Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

«Στο βάθος, είμαι ένας τζέντλεμαν»

10304332_675118805876277_4631594002636396847_n

Marlene Dietrich, 1901-1992

—της Stucano Closer και της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου—

Δύο γυναίκες, συνομήλικες, σημάδεψαν –η μια με την παρουσία της και η άλλη με την απουσία της– τη ναζιστική Γερμανία της 15ετίας ’30-’45: η πρώτη, η Λένι Ρίφενσταλ, υπηρέτησε με την τέχνη της το χιτλερικό καθεστώς χτίζοντας την εικόνα της σιγουριάς και της δύναμης που επιζητούσε να προβάλει στον κόσμο, εικονογραφώντας τις ατράνταχτες βεβαιότητές του. Η άλλη, η Μαρλένε Ντίτριχ, που γεννήθηκε σαν σήμερα, 27 Δεκεμβρίου του 1901, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να αμφισβητήσει όλα τα πρότυπα και να χαρίσει στον κόσμο εκείνο το πνεύμα της Γερμανίας που γεννήθηκε στα καμπαρέ της εποχής της Βαϊμάρης: την ελευθερία του λόγου, τη σεξουαλική απελευθέρωση, εκείνη τη ζέση για τη ζωή που πηγάζει ακριβώς από την επίγνωση της σκοτεινής πλευράς της.

Η Βερολινέζα Μαρία-Μαγδαληνή Ντίτριχ ήταν φτιαγμένη για την τέχνη – και για τους έρωτες, όπως ακριβώς δηλώνει και στο γνωστό της τραγούδι από τον Γαλάζιο Άγγελο: «Ich bin von Kopf bis Fuss auf Liebe eingestellt». Ένας σπασμένος καρπός ανέτρεψε τα νεανικά της σχέδια να γίνει βιολονίστα, κι έτσι στα 18 της στράφηκε στην ηθοποιία. Όλη η δεκαετία του ’20 (και των δικών της 20) αναλώθηκε σε ρόλους μικρούς και μεγαλύτερους τόσο στα θέατρα του Βερολίνου και της Βιέννης όσο και σε ταινίες. Αυτά, μέχρι το 1930 και τον Γαλάζιο Άγγελο του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, του ανθρώπου που ανακάλυψε και «έφτιαξε» την ηθοποιό Ντίτριχ, την πεμπτουσία της λαμπερής femme fatale.

Η ταινία γυρίστηκε τόσο στα γερμανικά όσο και στα αγγλικά (όπου είναι φανερό πόσο πασχίζουν οι ηθοποιοί με τη γλώσσα) και άνοιξε για την Ντίτριχ τις πόρτες του κόσμου. Ο αισθησιασμός που ξεχείλιζε από τη Λόλα-Λόλα δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητος. Η Paramount Pictures την προσκάλεσε στην Αμερική, ελπίζοντας πως είχε πετύχει το «αντίπαλο δέος» της άλλης μεγάλης Ευρωπαίας, της Γκρέτα Γκάρμπο, που δούλευε για τη Metro Goldwyn Mayer.

Ακολούθησαν άλλες 13 ταινίες μέσα στη δεκαετία του ’30, οι έξι από αυτές γυρισμένες με τον ερωτευμένο φακό του Στέρνμπεργκ. Μερικές κακές, άλλες καλύτερες, ωστόσο η παρουσία και μόνο της Ντίτριχ πρόσφερε εικόνες που σήμερα θεωρούνται κλασικές στην τέχνη της φωτογραφίας και της χρήσης του φωτισμού, όπως στο Εξπρές της Σανγκάης, ενώ η πρώτη της ταινία επί αμερικανικού εδάφους, το Μαρόκο θα μείνει αξέχαστη για την εμφάνισή της με το ανδρικό κοστούμι και για το φιλί με μια άλλη γυναίκα. Η Ντίτριχ, ανεξάρτητα σχεδόν από τις (ανάμικτες) επιδόσεις του box office, είχε ήδη φτιάξει τον μύθο της, και το ήξερε: «Πουλάω γκλάμουρ. Αυτό είναι το εμπόρευμά μου».

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έσπρωξε την Ντίτριχ να προσφέρει στον αγώνα κατά του ναζισμού με όποιον τρόπο μπορούσε: Κατ’ αρχάς, απέκρουσε τις προτάσεις εκπροσώπων της ναζιστικής Γερμανίας να επιστρέψει και να δουλέψει για το καθεστώς (όπως η Ρίφενσταλ). Μέσα σε 5 χρόνια όργωσε τα μέτωπα δίνοντας παραστάσεις στους στρατιώτες, τραγουδώντας το «Lili Marleeen» με έναν τρόπο που εξαφάνιζε τις διαχωριστικές γραμμές των εθνοτήτων, παίζοντας «μουσικό πριόνι» και κάνοντας χιουμοριστικές παρλάτες. Νωρίτερα, σε συνεργασία με τον Μπίλι Γουάιλντερ, οργάνωσε συγκέντρωση κονδυλίων για να βοηθήσει Εβραίους της Γερμανίας να δραπετεύσουν από τη χώρα που ήθελε να τους εξολοθρεύσει. Στο τέλος του πολέμου, τιμήθηκε με το Μετάλλιο της Ελευθερίας από την αμερικανική κυβέρνηση.

Ακολούθησαν άλλα 15 χρόνια με σποραδικούς ρόλους στο σινεμά και κυρίως ατέλειωτες εμφανίσεις-σόου σε όλες τις μεγάλες πόλεις του κόσμου. Το αδιαμφισβήτητο κύρος και η λάμψη της αποδείχτηκαν με την τολμηρή της απόφαση όχι μόνο να εμφανιστεί στο Ισραήλ το 1960 αλλά να τραγουδήσει και εκεί το «Lili Marleen». Το κοινό τη λάτρεψε μέχρι δακρύων. Η απτόητη Μαρλένε επέστρεψε και στη Δυτική Γερμανία, για να δώσει παράσταση. Την υποδέχτηκε από τη μια ο Βίλι Μπραντ, ως δήμαρχος Βερολίνου, μαζί με τεράστια πλήθη θεατών, κι από την άλλη διαδηλωτές που την έβριζαν σκαιά και δύο απειλές για βόμβα. Αυτή η εμπειρία στάθηκε για την Ντίτριχ τραυματική. Ήταν η τελευταία φορά που επισκέφτηκε τη χώρα όπου γεννήθηκε. «Οι Γερμανοί κι εγώ δεν μιλάμε πια την ίδια γλώσσα», είχε πει όταν εγκατέλειψε για πρώτη φορά τη Γερμανία. Φαίνεται πως το διαζύγιο ήταν οριστικό.

Η Ντίτριχ αρνήθηκε να υποταχτεί σε οτιδήποτε, ακόμα και στον χρόνο. Φροντίζοντας όσο ήταν δυνατόν και με κάθε μέσο την εικόνα της, συνέχισε να δίνει παραστάσεις ακόμα και στα 75 της. Ώσπου τα συνεχή ατυχήματα επί σκηνής (πτώσεις λόγω αστάθειας) την υποχρέωσαν να αποσυρθεί για τα τελευταία της χρόνια στο σπίτι της στο Παρίσι, όπου και πέθανε το 1992.

Σ’ όλη τη μακρά ζωή της υπήρξε πάντα σύμβολο, χωρίς ποτέ να χάσει το γήινο πνεύμα της: στον Γαλάζιο Άγγελο, έπλασε το κλασικό πλέον πρότυπο της περπατημένης στη ζωή και σεξουαλικά απελευθερωμένης γυναίκας των καμπαρέ· εγκαταλείποντας μετά βδελυγμίας τη ναζιστική Γερμανία (και μετά, με την οργισμένη της αντίδραση στην πρόταση του χιτλερικού καθεστώτος να επιστρέψει), έγινε το παράδειγμα του ελεύθερου καλλιτέχνη· περιοδεύοντας επί χρόνια στην Ευρώπη και στη Βόρειο Αφρική για να εμψυχώσει με τις εμφανίσεις της τα στρατεύματα των Συμμάχων, στάθηκε πρότυπο προσφοράς· και τέλος, με την επαμφοτερίζουσα εικόνα της femme fatale με παντελόνια (και γραβάτα), η Ντίντριχ κατάφερε να ενσαρκώσει μια εικόνα της σεξουαλικότητας που υπερέβαινε (και ακόμα υπερβαίνει) τις συνθήκες του φύλου και των ρόλων. Η Ντίτριχ πράγματι κατέκτησε την Αμερική: γιατί κανείς άλλος δεν μπόρεσε ποτέ να συνδυάσει στο πρόσωπό του όλη εκείνη την πολυπλοκότητα, την πολυμορφία που αντιπροσωπεύει η ίδια η Ευρώπη.

Κλικ για να δείτε το σλάιντ

 

* * *

Εδώ άλλες επετειακές αναρτήσεις του dim/art

like-us-on-fb

follow-twitter-16u8jt2 αντίγραφο




from dimart http://ift.tt/1YKHJCv
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου