Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Μπλακ Μπαρτ: Τζέντλεμαν, ληστής και ολίγον ποιητής

02

—της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου

Το όνομα θα μπορούσε να αποτελεί ερώτηση Trivial Pursuit στην (υποθετική) κατηγορία «κόμιξ», αλλά εδώ θα το πάρει το ποτάμι άνευ περαιτέρω: ο Μπλακ Μπαρτ (αυτό ήταν το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο) ήταν ο ληστής με τη λευκή κουκούλα που συνάντησε ο Λούκυ Λουκ στην «Ταχυδρομική Άμαξα». Επρόκειτο δε για πραγματικό πρόσωπο (όπως, άλλωστε, τα περισσότερα στις ιστορίες των Morris-Gosciny) – και μάλιστα με πολύ ιδιαίτερη ιστορία. Γιατί, σε αντίθεση με τους σκληρούς αιμοβόρους ντεσπεράντο και τους διάσημους ληστές που φιλοξενούνται συχνά στις σελίδες του Λούκυ Λουκ και με τους οποίους συνδέουμε την Άγρια Δύση, ο Μπλακ Μπαρτ αποτελούσε εντελώς ειδική περίπτωση: όχι μόνο ήταν ένας άψογος τζέντλεμαν αλλά και ένας περίπου (εχμ, εντελώς περίπου) ποιητής.

01

Η ιστορία του έχει ως εξής:

04Ο Τσαρλς Μπόουλς, γεννημένος το 1829, ήταν ένας φιλόδοξος άνθρωπος, που ακολούθησε λίγο-πολύ την πορεία των περισσότερων ανδρών της εποχής του: πέρασε μερικά χρόνια ως νέος, στην Καλιφόρνια ψάχνοντας χρυσό, επέστρεψε στα Μεσοδυτικά, παντρεύτηκε, πολέμησε στον Αμερικανικό Εμφύλιο (πήρε μέρος και στη Μεγάλη Πορεία προς τη Θάλασσα, του Σέρμαν), επιβίωσε, παρασημοφορήθηκε, προσπάθησε να στεριώσει ως αγρότης, κι όταν τα βρήκε σκούρα (ή υπερβολικά άχρωμα) με την αγροτική ζωή, είπε να ξαναδοκιμάσει την τύχη του ως χρυσοθήρας ελπίζοντας να γίνει πλούσιος. Έτσι, το 1867 αποχαιρέτησε τη γυναίκα και τα παιδιά του και πήγε και πάλι δυτικά.

Κάπου στο 1871 επέστρεψε σε ένα μικρό ορυχείο που είχε στήσει παλιότερα. Όλα έμοιαζαν να πηγαίνουν καλά, ώσπου ο Μπόουλς άρχισε να δέχεται οχλήσεις από υπαλλήλους της μεγάλης ταχυδρομικής εταιρείας Wells, Fargo & Co., που επέμεναν να τους πουλήσει το ορυχείο. Ο Μπόουλς αρνήθηκε επανειλημμένα, η Εταιρεία όμως δεν καταλάβαινε από «όχι». Ήθελε το ορυχείο. Ώσπου, μια μέρα, ο Μπόουλς ξύπνησε το πρωί και βρήκε το μικρό υδραγωγείο που είχε φτιάξει για τις ανάγκες της δουλειάς του φύλλο και φτερό. Κάποιος το είχε καταστρέψει. Και τότε, κάτι μέσα στο κεφάλι του στριφογύρισε τρίζοντας άσχημα.

08Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι έγραψε στη γυναίκα του για το περιστατικό, σημειώνοντας στο τέλος λακωνικά: «Θα λάβω μέτρα». Τίποτε άλλο.

Δεν ξέρουμε επίσης τι ακριβώς έκανε ο Μπόουλς από εκείνη τη στιγμή μέχρι τη μέρα, τον Ιούλιο του 1875, που ένας ψηλόλιγνος άνδρας με ένα άδειο σακί από αλεύρι στο κεφάλι πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά από μια άμαξα της Wells Fargo, σε ένα στενό πέρασμα, κραδαίνοντας μια καραμπίνα. Με βαθιά, ευγενική φωνή, παρακάλεσε τον οδηγό να πετάξει από την άμαξα το κουτί με τα χρήματα, ενώ αρνήθηκε να πάρει λεφτά και κοσμήματα που του πρόσφεραν οι πανικόβλητες επιβάτιδες της άμαξας λέγοντας: «Κυρίες μου, δεν επιθυμώ τα χρήματά σας. Ως προς αυτό, τιμώ αποκλειστικά και μόνο την αξιότιμη εταιρεία της Wells Fargo». Μόλις ο οδηγός πέταξε κάτω το κιβώτιο, ο μυστηριώδης άνδρας το άρπαξε και εξαφανίστηκε μέσα στους θάμνους. Η πρώτη ληστεία του Μπλακ Μπαρτ ήταν γεγονός. Η λεία του: 160 δολάρια.

05

Ακολούθησαν τουλάχιστον άλλες 28, όλες στο ίδιο μοτίβο, και πάντα σε άμαξες της Wells Fargo· συχνά, με πολύ αξιοπρόσεκτα κέρδη σε χρήματα και διαμάντια (στα οποία είχε αδυναμία). Η καραμπίνα του δεν πυροβόλησε ούτε μία φορά, και από το στόμα του δεν βγήκε ποτέ ούτε η παραμικρή κακή λέξη. Ήσυχος, ευγενής, έπαιρνε τα χρήματα και εξαφανιζόταν χωρίς ίχνη. Σε δύο περιπτώσεις μόνο, στην τέταρτη και την πέμπτη ληστεία, για κάποιο λόγο που ουδέποτε διευκρινίστηκε, αποφάσισε να αφήσει στον τόπο του εγκλήματος κάτι: και πιο συγκεκριμένα, δύο ποιήματα.

I’ve labored long and hard for bread,
For honor and for riches,
But on my corns too long you’ve tread,
You fine-haired sons of bitches.

[Για την τιμή και το ψωμί μου μόχθησα
χρήματα για να βγάλω
μα εσείς, λεπτεπίλεπτα καθήκια, για καιρό
μου πατάγατε τον κάλο.]

Here I lay me down to sleep
To wait the coming morrow,
Perhaps success, perhaps defeat,
And everlasting sorrow.
Let come what will, I’ll try it on,
My condition can’t be worse;
And if there’s money in that box
’Tis money in my purse.

[Ξαπλώνω για να κοιμηθώ,
το αύριο προσμένω μόνο
Τη νίκη ή την ήττα μου
Και πάντοτε τον πόνο.
Χειρότερα δεν γίνεται,
Ας γίνει ό,τι πρέπει·
Αν έχει το κουτί λεφτά,
Θα ’χω λεφτά στην τσέπη.]

06

Η καριέρα του Μπλακ Μπαρτ έληξε το 1883, σαν σήμερα, 3 Νοεμβρίου, στην πρώτη ληστεία που πήγε στραβά, λίγο έξω από το Σαν Φρανσίσκο. Οι δύο οδηγοί της Wells Fargo αντιστάθηκαν· ανάγκασαν τον Μπόουλς να τραπεί σε φυγή, τον πυροβόλησαν και τον τραυμάτισαν ελαφρά στο χέρι. Μόλις βρέθηκε σε απόσταση ασφαλείας, ο Μπόουλς έδεσε το τραύμα με το μαντίλι του, το οποίο σύντομα μούλιασε στο αίμα. Τότε έκανε και το μοναδικό του λάθος: πέταξε το μαντίλι, το οποίο είχε τη στάμπα του καθαριστηρίου όπου πήγαινε όλα του τα ρούχα.

WANTED

Ο ντετέκτιβ της εταιρείας, Τζέιμς Χιουμ, θα πρέπει να έβλεπε για πολλά χρόνια στον ύπνο του τον ληστή με την κουκούλα – και όχι ευχάριστα. Λέγεται μάλιστα ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, ο Μπόουλς τού έστελνε και χαιρετίσματα μέσω των οδηγών που λήστευε. Έτσι, όταν έφτασε στα χέρια του Χιουμ το ματωμένο μαντίλι, δεν υπήρχε περίπτωση να μην επισκεφθεί, ένα προς ένα, και τα 91 καθαριστήρια της ευρύτερης περιοχής του Σαν Φρανσίσκο για να βρει εκείνο με τα συγκεκριμένα αρχικά. Τελικά, κάποιος ιδιοκτήτης καθαριστηρίου αναγνώρισε τη στάμπα του και κατονόμασε τον άνθρωπο που του είχε φέρει το μαντίλι: ονομαζόταν, είπε, Τ.Ε. Μπόλτον, ήταν χρυσοθήρας και έλειπε συχνά από την πόλη. Κυκλοφορούσε πάντα ντυμένος στην πένα, με το μπαστούνι του, διαμαντένια καρφίτσα στο πέτο, διαμαντένιο δαχτυλίδι στο δάχτυλο και χρυσή αλυσίδα στο ρολόι. «Για την ακρίβεια», αναφώνησε περιχαρής ο ιδιοκτήτης του καθαριστηρίου, «να τος, έρχεται, να σας τον γνωρίσω!»

07

Τζέιμς Χιουμ

image003

Ο Τσαρλς Μπόουλς-Μπόλτον-Μπλακ Μπαρτ συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε έξι χρόνια φυλάκιση. Βγήκε στα τέσσερα λόγω καλής διαγωγής. Η απόλυσή του συγκέντρωσε το ενδιαφέρον του Τύπου όσο και η δραστηριότητά του τα προηγούμενα χρόνια: έξω από την πύλη των φυλακών, τον περίμενε ένα τσούρμο δημοσιογράφοι. Στην ερώτησή τους αν θα ξαναληστέψει άμαξες, ο Μπόουλς απάντησε καθαρά: «Έχω τελειώσει πλέον με τα εγκλήματα». Στην επόμενη ερώτηση, αν θα ξαναγράψει ποιήματα, απάντησε ακόμα καθαρότερα: «Όπως σας είπα, με τα εγκλήματα έχω πλέον τελειώσει».

Μπλακ Μπαρτ: ο μόνος άνθρωπος στην ιστορία που παραδέχτηκε δημοσίως ότι είναι χάλια ποιητής.

09

* * *

Εδώ άλλες επετειακές αναρτήσεις του dim/art

Το dim/art στο Facebook




from dimart http://ift.tt/1Q3OUWc
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου