Στις μέρες μας ένα συχνό θέμα συζήτησης μεταξύ των γυναικών αποτελεί η κυτταρίτιδα, πως δημιουργείται, που οφείλεται και πως μπορεί να εξαλειφθεί... Η κυτταρίτιδα πήρε το όνομα τη από Γάλλους επιστήμονες και αναφέρεται στην ανομοιόμορφη κατανομή του λίπους. Συγκεκριμένα, η κυτταρίτιδα είναι αποτέλεσμα της διαταραχής του λιπώδους ιστού, που απλώνεται κάτω από το δέρμα και οφείλεται στη μειωμένη κυκλοφορία του αίματος και στη διόγκωση των λιποκυψελών, λόγω κατακράτησης υγρών και τοξινών. Αποτέλεσμα αυτών είναι η απώλεια της ελαστικότητας των ινών του συνδετικού ιστού, η οποία προκαλεί την εμφάνιση του δέρματος που είναι γνωστή σαν όψη «φλοιού πορτοκαλιού.
Η δημιουργία της κυτταρίτιδας είναι ανεξάρτητη από την παχυσαρκία, δηλαδή μπορεί να εμφανιστεί και σε αδύνατα άτομα. Αντίθετα με το σωματικό βάρος, η εμφάνιση της κυτταρίτιδας εξαρτάται από το φύλο μιας και μόνος ένας στους εκατό άντρες εμφανίζει κυτταρίτιδα σε αντιδιαστολή με τις γυναίκες όπου μία στις δυο μπορεί να εμφανίσει κυτταρίτιδα. Αυτό εξηγείται από τον τρόπο με τον οποίο το γυναικείο σώμα είναι σχηματισμένο με στρώματα λίπους σε στρατηγικά σημεία.
Η κυτταρίτιδα μπορεί να εμφανιστεί σε όλα τα σημεία του σώματος, αλλά τα πιο συνηθισμένα είναι οι μηροί, οι γλουτοί, το εσωτερικό των μπράτσων, το στομάχι, η κοιλιά και οι γάμπες. Επιπλέον, ανάλογα με το αν οφείλεται στην κατακράτηση λίπους ή νερού ή και των δύο διακρίνεται σε τρία είδη: σκληρή, μαλακή και συσχετισμένη αντίστοιχα.
Η ανάπτυξη της κυτταρίτιδας οφείλεται σε ορμονικές αλλαγές που συνδέονται με αυξομειώσεις των οιστρογόνων όπως συμβαίνει σε καταστάσεις όπως η ήβη, η εγκυμοσύνη, η λοχεία και η κλιμακτήριος που έχουν ως αποτέλεσμα την ανακατανομή λίπους στο σώμα. Ωστόσο στις μέρες μας η εμφάνιση της κυτταρίτιδας οφείλεται και
σε περιβαλλοντικούς παραγόντες, με κύριο αντιπρόσωπο τις άσχημες διατροφικές σύνηθειες όπως είναι η κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε λίπος και αλάτι, η καφεΐνη καθώς επίσης και η μειωμένη πρόσληψη νερού.
Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η κυτταρίτιδα είναι ή συσσώρευση λιποκυττάρων τα οποία έχουν χάσει ένα σημαντικό ποσοστό του νερού τους, η διατροφική της αντιμετώπιση άπτεται στην αποφυγή των τροφών εκείνων που προάγουν την αποθήκευση λίπους και της κατακράτησης νερού. Συγκεκριμένα συστήνεται: Μειωμένη κατανάλωση μαγειρικού αλατιού και τροφίμων πλούσιων σε αλάτι όπως οι κονσέρβες, τα παστά, τα πατατάκια, τα έτοιμα φάγητα τύπου fast-food μιας και το αλάτι προάγει την κατακράτηση υγρών. Περιορισμένη κατανάλωση αλκοολούχων ποτών μιας και η περίσσεια του αλκοόλ στον οργανισμό εντείνει τη λιπογένεση. Προσεκτική έως μειωμένη κατανάλωση τροφών πλούσιων σε κορεσμένο λίπος, όπως είναι το κόκκινο κρέας, τα γλυκά, τα τηγανιτά, η μαγιονέζα, η κρέμα γάλακτος, τα ζωικά βούτυρα, τα αυγά, τα ολόπαχα γαλακτοκομικά και τυροκομικά προϊόντα. Αντίθετα συστήνεται η κατανάλωση τροφίμων πλούσια μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (ελαιόλαδο) και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (ιχθυέλαια). Μειωμένη πρόσληψη απλών σακχάρων (υδατανθράκων). Η ζάχαρη είναι μια μορφή απλού υδατάνθρακα που βρίσκεται παντού και έχει άμεση σχέση με την ανάπτυξη της κυτταρίτιδας. Δεν είναι μόνο τα γλυκά και όσες τροφές είναι φανερό ότι περιέχουν πολλά ζάχαρα λόγω γεύσης (καραμέλες, πάστες, γλυκά). Δυστυχώς τα σάκχαρα βρίσκονται κρυμμένα σε πολλές τροφές ψωμί, κονσερβοποιημένα τρόφιμα, σάλτσες, κρασιά, γιαούρτια, ακόμα και σε τροφές που θεωρητικά δεν περιέχουν ζάχαρη, αλλά έχουν φρουκτόζη που και αυτή διασπάται σε γλυκόζη. Η ζάχαρη που παίρνουμε από τις τροφές ελευθερώνεται στο αίμα με τη μορφή της γλυκόζης. Επομένως η υπερβολική πρόσληψη ζάχαρης έχει ως συνέπεια τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Ο οργανισμός για τις διάφορες δραστηριότητές του απαιτεί κάποια ποσότητα γλυκόζης από τον οργανισμό. Όταν λοιπόν η φυσική μας δραστηριότητα και γενικά οι ενεργειακές μας ανάγκες καλύπτουν την προσλαμβανόμενη γλυκόζη, τότε καταναλώνεται όλη η υπάρχουσα γλυκόζη. Όταν όμως τα επίπεδα γλυκόζης είναι πολύ υψηλότερα από τις ανάγκες του οργανισμού σε ενέργεια, τότε έχουμε ποσότητα ανεκμετάλλευτης γλυκόζης (ενέργειας) που αποθηκεύεται. Η αποθήκευση γίνεται στο συκώτι και στους μύες αρχικά, και μετά μετατρέπεται σε λίπος στο λιπώδη και υποδόριο ιστό. Συγκεκριμένα η γλυκόζη ενώνεται με τα ελεύθερα λιπαρά οξέα δημιουργώντας τα τριγλυκερίδια, που αποτελούν αποθέματα ενέργειας από τον οργανισμό, με τη μορφή λίπους, και έτσι έχουμε διόγκωση των λιπωδών κυττάρων και εμφάνιση της μορφής φλούδας πορτοκαλιού. Άφθονη χρήση φρούτων, λαχανικών και τροφίμων ολικής αλέσεως (δημητριακά, ζυμαρικά, πλιγούρι, ψωμί πολύσπορο, cream crackers σίκαλης, καστανό/αναποφλοίωτο ρύζι), τα οποία είναι πλούσια σε φυτικές ίνες και νερό. Οι φυτικές ίνες αφενός μεν λόγω της ικανότητά τους να δεσμεύουν τα χολικά άλατα, τα οποία είναι υπεύθυνα για την απορρόφηση λίπους, αφετέρου δε λόγω του ότι διασχίζουν αναλλοίωτες τον γαστρεντερικό σωλήνα, οδηγούν στην αποβολή ενός μέρους του λίπους που παίρνουμε από τις τροφές με άμεσο αποτέλεσμα να αποθηκεύεται λιγότερο λίπος. Επιπλέον, η πλούσια περιεκτικότητα των φρούτων και των λαχανικών σε νερό αναπληρώνουν τα υγρά του οργανισμού και κατ' επέκταση και των λιποκυττάρων και έτσι τελικά βελτιώνουν την όψη «φλούδας πορτοκαλιού» της επιδερμίδας. Η αυξημένη κατανάλωση υγρών υγρών (νερό, χυμοί, ημίπαχο γάλα, ελληνικός ή στιγμιαίος καφές, τσάι χωρίς ζάχαρη, ροφήματα κρόκου κοζάνης), συστήνεται επιπλέον στην καταπολέμηση της κυτταρίτιδας μιας και διευκολύνει στο μεταβολισμό των τροφών, έτσι ώστε να αποφεύγεται η περίσσεια της αποθήκευσης λίπους και να εντείνεται η αποβολή άχρηστων ουσιών (τοξινών).
Τέλος, η σωματική άσκηση μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη και στην καταπολέμηση του προβλήματος της κυτταρίτιδας μιας και βελτιώνει τη λεμφική και φλεβική παροχέτευσης των ιστών καθώς επίσης συμβάλλει στην καύση και απομάκρυνση του τοπικού λίπους όπως και στη διατήρηση του φυσιολογικού βάρους.
Και δύο μύθοι που πρέπει να γνωρίσουμε:
Μύθος 1 :Ο καφές κάνει κατακράτηση υγρών
Αλήθεια: Ο καφές όχι μόνο δεν κάνει κατακράτηση αλλά συμβάλει στην ενυδάτωση του οργανισμού. Κάτι τέτοιο είναι σύμφωνο και με το Ινστιτούτο Ιατρικής της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, το οποίο αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Τα ροφήματα με καφεΐνη, όπως είναι ο καφές, συμβάλλουν στην κάλυψη των ημερήσιων αναγκών σε υγρά παρόμοια με τα μη καφεϊνούχα ροφήματα, μιας και η περιεκτικότητα τους σε νερό κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα (90-100%)».
Μύθος 2: Ο καφές κάνει κυτταρίτιδα
Αλήθεια: Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν επιστημονικές μελέτες που να συσχετίζουν την κατανάλωση καφεΐνης με την δημιουργία κυτταρίτιδας. Η κυτταρίτιδα αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό πρόβλημα καθώς δημιουργείται από το συνδυασμό διαφόρων αιτιών όπως το στρες, η δυσκοιλιότητα, ορμονικές διακυμάνσεις, κακή διατροφή, έλλειψη άσκησης και κληρονομικότητα. O καφές δεν αποτελεί ένα από αυτά καθώς έχει μηδαμινή θερμιδική αξία και περιεκτικότητα σε λιπαρά (χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή γάλακτος). Ο καφές φαίνεται να δρα ενάντια στην κυτταρίτιδα και στην παχυσαρκία αφού η καφεΐνη αυξάνει τον μεταβολισμό μέσω αύξησης της θερμογένεσης. Αυτό προϋποθέτει να καταναλώνουμε 2-3 φλιτζάνια καφέ ημερησίως με όσο το δυνατόν λιγότερη ζάχαρη μπορούμε. onmed.gr
Via
Η δημιουργία της κυτταρίτιδας είναι ανεξάρτητη από την παχυσαρκία, δηλαδή μπορεί να εμφανιστεί και σε αδύνατα άτομα. Αντίθετα με το σωματικό βάρος, η εμφάνιση της κυτταρίτιδας εξαρτάται από το φύλο μιας και μόνος ένας στους εκατό άντρες εμφανίζει κυτταρίτιδα σε αντιδιαστολή με τις γυναίκες όπου μία στις δυο μπορεί να εμφανίσει κυτταρίτιδα. Αυτό εξηγείται από τον τρόπο με τον οποίο το γυναικείο σώμα είναι σχηματισμένο με στρώματα λίπους σε στρατηγικά σημεία.
Η κυτταρίτιδα μπορεί να εμφανιστεί σε όλα τα σημεία του σώματος, αλλά τα πιο συνηθισμένα είναι οι μηροί, οι γλουτοί, το εσωτερικό των μπράτσων, το στομάχι, η κοιλιά και οι γάμπες. Επιπλέον, ανάλογα με το αν οφείλεται στην κατακράτηση λίπους ή νερού ή και των δύο διακρίνεται σε τρία είδη: σκληρή, μαλακή και συσχετισμένη αντίστοιχα.
Η ανάπτυξη της κυτταρίτιδας οφείλεται σε ορμονικές αλλαγές που συνδέονται με αυξομειώσεις των οιστρογόνων όπως συμβαίνει σε καταστάσεις όπως η ήβη, η εγκυμοσύνη, η λοχεία και η κλιμακτήριος που έχουν ως αποτέλεσμα την ανακατανομή λίπους στο σώμα. Ωστόσο στις μέρες μας η εμφάνιση της κυτταρίτιδας οφείλεται και
σε περιβαλλοντικούς παραγόντες, με κύριο αντιπρόσωπο τις άσχημες διατροφικές σύνηθειες όπως είναι η κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε λίπος και αλάτι, η καφεΐνη καθώς επίσης και η μειωμένη πρόσληψη νερού.
Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η κυτταρίτιδα είναι ή συσσώρευση λιποκυττάρων τα οποία έχουν χάσει ένα σημαντικό ποσοστό του νερού τους, η διατροφική της αντιμετώπιση άπτεται στην αποφυγή των τροφών εκείνων που προάγουν την αποθήκευση λίπους και της κατακράτησης νερού. Συγκεκριμένα συστήνεται: Μειωμένη κατανάλωση μαγειρικού αλατιού και τροφίμων πλούσιων σε αλάτι όπως οι κονσέρβες, τα παστά, τα πατατάκια, τα έτοιμα φάγητα τύπου fast-food μιας και το αλάτι προάγει την κατακράτηση υγρών. Περιορισμένη κατανάλωση αλκοολούχων ποτών μιας και η περίσσεια του αλκοόλ στον οργανισμό εντείνει τη λιπογένεση. Προσεκτική έως μειωμένη κατανάλωση τροφών πλούσιων σε κορεσμένο λίπος, όπως είναι το κόκκινο κρέας, τα γλυκά, τα τηγανιτά, η μαγιονέζα, η κρέμα γάλακτος, τα ζωικά βούτυρα, τα αυγά, τα ολόπαχα γαλακτοκομικά και τυροκομικά προϊόντα. Αντίθετα συστήνεται η κατανάλωση τροφίμων πλούσια μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (ελαιόλαδο) και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (ιχθυέλαια). Μειωμένη πρόσληψη απλών σακχάρων (υδατανθράκων). Η ζάχαρη είναι μια μορφή απλού υδατάνθρακα που βρίσκεται παντού και έχει άμεση σχέση με την ανάπτυξη της κυτταρίτιδας. Δεν είναι μόνο τα γλυκά και όσες τροφές είναι φανερό ότι περιέχουν πολλά ζάχαρα λόγω γεύσης (καραμέλες, πάστες, γλυκά). Δυστυχώς τα σάκχαρα βρίσκονται κρυμμένα σε πολλές τροφές ψωμί, κονσερβοποιημένα τρόφιμα, σάλτσες, κρασιά, γιαούρτια, ακόμα και σε τροφές που θεωρητικά δεν περιέχουν ζάχαρη, αλλά έχουν φρουκτόζη που και αυτή διασπάται σε γλυκόζη. Η ζάχαρη που παίρνουμε από τις τροφές ελευθερώνεται στο αίμα με τη μορφή της γλυκόζης. Επομένως η υπερβολική πρόσληψη ζάχαρης έχει ως συνέπεια τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Ο οργανισμός για τις διάφορες δραστηριότητές του απαιτεί κάποια ποσότητα γλυκόζης από τον οργανισμό. Όταν λοιπόν η φυσική μας δραστηριότητα και γενικά οι ενεργειακές μας ανάγκες καλύπτουν την προσλαμβανόμενη γλυκόζη, τότε καταναλώνεται όλη η υπάρχουσα γλυκόζη. Όταν όμως τα επίπεδα γλυκόζης είναι πολύ υψηλότερα από τις ανάγκες του οργανισμού σε ενέργεια, τότε έχουμε ποσότητα ανεκμετάλλευτης γλυκόζης (ενέργειας) που αποθηκεύεται. Η αποθήκευση γίνεται στο συκώτι και στους μύες αρχικά, και μετά μετατρέπεται σε λίπος στο λιπώδη και υποδόριο ιστό. Συγκεκριμένα η γλυκόζη ενώνεται με τα ελεύθερα λιπαρά οξέα δημιουργώντας τα τριγλυκερίδια, που αποτελούν αποθέματα ενέργειας από τον οργανισμό, με τη μορφή λίπους, και έτσι έχουμε διόγκωση των λιπωδών κυττάρων και εμφάνιση της μορφής φλούδας πορτοκαλιού. Άφθονη χρήση φρούτων, λαχανικών και τροφίμων ολικής αλέσεως (δημητριακά, ζυμαρικά, πλιγούρι, ψωμί πολύσπορο, cream crackers σίκαλης, καστανό/αναποφλοίωτο ρύζι), τα οποία είναι πλούσια σε φυτικές ίνες και νερό. Οι φυτικές ίνες αφενός μεν λόγω της ικανότητά τους να δεσμεύουν τα χολικά άλατα, τα οποία είναι υπεύθυνα για την απορρόφηση λίπους, αφετέρου δε λόγω του ότι διασχίζουν αναλλοίωτες τον γαστρεντερικό σωλήνα, οδηγούν στην αποβολή ενός μέρους του λίπους που παίρνουμε από τις τροφές με άμεσο αποτέλεσμα να αποθηκεύεται λιγότερο λίπος. Επιπλέον, η πλούσια περιεκτικότητα των φρούτων και των λαχανικών σε νερό αναπληρώνουν τα υγρά του οργανισμού και κατ' επέκταση και των λιποκυττάρων και έτσι τελικά βελτιώνουν την όψη «φλούδας πορτοκαλιού» της επιδερμίδας. Η αυξημένη κατανάλωση υγρών υγρών (νερό, χυμοί, ημίπαχο γάλα, ελληνικός ή στιγμιαίος καφές, τσάι χωρίς ζάχαρη, ροφήματα κρόκου κοζάνης), συστήνεται επιπλέον στην καταπολέμηση της κυτταρίτιδας μιας και διευκολύνει στο μεταβολισμό των τροφών, έτσι ώστε να αποφεύγεται η περίσσεια της αποθήκευσης λίπους και να εντείνεται η αποβολή άχρηστων ουσιών (τοξινών).
Τέλος, η σωματική άσκηση μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη και στην καταπολέμηση του προβλήματος της κυτταρίτιδας μιας και βελτιώνει τη λεμφική και φλεβική παροχέτευσης των ιστών καθώς επίσης συμβάλλει στην καύση και απομάκρυνση του τοπικού λίπους όπως και στη διατήρηση του φυσιολογικού βάρους.
Και δύο μύθοι που πρέπει να γνωρίσουμε:
Μύθος 1 :Ο καφές κάνει κατακράτηση υγρών
Αλήθεια: Ο καφές όχι μόνο δεν κάνει κατακράτηση αλλά συμβάλει στην ενυδάτωση του οργανισμού. Κάτι τέτοιο είναι σύμφωνο και με το Ινστιτούτο Ιατρικής της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, το οποίο αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Τα ροφήματα με καφεΐνη, όπως είναι ο καφές, συμβάλλουν στην κάλυψη των ημερήσιων αναγκών σε υγρά παρόμοια με τα μη καφεϊνούχα ροφήματα, μιας και η περιεκτικότητα τους σε νερό κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα (90-100%)».
Μύθος 2: Ο καφές κάνει κυτταρίτιδα
Αλήθεια: Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν επιστημονικές μελέτες που να συσχετίζουν την κατανάλωση καφεΐνης με την δημιουργία κυτταρίτιδας. Η κυτταρίτιδα αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό πρόβλημα καθώς δημιουργείται από το συνδυασμό διαφόρων αιτιών όπως το στρες, η δυσκοιλιότητα, ορμονικές διακυμάνσεις, κακή διατροφή, έλλειψη άσκησης και κληρονομικότητα. O καφές δεν αποτελεί ένα από αυτά καθώς έχει μηδαμινή θερμιδική αξία και περιεκτικότητα σε λιπαρά (χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή γάλακτος). Ο καφές φαίνεται να δρα ενάντια στην κυτταρίτιδα και στην παχυσαρκία αφού η καφεΐνη αυξάνει τον μεταβολισμό μέσω αύξησης της θερμογένεσης. Αυτό προϋποθέτει να καταναλώνουμε 2-3 φλιτζάνια καφέ ημερησίως με όσο το δυνατόν λιγότερη ζάχαρη μπορούμε. onmed.gr
Via
from PoNiRidiS http://ift.tt/1G4sA9v
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου