Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (1898-1936)

lorca

Αν φύγω απ’ τη ζωή,
Το παραθύρι αφήστε το ανοιχτό.
Τρώει τα πορτοκάλια το παιδί,
Κι απ’ το παραθύρι το κοιτώ.
Τα στάχια ο θεριστής θερίζει,
Κι’ από το παραθύρι τα κοιτώ.
Αν φύγω απ’ τη ζωή,
Το παραθύρι αφήστε το ανοιχτό.

—Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα—

Σαν σήμερα, στις 5 Ιουνίου του 1898, γεννήθηκε στη Γρανάδα ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Το αφιέρωμα στον ποιητή περιλαμβάνει αυτοβιογραφικό κείμενο του Λόρκα, κείμενα του Νίκου Γκάτσου, της Έλλης Αλεξίου, του Μάνου Χατζιδάκι και του Τάκη Βαρβιτσιώτη, καθώς και χρονολόγιο της ζωής του Λόρκα, εργογραφία του στα ελληνικά και αναφορά στην παρουσία της ποίησής του στην ελληνική δισκογραφία.

Η πηγή του αφιερώματος, εδώ.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ ΛΟΡΚΑ

1898. Στις 5 Ιουνίου γεννιέται ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα στο Φουέντε Βακέρος (Fuente Vaqueros) της Γρανάδα, γιος του πλούσιου κτηματία Φεδερίκο Γκαρθία Ροδρίγεθ (Federico Garcia Rodriwues) και της δασκάλας Βιθέντα Λόρκα Μορέναο (Vicenta Lorca Moreno). Από τη μητέρα του μαθαίνει τα πρώτα γράμματα.

1898-1915. Περνάει τα παιδικά του χρόνια στο Φουέντε Βακέρος. Γεννιούνται τα αδέλφια του, Φρανθίσκο Κοντσίτα και Ισαβέλ. Πηγαίνει το 1905 στο σχολείο της Αλμερίας. Το 1907 αρρωσταίνει σοβαρά· η ασθένεια θα του αφήσει κάποια μικρή χωλότητα. Από το 1909 η οικογένεια εγκαθίσταται στη Γρανάδα, όπου Φεδερίκο τελειώνει το γυμνάσιο στο Κολέγιο της Ιερής Καρδιάς του Ιησού (Colegio del Sargado Corazon de Jesu). Δείχνει ενδιαφέρον για το θέατρο, γράφει θεατρικές σκηνές και οργανώνει παραστάσεις με μaριονέτες στο σπίτι.

1915-1918. Εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Γρανάδα, στη Φιλολογική και Νομική σχολή. Γνωρίζεται με τον Φερνάντο Ντε Λος Ρίος (Fernando de los Rios), τον Μελτσόρ Φερναντέζ Αλμάγκο (Melchor Fernandez Almagro), Φερνάντεζ Μοντεσίνος (Fernandez Montesinos) και άλλους. Παρακολουθεί μαθήματα πιάνου και κιθάρας από τον Μάνουελ ντε Φάλια και κάνει τις πρώτες μουσικές του συνθέσεις. Μετά από πολυήμερη εκδρομή στην Ανδαλουσία και την Καστίλια με συμφοιτητές του γράφει το πρώτο βιβλίο του Εντυπώσεις και τοπία ( Impresiones y paisajes, εκδόσεις Paulino Ventura, 1918).

1919. Εγκαθίσταται στη Μαδρίτη στη Φοιτητή Εστία, όπου και μένει μέχρι το 1928 (Residencia de Estudiantes de Madrit). Γίνεται φίλος με τον ιδρυτή της Alberto Jimé nez Fraud και γνωρίζεται μεταξύ άλλων με τον κινηματογραφιστή Λουίς Μπονουέλ, τον ζωγράφο Σαλβαδόρ Νταλί, τους ποιητές Ραφαέλ Αλμπέρτι, Πέδρο Σαλίνας. Ανάμεσα στους τιμητικούς τροφίμους της Εστίας είναι οι ποιητές Μιγέλ δε Ουναμούντο και Χουάν Ραμόν Χιμένεθ.

1920. Στις 22 Μαρτίου παίζονται Τα μάγια της πεταλούδας (El maleficio de la mariposa) στο «Θέατρο Εσλάβα» (Teatro Eslava) της Μαδρίτης, με σκηνοθεσία του Γκρεκόριο Μαρτίνεθ Σιέρα (Gregorio Martines Sierra), σκηνικά Μινιόνι (Mignioni) και χορούς της Ενκαρναθιόν Λοπέθ, γνωστής ως «Η Αρχεντινίνα» (Encarnacion Lopez – “La Argehtinina”). Η παράσταση σημειώνει αποτυχία και ο Φεδερίκο φεύγει για λίγο από τα Μαδρίτη. Το Σεπτέμβριο στη Γρανάδα αρχίζει η μεγάλη φιλία με τον Μανουέλ ντε Φάλια. Επιστρέφει στη Μαδρίτη τον Οκτώβριο.

1921-1922. Εκδίδεται η πρώτη ποιητική του συλλογή με τον τίτλοΒιβλίο ποιημάτων (Libro de poemas, εκδόσεις Maroto, Μαδρίτη) αφιερωμένη στον αδελφό του Φρανθίσκο, ενώ άλλα ποιήματά του δημοσιεύονται στο περιοδικό Δείκτης (Indice) που διευθύνει ο Χουάν Ραμόν Χιμένεθ και ο Αλφόνσο Ρέγιες (Alfonso Reyes). Στην εφημερίδα ο Ήλιος (El Sol) ο Αλφόνσο Σαλαθάρ(Alfonso Salazar) εγκωμιάζει τη συλλογή σε άρθρο του με τίτλο «Ένας νέος ποιητής». Το Φεβρουάριο του 1922 στη Γρανάδα ο Φεδερίκο δίνει μια διάλεξη με θέμα το «Κάντε χόντο» (Cante Jondo), το λαϊκό ανδαλουσιάνικο τραγούδι. Με τη συνεργασία του Μανουέλ ντε Φάλια διοργανώνουν στη Γρανάδα γιορτή για το «κάντε χόντο». Πρώτες συζητήσεις με τον Μανουέλ ντε Φάλια για το έργο του Η θεατρίνα Λόλα (Lola la Comedianto).

1923. Πάντα σε συνεργασία με τον Μανουέλ ντε Φάλια διοργανώνουν στη Γρανάδα Γιορτή για τα παιδιά και μαζί με μια ομάδα φίλων ιδρύουν το «Teatro Cachoporra Andaluz». Στη πατρική κατοικία του Φεδερίκο στη Γρανάδα οργανώνουν παραστάσεις κουκλοθεάτρου, με φάρσες, με φάρσες του Θερβάντες και παλαιών ισπανών συγγραφέων, καθώς και με φάρσες που γράφει ο ίδιος ο Λόρκα (La niña que riega la albahaca y el principe preguntón). Την ίδια χρονιά παίρνει το πτυχίο του από τη Νομική Σχολή.

1924-1926. Αλληλογραφεί με τον ποιητή και κριτικό Χόρσε Γκιγιέν. Γνωρίζεται στενότερα με τον Σαλβαντόρ Νταλί και επισκέπτεται την οικογένεια του ζωγράφου στο Καδακές όπου και διαβάζει για πρώτη φορά το θεατρικό του έργο Μαριάνα Πινέδα (Mariana Pineda). Γνωρίζεται με τον Πάβλο Νερούδα, δημοσιεύει την Ωδή στον Σαλβαντόρ Νταλί (Oda a Salvador Dali), απαγγέλει ποιήματά του σε εκδηλώσεις και δίνει διαλέξεις σε λογοτεχνικές λέσχες.

1927. Εκδίδεται η δεύτερη συλλογή ποιημάτων του Τραγούδια(Canciones, εκδόσεις Litoral, Μάλαγα). Δημοσιεύει στο Λογοτεχνικό Δελτίο (La Gaceta Literaria) της Μαδρίτης το ποίημα Η σειρήνα και ο καραμπινιέρος (La sirena y el carabinero). Ασχολείται, συντροφιά με τον Νταλί στο Καδακές, με τη συγγραφή του, σχεδόν άγνωστου, έργουEl Sacrificio de lfigenia. Στις 24 Ιουνίου δίνεται η πρώτη παράσταση της Μαριάνα Πινέδα στο «Θέατρο Γκόγια» της Βαρκελώνης από τον θίασο της Μαργαρίτας Σίργου (Margarita Xirgu) με σκηνικά του Νταλί. Από τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς η παράσταση επαναλαμβάνεται στο θέατρο «Φοντάλμπα» (Fontalba) της Μαδρίτης. Από τις 25 Ιουνίου ως τις 2 Ιουλίου, με παρότρυνση του Νταλί εκθέτει σκίτσα του στην Γκαλερί Νταλμάου (Galleries Dalmau) της Βαρκελώνης. Με πρόσκληση και μεσολάβηση του ταυρομάχου Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας ο Λόρκα, μαζί με τους Ραφαέλ Αλμπέρτι, Χόρχε Γκιγιέν κ.ά., απαγγέλει ποιήματά του στη λογοτεχνική λέσχη της Σεβίλλης.

1928. Μαζί με τον αδελφό του εκδίδουν στη Γρανάδα το περιοδικό Ο πετεινός (El Gallo). Στο περιοδικό δημοσιεύονται το πεζογράφημαIstoria de este gallo, ποιήματά του καθώς και οι θεατρικές σκηνές Η παρθένα, ο ναύτης και ο σπουδαστής (La donscella, el mariner y el estudiante) και Ο περίπατος του Μπάστερ Κήτον (El paseo de Buster Keaton). Εκδίδει το Πρώτο Ρομανθέρο Χιτάνο (Primer romancero Gitano) με ποιήματά του από το 1924 ως το 1927. Στο περιοδικό Η φάρσα (La Farsa) της Μαδρίτης δημοσιεύει την Μαριάνα Πινέδα, στο περιοδικό Ο Φίλος των Τεχνών (L’ amic de les artes) του Σίτζες τα:Suicidio en Alejandria και Nadadora sumergiada και στηνΕπιθεώρηση της Δύσης (Revista del Occidente) την Oda al Santissimo Sacramento de Altar.

1929. Ο πειραματικός θίασος «El Caracol», που διευθύνει ο Θιπριάνο Ρίβας Χέριφ (Cipriano Rivas Cherif) ανακοινώνει την παράσταση του έργου Ο έρωτας του Δον Περλιμπλίν και της Μπελίσσα (Amor de Don Perimplin con Belisa en su jardin) που όμως απαγορεύεται από τη λογοκρισία. Ο Λόρκα δίνει διάλεξη στο Lyceul Club της Μαδρίτης, με τίτλο Φαντασία, έμπνευση και φυγή στην ποίηση (Imaginación, inspiración, evasión en la poesia). Ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη, μέσω Παρισίων και Λονδίνου. Από το καλοκαίρι, σπουδαστής του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης.

1929-1930. Δίνει διαλέξεις στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και σε άλλα Κολέγια των Ηνωμένων Πολιτειών καθώς και στην Κούβα, όπου μένει δυο μήνες. Τίτλοι των διαλέξεων: Φαντασία, έμπνευση και φυγή στην ποίηση, Τα παιδικά νανουρίσματα (Las nanas infantiles), Θεωρία και πράξη του Ντουέντε (Theoria y juego del duente), Τι τραγουδάει μια πόλη από Νοέμβρη σε Νοέμβρη, (Logue canta una ciuded de noviembre a noviembre), Σότο ντε Ροχας (Rodo de Rojas). Στην Κούβα ανανεώνει τη φιλία του με τον μουσικό Αδόλφο Σαλαθάρ ενώ στην Νέα Υόρκη γνωρίζεται με τον κιθαρίστα Αντρές Σεγκόβια. Στη Νέα Υόρκη παρακολουθεί θεατρικές παραστάσεις, συχνάζει σε κέντρα τζαζ και σε κινηματογράφους, αρχίζει τη συγγραφή του Ποιητής στη Νέα Υόρκη (Poeta en Nueva York), το Αν περάσουν πέντε χρόνια (Asi que pasen cinque años) και Το κοινό (El Público). Επιστρέφει στη Μαδρίτη το καλοκαίρι. Στις 24 Δεκεμβρίου 1930 παίζεται στο «Teatro Español» της Μαδρίτης από τον θίασο «El Caracol» με τη συνεργασία της Μαργαρίτας Σιργού Η θαυμάσια μπαλωματού (La zapatera prodigiosa).

1931. Δίνει διαλέξεις στη Φοιτητική Εστία της Μαδρίτης για την Αμερική και διαβάζει αποσπάσματα από το Ποιητής στη Νέα Υόρκη. Εκδίδει το Ποίημα του κάντε χόντο (Poema del cante jondo, εκδόσεις CIAM, Μαδρίτη). Γράφει τον Δον Κριστομπάλ (Reteblillo de don Cristóbal), στην Σαλαμάνκα και στην Λα Κορούνια δίνει διαλέξεις με τίτλο Αρχιτεκτονική του κάντε χοντο (Arquitectura del cante jondo). Στην Ισπανία μετά την παραίτηση του βασιλιά Αλφόνσου Xlll ανακηρύσσεται Δημοκρατία και ο Λόρκα συμμετέχει σε πολιτικές εκδηλώσεις των δημοκρατικών. Συνεργάζεται με την Αρχεντίνα και βγάζουν πέντε δίσκους γραμμοφώνου με λαϊκά ισπανικά τραγούδια, σε μουσική επεξεργασία του Λόρκα. Ο ίδιος παίζει πιάνο και η Αρχαντίνα τραγουδάει.

1932. Ο Υπουργός Παιδείας Φερνάντο ντε λος Ρίος (Fernando de los Rios) τον διορίζει μαζί με τον Εδουάρδο Ουγάρτε (Eduardo Ugarte) διευθυντή του πανεπιστημιακού περιοδεύοντος θιάσου «Η παράγκα» (La Barraca), που έχει στόχο να γνωρίσει στο κοινό των επαρχιακών πόλεων και των πιο απομακρυσμένων χωριών τα έργα του κλασικού ισπανικού θεάτρου.

1933. Ταξιδεύει σε όλη την Ισπανία με την «Barraca», με έργα των Θερβάντες, Καλντερόν, Λόπε ντε Βέγα, Τίρσο ντε Μολίνα κ.λπ. Στις 8 Μαρτίου ο θίασος Ζοζεφίνας Ντιάθ (Josefina Diaz) – Μανουέλ Κολιάδο (Manuel Colliado) παρουσιάζει στη Μαδρίτη τον Ματωμένο Γάμο (Bodas de sangre). Τρεις μήνες μετά η παράσταση μεταφέρεται στη Βαρκελώνη. Από τις αρχές Απριλίου παίζονται Ο έρωτας του Δον Περλιμπλίν και της Μπελίσα και Η θαυμαστή Μπαλωματού από το Club Teater de Cultura.

1933-34. Η «Barraca» περιοδεύει στη Νότιο Αμερική (Αργεντινή, Βραζιλία, Ουρουγουάη). Στο Μπουένος Άιρες παίζονται από το θίασο της Λόλας Μεμπρίβες (Lola Membrives) τα έργα: Ματωμένος Γάμος, Μαριάνα Πινέδα, Θαυμαστή Μπαλωματού, Δον Περλιμπλίν, ενώ ο Λόρκα διασκευάζει, γράφει τη μουσική και σκηνοθετεί το έργο του Λόπε ντε Βέγα, Ανόητη Κυρία (La Doma Boda) για το θίασο της Εύας Φράνκο (Eva Franko). Επαναλαμβάνει τις διαλέξεις του και δίνει μια καινούργια «Το πρωτόγονο τραγούδι της Ανδαλουσίας» (El Canto Primitive Andaluz). Συναντάται με τον Πάβλο Νερούδα στο Pen Club, σε εκδήλωση προς τιμήν του μεγάλου Νικαραγουανού ποιητή Ρουμπέν Ντάριο (Rubén Dario).

1934. Δημοσιεύει στο Μεξικό την «Oda a Walt Whitman», στη Μαδρίτη Το κοινό. Το καλοκαίρι σκοτώνεται ο Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας. Ο Φεδερίκο γράφει τον Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας (Llanto por Ignacio Sánchez Mejias). Εγκαταλείπει τη διεύθυνση της «Barraca» και σκηνοθετεί το Λίλιομ του Φέρεντς Μόλναρ στο Club Teatral Anfistora. Στις 29 Δεκεμβρίου η Μαργαρίτα Σίργου παρουσιάζει τη Γέρμα (Yerma) στο Teatro Español της Μαδρίτης.

1935. Σε ειδική παράσταση του έργου Γέρμα για ηθοποιούς, στο Teatro Español εκφωνεί την «Ομιλία για το θέατρο» (Charla sodre teatro) και με αφορμή την εκατοστή παράστασή του διαβάζει στο ίδιο θέατρο το Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας. Στη Νέα Υόρκη ανεβαίνει μεταφρασμένος ο Ματωμένος Γάμος. Η Λόλα Μεμπρίβες ανεβάζει σε δική του σκηνοθεσία τη Θαυμαστή μπαλωματού στη Μαδρίτη. Παίζεται στο κουκλοθέατρο με την ευκαιρία της Γιορτής του Βιβλίου στη Μαδρίτη, ο Δον Κριστομπάλ. Εκδίδει το Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, με εικονογράφηση του Χοσέ Καμπαλιέρο (José Caballero). Ο Λόρκα επανέρχεται στη διεύθυνση της«Barraca». Πρόβες με τη Μαργαρίτα Σιργού για την Ανόητη Κυρία του Λόπε ντε Βέγα και για το Φουέντεοβεχούνα του ίδιου, σε διασκευή του Λόρκα. Η Χίργου παίζει στη Βαρκελώνη Γέρμα και Ματωμένο γάμοκαθώς και το Δόνα Ροζίτα η γεροντοκόρη ή Η γλώσσα των λουλουδιών(Doña Rozita la soltera o El lenguaje de las flores).

1936. Εκδίδει το Ματωμένο γάμο (εκδόσεις Cruz y Raya) και ταΠρώτα ποιήματα (Primas canciones, εκδόσεις Heoroe) στη Μαδρίτη. Σε δείπνο προς τιμή του Ραφαέλ Αλμπέρτι, διαβάζει ένα μανιφέστο των ισπανών συγγραφέων εναντίον του φασισμού. Σε φιλικό σπίτι στη Μαδρίτη διαβάζει στο Χόρχε Γκιγιέν, τον Γκιγιέρμο ντε Τόρρε, τον Δαμάσο Αλόνσο και άλλους Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμα (La casa de Bernarda Alma). Ετοιμάζει μια τραγωδία με τίτλο Η καταστροφή των Σοδόμων (La destruccion de Sodoma). Το Πανεπιστήμιο της Γρανάδας εκδίδει το Divaán del Tamarit. Σχεςδιάζει ένα νέο ταξίδι στην Νέα Υόρκη.

Από τις 6 Ιουλίου βρίσκεται στη Γρανάδα. Στις 17 Ιουλίου αρχίζει το πραξικόπημα του Φράνκο από το Μαρόκο και τις Κανάριες Νήσους και στις 20 Ιουλίου οι φρανκιστές καταλαμβάνουν την Γρανάδα. Στις 3 Αυγούστου ο κουνιάδος του Χοσέ Φερνάντεθ Μοντεσίνος, δήμαρχος της Γρανάδα, τουφεκίζεται από τους φαλαγγίτες. Λίγες μέρες μετά ο Λόρκα φοβούμενος τη σύλληψη καταφεύγει στο σπίτι του φίλου του Λουίς Ροσάλες (Luis Rosales).

Τη νύχτα της 17ης προς 18ης Αυγούστου συλλαμβάνεται από τους φαλαγγίτες στο σπίτι του Ροσάλες. Κρατείται στο κυβερνείο και την ίδια μέρα μεταφέρεται στο Βιθνάρ (Viznar) όπου και παραδίδεται στην Guardia Civil.

Την αυγή της 19 Αυγούστου εκτελείται στο Βιθνάρ.

tumblr_inline_mhpcphwh0K1qz4rgp

Για τη σύνταξη του χρονολογίου του Λόρκα αντλήθηκαν στοιχεία από τις παρακάτω πηγές:

Πλάτων Μαυρομούστακος, Γέρμα, πρόγραμμα παράστασης του Θεάτρου Τέχνης 1992.

Vilches de Frutos, Francisca – Dougherty, Dru: Los Estrenos Teatrades de Federico Garcia Lorca (1920 – 1945).

Λιγνάδης, Τάσος: Ο Λόρκα και οι ρίζες, εκδόσεις Έντυπο, 1992.

Hernandez, Mario: Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Σχέδια Κατάλογος της έκθεσης με σχέδια του Λόρκα που έγινε στο Καράκας. Μπουένος Άιρες, Μοντεβιδέο, Αθήνα, Νέα Υόρκη και Μεξικό. Ελληνική έκδοση, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, 1987.

Περιοδικό Θέατρο, Διευθ. Κ. Νίτσος, Τεύχος 29-30, Σεπτ. – Δεκ. 1966.

Το θέατρο του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Αφιέρωμα του περιοδικού Θεατρικά Τετράδια,Διευθ. Νικηφόρος Παπανδρέου. Τεύχος 6, Νοέμβριος 1981.

Ματθαίου Ηλίας: Χρονολόγιο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, 1898 – 1936 στο περιοδικόΔιαβάζω. Αφιέρωμα στον Λόρκα τεύχος 192, 25 Μαΐου 1988.

* * *

Από αρ. Salvador Dalí, Federico García Lorca and Jose ‘Pepin’ Bello, 1926. Φωτογραφία: Luis Buñuel.

Ο Λόρκα αυτοβιογραφούμενος

Πατέρας μου, ο Φεδερίκο Γκαρθία Ροντρίγκεθ. Μητέρα μου, η Βιθέντα Λόρκα Ρομέρο. Γεννήθηκα στο Φουεντεβακέρος, χωριουδάκι που βρίσκεται στο κέντρο της πεδιάδας της Γρανάδα. Εφτά χρονώ πήγα στην Αλμερία. Φοίτησα σε ένα σχολειό παπάδων, όπου άρχισα να σπουδάζω μουσική. Μόλις τελείωσα το δημοτικό, αρρώστησα από μια πάθηση του στόματος και του λαιμού που με έκανε να μην μπορώ να μιλήσω και με έφερε ίσαμε του χάρου τα δόντια. Χωρίς να διστάσω, ζήτησα έναν καθρέφτη, είδα το πρησμένο πρόσωπό μου κι όπως δεν μπορούσα να μιλήσω, έγραψα το πρώτο χιουμοριστικό μου ποίημα όπου παρομοίαζα τον εαυτό μου με τον χοντροσουλτάνο του Μαρόκου Μουλέι Χαφίζ. Αργότερα, με στείλανε στη Γρανάδα, όπου συνέχισα με τις μουσικές μου σπουδές με έναν γέρο συνθέτη, μαθητή του Βέρντι, τον Δον Αντόνιο Σεγούρα, στον οποίο αφιέρωσα το πρώτο μου βιβλίοΕντυπώσεις και τοπία. Αυτός με εισήγαγε στην επιστήμη της λαογραφίας.

[Ο ποιητής περνάει σε τρίτο πρόσωπο για να απαλύνει τον υποκειμενικό τόνο].

Η ζωή του ποιητή στη Γρανάδα μέχρι τα 1917 είναι αφιερωμένη αποκλειστικά στη μουσική. Δίνει μερικά κονσέρτα και ιδρύει την Εταιρία Μουσικής Δωματίου πού ’κανε να ακουστούν στην Ισπανία, σε μια σειρά συναυλιών, τα κονσέρτα όλων των κλασικών, που για ειδικές συνθήκες δεν είχαν ακουστεί μέχρι τότε. Επειδή οι γονείς του δεν τον άφησαν να πάει στο Παρίσι να συνεχίσει τις αρχικές του σπουδές κι επειδή πέθανε ο δάσκαλός του της μουσικής, ο Γκαρθία Λόρκα έστρεψε τη δημιουργική και γεμάτη πάθος ανησυχία του στην ποίηση. Δημοσίευσε, λοιπόν, το Εντυπώσεις και τοπία και ύστερα ένα σωρό ποιήματα που ορισμένα συγκεντρώθηκαν στο Βιβλίο ποιημάτων κι άλλα χάθηκαν. Έτσι συνέχισε τη ζωή του σαν ποιητής.

Ο «αθιγγανισμός» είναι μόνο ένα από τα πολλά θέματα που προβάλλει ο ποιητής· δεν είναι τόσο θεμελιακό αλλά ούτε και γι’ αυτό λιγότερα επίμονο μέσα στο έργο του. Το Ρομανθέρο Χιτάνο είναι ένα βιβλίο στο οποίο ο ποιητής σημείωσε επιτυχία, επειδή χρησιμοποιεί το ύφος της “Romance” και χειρίζεται ένα θέμα της γενέθλιας γης του. Δεν μπορούμε όμως να αποδώσουμε στον ποιητή φιλοδοξία ευρύτερη από το να ’ναι ένας τραγουδιστής της φυλής του και τίποτε περισσότερο. Το ταξίδι του στη Νέα Υόρκη μπορεί να πει κανένας πως εμπλουτίζει και μεταμορφώνει το έργο του ποιητή, μια πού ’ναι η πρώτη φορά που βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν καινούργιο κόσμο.

Έχει τρία αδέλφια: τον Φρανθίσκο, την Κονσεπσιόν και την Ισαβέλλα, στενή φίλη του μεγάλου Χουάν Ραμόν Χιμένεθ, στην οποία ο ποιητής αυτός αφιέρωσε ένα από τα πιο ωραία ποιήματά του. Προτιμήσεις: στον ποιητή αρέσουν οι ταυρομαχίες, τα σπορ, κι επιδίδεται στο τένις, που βρίσκει πως είναι τόσο ευγενικό και τόσο πληκτικό, όσο περίπου και το μπιλιάρδο.

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (1929-1930;)

Περ. Θέατρο, τ. 29-30, 1966, σ. 13. Μετάφραση: Λέανδρος Πολενάκης.

lorca4

 

Ο Ενρίκε Αμορίμ (αριστερά) με τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

Η πηγή των δακρύων, του Νίκου Γκάτσου

Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, ένας από τους λίγους αυθεντικούς ποιητές του αιώνας μας, γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1898 στο μικρό χωριό της Ανδαλουσίας Φουέντε Βακέρος, κάπου δεκαοχτώ χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Γρανάδας. Ο πατέρας του, άνθρωπος με φιλελεύθερες αρχές, είταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής που, όταν η πρώτη του γυναίκα πέθανε άτεκνη, παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τη νεαρή αλλά γνωστική και καλλιεργημένη δασκάλα του χωριού, κόρη μιας φτωχής οικογένειας από τη Γρανάδα. Απόκτησε μαζί της πέντε παιδιά με πρωτότοκο τον Φεδερίκο. Έτσι ο κατοπινός ποιητής, εκτός από ένα μικρό διάστημα που για λόγους υγείας υποχρεώθηκε να συνεχίσει το σχολείο του στην Αλμερία, έζησε τα παιδικά του χρόνια στον εύφορο κάμπο της Γρανάδας, το σταυροδρόμι τόσων φυλών, με τα γραφικά χωριά και τους παράξενους θρύλους, με τους τσιγγάνους και τους αυτοσχέδιους μουσικούς, με αμαρτωλούς έρωτες και τα βίαια πάθη, μ’ όλα εκείνα τα στοιχεία που διαμόρφωσαν την ευαισθησία του μικρού ανδαλουσιάνου και σφράγισαν για πάντα τον χαρακτήρα και την υφή του έργου του.

Όταν ο Φεδερίκο έγινε έντεκα χρονών, ο πατέρας του αποφάσισε ν’ αφήσει τον κάμπο και να εγκατασταθεί με την οικογένειά του στη Γρανάδα για μια καλύτερη ζωή, όπως έλεγε. Εκεί ο γιος του, μετά τις εγκύκλιες σπουδές, γράφτηκε στη Φιλοσοφική και στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου απ’ όπου, μερικά χρόνια αργότερα, κατόρθωσε να πάρει το δίπλωμα που φυσικά δεν τον ενδιέφερε. Τον ενδιέφερε μόνο η ποίηση και οι πρώτες του προσπάθειες να γράψει θέατρο που το θεωρούσε ύψιστη μορφή ποίησης αφού, όπως έλεγε, «το θέατρο παίρνει τα λόγια από το άψυχο χαρτί και τα μεταμορφώνει ζωντανή ανθρώπινη έκφραση». Και, όσο κι αν η σκέψη του είταν πάντα δεμένη με τις αναμνήσεις του κάμπου και του πατρικού του χωριού, στην πρωτεύουσα άνοιξαν καινούργιοι ορίζοντες για τη φαντασία του. Γνωρίστηκε με τους νέους συγγραφείς και καλλιτέχνες της ισπανικής πόλης και, έχοντας αρχίσει από χρόνια να σπουδάζει μουσική, ήρθε σ’ επαφή με τους ανθρώπους του ρυθμού και της μελωδίας, ιδιαίτερα με τον διάσημο Μανουέλ ντε Φάλια, που κατοικούσε τότε στη Γρανάδα και που η διαφορά της ηλικίας δε στάθηκε εμπόδια να γίνουν στενοί φίλοι και αργότερα συνεργάτες. Στο μεταξύ ο πατέρας του αγόρασε στην άκρη της πόλης ένα μεγάλο σπίτι με θαυμάσιο κήπο που το προόριζε για θερινή κατοικία της οικογένειας. Από τα παράθυρα και τα μπαλκόνια αυτού του σπιτιού φαινόταν κάτω χαμηλά ο απέραντος κάμπος της Γρανάδας και στην αντίθετη μεριά η Σιέρρα Νεβάδα με τις χιονισμένες κορφές, που έφερναν από μακριά μια ανάσα της Μεσογείου κι από το βάθος τα’ ουρανού μια υποψία της Αφρικής. Σ’ αυτό το σπίτι, και τότε και αργότερα, ο Λόρκα έγραψε πολλά από τα ωραιότερα ποιήματά του. Εκεί ολοκλήρωσε της Τσιγγάνικες Πσραλογές(Romancero Gitano) στην οριστική τους μορφή κι εκεί τελείωσε πολλά από τα γνωστά θεατρικά του έργα.

Αλλά η Γρανάδα είταν πια μικρή για να χωρέσει κάποιον που η φήμη του είχε αρχίζει ν’ απλώνεται σ’ ολόκληρη την Ισπανία. Έτσι, ο ποιητής έφυγε ακόμη μια φορά για τη Μαδρίτη, όπου με το πρόσχημα πάντοτε των σπουδών γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο και εγκαταστάθηκε στη Φοιτητική Εστία της Ισπανικής πρωτεύουσας. Εκεί γνώρισε κι έγινε φίλος με τους περισσότερους εκκολαπτόμενους συγγραφείς και καλλιτέχνες της νέας γενιάς (της λεγόμενης γενιάς του ’27), όπως είταν ο Δάμασο Αλόνσο, ο Σαλβαδόρ Νταλί, ο Χόρχε Γιλιέν, ο Ραφαέλ Αλμπέρτι, ο Λουί Μπουνιουέλ, ο Χεράρδο Διέγκο, και πολλοί άλλοι. Είταν μια περίοδος εξαιρετικά δημιουργική για τους νέους πνευματικούς ανθρώπους της Ισπανίας, γεμάτη ζωντάνια και πρόκληση για καινούργιες αξίες και κατακτήσεις.

Στα 1929 ο Λόρκα αποφάσισε να πραγματοποιήσει το μεγάλο ταξίδι του στις Ηνωμένες Πολιτείες που τα μελετούσε από καιρό. Πέρασε πρώτα από τη Γαλλία και κατόπι από την Αγγλία, όπου πήρε το πλοίο για την υπερατλαντική του περιπέτεια. Οι αεροπορικές συγκοινωνίες είταν ακόμα κάτι το άγνωστο. Όταν έφτασε στη Νέα Υόρκη είδε πως η ζωή εκεί δεν έμοιαζε σε τίποτα με τη ζωή στην Ισπανία. Ωστόσο του χάρισε καινούργια κίνητρα και συγκινήσεις, όπως φαίνεται καις το έργο του Ποιητής στη Νέα Υόρκη, που δείχνει μια άλλη πτυχή του ταλέντου του και περιλαμβάνει μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά του ποιήματα. Οι άλλες του δραστηριότητες στην ήπειρο του παλιού θαλασσοπόρου συμπατριώτη του δεν είχαν τίποτα το ιδιαίτερο. Μερικές γνωριμίες, μερικές διαλέξεις, ένα φεγγάρι στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, κι ένα σύντομο ταξίδι στην Κούβα, που του θύμισε την Ανδαλουσία και τον ενθουσίασε.

Όταν έπειτα από ενάμισι χρόνο ξαναγύρισε στην Ισπανία, κάτι είχε αρχίσει ν’ αλλάζει στην πολιτική ζωή του τόπου. Την πτώση του Πρίμο ντε Ριβέρα και τη φυγή του βασιλιά Αλφόνσου ακολούθησε η ανακήρυξη της Δημοκρατίας. Ο Φερνάντο ντε Ρίος, υπουγρός Παιδείας στη νέα κυβέρνηση και στενός φίλος του Λόρκα, ανέθεσε στον Ισπανό ποιητή και δραματουργό να ολοκληρώσει μαζί με τον Εδουάρδο Ουγάρτε έναν περιοδεύοντα φοιτητικό θίασο, ένα είδος Άρματος Θέσπιδος, για να παρουσιάσει και να γνωρίσει σ’ όλη τη χώρα τα δραματικά αριστουργήματα της ισπανικής παράδοσης. Ο θίασος, με την επωνυμία Η Μπαρράκα και με τον ενθουσιασμό των συντελεστών του, άρχισε να περιοδεύει με μεγάλη επιτυχία σε πάμπολλες πόλεις και κωμοπόλεις της Ισπανίας, παρουσιάζοντας έργα του Θερβάντες, του Λόπε ντε Βέγα, του Καλδερόν, του Τίρσο ντε Μολίνα, και πολλών άλλων παλιών και νεώτερων. Η Μπαρράκα κράτησε κάπου δυο χρόνια, όσο περίπου και η δημοκρατική κυβέρνηση. Αλλά ο Λόρκα, σα σκηνοθέτης πια, σχημάτισε ένα θίασο με παλιούς και νέους ηθοποιούς και ταξίδεψε για λίγο καιρό στην Αργεντινή, όπου παρουσίασε διάφορα έργα του ισπανικού ρεπερτορίου. Ανάμεσά τους και το δικό του Ματωμένο γάμομε πρωταγωνίστρια τη μεγάλη Καταλανή ηθοποιό Μαργαρίτα Ξίργου, τη γυναίκα που μετά την άνοδο του Φράγκο στην εξουσία διάλεξε για καινούργια πατρίδα της την Αργεντινή, όπου έζησε ως τα βαθιά της γεράματα χωρίς ποτέ να ξαναγυρίσει στην Ισπανία. Στα 1935 ο Λόρκα δημιούργησε το γνωστό ελεγείο για το φίλο του ποιητή και ταυρομάχο Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας, που σκοτώθηκε από τον ταύρο στην αρένα. Και στις αρχές του 1936 διάβασε σ’ ένα στενό κύκλο φίλων του το τελευταίο θεατρικό του έργο Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμα, που δεν πρόφτασε να το δει να παίζεται στη σκηνή.

Έτσι σε γενικές γραμμές είχαν τα πράγματα και έτσι προχωρούσε η ζωή όταν τον Ιούλιο του 1936, τα σύννεφα στον ισπανικό ουρανό έγιναν πυκνότερα. Το χάσμα ανάμεσα στις εθνικιστικές δυνάμεις και στις δυνάμεις της νέας κυβέρνησης του «λαϊκού μετώπου», που είχε εκλεγεί στις αρχές του χρόνου, ήταν αδύνατο να γεφυρωθεί πια. Πολλές φρουρές επαναστάτησαν, άλλες άρχισαν να παραδίδουν τον οπλισμό τους και αρκετές αντιστάθηκαν. Ο εμφύλιος σπαραγμός της Ισπανίας είχε κιόλας αρχίσει σαν γενική δοκιμή για τον επερχόμενο Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Η Ισπανική Φάλαγγα, η οργάνωση που είχε ιδρύσει ο Πρίμο ντε Ριβέρα κατά το πρότυπο των φασιστικών ταγμάτων του Μουσολίνι και που τώρα βρισκόταν κάτω από τις διαταγές του Φράνκο, τρομοκρατούσε τη χώρα και ήταν παντοδύναμη. Ο Λόρκα εκείνο τον καιρό βρισκόταν στη Μαδρίτη κι ετοιμαζόταν όπως κάθε καλοκαίρι να κατέβει στη Γρανάδα για να δει τους δικούς του και να ξαναζήσει λίγες μέρες στα γνώριμα πατρικά του χώματα. Οι φίλοι του στη Μαδρίτη, ξέροντας πόσο επικίνδυνη ήταν η Γρανάδα, όπου βασίλευε ο φανατισμός και η τρομοκρατία, τον συμβούλεψαν και μάλιστα τον πίεσαν να μην κάνει αυτό το ταξίδι και να μείνει στην πρωτεύουσα. Αλλά εκείνος δεν τους άκουσε. Γιατί, παρά τον ατίθασο χαρακτήρα και τις ελεύθερες ιδέες του, δεν είχε ποτέ ανακατευτεί στην πολιτική και ο φανατισμός για τη μία ή την άλλη παράταξη ήταν κάτι ξένο για την ιδιοσυγκρασία του και τις δημοκρατικές του πεποιθήσεις. Δεν είχε υποπτευθεί ότι στις εποχές της μισαλλοδοξίας και της εξάρτησης οι άνθρωποι δεν ανέχονται την ελευθερία του άλλου και δεν παραδέχονται ότι μπορεί κάποιος να μην ανήκει σε κανένα στρατόπεδο. Έτσι, ξεκίνησε για την ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου βρήκε τα πράγματα πολύ χειρότερα απ’ όσο περίμενε. Μια θανάσιμη απειλή κρεμόταν πάνω από την πόλη και η Φάλαγγα κρατούσε τις πρωτοβουλίες δικές της. Έντρομος ο κόσμος μάθαινε κάθε μέρα για απαγωγές και εκτελέσεις αθώων πολιτών, που είχαν την ατυχία ή να είναι αριστεροί ή ν’ ανήκουν στη δημοκρατική παράταξη. Ο Λόρκα τότε μόνο κατάλαβε τον μεγάλο κίνδυνο, αλλά ήταν αργά πια για να προσπαθήσει να φύγει. Θα ήταν σαν να ομολογούσε μια ανύπαρκτη ενοχή, ποιος ξέρει με ποιες συνέπειες για τον ίδιο και την οικογένειά του.

Στο μεταξύ, έξω από το σπίτι του περίεργα πρόσωπα παρακολουθούσαν την κάθε κίνηση και κανείς δεν ήξερε τι γυρεύανε. Τότε ο πατέρας του κι όλη μαζί η οικογένεια σκέφτηκαν ότι το πιο σίγουρο καταφύγιο για τον γιο τους ήταν το σπίτι της φιλικής οικογένειας των Ροσάλες που είχαν δεσμούς με τη Φάλαγγα και μεγάλη κοινωνική και πολιτική ισχύ. Μάλιστα ο Λουίς Ροσάλες, ποιητής ο ίδιος και σπουδαίος θαυμαστής του Λόρκα, που είναι σήμερα γνωστός Ισπανός συγγραφέας και μέλος της Βασιλικής Ισπανικής Ακαδημίας, εγγυήθηκε με προσωπική του ευθύνη την ασφάλεια του ποιητή στο σπίτι του. Έτσι, ένα μεσημέρι ο Φεδερίκο και ο νεότερος στην ηλικία Λουίς πέρασαν από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης και φτάσανε στο σπίτι των Ροσάλες, όπου όλοι υποδέχτηκαν τον φιλοξενούμενο σαν παιδί τους. Οι φαλαγγίτες παρακολουθούσαν τα πάντα, αλλά δεν μπορούσαν να επέμβουν φανερά, γιατί οι Ροσάλες είχαν δύναμη και επιρροή. Καιροφυλακτούσαν όμως περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή. Και η κατάλληλη στιγμή ήρθε κάποια μέρα που οι άντρες έλειπαν και στο σπίτι είχαν μείνει οι γυναίκες και ο ποιητής. Αδιαφορώντας για τις διαμαρτυρίες των γυναικών, οι άνθρωποι της Φάλαγγας όρμησαν στο σπίτι και κυριολεκτικά άρπαξαν τον Φεδερίκο με τη δικαιολογία ότι θα τον πήγαιναν για ανάκριση και θα τον ξανάφερναν αργότερα. Όταν γύρισαν οι Ροσάλες στο σπίτι και έμαθαν από τις κάτωχρες γυναίκες τα γεγονότα, κατάλαβαν τον τρομερό κίνδυνο και εξαπολύθηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις για να προλάβουν το κακό. Αλλά παντού οι υπεύθυνοι δήλωναν άγνοια. Ούτε η αστυνομία, ούτε η πολιτοφυλακή, ούτε η Φάλαγγα, ούτε καμιά άλλη αρχή μπορούσαν να δώσουν πληροφορίες. Κανείς δεν ήξερε ή έκανε πως δεν ήξερε τίποτα. Οι φίλοι και προστάτες του Λόρκα κατάλαβαν τότε καθαρά ότι κάποιοι που κινούσαν τα νήματα πίσω από τα ηλίθια εκτελεστικά όργανα είχαν αποφασίσει να εξοντώσουν τον προκλητικό και ανορθόδοξο Ανδαλουσιανό ποιητή, που είχε πολλές φορές στο παρελθόν κρίνει και επικρίνει την απολιθωμένη και φαρισαϊκή τότε κοινωνία της Γρανάδα.

Όπως εξακριβώθηκε αργότερα, οι φαλαγγίτες, όταν πήραν τον Λόρκα από το σπίτι των Ροσάλες, φρόντισαν να τον απομακρύνουν αμέσως από την πόλη για να μην μπορέσει να τον βοηθήσει κανείς. Τον τράβηξαν σε μια ερημιά κοντά στο χωριό Βιθνάρ και τον έκλεισαν σ’ έναν παλιό νερόμυλο, που σήμερα δεν υπάρχει και που τότε τον είχαν μετατρέψει σε κρατητήριο. Εκεί, αφού τον κράτησαν δυο τρεις μέρες μαζί με άλλους προγραμμένους που τους έπαιρναν και τους εκτελούσαν κατά ομάδες, ήρθε κάποια ώρα και η δική του σειρά. Κι ένα αυγουστιάτικο πρωινό, προτού η μέρα χαράξει, λίγα εικοσιτετράωρα μετά την εκτέλεση του άντρα της αδερφής του, που ήταν εκλεγμένος δημοκρατικός δήμαρχος της Γρανάδα, τον πήραν μαζί με έναν κουτσό δάσκαλο και το ανήλικο παιδί του, και σε μικρή απόσταση από τον νερόμυλο, τους πυροβόλησαν και τους τρεις πισώπλατα και τους σώριασαν νεκρούς στη μέση του δρόμου. Όπως είπαν αργότερα οι φονιάδες, φλυαρώντας μεθυσμένοι σε μια ταβέρνα της Γρανάδα, δεν προχώρησαν ως το καθορισμένο σημείο, γιατί είχαν κουραστεί από τις πολλές εκτελέσεις εκείνη την ημέρα και δεν άντεχαν να περπατήσουν περισσότερο. Το έγκλημα έγινε κάπου διακόσια μέτρα μακριά από μια παράξενη πηγή με παγωμένο αναβράζον νερό, που σήμερα αποτελεί τουριστικό αξιοθέατο και που οι Ισπανοί την ονομάζουν «Φουέντε Γκράντε», δηλαδή Μεγάλη ενώ οι Άραβες στον καιρό τους την ονόμαζαν «Αϊναδαμάρ», δηλαδή Πηγή των Δακρύων.

Νίκος Γκάτσος, από τον τόμο: Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Θέατρο και ποίηση, μτφρ. Νίκος Γκάτσος, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1990.

 

Από αρ. Salvador Dali, Jose Moreno, Villa, Luis Bunuel, Lorca, Jose Antonio, EL PAIS

Η Έλλη Αλεξίου για τον Λόρκα

Ο Λόρκα ήτανε μια πολυσύνθετη καλλιτεχνική φυσιογνωμία. Εξελίχτηκε, διακρίθηκε και επιβλήθηκε σαν συγγραφέας. Αλλά και στο συγγραφικό του έργο δεν υπήρξε μονόπλευρος. Σήμερα, που, η φήμη του βγήκε έξω από τα ισπανικά σύνορα, οι πολλοί τον χαρακτηρίζουν θεατρικό συγγραφέα. Γιατί το θέατρό του εγνώρισαν. Τα θεατρικά έργα όταν μεταφραστούν και ανεβούν στη σκηνή, άκοπα γίνονται κτήμα του πλατιού κοινού. Οφείλουμε ωστόσο να τονίσουμε ότι ο Λόρκα είναι κατ’ εξοχήν ποιητικής φύσις. Το κάθε του δημιούργημα δεν είναι η συνισταμένη κάποιου λογικού προβληματισμού, αλλά είναι η έκφραση κάποιας ψυχικής αγωνίας, ενός συγκλονισμού συναισθηματικού. Που για να τον διατυπώσει, καλύτερα τον εξυπηρετεί ο στίχος. Η ποίησή του προσφέρει ανοίγματα εικόνων, παρομοιώσεων, υποβλητικής αποδημίας έξω του συγκεκριμένου θέματος, πλησιάζοντας τον αναγνώστη στα πάθος, που διακατέχει τον ποιητή. Και καθώς η ψυχοσύνθεση του Λόρκα είναι βαθύτατα ποιητική, όλες οι καλλιτεχνικές ιδιοφυίες συγκεντρώθηκαν στην προσωπικότητά του, για να την ενισχύσουν. Σπούδασε πιάνο και κιθάρα με το σπουδαίο μουσικοδιδάσκαλο Αντόνιο Ροντρίγκεθ Σοπινόζα. Όλο το 1915 τον βλέπει καθισμένο στο πιάνο, κι όλο το 1916 με την κιθάρα στα χέρια. Και με την πάροδο του χρόνου με τις απανωτές μεταθανάτιες εκδόσεις του, πανταχού της γης, σταματάμε συχνά και επεξεργαζόμαστε ακόμα τις χειρόγραφες νότε του, μελοποιημένων από τον ίδιο ποιημάτων του. Και πρέπει να σημειωθεί πως το δόσιμο του Λόρκα στις καλές τέχνες συναντούσε την έντονη αντίθεση του πατέρα του, που επιθυμούσε να τον δει κατά κύριο λόγο επιστήμονα. Ωστόσο στου Λόρκα τα πλούσια καλλιτεχνικά αποθέματα βρίσκονταν κατατεθειμένες και ικανές ζωγραφικές χιουμοριστικές ικανότητες. Δείγματά τους κοσμούν τις τωρινές εκδόσεις των βιβλίων του. Σ’ αυτά τα σπάνια προσόντα με τα οποία τον είχε κοσμήσει η φύση, ήρθε απρόβλεπτα και αναπάντεχα να προστεθεί ένας εγκληματικός θάνατος.

Απόσπασμα από τον πρόλογο της Έλλης Αλεξίου στα Άπαντα του Λόρκα, εκδόσεις Μέρμηγκα, Αθήνα 1979.

 

Ο Μάνος Χατζιδάκις για τη μουσική του Ματωμένου γάμου

Ο Νίκος Γκάτσος μες τα χρόνια της Κατοχής, άρχισε τη μετάφραση του Ματωμένου γάμου, κι όλοι οι φίλοι του ζούσαμε καθημερινά τις δυσκολίες του, τις αμφιβολίες του για τον κάθε στίχο, την κάθε λέξη χωριστά, μα και τις υπέροχες στιγμές που τελειωμένοι στίχοι ερχόντουσαν στα αυτιά μας –ήχοι μαγικοί, πρωτοφανέρωτοι, πανάκριβα διαμάντια στην καρδιά μας, στολίδια ανεπανάληπτα στον λόγο τον Ελληνικό, χωρίς να υποψιαζόμαστε εκείνα τα χρόνια, πως η δουλειά του φίλου μας θα ξεπερνούσε τα όρια μιας δυνατής στιγμής και θα ‘φτιαχνε τη δικής ιστορία.

Το 1954 κυκλοφόρησε σε βιβλίο η εργασία αυτή, χωρίς να πάψουμε ούτε στιγμή να τη μιλάμε και να τη λέμε σαν προσευχή, κι όλοι μαζί, στο γραφικό τότε πατάρι του Λουμίδη, με τον Ελύτη, τον Τσαρούχη, τον Μόραλη, τον Βαλαωρίτη κι άλλους φίλους συντροφιά, να ζούμε σελίδα με σελίδα ένα έργο κι έναν ποιητή.

Εγώ, ο νεώτερος, είκοσι χρονών τότε, ζούσα, ρουφούσα θα ‘λεγα τις στιγμές, των φίλων μου, με την ίδια ανάγκη που ‘χα να πιω νερό να κοιμηθώ και να υπάρξω ενώ προσπαθούσα να του μεταδώσω τους ήχους, που ‘χαν στο μεταξύ γεννηθεί μέσα μου, πότε διηγόντας του και πότε σιγοτραγουδώντας.

Η Μουσική είχε αρχίσει να σχηματίζεται μέσα μου, με την ίδια δυσκολία που εκείνη την εποχή προσπαθούσαμε να υπάρξουμε.

Γιατί μες την πολύχρωμη απελπισία εκείνου του καιρού, μια μόνο φωνή είχε το τραγικό θάρρος να υπάρξει στέρεα και αληθινή –το λαϊκό τραγούδι, αυτό που οι άλλοι αποκαλούσαν περιφρονητικά Ρεμπέτικο. Καθόλου τότε διάσημο και αγαπητό στους αστούς, και από τη γέννηση του ριγμένο στο περιθώριο και στην παρανομία, λειτουργούσε περήφανο, εκκλησιαστικό, βαθύτατα θρησκευτικό, πάνω στα δύο παντοδύναμα θέματα της μεταπολεμικής πραγματικότητας. Στη διάθεση φυγής από ένα μαρτυρικό χώρο και στον ανικανοποίητο ερωτισμό. Και το ένα διαμάντι ερχότανε να προστεθεί στο άλλο, ανώνυμα και αθόρυβα μα εντατικά, έτσι που αγκάλιαζε4 την ταλαιπωρημένη μας νεότητα σαν μαγική ηλιαχτίδα.

Σωστά ευαίσθητος, υγιής, κάτω από τη διδασκαλία των φίλων και διδασκάλων, μαζί με όλα τα’ άλλα αρνήθηκα τη «σοβαρή» μας μουσική, που η μισή ντυμένη με κουρέλια παρίστανε την Ευρώπη, και η άλλη μισή με φουστανέλλες, την «αθάνατη Ελλάδα» μεσ’ από επαρχιακούς στρατώνες. Κι αγάπησα της μελωδίες αυτές που μου συνειδητοποιούσανε βαθειά κι αναμφίβολα σαν προγονική μου κληρονομιά, την πανάρχαια γεννησιουργό Άνοιξη με την αμαρτωλή εφηβεία του Βυζαντίου, τη χριστιανική ταπεινοσύνη με το μεγάλο του σταθερού και γρανιτένιου Ελληνικού ρυθμού.

Την εποχή που έγραφα την μουσική του Ματωμένου γάμου δυο μήνες πριν από την παράστασή του στο θέατρο –την άνοιξη του 1948, στο ίδιο θέατρο μιλούσα για πρώτη φορά στους Αθηναίους για το Σύγχρονο Λαϊκό Τραγούδι, το Ρεμπέτικο. Κι όπως ο Γκάτσος θέλησε να μεταφυτέψει τις Ισπανικές προσωδίες στους λαϊκούς ποιητικούς ρυθμούς της γλώσσας μας, έτσι κι εγώ προσπάθησα να προεκτείνω τους ρυθμούς αυτούς, στις παντοτινές πηγές της νεοελληνικής μου ευαισθησίας.

Μάνος Χατζιδάκις, από το εξώφυλλο του δίσκου Ματωμένος γάμος – Παραμύθι χωρίς όνομα, Αθήνα, 1965. 

Φ. Γκ. Λόρκα, χαρακτικό του Α. Τάσσου

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Ένας περιπαθής του ενστίκτου (του Τάκη Βαρβιτσιώτη)

Ο Φ.Γκ. Λόρκα είναι ακριβώς μια ζωντανή επίκληση της λύρας, ένας ποιητής που γράφει όπως το πουλί τραγουδά, όπως ο άνθρωπος ανασαίνει, ένας αοιδός με την πανάρχαιη σημασία της λέξης, που τα ίχνη της καταγωγής του χάνονται στους ομηρικούς χρόνους, ένας σύγχρονος βέβαια αοιδός που, αφού άντλησε από τους θησαυρούς του ισπανικού λαϊκού τραγουδιού, αυτού του canto jondo, του πλημμυρισμένου από ακόρεστο πάθος και τις εκθαμβωτικές λάμψεις της Ανδαλουσίας, άνοιξε τις ίδιες τις φλέβες του για να ποτίσει με το φλογερό αίμα του όλο το υφάδι του νεότερου ποιητικού λόγου. Είναι ακόμα «μια φυσική αστραπή, μια ενέργεια σε αέναη κίνηση», όπως τον χαρακτήρισε ο Πάμπλο Νερούδα, ένας ορμητικός χυμός που ξεχειλίζει μέσα από τα αδιαπέραστα φυλλώματα ενός παρθένου δάσους, άλλοτε θυμίζοντας το χαρούμενο κελάρισμα μιας πηγής και άλλοτε τον ψίθυρο μιας εφιαλτικής αγωνίας, μια φύση γεννημένη να εκφράσει τις πιο ζωηρές αντιθέσεις, τη φωτιά και την έξαρση της ζωής, αλλά και το μυστήριο και το ρίγος του θανάτου, έτοιμη να συντρίψει το σώμα όταν αυτό δεν θα είναι παρά «ένα σκεπτόμενο σχήμα» και θα εγκαθιδρύσει μια θρησκεία της γης, το «βασιλεία του σταχυού».

Σπάνια μπορούμε να συναντήσουμε έναν άλλο ποιητή που να βρίσκεται τόσο ριζωμένος στη γενέθλια γη του (θυμούμαι τώρα επίσης τις δικές μας σχετικά ανάλογες περιπτώσεις του Σολωμού και του Σικελιανού) και σπάνια ένα ποιητικό έργο μπορούσε να αποτελέσει, όσο του Λόρκα, το ιδεώδες κάτοπτρο όπου ένα ολόκληρο έθνος αναγνωρίζει τον εαυτό του. Σε κάθε στίχο του δημιουργού του Romancero Gitano είναι εύκολο ν’ ανακαλύψει κανείς χειμαρρώδη, εκρηκτική και καυτερή σα λάβα ηφαιστείου παρουσία της Ισπανίας, «της βαθιάς Ισπανίας». Το τσιγγάνικο αίμα, ο θάνατος που παραμονεύει σε κάθε γωνιά, ο έρωτας σε κάθε παραθύρι, «η κιθάρα που κάνει τα όνειρα να κλαιν» και «όμοια με ρογαλίδα υφαίνει ένα μεγάλο άστρο», οι μεθυστικές μυρωδιές του γιασεμιού και του νάρδου, η σελήνη που κατεβαίνει από τον ουρανό να σαγηνέψει το παιδί, ο λάγνος πράσινος άνεμος που κυνηγάει την Παινεμένη, ο ουρανός που λάμπει πάνω από τις όχθες του Γουαλδακιβίλ, τόσες συσσωρευμένες εικόνες αυτής της παρουσίας, όπου σμίγουν το καθημερινό με το μυθικό, το φυσικό με το υπερφυσικό, το σύγχρονο με το αρχαίο και μας οδηγούν ως την μαγεία του ονείρου και της φρεναπάτης.

Η ποίηση του Λόρκα είναι καταπληκτικά διαφορετική από κείνη πολλών συγχρόνων Ευρωπαίων ποιητών, που βρίθει από διανοήματα και ασφυκτιά από φιλοσοφία. Είναι μια ποίηση άμεση και ενστικτώδεις· όχι διανοητική κατασκευή η ποιητική ερμηνεία μιας οποιαδήποτε ιδέας· και η φιλοσοφία της φιλοσοφίας ενός ποιητή που ζει σε όλο του το σώμα, που ακολουθεί «το δρόμο του αίματος», όπως εκφράζεται με το στόμα ένας ήρωάς του στο Ματωμένο γάμο, για να καταλήξει να βρεθεί αντιμέτωπος με το οντολογικό μυστήριο. Έτσι μια διαδικασία απόλυτης εσωτερίκευσης κυριαρχεί σ’ όλο το έργο του ποιητή και μια επιμονή για διείσδυση στις βαθύτερες ζώνες του εγώ και για ανίχνευση στοιχείων τελετουργικών που κατάγονται από τους πρώτους χρόνους της δημιουργίας. Ο Λόρκα, μολονότι συνεπαρμένος από τη γοητεία του απίθανου και του φανταστικού, δεν τρέφει καμιάν αυταπάτη για την ασημαντότητα της ιδιωτικής ζωής και μένη άγρυπνος διαρκώς για να σημάνει συναγερμό και να αποκαλύψει στον άνθρωπο το τραγικό του πεπρωμένο.

Δεν είναι όνειρο η ζωή. Σηκωθείτε!
Σηκωθείτε! Σηκωθείτε!
Γκρεμιζόμαστε από τις σκάλες
Για να φάμε το μουσκεμένο χώμα
Ή ανηφορίζουμε την κόψη του χιονιού
Με τις πλήθιες πεθαμένες ντάλιες.
Όμως μήτε λησμονιά υπάρχει μήτε όνειρο.

Απ’ αυτόν το μόνιμο εφιάλτη, τον πανικό που έγινε αλλόφρονη οπτασία, μαύρη αυλαία, παραπέτασμα που τον καταδιώκει για να τον σκεπάσει, βρύα και χόρτα που εισβάλλουν απειλητικά σα σπαθιά να τρυπήσουν το νεκρό κεφάλι, απ’ αυτό το «βαθύ πηγάδι όπου όλοι θα πέσουμε μέσα» τίποτα δεν θα μπορέσει να τον αποσπάσει. Αν στον Ρίλκε ο θάνατος γίνεται οικείος και αποτελεί την αναπότρεπτη φάση μιας κυκλικής διαδρομής όπου συναντώνται το πέταγμα και η πτώση, αν στον Μότσαρτ καταυγάζεται από το διηνεκές εκείνο φως, το lux Ave Verum ενσταλάζοντας στην ψυχή μας μιαν υπέρτατη γαλήνη και μακαριότητα, στο Λόρκα δεν αποβάλλει ποτέ την αποτρόπαιη όψη του και την εντελώς μηδενιστική σημασία του. Ο Ιγνάτιος Σάνχιεθ Μεχίας, ο θαυμάσιος για την ομορφιά και τη δύναμή του ταυρομάχος, και αυτός ακόμα καταχωνιάζεται από το χιόνι της λησμονιάς και της απουσίας.

Θε να ‘ρθει το φθινόπωρο με τα σαλιγκάρια του
Με τα τσαμπιά από σύννεφα και με τα συναγμένα του βουνά
μα κανείς δε θα ποθεί να δει τα μάτια σου
γιατί ‘σαι πια νεκρός παντοτινά…

Και ο Λόρκα όταν στο Μπουένος Άιρες ζει μερικές από τις πιο θριαμβευτικές στιγμές του, εξομολογείται σ’ ένα δημοσιογράφο. «Ο θάνατος. Α! εισχωρεί σ’ όλα τα πράγματα. Η ησυχία, η σιωπή, η γαλήνη είναι οι μαθητεία του. Ο θάνατος είναι παντού. Είναι κυρίαρχος… Δε μπορώ να μείνω στο κρεβάτι με τα παπούτσια μου… Μόλις κοιτάζω τα πόδια μου η αίσθηση του θανά του με πνίγει. Τα πόδια στηριγμένα έτσι στις φτέρνες μου θυμίζουν τα πόδια των νεκρών που είδα όταν ήμουν παιδί». Μπροστά στο αδιέξοδο του θανάτου και την καταλυτική μανία του χρόνου -που αποτελεί άλλωστε και το θέμα του έξοχου και τόσο ιδιόρρυθμου θεατρικού έργου του Σαν πέρασαν πέντε χρόνια– δυο τρόποι διαφυγής του απομένουν. Ή να συμφιλιωθεί με τον θάνατο και ν’ απαρνηθεί τον εαυτό του με μιας εκούσια, γεμάτη εμπιστοσύνη, εγκατάλειψη μέσα στο απεριόριστο χώρο της αιωνιότητας, σύμφωνα με το δίδαγμα του Χριστιανισμού· ή να εξεγερθεί και ν’ αγκαλιάσει με πάθος τη γήινη πραγματικότητα, τον αισθητό κόσμο, το παρόν, συμπυκνώνοντας εις το έπακρον την ολότητα του χρόνου σε μιαν έντονα βιωμένη στιγμή. Ακολουθεί τον δεύτερο τρόπο. Είναι ο δρόμος της γήινης σωτηρίας, ο δρόμος που οδηγεί στη λατρεία της γης. «Τη γη, Θεέ μου, τη γη αναζητώ» θα γράψει σ’ ένα ποίημα του. Αυτή υμνεί με θρησκευτική έξαρση και στους αρχαίους θεούς της γονιμότητας θα καταφύγει μια ηρωίδα του που πάσχει από στειρότητα, η Γέρμα, στο ομώνυμο θεατρικό του έργο.

Η οντολογική αυτή εξέγερσή του συνοδεύεται και από μια προσχώρηση στο ανθρώπινο και μιαν εξέγερση κοινωνικού περιεχομένου, που την ενισχύει σημαντικά η διαμονή του στη Νέα Υόρκη. Κάτω από την πρόσοψη μιας απατηλής πολυτέλειας και φαντασμαγορίας που καλύπτει αυτή την απέραντη πολιτεία η αμείλικτη διεισδυτική ματιά του αναγνωρίζει αμέσως το δράμα όχι μόνο της αμερικάνικης αλλά κάθε σύγχρονης κοινωνίας, την κατάπτωση ενός πολιτισμού όπου κυριαρχεί το χρήμα και η μηχανή, και σπεύδει να καταγγείλει σε μια συρροή εικόνων συνταρακτικών που θυμίζουν Αποκάλυψη.

Η αυγή της Νέας Υόρκης
Τέσσερεις κίονες από λάσπη
Και έναν ανεμοστρόβιλο από μαύρα περιστέρια
Που βουτούν μέσα στ’ ακάθαρτα νερά…

………………………………………………………….

Η αυγή φθάνει και δεν τη δέχεται κανένα στόμα
Γιατί εκεί κάτω δεν υπάρχει πρωί μήτε πιθανή ελπίδα…
Κάποτε νομίσματα σε μανισμένα σμήνη
Διαπερνούν και καταβροχθίζουν τα εγκαταλειμμένα παιδιά…
Ακούω να τραγουδά το σκουλήκι
Μες στην καρδιά πολλών κοριτσιών…
Τα παιδιά… τρέμουν κάτω από την ωχρή τρομοκρατία των αφεντικών
Οι γυναίκες πνιγμένες μες τα ορυκτέλαια…
Πρέπει να φωνάξω
Ώσπου να αρχίσουν οι πόλεις να τρέμουνε ωσάν μικρά κορίτσια…
Και να συντρίψουν τις φυλακές του λαδιού και της μουσικής
Γιατί θέλουμε να γίνει θέλημα της γης
Που δίνει τους καρπούς της για όλους.

Τάκης Βαρβιτσιώτης, απόσπασμα από το Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Ένας περιπαθής του ενστίκτου, Κ.Θ.Β.Ε. Σειρά διαλέξεων περιόδου 1963-1964, Θεσσαλονίκη, 1964.

 

Η ποίηση του Λόρκα στην ελληνική δισκογραφία

1948, ο 23άχρονος Μάνος Χατζιδάκις υπογράφει τη μουσική τουΜατωμένου Γάμου που ανέβηκε από το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Μελοποιεί πέντε τραγούδια σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου, έργο που θα παραμείνει ανέκδοτο μέχρι το 1965, όπου και θα κυκλοφορήσει με ερμηνευτή τον Λάκη Παππά. Επιπλέον ο Χατζιδάκις θα συνθέσει μουσική και για άλλα έργα του Λόρκα. Δισκογραφικά έχουμε στονΜεγάλο Ερωτικό το τραγούδι «Πέρα στο θολό ποτάμι» από το έργοΠερλιμπλίν και Μπελίσα, που ερμηνεύει η Φλέρυς Νταντωνάκη αλλά και το «Τριαντάφυλλο» που ηχογραφήθηκε στη Λαϊκή Αγορά με ερμηνευτή τον Βασίλη Λέκκα αλλά γράφτηκε και ακούστηκε πρώτη φορά στην παράσταση Δόνια Ροζίτα του 1959.

Το 1967 ο Μίκης Θεοδωράκης ολοκληρώνει τη μελοποίηση τού Romancero Gitano σε απόδοση Οδυσσέα Ελύτη. Το έργο απαγορευμένο από τη χούντα θα κυκλοφορίσει τελικά το 1975 με τη Μαρία Φαραντούρη, και το 1978 με την Αρλέτα, που ήταν και η αρχική σκέψη του Μίκη. Θα ηχογραφηθεί ξανά διασκευασμένο για κιθάρα και φωνή με τη Φαραντούρη και τον διεθνούς φήμης κιθαρίστα John Williams.

Το 1969, ο Γιάννης Γλέζος ηχογραφεί τα 12 Τραγούδια Του Λόρκα, με τον Γιάννη Πουλόπουλο και τη συμμετοχή της Έλενας Κυρανά σε απόδοση Λευτέρη Παπαδόπουλου και ενορχήστρωση Νίκου Μαμαγκάκη. Το 1974, ο Γλέζος πάλι μελοποιεί Λόρκα, συγκεκριμένα τον Αντόνιο Τόρες Χερέδια, με ερμηνεύτρια τη Μαρία Δημητριάδη.

Ο Σταύρος Ξαρχάκος κάνει μια σημαντική μελοποίηση σταθμό του ποιήματος Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, πάνω στην επίσης σπουδαία μετάφραση του Νίκου Γκάτσου, με ερμηνευτές τον βαρύτονο Κώστα Πασχάλη και τον Μάνο Κατράκη στο ρόλο του αφηγητή.

Το 1974, ο Χρήστος Λεοντής παρουσιάζει το δίσκο Αχ Έρωτα, με ερμηνευτές τους Τάνια Τσανακλίδου και Μανώλη Μητσιά σε απόδοση Λευτέρη Παπαδόπουλου.

Ο Νίκος Μαμαγκάκης, το 1983, στον κύκλο τραγουδιών Του Έρωτα Και Του Πάθους, σε μετάφραση Αγαθής Δημητρούκα και ερμηνεία της Νένας Βενετσάνου. Ο δίσκος περιλαμβάνει τα παραδοσιακά τραγούδια που ο ίδιος ο Λόρκα είχε διασκευάσει στη Colección De Canciones Populares Españolas. Ο Μαμαγκάκης θα ηχογραφήσει ξανά το έργο το 2008, με ερμηνευτές τους Τάση Χριστογιαννόπουλο και Ναταλί Ρασούλη.

Ο Γιώργος Κουρουπός θα γράψει τα Οκτώ Τραγούδια Σε Ποίηση Λόρκα σε μετάφραση Αντρέα Αγγελάκη και ερμηνεία από το Σπύρο Σακκά.

Ο Δημήτρης Μαραμής, το 2006 παρουσίασε το δίσκο Του Σκοτεινού Έρωτα σε απόδοση Σωτήρη Τριβιζά και ερμηνεία Μίνωα Θεοχάρη, ενώ τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε ο Σκοτεινός Έρωτας με τον Μάριο Φραγκούλη.

Σκόρπιες μελοποιήσεις ποιημάτων του Λόρκα συναντάμε στην ελληνική μουσική σκηνή.

Ο Μάνος Λοΐζος στο δισκογραφικό του ντεμπούτο θα συνθέσει το«Τραγούδι Του Δρόμου» σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου, το οποίο πρωτοηχογραφήθηκε το 1962 σε δίσκο 45 στροφών με τη φωνή του Γιώργου Μούτσιου για να ηχογραφηθεί ξανά ερμηνευμένο από το συνθέτη στα Τραγούδια Του Δρόμου. Ο Μίκης Θεοδωράκης συνέθεσε το τραγούδι «Φεύγω για το Σαντιάγκο», το οποίο αρχικά ακούσαμε από τη φωνή του Ζωρζ Μουστακί και στη συνέχεια της Αλίκη Καγιαλόγλου σε απόδοση Μιχάλη Μπουρμπούλη. Η Λιζέτα Καλημέρη στο δίσκοΑιφνιδιασμός. Θα ερμηνεύσει τρία τραγούδια του Λόρκα σε σύνθεση Νίκου Μαμαγκάκη και μετάφραση Ξενοφώντα Κοκόλη.

Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου στον κύκλο τραγουδιών Η Βροχή Από Κάτω βρίσκουμε την «Άυπνη πόλη» σε απόδοση Μαρίας Ευσταθιάδη. Οι Όναρ στο δίσκο του Μην Πετάς Θα Σε Δουν τραγούδησαν τη«Μπαλάντα του νερού της θάλασσας».

Πιο τολμηρό φαίνεται να είναι το εγχείρημα των Ελλήνων συνθετών να μελοποιήσουν ποιήματα του Λόρκα απευθείας απ’ το πρωτότυπο. Ο Ηρακλής Πασχαλίδης θα παρουσιάσει τα «Στις 27 του Αυγούστου»και το γνωστό «Τώρα νυφούλα μου χρυσή» από τον Ματωμένο Γάμοστο δίσκο 12 Μουσικά Κομμάτια Και 6 Τραγούδια. Η Λαμπρινή Σκλήνου μελοποίησε απ’ το πρωτότυπο τις «Πληγές της αγάπης» στο δίσκο Οι Ένδοξες Κατακτήσεις Ενός Κούκου, ενώ ο Επαμεινώνδας Παπαμιχαήλ το «Αίνιγμα της κιθάρας» στο δίσκο Βλέποντας Το Θρίλερ.

Τέλος οι συνθέσεις για έργα του Λόρκα που έχουν δισκογραφηθεί είναι αρκετές. Πέρα από το έργο του Μάνου Χατζιδάκι, να αναφέρουμε ενδεικτικά τη δουλειά του Νίκου Κυπουργού στη Γέρμα που κυκλοφόρησε στο δίσκο Music Οn Stage. Τις συνθέσεις του Τάσου Καρακατσάνη στη Θαυμαστή μπαλωματού που κυκλοφόρησε στο δίσκοΈξι Ενότητες Θεατρικής Μουσικής. «Το τραγούδι της Χοσέφα» σε μουσική Νότη Μαυρουδή, γραμμένο για Το Σπίτι Της Μπερνάρντα Άλμπα που ανέβηκε το 1987 στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού από ομάδα κρατουμένων. Το τραγούδι ερμήνευσε η Αρλέτα στο δίσκοΚάπου Ανατολικοδυτικά. Ο Γιάννης Αγγελάκας θα μελοποιήσει Λόρκα για τις ανάγκες του θεατρικού έργου Μοργκεντάου.

Οι επανεκτελέσεις τραγουδιών του Λόρκα είναι πολλές, ενδεικτικά αναφέρουμε τη ζωντανή ηχογράφηση Του φεγγαριού τα πάθη (2002), όπου η Μαρία Φαραντούρη ερμηνεύει τρεις κύκλους του Λόρκα: τονΜατωμένο Γάμο σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι, και τα Canciones Populares και Romancero Gitano σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη.

Το έργο του Λόρκα στα Ελληνικά

Το σύνολο σχεδόν του έργου του Λόρκα έχει μεταφραστεί στα ελληνικά και κυκλοφορεί από διάφορους εκδοτικούς οίκους, αν και κατά τη γνώμη μας οι μεταφράσεις του Νίκου Γκάτσου παραμένουν διαχρονικές και υποδειγματικές. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου που τιμήθηκε από την Ισπανική Κυβέρνηση με το βραβείο καλύτερης μετάφρασης του Λόρκα σε άλλη γλώσσα.

Ποίηση
  • Μοιρολόϊ για τον Ιγκνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, μτφρ. Γιώργος Γεωργούσης, Γαβριηλίδης, 2014.
  • Ποιήματα, μτφρ. Συλλογική μετάφραση, Κοροντζής, 2007.
  • Ποιητής στη Νέα Υόρκη, μτφρ. Χρίστος Γούδης, Τραυλός Π. 2005.
  • Λόρκα Ποιήματα της Ανδαλουσίας, μτφρ. Χρίστος Γούδης,Τραυλός Π. 2003.
  • Μοιρολόι για τον Ιγκνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, μτφρ. Γιώργος Γεωργούσης, Διάττων, 2002.
  • Εκλογή ποιημάτων, μτφρ. Τάκης Βαρβιτσιώτης, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, 2001.
  • Divan del tamarit, μτφρ. Βασίλης Λαλιώτης, Παρουσία, 2000.
  • Ποιητικά άπαντα, τόμοι 2, μτφρ. Κοσμάς Πολίτης Ρήγας Καππάτος, Εκάτη, 1998.
  • Ποιήματα, μτφρ. Αρης Δικταίος, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι., 1996.
  • Βιβλίο ποιημάτων 1921, μτφρ. Κώστας Ζαρούκας, Μέρμηγκας, 1990.
  • Ποιήματα του Κάντε Χόντο, μτφρ. Κώστας Ζαρούκας,Μέρμηγκας, 1990.
  • Ποιητής στη Νέα Υόρκη, μτφρ. Βασίλης Λαλιώτης, Σμίλη, 1990.
  • Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, μτφρ. Βασίλης Λαλιώτης, Ιδεόγραμμα, 2008.
  • Έντεκα σονέτα του σκοτεινού έρωτα, μτφρ. Μάγια-Μαρία Ρούσσου, Ελεγεία, 2008.
  • Τσιγγάνικα τραγούδια, μτφρ. Αργύρης Ευστρατιάδης,Καστανιώτης, 1998.
  • Ρομανθέρο Χιτάνο, μτφρ. Παναγής Λευκαδίτης, Ιωλκός, 1995.
  • Ποιήματα, μτφρ. Απόστολος Γ. Σκούρτης, Δαμιανός, 1990.
  • Βιβλίο ποιημάτων 1921, μτφρ. Κώστας Ζαρούκας, Μέρμηγκας, 1990.
  • Ποιήματα, μτφρ. Κοσμά Πολίτη, Πέλλα, 1971.
  • Ποιήματα, μτφρ. Απόστολος Γ. Σκούρτης, Δαμιανός, 1990.
  • Τσιγγάνικο τραγουδιστάρι, μτφρ. Κώστας Τσιρόπουλος,Εκδόσεις των φίλων, 2006.
  • Μοιρολόι για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, μτφρ. Αργύρης Ευστρατιάδης, Ηριδανός, 2006.
  • Σονέτα του σκοτεινού έρωτα, μτφρ. Σωτήρης Τριβιζάς, Μικρή Άρκτος, 2004.
  • Αχ, έρωτα!, μτφρ. Σωτήρης Τριβιζάς, Έψιλον, 2003.
  • Romancero Gitano, μτφρ. Οδυσσέας Ελύτης, μουσική σύνθεση, Μίκης Θεοδωράκης, Μουσικές Εκδόσεις Ρωμανός, 2001.
  • Ο θάνατος του Ιγκνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, μτφρ. Γιώργος Γεωργούσης, Διάττων, 2001.
  • Ο θάνατος του πήγασου, μτφρ. Γιάννης Σουλιώτης, Αρμός, 2012.
  • Ποιήματα, μτφρ. Ανδρέας Αγγελάκης, Καστανιώτης, 1990.
Θέατρο
  • Η θαυμαστή μπαλωματού, μτφρ. Αλέξης Σολομός, Δωδώνη, 2013.
  • Η θαυμαστή μπαλωματού, μτφρ. Ερρίκος Μπελιές, Ηριδανός, 2006.
  • Τα μάγια της πεταλούδας, μτφρ. Δημήτρης Τσεκούρας, Σοκόλη- Κουλεδάκη, 2011.
  • Ματωμένος γάμος, μτφρ. Πάνος Κυπαρίσσης, Κέδρος, 2008.
  • Ματωμένος γάμος, μτφρ. Ερρίκος Μπελιές, Ηριδανός, 2008.
  • Ματωμένος γάμος, μτφρ. Αθανάσιος Τσακνάκης, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, 2007.
  • Γέρμα, μτφρ. Πάνος Κυπαρίσσης, Κέδρος, 2008.
  • Γέρμα, μτφρ. Αθανάσιος Τσακνάκης, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, 2007.
  • Γέρμα, μτφρ. Αλέξης Σολομός, Δωδώνη, 2013.
  • Περλιμπλίν και Μπελίσα, μτφρ. Ερρίκος Μπελιές, Ηριδανός.
  • Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, μτφρ. Ερρίκος Μπελιές, Ηριδανός, 2006.
  • Θέατρο και ποίηση, μτφρ. Νίκος Γκάτσος, Πατάκης, 2000.
  • Άτιτλο έργο, μτφρ. Δημήτρης Καλοκύρης, Ύψιλον, 1994.
  • Ο Περλιμπλίν και η Μπελίσα, Νέα Σκηνή Τέχνης- Θέατρο του Νέου Κόσμου, 1990.
  • Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα – Μαριάνα Πινέδα, μτφρ.Κώστας Ζαρούκας, Μέρμηγκας, 1990.
  • Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα, μτφρ. Αθανάσιος Τσακνάκης,Εκδοτική Θεσσαλονίκης, 2007.
  • Τα Μάγια της Πεταλούδας – Οι Φασουλήδες του Κατσιπόρα, μτφρ. Ιουλία Ιατρίδη, Δωδώνη, 1990.
  • Δόνα Ροζίτα, μτφρ. Αλέξης Σολομός, Δωδώνη, 1996.
  • Ο έρωτας του Δον Περλιμπλίν και της Μπελίσα στον κήπο του, μτφρ. Λέανδρος Πολενάκης, Αιγόκερως, 2010.
  • Δόνια Ροζίτα, μτφρ. Ερρίκος Μπελιές, Ηριδανός, 2006.
  • Τα μάγια της πεταλούδας, μτφρ. Κώστας Ζαρούκας, Μέρμηγκας, 1990.
  • Μαριάνα Πινέδα, μτφρ. Κώστας Ζαρούκας, Γρηγόρης Μ.Π., 1971.
  • Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα, μτφρ. Μαίρη Βιδάλη,Δωδώνη, 2001.
  • Ματωμένα στέφανα, μτφρ. Γιώργος Σεβαστίκογλου, Δωδώνη, 1989.
  • Δόνα Ροζίτα η γεροντοκόρη ή η γλώσσα των λουλουδιών, μτφρ. Αλέξης Σολομός, Δωδώνη, 1986.
  • Δόνια Ροζίτα η ανύπαντρη ή η γλώσσα των λουλουδιών, μτφρ.Δημήτρης Καλοκύρης, Ύψιλον, 1999.
  • Οι φασουλήδες με το ρόπαλο, μτφρ. Ευγενία Δημητροπούλου, Οιωνός – Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ρούμελης, 2008.
  • Λόγοι, δοκίμια, διαλέξεις
  • Ντουέντε. Πρακτική και θεωρία, μτφρ. Γιώργος Γεωργούσης,Γαβριηλίδης, 2007.
  • Ντουέντε, μτφρ. Ολυμπία Καράγιωργα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1998.
Σενάρια
  • Ταξίδι στη σελήνη, μτφρ. Βερονίκη Δαλακούρα Βασίλης Λαλιώτης, Αιγόκερως, 2000.
Άλλα
  • Σχέδια, Κώστας Ε. Τσιρόπουλος, Ιουλία Ιατρίδου, Σόνια Κουμαντάρου, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, 1987.
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
  • Θεατρικοί διάλογοι, Ηριδανός, 2010.
  • Θεατρικοί μονόλογοι, Ηριδανός, 2010.
  • Σκηνικός λόγος, μτφρ. Νίκος Μοσχονάς, Δωδώνη, 2006.
  • Ξένη ποίηση του 20ού αιώνα, Ελληνικά Γράμματα, 2007.
  • Δεύτερη γραφή, μτφρ. Οδυσσέας Ελύτης, Ίκαρος, 1996.
  • Μήτσος Παπανικολάου: Μεταφράσεις, Πρόσπερος, 1987.

Solo la muerte

«Solo la muerte», Federico Garcia Lorca 1934


Ο Ενρίκε Αμορίμ έστησε το 1953 στο Σάλβο της Ουρουγουάης το πρώτο μνημείο στον κόσμο προς τιμήν του ποιητή.

 

Ο Λόρκα με τον Σαλβαδόρ Νταλί

* * *

Πηγή του αφιερώματος: gayekfansi.blogspot.gr

Εδώ άλλες επετειακές αναρτήσεις του dimart

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

 




from dimart http://ift.tt/1sXWvwH
via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου