες δολάρια για να φτάσει στη χώρα που για τον ίδιο ήταν η γη της Επαγγελίας. Συν τα χρήματα που έστελνε στην οικογένειά του. «Τότε αποφασίσαμε να πούμε στους άλλους την αλήθεια».
Όλοι, όμως, ήξεραν πως από τη στιγμή που δεν είχαν νόμιμα χαρτιά, κανείς δεν θα συνέδραμε τον αγώνα τους και τα χρήματα τα είχαν άμεση ανάγκη για τις οικογένειές τους. Οι Αρχές, ακόμα και αν πήγαιναν να τους μιλήσουν, δεν θα ενδιαφέρονταν να τους ακούσουν.
Ο Λίντον Καν, φίλος του Τίπου, λέει: «ένα μήνα πιο πριν είχαν σκοτώσει τα δύο σκυλιά που βρίσκονταν στον καταυλισμό μας. Τότε μας είπαν πως έτσι θα έκαναν και με εμάς». Ο Βαγγελάτος τους απείλησε ότι αν δεν συνεχίσουν να δουλεύουν, θα έφερνε άλλους εργάτες. Άρχισαν να πυροβολούν. Οι σφαίρες “πετούσαν”. Άκουγες μόνο κραυγές και κλάματα από παντού και όλοι να ζητούν βοήθεια. Εκείνοι συνέχισαν να πυροβολούν και το αίμα είχε χυθεί παντού. Κάποιοι ξάπλωναν κάτω σαν νεκροί».
Ο Καν ήταν που κάλεσε την αστυνομία, η οποία ήρθε λίγα λεπτά αργότερα.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο των μεταναστών, Μωυσή Καραμπεϊλίδη, η απόφαση του δικαστηρίου που ακολούθησε τον Ιούλιο επηρεάστηκε από το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν έχουν νόμιμα χαρτιά. Η απόφαση βγήκε μέσα σε 15 λεπτά και δεν εξηγήθηκε καν το σκεπτικό. Ντρέπομαι που είμαι Έλληνας!», αναφωνεί υπογραμμίζοντας ότι ο παραγωγός είχε μια ομάδα εννέα ισχυρών δικηγόρων προς υπεράσπισή του. «Εμείς ήμασταν δύο. Ήμασταν σαν τον Δαυίδ ενάντια στον Γολιάθ. Τώρα ευελπιστούμε σε νέα δίκη».
Ο Τίπου έχει αποφασίσει να επιστρέψει στην πατρίδα του, η οικογένειά του τον πιέζει, αλλά εκείνος θέλει πρώτα να τελειώσει τη δουλειά εδώ στην Ελλάδα και να δει τη Δικαιοσύνη να κάνει επιτέλους καλά τη δουλειά της. Στο μεταξύ στη Μανωλάδα οι φράουλες μαζεύονται συνεχώς και οι συνθήκες δεν έχουν αλλάξει για τους μετανάστες.
Πηγές: Guardian – patrisnews – ilialive.gr
Via
Διαβάστε περισσότερα »
from PoNiRidiS http://ift.tt/W906Ye
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου