Η Νίκη Κωνσταντίνου-Σγουρού και η Μαρία Τοπάλη διαβάζουν βιβλία για παιδιά και τα συζητούν μεταξύ τους — γραπτά. Κάθε Τρίτη!
Το δικό μου μουσείο
Κείμενο, εικόνες: Έμμα Λιούις
Μετάφραση: Μαρία Τσιρωνά
Εκδόσεις Πουά, 2019
Η Νίκη στη Μαρία:
Δεν έχω πάρα πολλά να γράψω για αυτό το βιβλίο· ήθελα πολύ να σου το δώσω. Θυμάμαι μια ωραία κουβέντα μας πριν από αρκετό καιρό για την εμπειρία των μουσείων στη Βρετανία που είχατε μοιραστεί με την Ειρήνη και τη Δήμητρα όταν ήταν μικρές και πως είχα καταζηλέψει. Το βιβλίο αποτυπώνει αυτή την ποικιλόμορφη, ανοιχτή και χωνεμένη μουσειακή εμπειρία, τις βόλτες από το ένα στο άλλο, την εξοικείωση, την επαφή, την πραγματική χρήση του μουσείου. Προσκαλεί ίσως τα παιδιά στην Ελλάδα, που σπάνια βιώνουν έτσι την επίσκεψη στο μουσείο, να αρχίσουν να το ζουν. Να μην το φοβούνται, να μην το βλέπουν ως εκπαιδευτική επίσκεψη, σύρσιμο των ποδιών σε αφιλόξενο μάρμαρο, αλλά σαν πρό(σ)κληση οικειοποίησης. Μακάρι να τα καταφέρουμε, γιατί τα μουσεία είναι τέλεια. Και μας χρειάζονται όσο τα χρειαζόμαστε και εμείς.
Οι εικόνες είναι τέλειες. Σαν κολάζ από τουριστικούς οδηγούς, φυλλάδια και κάρτες από τα πωλητήρια των μουσείων. Σωστά χρώματα, υφές, ιδιαίτερη προοπτική. Ένα βιβλίο για να το ξεφυλλίσεις ξανά και ξανά, να ψάξεις αντικείμενα κρυμμένα, να συνδεθείς και να συνθέσεις στις τελευταίες σελίδες το δικό σου μουσείο.
Αυτά. Περιμένω τα σχόλιά σου.
Η Μαρία στη Νίκη:
Θα προσπαθήσω να δείξω αυτοσυγκράτηση και να μην γράψω 10 χιλιάδες λέξεις ενθουσιασμού. Νομίζω ότι το κλειδί βρίσκεται στην κτητική αντωνυμία του τίτλου: ΔΙΚΟ ΜΟΥ. Και μας προκαλεί να αναδιατυπώσουμε ξανά και ξανά, παίζοντας και διατηρώντας την πάντα στο επίκεντρο. Καλό μουσείο είναι το ΔΙΚΟ ΜΟΥ μουσείο. Για να είναι καλό ένα μουσείο, πρέπει να το νιώθω σαν ΔΙΚΟ ΜΟΥ. Όλα ξεκινάν από το ΔΙΚΟ ΜΟΥ μουσείο. Και ούτω καθεξής. Για να νιώθω καλά σε ένα μουσείο, πρέπει να το νιώθω δικό μου, είτε είμαι παιδί είτε είμαι μεγάλη/ος. Φυσικά, οι Tate Trustees που ανέθεσαν («με εντολή» γράφει στα στοιχεία έκδοσης του βιβλίου, άρα έγινε σαφώς κατ’ ανάθεση, άρα είναι μια πράξη πολιτικής του μεγάλου αυτού μουσειακού ιδρύματος) τη συγγραφή αυτού του βιβλίου σε αυτή την τρομερή τύπισσα, την Έμα Λιούις (που ζει και εργάζεται στο Φάλμουθ της Κορνουάλης,άρα καταμεσής του παραμυθιού, τι να λέμε τώρα) – οι Tate Trustees λοιπόν, έλεγα μετά από αυτή την ανοικονόμητη παρέκβαση, δεν ήταν χαζοί. Η Λιούις κέρδισε με το βιβλίο το σπουδαίο Bologna Ragazzi Opera Prima Award. Γιατί δεν το αναφέρει η ελληνική έκδοση; Τέλος πάντων. Η Βρετανία είναι η χώρα των παραμυθιών και η χώρα των μουσείων. Έχει πολλά να μας διδάξει επί των θεμάτων αυτών.
Προπάντων: κάτω ο διδακτισμός. Όταν ήμουν παιδί, η λέξη «μουσείο» σήμαινε αμέσως ορθοστασία και ψυχρότητα. Όταν έγινα μαμά, έτυχε να μείνω για λίγους μήνες σε ένα πολύ μικρό διαμέρισμα στο κέντρο του Λονδίνου, με ένα παιδί 2,5 ετών. Το Βρετανικό Μουσείο με τη δωρεάν είσοδο ήταν πιο κοντά από την κοντινότερη παιδική χαρά. Γρήγορα το παιδί απέκτησε την πεποίθηση ότι το Μουσείο ήταν κάτι σαν την αυλή του σπιτιού μας. Μπορούσαμε να καθίσουμε σε έναν καναπέ, να βγάλουμε τα παπούτσια μας, να ζωγραφίσουμε.Να περιηγηθούμε στην διάσημη αιγυπτιακή συλλογή και να αναρωτηθούμε (με τα λόγια της δίχρονης) «τι είναι αυτό το χοντρό μούτρο;». Και δεν ήταν καθόλου απίθανο –μάλλον ήταν καθημερινή υπόθεση– σε μια άλλη αίθουσα ή στην ίδια αίθουσα με εμάς να έχουν καθίσει κατάχαμα μαθητές σχολείων και νηπιαγωγείων, να έχουν βγάλει χρώματα και να ζωγραφίζουν.
Ας διαβάσουμε αντίστροφα το βιβλίο που προτείνεις: μέσα στο μυαλό του το παιδί εκθέτει διαρκώς με έναν τρόπο τα ευρήματα και τα αποκτήματά του. Έπειτα, τα εκθέτει και ρεαλιστικά, στον χώρο του. Έπειτα, τα δείχνει. Αυτό το κουβάρι ξετυλίγοντας ανάποδα θα φτάσουμε στα είδη των «κανονικών» μουσείων: αρχαιολογικά (νομίζω ότι έτσι θα έπρεπε να αποδοθεί το πρωτότυπο που αγνοώ, και όχι ως «Μουσείο των Αρχαίων Τεχνουργημάτων»), καλλιτεχνικά, φυσικής ιστορίας, επιστήμης. Ναι, μπορεί να μεγαλώσει κανείς τα παιδιά του μέσα στα μουσεία, κυριολεκτικά. Το βιβλίο που μου γνώρισες αποτελεί ιδανική παρότρυνση. Λάτρεψα, εκτός από το χοντρό χαρτί των σελίδων και την εικονογράφηση με τα βασικά χρώματα και τα κολάζ, φράσεις όπως: «Αυτή η συλλογή όμως δεν είναι ούτε αρχαία, ούτε άγρια», που εισάγει στην ιδέα του μουσείου τέχνης. Το οποίο, επίσης, συστήνεται με τρόπο που με κάνει να επευφημώ: «Στον καθένα εδώ μέσα, αρέσει κάτι διαφορετικό». Επιτέλους, χαρά και ελευθερία.
Τι σου αρέσει πιο πολύ; Και κατόπιν, σιγά-σιγά, γιατί σου αρέσει αυτό, για σκέψου; Από τέτοια, ελεύθερη και αυτόνομη προσέγγιση ξεκινά η απόλαυση, η επαρκής ανάγνωση των έργων και, φυσικά, η κριτική τους αντιμετώπιση. Όλα τα άλλα είναι νεκρές, καταπιεστικές κατασκευές. Ναι, θα μπορούσα να γράφω ώρες. Τα μουσεία προϋποθέτουν ενθουσιασμό, όπως τα βιβλία. Πρέπει να υπάρχουν κανόνες αλλά πρέπει να είναι και φιλικά στις μικρές και τους μικρούς που τα χρησιμοποιούν. Θα μπορούσα ώρες να εξηγώ γιατί πρέπει να αφήνουμε τα μικρά παιδιά να δαγκώνουν και να σκίζουν τα βιβλία. Ανάλογες προβλέψεις πρέπει να υπάρχουν μέσα στους μουσειακούς χώρους. Κάτι να ψηλαφήσεις, κάτι να μουτζουρώσεις, ακόμη και κάτι για να ακουμπήσεις στο πρόσωπό σου. Κάτι, ασφαλώς, για να παίξεις και να δημιουργήσεις. Καναπέδες. Μαξιλάρια, όπως και στις παιδικές βιβλιοθήκες. Ενθάρρυνση της έκφρασης: ας ακουστεί δυνατά το «όχι, δεν μου αρέσει αυτό», για να γίνει αληθινό και πιστευτό κατόπιν και το «λατρεύω». Το μουσείο είναι μια κατάσταση σχεδόν φυσική για ένα παιδί. Το βιβλίο με ευφυή τρόπο το τεκμηριώνει, ξεκινώντας από το μεγάλο, το αρχαιολογικό (το κατά τεκμήριο πιο αποξενωτικό) για να καταλήξει στο μικρό, ειδικό μουσείο και έπειτα στο μουσείο της ιδιωτικής έκθεσης, του παιδικού δωματίου. Σταματώ, γιατί αλλιώς δεν θα σταματήσω ποτέ.
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις ευ-πο / λυ-πο
from dimart https://ift.tt/GxEpBNt
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου