—του Γιάννη Παπαθεοδώρου για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα—
Μετά από 2,5 μήνες εντατικών μακρο-οικονομικών διαλέξεων και πλούσιου ριζοσπαστικού προβληματισμού στο ελληνικό κοινοβούλιο, η περίφημη Επιτροπή Αλήθειας για το Χρέος (στην οποία πρωταγωνίστησε η ακάματη ΠτΒ κ. Ζωή Κωνσταντοπούλου), έδωσε το πόρισμα της στη δημοσιότητα. Οι καταληκτικές διατυπώσεις συμπυκνώνουν το οικονομικό και πολιτικό έργο της Επιτροπής: «η αξιοπρέπεια του λαού βαραίνει περισσότερο από το παράνομο, αθέμιτο, επονείδιστο και μη βιώσιμο χρέος». Επίσης, «τα νομικά επιχειρήματα που επιτρέπουν σε ένα κυρίαρχο κράτος να αποκηρύξει μονομερώς το παράνομο, αθέμιτο και επονείδιστο χρέος είναι πολλαπλά».[1] Αν καταλαβαίνω καλά, αυτό σημαίνει ότι η Επιτροπή Αλήθειας προτείνει τη (μονομερή) διαγραφή του ελληνικού χρέους και την εξίσου (μονομερή) κήρυξη πτώχευσης της χώρας.
Στην ίδια γραμμή συντάχθηκε και ο κ. Λαπαβίτσας που παρουσίασε αναλυτικά το σχέδιο αποχώρησης της χώρας από το ευρώ, με παράλληλη χρήση «δελτίου» για τις απαραίτητες ανάγκες τροφίμων, πρώτων υλών κλπ.[2] Η ανάλυση υιοθετήθηκε πλήρως και από τους τηλε-θαμώνες του «μονόδρομου της ρήξης», όπως ο κ. Λεουτσάκος, ενώ παράλληλα διανθίστηκε με ένα νέο είδος «ταξικής ανάλυσης», με αφορμή τη συγκέντρωση των φιλοευρωπαίων πολιτών στο Σύνταγμα. Στην εφημερίδα Αυγή (18/06/2015), ο κ. Μουλόπουλος έγραψε το δικό του μικρό μανιφέστο για την καταδίκη της «αντεπανάστασης»: «Σήμερα στο Σύνταγμα ξεκινάει η επανάσταση των πλουσίων. Ετοιμαστείτε, λοιπόν, να δείτε μια μεγάλη διαδήλωση ώριμων κυριών με γούνες (παρά τον καύσωνα του θέρους) και γόβες στιλέτο χέρι – χέρι με «καθώς πρέπει» στελέχη πολυεθνικών εταιρειών με έδρα το Λουξεμβούργο, διαχειριστών funds και κατόχους παχυλών λογαριασμών εις τας Ελβετίας, με άψογα μπλέιζερ και ντιζάιν γραβάτες να ουρλιάζουν έξαλλοι: καπιταλιστές όλου του κόσμου, ενωθείτε».[3]
Διαβάζοντας όλες αυτές τις επίκαιρες ειδήσεις και δηλώσεις, μού είναι δύσκολο να καταλάβω ποια ακριβώς «συμφωνία» προσπαθεί να «κλείσει» εναγωνίως ο πρωθυπουργός της χώρας, τις επόμενες δραματικές μέρες που θα κρίνουν ιστορικά την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Το μισό του (σχεδόν) κόμμα έχει «βγει στα κάγκελα», διεκδικώντας την καταστροφική χρεοκοπία και την επιστροφή στη δραχμή, ως αυτοεκλπηρούμενη προφητεία εθνικού απομονωτισμού και υπερήφανης αυτοκτονίας. Το άλλο μισό του κόμμα μιλάει για μια «επώδυνη συμφωνία», που ωστόσο βάζει οριστικά στον πάγο το προεκλογικό «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης». Κάποιοι άλλοι εκλιπαρούν για μια ρητορική, έστω, προσφορά μελλοντικής ελάφρυνσης του χρέους, προκειμένου να συνοδεύσουν τα μέτρα του «Μνημονίου 3» με ένα άλλοθι ανταμοιβής των νέων θυσιών. Και κάποιοι ελάχιστοι, τέλος, θεωρούν πως ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να σηκώσει το βάρος αλλά και το τίμημα της νέας «συμφωνίας», αλλάζοντας παράλληλα και τον «κομματικό ΣΥΡΙΖΑ της δραχμής». Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αυτοπαγιδευτεί.
Οι προτάσεις του δεν ανταποκρίνονται σε ένα αναπτυξιακό σχέδιο εθνικής ανασυγκρότησης αλλά στην αναπαραγωγή της υφεσιακής μιζέριας, με έκδηλα τα χαρακτηριστικά μιας πιθανής πλέον εθνολαϊκιστικής εκτροπής σε αυταρχικά μοντέλα «μηχανικής της εξουσίας». Όπως σωστά παρατηρεί ο Γιάννης Βούλγαρης, ο κίνδυνος αυτής της εκτροπής είναι πιο ορατός από ποτέ: «Γι’ αυτό βλέπουμε τη μέσω ΣΥΡΙΖΑ επανεμφάνιση του κομματικού – συνδικαλιστικού – μιντιακού κατεστημένου της ύστερης μεταπολίτευσης (στη χειρότερη συχνά εκδοχή του). Γι’ αυτό βλέπουμε την απονενοημένη προσπάθεια αναπαραγωγής του κρατικιστικού – συντεχνιακού – πελατειακού μοντέλου. […] Το μόνο που κάνουν είναι να θέσουν σε κίνδυνο τις δύο θεμελιακές κατακτήσεις της Μεταπολίτευσης. Τη σταθερή ένταξη στην Ευρώπη και το υψηλό επίπεδο δημοκρατικής ζωής».[4]
Αναμφισβήτητα, η χώρα έχει φτάσει σε ένα οριακό σημείο, και πρέπει να αποφασίσει για το πολιτικό μέλλον της. Η καμπή αυτή, ωστόσο, περνάει μέσα από τη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ. Σε λίγο καιρό, η παραμονή στο ευρώ και τα μέτρα που θα πάρει η νέα κυβέρνηση θα μοιάζουν να ακυρώνουν την ίδια τη «ριζοσπαστική ελπίδα», που έταξε στους ψηφοφόρους της. Ταυτόχρονα, το εναλλακτικό φλερτ με τον ευρωσκεπτικισμό θα ακυρώσει την ίδια την κυβερνητική προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ, επιταχύνοντας τη φθορά του. Το μόνο που μένει στην κυβέρνηση είναι να χαράξει μια νέα πολιτική στρατηγική, στην οποία η σωτηρία της χώρας θα συνοδεύεται πλέον από νέες συμμαχίες και νοοτροπίες για μια πραγματικά προοδευτική πολιτική.
Δεν είμαι σίγουρος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί (και θέλει) να κάνει αυτό το βήμα. Προς το παρόν είναι όμηρος μιας πολιτιστικής, κυρίως, οπισθοδρόμησης στην οποία το παλαιό εθνικό νόμισμα (η δραχμή) έχει γίνει το βασικό εργαλείο μιας νοσταλγικής απόδρασης από την πραγματικότητα. Το περίγραμμα αυτής της άποψης το διατύπωσε δυστυχώς και ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού κ. Ξυδάκης, «επενδύοντας» στη δραχμή, με τον προσήκοντα καλλιτεχνικό μεγαλοϊδεατισμό του παρελθόντος: «Η Ελλάδα ήταν 200 χρόνια με δραχμή και μεγαλούργησε».[5] Η δήλωση του υπουργού μοιάζει ειρωνικά με την ωραία ατάκα που ακούγεται στη γνωστή ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» (1955), μεταξύ του Πετράκη και του Παυλάρα : «Εγώ ξέρεις τι λέω; Εδώ που είναι και δροσιά, να σκάψουμε δυο λάκκους και να μπούμε μέσα να πεθάνουμε». «Πετράκη», απαντάει ο Παυλάρας, «σου ‘χω πει ότι ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να απογοητεύεται».
from dimart http://ift.tt/1daW9uf
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου