—Συνέντευξη της ιστορικού Τζοάνα Μπερκ στον Σάκη Ιωαννίδη και στην «Καθημερινή» για το νέο της βιβλίο, που εξετάζει το ζήτημα σε όλο τον κόσμο και στην Ελλάδα—
«Αν και τα επίπεδα της σεξουαλικής βίας στην Ελλάδα είναι παρόμοια με αυτά της Ευρώπης, το ίδιο το φαινόμενο δεν ήταν μέχρι πρότινος ψηλά στη δημόσια ατζέντα. Για παράδειγμα, μία στις πέντε γυναίκες στην Ελλάδα θα υποστεί σεξουαλική επίθεση ή βιασμό στη ζωή της, ενώ ένας στους οκτώ ή εννέα άνδρες θα πάθει το ίδιο. Τα ποσοστά είναι ίδια και στην Ευρώπη», μας λέει η Τζοάνα Μπερκ, ιστορικός και καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Μπίρμπεκ του Λονδίνου. Όπως και στη Βρετανία, συμπληρώνει, έτσι και στην Ελλάδα, υπάρχει έντονη η αίσθηση του ανδρικού «σεξουαλικού δικαιώματος. Όταν μιλάμε για τη σεξουαλική βία και παρενόχληση, μιλάμε για εξουσία και τη χαλαρή αίσθηση του (σεξουαλικού) δικαιώματος που οι περισσότεροι άνδρες θεωρούν ότι έχουν. Όχι όλοι οι άνδρες, αλλά υπάρχει μια κουλτούρα ανδρισμού (masculine culture) την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε», λέει η κ. Μπερκ και επανέρχεται στο θέμα της εξουσίας.
«Όταν υπάρχουν ανισότητες σε θέματα εξουσίας, τότε αυξάνεται ο αριθμός των κακοποιήσεων και, όπως γνωρίζετε, υπάρχουν μεγάλες ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα. Δεν είναι έκπληξη ότι υπάρχει κακοποίηση».
Η γνωστή ιστορικός Τζοάνα Μπερκ έχει αφιερώσει την καριέρα της στην έρευνα δυσάρεστων, κατά κοινή ομολογία, θεμάτων. Έχει γράψει, για παράδειγμα, για την ιστορία του φόνου και ειδικότερα για τον φόνο σε μάχες σώμα με σώμα στους δύο παγκόσμιους πολέμους και στον πόλεμο του Βιετνάμ, για τον σωματικό και ψυχολογικό πόνο, αλλά και για την πολιτισμική ιστορία του φόβου. Αναζητήσαμε την κ. Μπερκ με αφορμή το βιβλίο της σχετικά με την ιστορία του βιασμού (The History of Rape: From 1860 to the present) που έγραψε πριν από μερικά χρόνια, αλλά μιλώντας μαζί της μας είπε ότι πριν από δύο εβδομάδες έστειλε στους εκδότες της το τελευταίο της βιβλίο, μια παγκόσμια ιστορία της σεξουαλικής βίας (A Global History of Sexual Violence), στο οποίο εξετάζει το φαινόμενο σε 80 χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα.
«Είναι μια συνέχεια μετά το βιβλίο για τον βιασμό. Είμαι μια ιστορικός της βίας», λέει γελώντας από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, που βρίσκεται στο σπίτι της στην Πλάκα, όπου ζει με τον Ελληνα σύντροφό της. Στην «Ιστορία του βιασμού», η Μπερκ εξετάζει τα γεγονότα από το 1860 έως σήμερα στη Βρετανία και στην Αμερική, ενώ στο νέο βιβλίο το γεωγραφικό, πολιτισμικό εύρος διευρύνεται. «Οι δύο χώρες, όμως, είναι πολύ μικρές σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Ηθελα να μάθω τι συμβαίνει αλλού και με έκπληξη διαπίστωσα ότι δεν υπάρχει μια παγκόσμια ιστορία για τη σεξουαλική βία παρόλο που επηρεάζει τους πάντες, άνδρες, γυναίκες, άλλα φύλα».
«Η σεξουαλική βία μάς αφορά όλους», συνεχίζει, «στην αρχή νόμιζα ότι αφορούσε περισσότερο τους ανθρώπους που είχαν κακοποιηθεί, αλλά δεν είναι έτσι. Μόλις αρχίσεις και μιλάς με ανθρώπους που έχουν υποστεί σεξουαλικές παρενοχλήσεις, καταλαβαίνεις ότι είναι κάτι που έχει συμβεί σε πολλούς ανθρώπους που γνωρίζεις. Μας επηρεάζει όλους γιατί όλοι ξέρουμε κάποιο θύμα».
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα του βιβλίου είναι ότι η σεξουαλική βία δεν είναι κάτι αναπόφευκτο. Αντιθέτως, είναι δυνατή η δημιουργία κοινωνιών όπου τέτοια φαινόμενα έχουν εξαλειφθεί ή δεν συμβαίνουν σε πολύ μεγάλη συχνότητα. «Αν δούμε, διεθνώς, σε ποιες περιπτώσεις οι βιασμοί βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα, διαπιστώνουμε ότι είναι σε κουλτούρες που δεν έχουν πολεμικές συγκρούσεις, που δεν έχουν μεγάλες δαπάνες σε στρατιωτικό εξοπλισμό, σε κοινωνίες ισότητας μεταξύ των φύλων, όπου οι γυναίκες βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης και η εκπαίδευση αγοριών και κοριτσιών είναι σε υψηλά επίπεδα. Αν θέλουμε να μειώσουμε τη σεξουαλική βία, ένας από τους τρόπους είναι να αντιμετωπίσουμε τα ευρύτερα προβλήματα, όπως αυτά των πολεμικών συγκρούσεων, της ισότητας και της εκπαίδευσης».
Η Μπερκ έγραψε την «Ιστορία του βιασμού» το 2008, πολύ πριν ξεσπάσει το κίνημα #ΜeΤoo στην Αμερική, ενώ δούλευε το νέο της βιβλίο την ώρα που ο Χάρβεϊ Ουάινσταϊν οδηγούνταν στις αμερικανικές αρχές. Κάθε φορά που μιλάει γι’ αυτό, μας λέει, νιώθει την ανάγκη να υπενθυμίσει ότι το #ΜeΤoo ξεκίνησε από τη μαύρη ακτιβίστρια Ταράνα Μπερκ το 2006, αν και έγινε παγκοσμίως γνωστό από τη λευκή ηθοποιό Αλίσα Μιλάνο μία δεκαετία αργότερα. «Μετά το #ΜeΤoo έφυγε από τους χώρους της τέχνης και ανοίχτηκε σε ένα ευρύτερο κίνημα και τώρα το βλέπουμε να συμβαίνει και στην Ελλάδα. Τώρα εισβάλλει στην ελληνική συνείδηση, εντούτοις πρέπει να θυμόμαστε ότι υπήρχαν Ελληνίδες φεμινίστριες που έδωσαν αγώνα τα προηγούμενα χρόνια απέναντι στη σεξουαλική βία, αλλά οι φωνές τους δεν εισακούστηκαν. Υπάρχει ιστορία από πίσω που συνήθως γράφεται από ανθρώπους στο περιθώριο, οι οποίοι δεν έχουν πάντα μεγάλο δημόσιο βήμα».
Τι έχει αλλάξει όμως και οι φωνές των θυμάτων ακούγονται τώρα πιο δυνατά; «Το χειρότερο πράγμα που αντιμετωπίζει ένα θύμα σεξουαλικής βίας ή κακοποίησης είναι το αίσθημα της ντροπής, η αίσθηση που έχει το θύμα ότι κάτι έχει κάνει λάθος», απαντά η κ. Μπερκ, «αλλά το #ΜeΤoo μετατόπισε την ντροπή στον θύτη και έδωσε την ευκαιρία στα θύματα να μιλήσουν ανοιχτά και να δουν ότι το ίδιο συνέβη και σε άλλους. Δημιουργούνται δεσμοί αλληλεγγύης, το συναίσθημα της ντροπής υποχωρεί, μετατρέπεται σε θυμό και σε πολιτική αλλαγή».
Και αν οι αποκαλύψεις είναι το πρώτο βήμα, για να αλλάξουν τα πράγματα στην ουσία τους χρειάζονται, λέει η κ. Μπερκ, συμμαχίες. «Στα επόμενα βήματα αυτού του κινήματος πρέπει να συμπεριλάβουμε τα αγόρια και τους άνδρες», τονίζει και απορρίπτει παλιές ιδέες, όπως αυτές του «διαχωριστικού φεμινισμού» του ’70 και του ’80.
Αν η συζήτηση, συμπληρώνει, μείνει μόνο στο Διαδίκτυο, η αλλαγή θα είναι μικρής εμβέλειας. Οι διαδικτυακές εξομολογήσεις μπορεί να λειτουργούν καθαρτικά και να δημιουργούν ομάδες αλληλεγγύης, αλλά είναι ευάλωτες σε κακότροπα σχόλια και τρολ. «Αν οι άνθρωποι μιλήσουν γι’ αυτά τα θέματα στον δημόσιο διάλογο και στον χώρο εργασίας τους και δημιουργηθεί ένα κίνημα για την ισότητα των φύλων, τότε θα δούμε πιο μόνιμες αλλαγές», σημειώνει. Και τι γίνεται με το τραύμα; Επουλώνονται οι πληγές που ανοίγει η σεξουαλική βία; Η κ. Μπερκ απαντά θετικά. «Αυτό που με εντυπωσιάζει όταν μιλάω με θύματα σεξουαλικής βίας είναι ότι πραγματικά επουλώνουν τα τραύματά τους. Με διαφορετικό τρόπο, ίσως όχι πάντα ολοκληρωτικά, αλλά βρίσκουν τον τρόπο, αρχικά με το να εξαλείψουν το αίσθημα της ντροπής και μετά με το να μετατρέψουν την πληγή σε κάτι θετικό. Άλλοι βρίσκουν έναν δημιουργικό τρόπο, όπως να γράψουν ή να μιλήσουν γι’ αυτό, άλλοι ενεργοποιούνται πολιτικά ή ακτιβιστικά», τονίζει.
Η Τζοάνα Μπερκ μεγάλωσε στην Αϊτή, για την οποία οι περισσότεροι ίσως μόνο γνωρίζουν ότι βρίσκεται στην εξωτική Καραϊβική. Και όμως, είναι μία από τις πιο φτωχές χώρες στον πλανήτη και μία από τις πιο βίαιες, μας λέει. Η 58χρονη ιστορικός μεγάλωσε στα χρόνια του απολυταρχικού καθεστώτος του Ζαν-Κλοντ Ντιβαλιέ, γνωστού και ως Baby Doc, στα χρόνια του οποίου χιλιάδες Αϊτινοί εκτελέστηκαν, βασανίστηκαν και έφυγαν από τη χώρα. «Ως παιδί είδα πάρα πολλή βία και πόνο. Σοκαρίστηκα όταν είδα πώς οι άνθρωποι, ακόμη και καλοί άνθρωποι, μπορούν να κάνουν τόσο κακό σε άλλους», και αυτό ήταν που την παρακίνησε να ασχοληθεί με θέματα που, κυριολεκτικά και μεταφορικά, πονάνε. «Μπόρεσα να μεταφράσω αυτή τη φρίκη σε κάτι δημιουργικό, ωστόσο τα κατάφερα επειδή ζω μια προνομιακή ζωή. Είναι πολύ δύσκολο να βγάλεις κάτι δημιουργικό από τη φρίκη, αν ακόμη ζεις μέσα σε αυτήν».
Ακόμη και η ακαδημαϊκή ενασχόληση, όμως, με αυτά τα θέματα μπορεί να είναι μια ψυχική δοκιμασία. Αυτό που συμβουλεύει η ίδια τους φοιτητές της είναι να φροντίζουν τον εαυτό τους και να έχουν μηχανισμούς άμυνας. Ο δικός της αμυντικός μηχανισμός, μας λέει γελώντας, είναι το μαγείρεμα. «Μπορεί να κλειστώ για ώρες στην κουζίνα και να φτιάξω κάτι δημιουργικό». Και με τι φαγητό «χωνεύτηκε» το βαρύ θέμα της παγκόσμιας ιστορίας της σεξουαλικής παρενόχλησης; «Με μεζέδες λαχανικών και Prosecco», κάτι ελαφρύ.
Πηγή: Η Καθημερινή
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Copy-paste
from dimart https://ift.tt/3ejlqWu
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου