Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Αυτό δεν είναι καν λάθος!

maarten_boudry_cropped

Μικροϊστορίες των επιστημών και της φιλοσοφίας

—του Γιώργου Θεοχάρη—

Ο Maarten Boudry (γεν. 1984) είναι Φλαμανδός καθηγητής φιλοσοφίας στο Ghent University.Το ερευνητικό του αντικείμενο είναι η ασυμβατότητα θρησκείας και επιστήμης.

Ως φιλόσοφος της επιστήμης, είναι κυρίως γνωστός για τον σκεπτικισμό και την κριτική του στάση απέναντι στις ψευδοεπιστήμες κάθε μορφής και έκφρασης. Διερευνά τη σφαλερότητα της επιχειρηματολογίας που διέπει τον παραλογισμό των ψευδοεπιστημών, τις οποίες χαρακτηρίζει «απομίμηση των πραγματικών επιστημών». Στο Omslagστόχαστρό του βρίσκονται μόνιμα η ψυχανάλυση, η αστρολογία, η τηλεκινησία – με δυο λόγια, οτιδήποτε μεταμφιέζεται ως επιστήμη με σκοπό το υλικό κέρδος των «ειδικών» και τη χειραγώγηση των «πιστών». Κατά συνέπεια, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των δημοσιεύσεων και των παρεμβάσεων του βάλλουν κατά της θρησκείας, της θεολογίας και του δημιουργισμού. Πιο συγκεκριμένα, έχει βαλθεί να καταρρίψει τη διάκριση μεταξύ μεταφυσικού νατουραλισμού και μεθοδολογικού νατουραλισμού, πάνω στην οποία πατάνε αρκετοί σύγχρονοι φιλόσοφοι της θρησκείας, της «σχολής» του Alvin Plantinga.

Ο (προφανώς άθεος) Boudry αναλώνεται σε έναν αγώνα ο οποίος (επί του παρόντος – ένα παρόν που κρατάει αιώνες, και θα κρατήσει κι άλλους) είναι καταδικασμένος σε ήττα. Αυτή η στάση, όπως όλοι οι εγγενούς ηρωισμού ευγενείς δονκιχωτισμοί, σε πολλούς προκαλεί θλίψη για τη σπατάλη διανοητικής ενέργειας. Και πράγματι θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο νεαρός Boudry ανήκει στην αθεϊστική μειοψηφία –η οποία στις μέρες μας εκφράζεται κυρίως από τη «σχολή» του Dawkins– που διαχρονικά μάχεται για την τιμή των όπλων. Εντούτοις, φαίνεται ότι εκείνο που τον σώζει είναι ότι δεν παίρνει την τρέχουσα περί Θεού διαμάχη και τους σύγχρονους (ιδιαιτέρως μαχητικούς) θεολόγους (αλλά και τον εαυτό του, τελικά) εντελώς στα σοβαρά. Δεν φτάνει που του αρέσει να τους τα χώνει σε συνέδρια και δημόσιες διαμάχες, τους έκανε και μία θεία φάρσα που αξίζει δυο λόγια παραπάνω.

Η φάρσα του Boudry εντάσσεται στην παράδοση του Alan Sokal – ήταν δηλαδή μια φάρσα που στόχευε στο να ξεσκεπάσει την μπουρδολογία του μεταμοντερνισμού. Ο Boudry, λοιπόν, έκατσε το 2011 κι έγραψε την περίληψη (abstracti) μιας ανύπαρκτης μελέτης πάνω σε θέμα θεολογικό, βαρύ και μεταμοντέρνο, και την υπέβαλε για κρίση σε δύο πανεπιστήμια (στο VU University Amsterdam και στο Centre of Theology and Philosophy του University of Nottingham), για ένα επικείμενο συνέδριο με τίτλο «Το Μέλλον της Δημιουργικής Τάξης». Έγινε δεκτή και από τα δύο, χωρίς επιφυλάξεις. Παραθέτω μια μετάφραση της περίληψης αυτής, για να βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα:

Τα Παράδοξα της Δαρβίνειας Α-ταξίας. Προς μία Οντολογική Επανεπιβεβαίωση της Τάξης και της Υπερβατικότητας.

Robert A. Maundy, College of the Holy Cross, Reno, Nevada

Από δαρβίνεια άποψη, η τάξη δεν είναι εμμενής στην πραγματικότητα, αλλά είναι μία αυτο-επιβεβαιούμενη όψη της πραγματικότητας, υπό τον όρο ότι βιώνεται από ευρισκόμενα υποκείμενα. Εντούτοις, δεν είναι τόσο η πραγματικότητα που είναι αυτο-επιβεβαιούμενη, αλλά η δημιουργική τάξη που δομεί την πραγματικότητα και η οποία φανερώνεται σε εμάς. Το όλον-είναι, σε αντίθεση με το σόλο-είναι, εγγυάται τη θεμελιώδη αίσθησή μας της εντοπιότητας και της ιδιαιτερότητας μέσα στο σύμπαν. Η αποτίμηση της τάξης, ως εννοιοδοτημένης τάξης μάλλον παρά ως τάξης αφ’ εαυτού της, έχει ενδελεχώς αντικειμενοποιηθεί από τη δαρβίνεια κοσμοθεωρία. Αυτή η διαδικασία αποδόμησης της συναφειοκρατίας και πραγμοποίησης του νοήματος έχει τελικά οδηγήσει στην καθιέρωση της “α-ταξίας” μάλλον παρά της “εν-ταξίας”. Ως αποτέλεσμα, ο δαρβινικός υλισμός μάς φέρνει αντιμέτωπους με μια εξάλειψη του νοήματος από τη φαινομενολογική εμπειρία της πραγματικότητας. Παρ’ όλα αυτά, η αρνητική θεολογία προτείνει μία επανεκτίμηση της α-ταξίας ως μιας απαραίτητης προϋπόθεσης της τάξης, τέτοιας δε που χωρίς αυτήν η τάξη θα ήταν μεθοδολογικά αδιανόητη. Υπό αυτή την έννοια, η α-ταξία διαλύεται μέσα στις εκδηλώσεις της τάξης, υπερβαίνοντας τη σφαίρα του υλιστικού. Πράγματι, η τάξη καθίσταται διαφανής ως τάξη υπό τον όρο ότι τοποθετείται έναντι ενός υπόβαθρου χαοτικού και α-νόητου. Αυτή η δυαδική αντίθεση μεταξύ τάξης και α-ταξίας, ή μεταξύ τάξης και αυτού που αποδιοργανώνει την τάξη, εμπεριέχει ένα κεντρικό παράδοξο της δαρβίνειας σκέψης. Κατά τον Whitehead, η πραγματικότητα δεν συντίθεται από άτακτες υλικές ουσίες, αλλά από γραμμικώς εύτακτα συμβάντα τα οποία βιώνονται με τρόπο που, υποκειμενικά μιλώντας, έχει νόημα. Το ερώτημα δεν είναι τι δομεί την τάξη, αλλά τι δομή επιβάλλεται στην υπερβατική μας αντίληψη της τάξης. Εστιάζοντας στενά στην άτακτη κατάσταση της τρέχουσας ύπαρξης, ή την «ασυναρτησία μιας αρχέγονης πολλαπλότητας», όπως το έθεσε ο John Haught, οι δαρβίνειοι υλιστές χάνουν το νόημα της απόλυτης τάξης του έτι-μη-όντος. Αντιθέτως με ό,τι ισχυρίζεται ο Dawkins, εάν επανεντάξουμε την αίσθηση της εντοπιότητας σε έναν χώρο δραστικής ενδεχομενικότητας ενός πνευματικού πεπρωμένου, τότε η απόλυτη τάξη επανεμφανίζεται ως μία οντολογική δυνατότητα. Ο λόγος της α-ταξίας πάντοτε ήδη ενσωματώνει μια δημιουργική στιγμή που επιτρέπει στον εαυτό να υπερβαίνει το πλαίσιο εντός του οποίου έχει βρεθεί, αλλά επίσης να βρίσκει παρηγοριά και ανταπόκριση σε μία απόλυτη Τάξη η οποία ταυτόχρονα και δημιουργεί και κατακρατεί το νόημα. Η δημιουργία είναι η συνθήκη δυνατότητας του λόγου, η οποία με τη σειρά της αυτό-επικαλείται την παρουσία της ίδιας της δημιουργίας. Ο δαρβίνειος λόγος δεν είναι συνεπώς παρά μια απόρροια του απόλυτου λόγου της α-ταξίας, και όχι το αντίστροφο, όπως υπονοούν χονδροειδείς υλιστές όπως ο Dawkins.

Αν δεν καταλάβετε τίποτα, μην ανησυχήσετε. (Αν, πάλι, καταλάβατε κάτι, να το κοιτάξετε.) Το κείμενο δεν έχει απολύτως κανένα νόημα, αλλά είναι τόσο «εξειδικευμένο» που θα μπορούσε και να έχει, και απλώς οι μη ειδικοί να μην το συλλαμβάνουν. Από την άλλη, οι «ειδικοί» έχουν την τάση να κάνουν ότι καταλαβαίνουν τα πάντα φοβούμενοι ότι, δηλώνοντας το προφανές («δεν καταλαβαίνω χριστό!»), θα γίνουν ρόμπες. Ε, κάποτε γίνονται ρόμπες ακριβώς επειδή διστάζουν να ξεμπροστιάσουν την α-νοησία, όπως συνέβη εν προκειμένω με τα θύματα του Boudry. Ας πρόσεχαν!

Από πραγματολογική άποψη, ο Boudry στην περίληψη χρησιμοποιεί ορολογία κοινώς αποδεκτή στον χώρο της νέας θεολογίας και υπαρκτά ονόματα – ακόμα και το παράθεμα του Haught (περί «ασυναρτησίας μιας αρχέγονης πολλαπλότητας») αληθινό είναι! Την υπογράφει ως Robert A. Maundy (αναγραμματισμός του πραγματικού του ονόματος) και δηλώνει ως εκπαιδευτικό ίδρυμα υποβολής το ανύπαρκτο College of the Holy Cross, Reno, Nevada. Είναι γεγονός ότι ο αναγραμματισμός του ονόματος δεν γίνεται εύκολα αντιληπτός. Αλλά το κολέγιο; Υπάρχουν πολλά κολέγια με αυτό το όνομα –ή με παρόμοιο–, όμως κανένα δεν βρίσκεται στο –διάσημο για τα καζίνα του!– Reno της Nevada. Σε κάθε περίπτωση, τα πανεπιστήμια που την έφαγαν, ήθελαν και τα ’παθαν. (Google it, ρε παιδιά! Με 3 κλικ θα είχε αποκαλυφθεί η απάτη και θα είχατε γλυτώσει τον διασυρμό.)

Όσο για τη μετάφραση, είναι δόκιμη (στον βαθμό που μπόρεσα, τουλάχιστον), χωρίς προσθήκες ή αφαιρέσεις – δηλαδή, καθόλου «πειραγμένη» (με την εξαίρεση ενός λογοπαίγνιου στο οποίο δεν μπόρεσα να αντισταθώ: το όλον-είναι και το σόλο-είναι).

12443236_1013316482044094_1868077420_n

Τώρα, ως προς το περιεχόμενο του κειμένου, την ουσία του. Η ορολογία που χρησιμοποιεί ο συντάκτης του είναι η αναμενόμενη, άρα κάτι πρέπει να λέει. Κι αφού είναι δυσνόητο, δεν μπορεί, κάτι θα λέει – κι ας μην το καταλαβαίνουμε. Κατά πώς φαίνεται, κάπως έτσι το σκέφτηκαν και οι κριτές που το δέχτηκαν. Και όμως δεν λέει απολύτως –μα απολύτως!– τίποτα. Πρόκειται για ξεκάθαρο συναξάρισμα, που λένε στο θέατρο. Το επιχείρημα του κειμένου «δεν είναι καν λάθος!»ii Όπως σοφά αναφέρει ο ποιητής Boudry: «Το ερώτημα δεν είναι τι δομεί την τάξη, αλλά τι δομή επιβάλλεται στην υπερβατική μας αντίληψη της τάξης». Ν’ αγιάσει το πληκτρολόγιό του!

Συμπέρασμα: Οι λέξεις χάνουν κάθε περιεχόμενο αν τις βάλεις να κάνουν πράγματα άλλα από εκείνα για τα οποία προορίζονται. (Για όσους αρέσκονται στο να δένουν λυμένα προβλήματα, η γλωσσική στροφή και ο 20ός αιώνας– για να μην πάμε ακόμα πιο πίσω, στο ξυράφι του Όκαμ– απλώς δεν υπήρξαν.) Η γλώσσα! – αυτή φταίει για όλα. «Όταν σκεφτόμαστε φιλοσοφικά», γράφει ο Wittgenstein, «βλέπουμε προβλήματα εκεί που δεν υπάρχουν. Και είναι μέλημα της φιλοσοφίας να δείξει πως, εδώ, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα»iii. Πρέπει να δείξουμε στη μύγα πώς να βγει από τη μυγοπαγίδα!

3212903

i Το πρωτότυπο βρίσκεται στις σελίδες 42-43 του προγράμματος ενός συνεδρίου που διοργάνωσε το 2011 ο Association for the Reformational Philosophy με θέμα “The Future of Creation Order”. Μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.

ii Η φράση «δεν είναι καν λάθος» αποδίδεται στον νομπελίστα θεωρητικό φυσικό Wolfgang Pauli και χρησιμοποιείται παραδοσιακά στις επιστήμες για να υποβαθμίσει ένα επιχείρημα που εμφανίζεται μεν ως επιστημονικό αλλά, είτε επειδή περιέχει ένα μοιραίο λογικό σφάλμα είτε επειδή δεν μπορεί να ελεγχθεί πειραματικά, αποτυγχάνει σε τέτοιο βαθμό να βρει τον στόχο του που όχι μόνο δεν είναι σωστό, αλλά δεν είναι καν λάθος! Η ιστορία έχει ως εξής: Ένας φίλος του Pauli του έδωσε ένα άρθρο γραμμένο από έναν νεαρό φυσικό και ζήτησε τη γνώμη μου, γιατί υποψιαζόταν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τι. Ο Pauli, αφού το μελέτησε, είπε: «Αυτό εδώ όχι μόνο δεν είναι σωστό, αλλά δεν είναι καν λάθος!» (“Das ist nicht nur nicht richtig, es ist nicht einmal falsch!”). Η φράση πέρασε στην ιστορία των επιστημών γιατί περιγράφει εναργώς την αδυναμία απόδοσης αληθοτιμής σε ένα επιχείρημα που στέκει εκτός πλαισίου αναφοράς, σε ένα επιχείρημα α-νόητο.

iii Ludwig Wittgenstein, Φιλοσοφική Γραμματική, μετάφραση: Κωστής Μ. Κωβαίος, Αθήνα, ΜΙΕΤ 1994, σ. 77.

yolan21

screen-shot-2015-01-04-at-9-52-45-pm

Εδώ άλλες αναρτήσεις από τη στήλη Μικροϊστορίες των επιστημών και της φιλοσοφίας

Το dim/art στο facebook

follow-twitter-16u8jt2 αντίγραφο




from dimart http://ift.tt/1YWyg0g
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου