—του Γιάννη Παπαθεοδώρου για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα—
Στα Αποσπάσματα του Ερωτικού Λόγου, ο Ρολάν Μπαρτ κάνει ένα πολύ ενδιαφέρον σχόλιο για τον έρωτα στα χρόνια της μαζικής κουλτούρας. «Η μαζική κουλτούρα», λέει ο Μπαρτ «είναι μια μηχανή πού καθοδηγεί τον πόθο: να τι πρέπει να σας ενδιαφέρει, μάς λέει — σαν να μάντευε ότι οι άνθρωποι είναι ανίκανοι να βρουν μόνοι τους ποιόν να ποθήσουν».[1] Πώς «μαθαίνει» κάποιος ποιον ή ποια να ποθήσει σε ένα reality; Μέσα από ποιες δυσκολίες περνάει η επιλογή του/ της; Τώρα που τέλειωσε το «Bachelor», μπορούμε να σκεφτούμε ξανά την επιτυχία του εξετάζοντας τη δομή των επεισοδίων σαν μια σειρά από διαφορετικές δοκιμασίες γύρω από την ερωτική περιπέτεια. Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε την προφανή κριτική: τα έμφυλα στερεότυπα, το σεξιστικό λόγο, τους «στημένους» διαλόγους και ρόλους, τις δραματοποιημένες αποχωρήσεις μετά την Τελετή των Ρόδων. Ο πυρήνας της σειράς βασιζόταν σε αυτήν ακριβώς την παρουσία ενός αόρατου «μεσολαβητή» που υποδείκνυε και σταδιακά παρουσίαζε τον «τηλεοπτικό» πόθο του πρωταγωνιστή και των διαγωνιζομένων. Ο «μεσολαβητής» αυτός δεν ήταν κάποιο κρυφό πρόσωπο αλλά η ίδια η συνταγή του έρωτα στα χρόνια της μαζικής κουλτούρας: «η δομή, λοιπόν, του “επιτυχημένου ζευγαριού” μπορεί να είναι: λίγη απαγόρευση, πολύ παιχνίδι, να χαράζεις τα όρια του πόθου κι έπειτα να τον αφήνεις ελεύθερο».[2]
Ο έρωτας στο «Bachelor» κέρδισε το κοινό ακριβώς επειδή ήταν αφόρητος. Δεν έβγαινε μέσα από κάποιο συναίσθημα αλλά μέσα από μια άσκηση αντοχής. Οι κοπέλες έπρεπε να αντέξουν τις ανταγωνίστριες, να «κερδίσουν» τον Παναγιώτη, να πληγωθούν από αυτόν αλλά να μη το δείξουν, να εξοικειωθούν με το γεγονός ότι κάθε βδομάδα ο Bachelor «άρχιζε να έχει συναισθήματα» και για αυτές αλλά και για άλλες, να περιμένουν το τριαντάφυλλο, να κλάψουν αλλά και να γελάνε, να φεύγει το μακιγιάζ αλλά και να λάμπουν πάντα από ομορφιά. Στο Bachelor δεν υπήρχαν συναισθήματα αλλά αυτή η «υπερφίαλη φαντασίωση της διεξόδου», που δίνει ο τελικός στόχος: το μονόπετρο με φόντο το ειδυλλιακό τοπίο της Μάνης.
Νίκησε τελικά η Νικολέτα, η «ζηλιάρα». Στη ζήλια, υποφέρει κανείς περισσότερο, λέει ο Μπαρτ. Υποφέρει επειδή φοβάται ότι η ζήλια μπορεί να πληγώσει τον άλλο, επειδή αφήνεται να τον υποδουλώσει η εικόνα του εαυτού ως ερωτευμένου, επειδή κινδυνεύει να αποκλειστεί εξαιτίας μιας παράλογης επιθετικότητας, επειδή ξέρει ότι χάνει τη γοητεία του ιδιαίτερου και εκφράζει την «τρέλα» του έρωτα με τον πιο κοινό τρόπο.[3] Κι όμως· πίσω από αυτή την κοινοτοπία βρίσκεται ωστόσο το επιστέγασμα της «αντοχής», που συνοδεύεται από το αίτημα της αποκλειστικότητας. Όταν ο έρωτας μοιράζεται, κερδίζει αυτός/αυτή που, ενώ ζηλεύει, αντέχει τη μοιρασιά. Η «ζηλιάρα» Νικολέτα άντεξε επειδή έδειξε το φόβο της απέναντι στο ενδεχόμενο ότι η προτίμηση του Παναγιώτη μπορεί να στραφεί σε κάποια άλλη. Η «ζηλιάρα» δεν έκρυψε το ανόητο πάθος της αλλά δεν λογόκρινε τον εαυτό της. Έτσι άλλωστε κατάφερε να φτιάξει και τη στρατηγική της. Αρνήθηκε να είναι «σκέτα» ερωτευμένη. Ο ρόλος της ήταν ένας ρόλος που την καθιστούσε ταυτόχρονα αιχμάλωτη του Παναγιώτη αλλά και του εαυτού της. Στον εαυτό της έπρεπε κυρίως να αποδείξει τις αντοχές της. Και για αυτό το λόγο, η Νικολέτα μπόρεσε να «δείχνει» ερωτευμένη με τον Παναγιώτη, ακόμα και όταν αυτός «συνέχιζε να έχει συναισθήματα» και για αυτή και για κάνα δυο-τρεις άλλες. Ποτέ δεν άφησε τα δάκρυα της να ομολογήσουν ότι μοιάζει με τις άλλες «ζηλιάρες».
Όπως αποκάλυψε πρόσφατα η ρεπόρτερ του instagram Soula Glamorous,[4] τα πράγματα πλέον –έξω από το παιχνίδι– ίσως και να έχουν πάρει διαφορετική τροπή. Η Νικολέτα μπορεί να νίκησε σε όλες τις τελετές των Ρόδων αλλά ίσως να μην φτάσει τελικά στην τελετή του γάμου. Έξω από το γυαλί, άλλωστε, η καθημερινότητα μετατρέπει την αντοχή σε έλλειψη. Από το παρελθόν της τηλεοπτικής σχέσης μένουν μόνο τα κόκκινα τριαντάφυλλα, τα γκλαμουράτα φορέματα, οι επαύλεις και το κιτς. Στον καθημερινό όμως έρωτα, λέει ο Μπαρτ δεν υπάρχουν αυτά τα εξαιρετικά συμβάντα. «Ο έρωτας κυλάει έξω από τον ενδιαφέροντα χρόνο».[5] Κυλάει μέσα στην ευτέλεια και στην αμηχανία. Το διαδικτυακό κουτσομπολιό που φουντώνει μάλλον αναγγέλλει το τέλος μιας σχέσης που δεν κράτησε πολύ. Στην πραγματική ζωή, ο έρωτας του τηλεοπτικού ζευγαριού μπορεί να έγινε ξανά αλλά αλλιώς αφόρητος. Μάλλον σε εκείνο ακριβώς το σημείο όμως θα αρχίσει ο επόμενος κύκλος του Bachelor ή της Bachelorette, με το ίδιο πάντα ερώτημα: «Δέχεσαι αυτό το τριαντάφυλλο;»
[1] Ρολάν Μπαρτ, Αποσπάσματα του Ερωτικού Λόγου, μτφρ. Βασίλης Παπαβασιλείου, Ράππα, Αθήνα, 1983, σ. 162.
[2] Στο ίδιο, σ. 142.
[3] Στο ίδιο, σ. 173-175.
[4] Βλ. https://www.instagram.com/soulaglamorous/?hl=el
Ευχαριστώ τον φίλο Γιώργο Σπαθή, που, για άλλη μια φορά, μού υπέδειξε τις σωστές πηγές ενημέρωσης.
[5] Σ. 210.
* Ο Γιάννης Παπαθεοδώρου είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Ανώμαλα ρήματα
from dimart https://ift.tt/2LTctXQ
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου