Αγρύπνησα, υπηρέτησα, έκαμα ό,τι μπορούσα,
κ’ είδα πως είχε ο πόνος μου συχνά για πληρωμή
περίγελο· με μάτιασε το μίσος, και απορούσα,
γιατί πολύ και υπόφερα και δούλεψα πολύ.
Θα πρέπει να ‘ταν άνοιξη
γιατί η μνήμη αυτή υπερπηδώντας παπαρούνες έρχεται
—Κική Δημουλά—
Θα πρέπει να ‘ταν άνοιξη
μ’ άλλα πρόσωπα βέβαια
κι άλλο λουλούδι·
πού βρεθήκαν αλήθεια τόσες μαργαρίτες;
Αυτό το συγκεκριμένο τοπίο
κυρίαρχη μνήμη από καιρό
φυσικό φαινόμενο πια
άμπωτη και πλημμυρίδα.
Αυτό δεν είναι τραγούδι #1455
Dj της ημέρας, ο Βασίλης Λουλές
Η πόλη (οι πόλεις) είναι πάντα «εκεί», τα πράγματα είναι στις θέσεις τους, τα φώτα των καταστημάτων και των σπιτιών ανοιχτά, σα να μη συμβαίνει κάτι. Και όμως, αυτό που νοιώθεις όταν κυκλοφορείς για λίγο έξω το σούρουπο είναι λες και μόλις έφυγε η ζωή, ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν φτάσεις εσύ εκεί! Μια απέραντη ησυχία, καθόλου καθησυχαστική όμως. Μια απόκοσμη απουσία ήχων, σα να κρατάει η πόλη την ανάσα της — ακούς την καρδιά να χτυπά υπόκωφα, δεν ακούς την ανάσα.
“This town is coming like a Ghost Town…”, λένε οι Specials εν έτει 1981 για το ερημωμένο, φτωχοποιημένο Λονδίνο της θατσερικής λαίλαπας. Οι εικόνες της άδειας πόλης στο βιντεοκλίπ, οι σκιές που γλιστράνε στο σκοτάδι, τα πλάνα μέσα από αυτοκίνητο στους έρημους δρόμους με είχαν στοιχειώσει από την πρώτη στιγμή, τότε. Μια υποβλητική ατμόσφαιρα ενός αλλότριου κόσμου και μια πικρή αίσθηση απώλειας των «παλιών καλών ημερών» — πικρία ανάμικτη βέβαια και με μπόλικη διάθεση διακωμώδησης.
Ποιος θα το φανταζόταν ότι όλο αυτό θα γινόταν τόσο οικείο και σε μας σαράντα χρόνια αργότερα.
Αγάπησα αυτό το αγγλικό γκρουπ από αυτό ακριβώς το τραγούδι. Από το 1977 οι Specials μιλάνε για όλα τα καυτά κοινωνικά θέματα (ανεργία, πρόσφυγες, σεξισμός, γυναικοκτονίες, διαφθορά, ρατσισμός κλπ). Με μια εξαιρετική μουσική “ska” —ένα ρεύμα των 70s, μίξη της ρέγκε και της πανκ, που άφησε τα ίχνη της σε πολλά μεγάλα συγκροτήματα των 80s και των 90s.
Χόρεψα με τα τραγούδια τους, τα έβαλα σε ταινίες μου, ταξίδεψα πολύ με αυτά. Τους ακούω ακόμα, μέχρι τώρα κάνουν εξαιρετικές δουλειές, όπως το πρόσφατο “10 Commandments” (2019).
Και, παίζοντας λιγάκι με τις λέξεις, σκέφτομαι ότι οι τίτλοι των δυο αυτών τραγουδιών, «Πόλη φάντασμα» του 1981 και «10 Εντολές» του 2019, ορίζουν μια τροχιά από την Απαγόρευση στην Τιμωρία —ακριβώς έτσι— αλλά τη διανύουν, με ειρωνικό τρόπο, αντίστροφα στον χρόνο. Χα!
………………………………….
“Ghost Town”
This town (town) is coming like a ghost town
All the clubs have been closed down
This place (town) is coming like a ghost town
Bands won’t play no more
Too much fighting on the dance floor
Do you remember the good old days before the ghost town?
We danced and sang as the music played in any boomtown
This town (town) is coming like a ghost town
Why must the youth fight against themselves?
Government leaving the youth on the shelf
This place (town) is coming like a ghost town
No job to be found in this country
Can’t go on no more
The people getting angry
This town is coming like a ghost town…
. . . . . . . . . .
* * *
Ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com
για να γίνετε ο Dj της ημέρας.
Ο ουρουγουανός ποιητής, διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας Οράσιο Σιλβέστρε Κιρόγα Φορτέσα (1878-1937) θεωρείται πρόδρομος του Μάρκες και του Κορτάσαρ. Η ζωή του συμμαδεύτηκε από θανάτους και αυτοκτονίες κοντινών του προσώπων, καθώς και από τον τυχαίο φόνο του φίλου του Φεντερίκο Φερράντο, τον οποίον ο Κιρόγα πυροβόλησε κατά λάθος. Το 1902 εγκαταστάθηκε στην Αργεντινή στην οποία έζησε ως τον θάνατό του, κυρίως στη ζούγκλα, την οποία αγάπησε με πάθος και για την οποία έγραψε κατ’ επανάληψη, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κίπλινγκ.
Ο Παναγιώτης Πούτος (filologiko.blogspot.com) μεταφράζει τον «Δεκάλογο του τέλειου διηγηματογράφου» του Οράσιο Κιρόγα για το dim/art και τη στήλη «Οίνος φιλολόγους ποιεί».
1. Πίστευε σε ένα δάσκαλο —Πόε, Μοπασάν, Κίπλινγκ, Τσέχοφ— όπως στον Θεό τον ίδιο.
2. Πίστευε ότι η τέχνη σου είναι μια απρόσιτη κορυφή. Μην ονειρεύεσαι να την κατακτήσεις. Όταν μπορέσεις να το κάνεις, θα το πετύχεις δίχως κι εσύ ο ίδιος να το ξέρεις.
3. Αντιστάσου όσο μπορείς στη μίμηση, αλλά μιμήσου, εάν η επιρροή είναι πολύ ισχυρή. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, η εξέλιξη της προσωπικότητας απαιτεί μεγάλη υπομονή.
4. Έχε τυφλή πίστη όχι στην ικανότητά σου για θρίαμβο, αλλά στο πάθος με το οποίο τον επιθυμείς. Αγάπα την τέχνη σου όπως το ταίρι σου, δίνοντάς της όλη σου την καρδιά.
5. Μην αρχίζεις να γράφεις χωρίς να ξέρεις από την πρώτη λέξη πού πηγαίνεις. Σε ένα καλοφτιαγμένο διήγημα οι πρώτες τρεις αράδες είναι σχεδόν το ίδιο σημαντικές με τις τρεις τελευταίες.
6. Άν θέλεις να εκφράσεις με ακρίβεια αυτήν την περίσταση: «Από το ποτάμι φυσούσε ο παγωμένος άνεμος», δεν υπάρχουν στην ανθρώπινη γλώσσα περισσότερες λέξεις από αυτές που είναι προορισμένες να την εκφράσουν. Μόλις γίνεις κυρίαρχος των λέξεών σου, μη σε απασχολεί να ελέγχεις αν είναι ομοιοκατάληκτες μεταξύ τους ή παρόμοιες*.
7. Μη χρησιμοποιείς επίθετα όταν δεν είναι αναγκαία. Άχρηστες θα είναι όσες χρωματιστές ουρές κολλήσεις σε ένα αδύναμο ουσιαστικό. Αν βρεις το κατάλληλο, αυτό από μόνο του θα έχει ένα χρώμα ασύγκριτο. Όμως πρέπει να το βρεις.
8. Πάρε τους ήρωές σου από το χέρι και οδήγησέ τους σταθερά μέχρι το τέλος, δίχως να βλέπεις τίποτε άλλο εκτός από το δρόμο που τους σχεδίασες. Μην αποσπάσαι βλέποντας αυτό που δεν μπορούν ή δεν τους ενδιαφέρει να δουν. Μην κακομεταχειρίζεσαι τον αναγνώστη. Ένα διήγημα είναι ένα μυθιστόρημα απαλλαγμένο από άχρηστες λέξεις. Κράτα το αυτό σαν μια απόλυτη αλήθεια, ακόμα και αν δεν είναι.
9. Μη γράφεις επηρεασμένος από το συναίσθημα. Άσε το να σβήσει και ανακάλεσέ το αργότερα. Αν επομένως είσαι ικανός να το ξαναζωντανέψεις ακριβώς όπως ήταν, έχεις προχωρήσει στην τέχνη μέχρι το μέσο της διαδρομής.
10. Μη σκέφτεσαι τους φίλους σου όταν γράφεις, ούτε την εντύπωση που θα προξενήσει η ιστορία σου. Αφήγήσου σαν να μην είχε η αφήγησή σου ενδιαφέρον παρά μόνο για τον μικρό περίγυρο των ηρώων σου, στον οποίο θα μπορούσες να ανήκεις. Με κανέναν άλλο τρόπο δεν αποκτά ζωή το διήγημα.
*Σ.τ.Μ.: Η έκτη εντολή δημιουργεί εύλογο προβληματισμό στον ελληνόφωνο αναγνώστη. Η φράση μέσα στα εισαγωγικά περιλαμβάνει δύο λέξεις που ομοιοκαταληκτούν στα ισπανικά: río (= ποταμός) και frío (= κρύος). Συστήνει στους διηγηματογράφους να μην επιλέγουν λεξιλόγιο με κριτήριο την αποφυγή ομοιοκατάληκτων λέξεων, αλλά να διαλέγουν αυτό που ταιριάζει στην περίσταση. Τα επίθετα που χρησιμοποιείστο πρωτότυπο είναι consonantes o asonantes και αναφέρονται σε δύο είδη ομοιοκαταληξίας, σε αυτή την οποία γνωρίζουμε στην ελληνική ποίηση (ισπ.: consonancia) και στην ομοιοκαταληξία όπου συμπίπτουν μόνο τα φωνήεντα της κατάληξης (ισπ.: asonancia). Για τη μεταφορά της λέξης από τα ισπανικά στα ελληνικά προτίμησα ένα μη τεχνικό όρο: παρόμοιες.
Ένα διάσημο παράδειγμα όπου η ομοιοκαταληξία παρέμεινε στη θέση της είναι το Εκατό Χρόνια Μοναξιά, το οποίο ξεκινά με τη διάσημη πια παράγραφο στην οποία παρατηρείται ομοιοκαταληξία του επωνύμου του συνταγματάρχη Αουρελιάνο Μπουενδία με τον παρατατικό había:
«Muchos años después, frente al pelotón de fusilamiento, el coronel Aureliano Buendía había de recordar aquella tarde remota en que su padre lo llevó a conocer el hielo.»
Ο ίδιος ο Μάρκες θα έγραφε σχετικά με αυτό στην αυτοβιογραφία του: Έχω μεγάλη ευαισθησία στην αδυναμία μιας πρότασης στην οποία δύο γειτονικές λέξεις ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους, ακόμα και όταν ομοιοκαταληκτούν μόνο ως προς τα φωνήεντα, και προτιμώ να μην τη δημοσιεύσω για όσο δεν βρίσκω λύση. Γι’ αυτό βρέθηκα πολλές φορές στο σημείο να ξεφορτωθώ το όνομα Μπουενδία λόγω της αναπόφευκτης ομοιοκαταληξίας του με τους παρατατικούς. Παρ’ όλα αυτά το όνομα κατέληξε να επιβληθεί, επειδή είχα φτιάξει για αυτό μια πειστική ταυτότητα.
Με το χάμπουργκερ στο χέρι μισοφαγωμένο μπήκε στο Κατάστημα Τυχηρών Παιγνίων «Η Γκαντεμιά», βαφτισμένο έτσι από τον ιδιοκτήτη ακριβώς για να την ξορκίσει, και ζήτησε τα προγνωστικά του ιπποδρόμου. Ένα διθέσιο καμπριολέ ονειρευόταν και με την οικοδομή στα χάλια τα τωρινά, μόνο στον ιππόδρομο υπολόγιζε.
Ο υπάλληλος του τα ‘δωσε βαριεστημένα. «Δώσε κι ένα προπό», του είπε, κοιτώντας με μάτι έμπειρο την αγκύρωση του οπλισμού ψηλά στους τοίχους του μαγαζιού. Το χούι του μηχανικού φεύγει τελευταίο, μονολόγησε. «Πες του ιδιοκτήτη ότι πρέπει να το κοιτάξει», είπε φεύγοντας, «θα σας πέσει στο κεφάλι το ρημάδι». Ο υπάλληλος τον κοίταξε με μάτι κενό, κουνώντας το κεφάλι στο ρυθμό της ποπ που έβγαινε δυνατή από τα ηχεία. Δεν κατάλαβε αν τον άκουσε. Δεν είχε προλάβει ακόμη να βγει, όταν άρχισαν να πέφτουν οι σοβάδες, άσπροι και σβολιασμένοι σαν ξινοτύρι Μυκόνου.
«Ρε γκαντέμη», του φώναξε ο υπάλληλος, τρέχοντας να γλυτώσει. Τον είχε ακούσει τελικά. Από το απέναντι πεζοδρόμιο έβλεπαν μαζί την οροφή να καταρρέει. «Γνήσιος γκαντέμης», ξανάπε ο υπάλληλος. «Σιγά ρε φίλε, με τέτοιο όνομα το πρακτορείο, εμένα περίμενε», του αντιγύρισε ο Αρίστος.
«Είναι ευφημισμός», του είπε περιφρονητικά ο υπάλληλος, που στην πραγματικότητα ήταν άνεργος φιλόλογος, «αλλά πού να ξέρεις εσύ».
Κάτι τον έπιασε τον Αρίστο που του τη βγήκε ο υπάλληλος με τετρασύλλαβη λόγια λέξη και το γύρισε στα χωριανά, «μην ακαματεύεις άλλο, τρέξε να ειδοποιήσεις το αφεντικό», τον επέπληξε. Έτσι έλεγε και στους εργάτες, την εποχή που είχε εργάτες δηλαδή.
«Σιγά μη στείλω και αερόγραμμα», αντεπιτέθηκε ο άνεργος φιλόλογος, «ο κυρ Σωτήρης είναι στο χωριό και μαζεύει ελιές».
Μια τεράστια λεκανοειδής ρωγμή εμφανίστηκε στον εξωτερικό τοίχο του μαγαζιού και όλη η πρόσοψη έπεσε με πάταγο.
«Να χέσω τον ευφημισμό σου», μονολογούσε ο Αρίστος δυο μέρες μετά, καθώς κοιτούσε τα νούμερα του προπό και τις κούρσες του ιπποδρόμου. Μια φορά στη ζωή του τα ‘πιασε και τα δυο και τα δελτία θάφτηκαν στα μπάζα της «Γκαντεμιάς». Ο φιλόλογος με τις εξεζητημένες λέξεις δεν είχε προλάβει να τα περάσει στο σύστημα.
Στο διαδικτυακό λεξικό της αργκό slang.gr υποστηρίζεται πως η μεταφορική, ευφημιστική χρήση του κουτιού (όχι του υποκοριστικού κουτάκι) για το αιδοίο προέρχεται από την αγγλική γλώσσα (προφανώς ως μεταφραστικό δάνειο), στην οποία επίσης η χρήση είναι αργκοτική. Πιστεύω ωστόσο πως η συγκεκριμένη ετυμολογική πρόταση δεν ευσταθεί, και αυτή η παρετυμολογία αποτελεί την κατάλληλη ευκαιρία για να ερευνήσουμε έναν τρόπο ερμηνείας ομοιοτήτων που δεν οφείλονται σε γλωσσική επαφή.
Πολλές φορές η γνώση της αγγλικής μάς παραπλανά και μας οδηγεί εύκολα και ανεξέταστα στο συμπέρασμα ότι κάποιες κοινές εκφράσεις ή μεταφορές μπορεί να προέρχονται από την επιρροή της αγγλικής, δεδομένου του ηγεμονικού ρόλου της. Στην προκειμένη περίπτωση πιθανότατα έχουμε μία μεταφορά που παράγεται αξιοποιώντας τις εννοιολογικές δομές της ανθρώπινης σκέψης με αποτέλεσμα να εμφανίζεται παράλληλα σε διαφορετικές γλώσσες (π.χ. doos, που σημαίνει επίσης «κουτί»στα Ολλανδικά, Scheide[=θήκη] στα Γερμανικά· ο ανατομικός όρος vagina προέρχεται από την αντίστοιχη λατινική,η οποία έχει τη σημασία «θήκη σπαθιού», ενώ και η λέξη κολεός της αρχαίας Ελληνικής σήμαινε θηκάρι σπαθιού και σήμερα είναι ανατομικός όρος για τον κόλπο (από τον οποίο παράγονται και σύνθετα, όπως ο κολεόσπασμος). Παρατηρούμε τη γλωσσική πραγμάτωση ενός αντιληπτικού σχήματος το οποίο συνδέει την έννοια του ατόμου με την έννοια του δοχείου, όπως υποστηρίζεται στο αγγλικό λεξικό της αργκό The Oxford Handbook of Taboo Words and Language του Keith Allan (σελ. 57, Oxford University Press, 2019). Ο συμβολισμός του αιδοίου με κάποια μορφή δοχείου παρατηρείται και από τον Φρόιντ, ο οποίος στο βιβλίο του Η ερμηνεία των ονείρωνπαρατηρεί: «Κουτιά κάθε σχήματος και χρήσης, κιβώτια, ερμάρια, θερμάστρες αντιστοιχούν στο γυναικείο σώμα, όπως επίσης σπηλιές, πλοία και όλα τα είδη δοχείων» (σελ. 315, μετάφραση: Λευτέρης Αναγνώστου, εκδόσεις Επίκουρος, 1993)· ο Φρόιντ συνεχίζει αναφέροντας ένα παράδειγμα συμβολισμού του γυναικείου σώματος με κάστρο αναφερόμενος στο τραγούδι για τον «Κόμητα Έμπερσταϊν» του Ούλαντ: απόψε ένα κάστρο βρίσκεται σε κίνδυνο (Heut’ Nacht wird ein Schlößlein gefährdet sein).
Ευρεία χρήση της συγκεκριμένης μεταφοράς μπορούμε να διαπιστώσουμε και στην τέχνη. Στην αγγλική γραμματεία η μεταφορική χρήση του κουτιού ως γυναικείου γεννητικού οργάνου μαρτυρείται για πρώτη φορά σε ανώνυμο ποίημα των τελών του 15ου αι. με τίτλο Hey noyney: Ser John to me is proferyng / for hys plesure ryght well to pay / and in my box he puttes hys offryng / I have no powre to say hym nay (σελ. 143, Anthology of Ancient Medival Woman’s Song, Anne L. Klinck, εκδ. Palgrave Macmillan US, 2004). Επίσης απαντάται και στον Σέξπιρ (Τέλος Καλό, Όλα Καλά, πράξη 2η, σκηνή 3η): He wears his honour in a box, unseen, / That hugs his kicky-wicky here at home. Στον κινηματογράφο, σε σύγχρονες ταινίες, διαπιστώνουμε τη χρήση του αργκοτικού όρου σε λογοπαίγνιο σχετικό με το κουτί της Πανδώρας στην ταινία Notting Hill (I knew a girl in school named Pandora. Never got to see her box though) και στο Ted (That’s cause everyone’s mouth is usually full of your wife’s box). Τέλος, στο τραγούδι Rider του Will Oldham ακούμε τους στίχους: lady’s got a box pressed into my face / and a belt of beads draped around her waist.