—του Διονύση Καψάλη—
Μετά από την ευγενική παραχώρηση του υλικού από τις εκπομπές του Διονύση Καψάλη (Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2014), αναδημοσιεύουμε εδώ τα κείμενα της ενότητας «Κυριακή του ανθρώπου», συνοδευμένα από το αντίστοιχο ηχητικό αρχείο. Ευχαριστούμε τον Διονύση Καψάλη για την πρόθυμη συνεργασία με το dim/art. Καλή ανάγνωση και καλή ακρόαση!
Σήμερα, το πρώτο μέρος της δεύτερης εκπομπής, Κυριακὴ 30 Νοεμβρίου 2014.
* * *
Τὸ 2014 γνώρισε κι αὐτὸ τὶς ἐπετείους του, ὅπως ὅλα τὰ πρόσφατα ἔτη στὴν ἐναγώνια δημόσια ἐκδοχή τους. Εἶναι μιὰ μόδα κι αὐτή, οἱ ἐπέτειοι, στὴν ὁποία καμιὰ φορὰ παραδινόμαστε ὄχι τόσο ἀπὸ ἐθιμοφροσύνη ὅσο ἀπὸ ἀμηχανία, θέλοντας νὰ πιαστοῦμε ἀπὸ κάπου γιὰ ν᾽ ἀρχίσουμε νὰ μιλᾶμε. Μιὰ σημαντικὴ φετινὴ ἐπέτειος εἶναι βέβαια τὰ 400 χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ El Greco, τοῦ Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, Κρητὸς – μιὰ χρήσιμη ἐπέτειος ποὺ ἀναγνωρίστηκε, μὲ τὸν ἐπισημότερο καὶ τὸν πιὸ θαυμαστὸ τρόπο, μὲ δύο σπουδαῖες ἐκθέσεις τοῦ Μουσείου Μπενάκη, μία στὸ παλαιὸ κτίριο τῆς ὁδοῦ Κουμπάρη καὶ μία στὸ κτίριο τῆς Πειραιῶς. Μιὰ ἄλλη ἀξιομνημόνευτη φετινὴ ἐπέτειος, μολονότι καθολικῆς σημασίας καὶ αὐτή, δὲν διαθέτει, δυστυχῶς, ἑλληνικὸ πρόσχημα καὶ γι᾽ αὐτὸ μᾶλλον παράπεσε ἢ λησμονήθηκε ἐντελῶς: εἶναι ἡ ἐπέτειος τῶν 450 χρόνων ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ Οὐίλλιαμ Σαίξπηρ. Αὐτὴ τὴν ἐπέτειο εἴχαμε τὴν εὐκαρία νὰ τὴν ἑορτάσουμε ἐδῶ ἀπὸ τὸ μικρόφωνο τοῦ Τρίτου πρὶν ἀπὸ λίγους μῆνες, μέσα στὸν Ἀπρίλιο, ὅπου τοποθετεῖται ἡ γέννηση τοῦ βάρδου στὸ Στράτφορντ. Τὸ 2014, ὡστόσο, ἔκλεισε καὶ τὰ ὀγδόντα του ὁ Λεονάρδος Κοὲν καὶ τὰ γιόρτασε παραδίδοντας στὴν κυκλοφορία ἐννέα καινούρια τραγούδια σ᾽ ἕναν ὑπέροχο δίσκο ποὺ φέρει τὸν τρυφερὰ εἰρωνικὸ τίτλο: Popular Problems. Ἀπὸ αὐτὸν τὸ δίσκο τοῦ ὀγδοντάρη Κοὲν ἀκοῦμε ἕνα ἐρωτικὸ τραγούδι: My Oh My. Νοσταλγία τοῦ ἔρωτα, λαχτάρα, καημὸς καὶ μελαγχολικὸς ἀποχαιρετισμὸς – τὸ θαῦμα τῆς ζωῆς, ὅπως σπαρταρτάει ἀκόμα, πλῆρες πόνου καὶ ἑορταστικῶν ἡμερῶν, στὸ βαθύφωνο ὄψιμο ρετσιτατίβο τοῦ Κοέν:
Δύο χιλιάδες δεκατέσσερα. Τὸ γράφω ὁλογράφως καὶ τὸ ἐπιτονίζω ἐμφατικὰ γιὰ νὰ τὸ χωνέψω. Ἕνα πιθανὸ μέτρο γιὰ τὴ σκέψη μας –λέω ἕνα˙ ἀσφαλῶς ὑπάρχουν καὶ ἄλλα, σημαντικότερα– θὰ ἦταν νὰ λογαριάζουμε (σὲ ἀνεπίσημο, φυσικά, καὶ ὄχι σὲ δημόσιο λογαριασμὸ) τὰ χρόνια ποὺ περνοῦν ἀπὸ τὸ 1984. Ἐννοῶ βεβαίως τὸ μυθιστόρημα τοῦ Τζὼρτζ Ὄργουελ, τοῦ κατὰ κόσμον Ἔρικ Ἄρθουρ Μπλαίρ (Eric Arthur Blair), ποὺ γεννήθηκε τὸ 1903 στὶν Ἰνδίες καὶ πέθανε ἀπὸ φυματίωση τὸ 1950, μόλις σαράντα ἕξη ἐτῶν.
Τριών ετών
Ποιὸς ἦταν ὁ Ἔρικ Ἄρθουρ Μπλαίρ; Σᾶς διαβάζω ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ μιὰ αὐτοβιογραφικὴ ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλε ὁ ἴδιος ὁ Ὄργουελ τὸ 1947 στὸν Ρίτσαρντ Ἄσμπορν, τὸν διευθυντὴ τοῦ λογοτεχνικοῦ περιοδικοῦ Strand. Τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ τὴ μετέφρασε καὶ τὴ δημοσίευσε στὴν Ἐλευθεροτυπία ὁ Θανάσης Γιαλκέτσης τὸ 2010, στὰ ἑξήντα χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ Ὄργουελ.
Eton, η ομάδα του Wall game. Ο πρώτος στην πάνω σειρά αριστερά.
Γεννήθηκα τὸ 1903 καὶ σπούδασα στὸ Ἦτον, ὅπου πῆρα μιὰν ὑποτροφία. Ὁ πατέρας μου ἦταν ὑπάλληλος τῆς Κρατικῆς Διοίκησης τῆς Ἰνδίας καὶ ἡ μητέρα μου καταγόταν ἀπὸ μιὰν ἀγγλοϊνδικὴ οἰκογένεια μὲ δεσμοὺς κυρίως στὴ Βιρμανία. Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσα τὶς σπουδές μου, ἐργάστηκα γιὰ πέντε χρόνια στὴν Αὐτοκρατορικὴ Ἀστυνομία στὴ Βιρμανία, ἀλλά ἡ ἐργασία αὐτὴ δὲν ἀντιστοιχοῦσε διόλου στὶς ἱκανότητές μου. Ἔτσι, ὑπέβαλα τὴν παραίτησή μου, ὅταν ἦρθα σπίτι μου μὲ ἄδεια, τὸ 1927. Ἤθελα να γίνω συγγραφέας καὶ ἔζησα τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν δύο ἑπόμενων χρόνων στὸ Παρίσι, συντηρούμενος μὲ τὶς ἀποταμιεύσεις μου, γράφοντας μυθιστορήματα ποὺ κανείς δὲν θὰ ἐξέδιδε καὶ τὰ ὁποῖα ἀργότερα κατέστρεψα. Ὅταν τέλειωσαν τὰ χρήματα, ἐργάστηκα γιὰ λίγο διάστημα πλένοντας πιάτα καὶ ἔπειτα ἐπέστρεψα στὴν Ἀγγλία, ὅπου ἔκανα μιὰ σειρὰ κακοπληρωμένες ἐργασίες, ὅπως ἐκείνη τοῦ δασκάλου, μὲ διαλείμματα ἀνεργίας καὶ ἀπελπιστικής φτώχειας. (Ἦταν ἡ περίοδος τῆς οἰκονομικής ὕφεσης). Ὅλα σχεδὸν τὰ γεγονότα ποὺ περιγράφονται στὸ Ἀπένταρος στὸ Παρίσι καὶ στὸ Λονδίνο ἔχουν συμβεῖ πραγματικά, ἀλλὰ σὲ διαφορετικές στιγμές, καὶ ἐγὼ τὰ συνέδεσα γιὰ νὰ δημιουργήσω μιὰν ἱστορία ποὺ θὰ λειτουργοῦσε. Ἐργάστηκα σὲ ἕνα βιβλιοπωλεῖο ἐπὶ ἕναν περίπου χρόνο, στὰ 1934-1935, ἀλλὰ αποφάσισα νὰ τὸ ἀφηγηθῶ μόνον στὸ Ἄσε τὴν ἀσπιδίστρα νὰ ἀνεμίζει, γιὰ νὰ δημιουργήσω ἕνα ὑπόβαθρο. Δὲν νομίζω ὅτι τὸ βιβλίο αὐτὸ εἶναι αὐτοβιογραφικό. Ἐγὼ ποτὲ δὲν ἐργάστηκα σὲ διαφημιστικὸ γραφεῖο. Γενικά, τὰ βιβλία μου ἔχουν ἕνα περιεχόμενο λιγότερο αὐτοβιογραφικὸ ἀπό ὅσο συνήθως πιστεύεται. Ὑπάρχουν τμήματα αὐθεντικῆς αὐτοβιογραφίας στὴν Ἀποβάθρα τοῦ Γουίγκαν καὶ φυσικὰ στὸ Φόρος τιμῆς στὴν Καταλωνία, ποὺ εἶναι μιὰ ἄμεση ἀφήγηση γεγονότων.
Στον Ισπανικό Εμφύλιο. Ο ψηλός στη μέση.
Συμπληρώνω μὲ δικά μου λόγια αὐτὸ τὸ αὐτοβιογραφικὸ πορτραῖτο τοῦ Ὄργουελ: Τὸ 1937 ὁ Ἔρικ Μπλαὶρ βρέθηκε ἐθελοντὴς στὸν μεγάλο ἀντιφασιστικὸ ἀγώνα στὸ πλευρὸ τῶν δημοκρατικῶν δυνάμεων στὸν Ἐμφύλιο Πόλεμο τῆς Ἰσπανίας καὶ πολέμησε μέσα ἀπὸ τὶς τάξεις τοῦ ἀντισταλινικοῦ POUM, τοῦ Partido Obrero de Unificacion Marxista. Τραυματίστηκε στὸ λαιμό, γλύτωσε τὸ θάνατο σὰν ἀπὸ θαῦμα, ἐπέστρεψε στὴν Ἀγγλία, γιὰ νὰ καταλήξει νὰ γίνει, μέσα σὲ λίγα χρόνια, ἕνας ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους Ἄγγλους συγγραφεῖς τοῦ περασμένου αἰώνα καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους στοχαστὲς ποὺ διαθέτουμε –ἐπιμένω σ᾽ αὐτό– ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ μετρήσουμε τὴν πραγματικὴ ἡλικία τῆς πολιτικῆς μας σκέψης, τώρα περισσότερο ἀπὸ ποτέ, τριάντα χρόνια μετὰ τὸ ἀπευκταῖο 1984. Ἀνατριχιάζω ὅταν ἀναλογίζομαι ὅτι τὸ Big Brother ἔγινε τίτλος τηλεοπτικῆς σειρᾶς ἀπὸ τὶς λεγόμενες reality, δηλαδὴ πραγματικότητα, ὅπου ἡ συμπεριφορὰ κάποιων ἀνθρώπων σὲ ρόλους ἰνδικῶν χοιριδίων σκηνοθετεῖται «πραγματικὴ» πρὸς τέρψιν ὅλων ἡμῶν ποὺ τοποθετούμαστε στὸ ρόλο τοῦ παντόπτη (ἀλλιῶς, τοῦ ἀθωωμένου ἡδονοβλεψία) Big Brother.
Ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους μνημονεύω ἐδῶ, σ᾽ αὐτὴ τὴν Κυριακὴ τοῦ ἀνθρώπου, τὸν Τζὼρτζ Ὄργουελ. Προτοῦ ἀναφερθῶ σ᾽ αὐτούς, ἂς ἀκούσουμε ἕνα τραγούδι τοῦ Γούντυ Γκάθρι (Woody Guthrie). Δὲν εἶναι περίεργο ὅτι ὁ πατριάρχης τῆς ἀμερικανικῆς μουσικῆς φόλκ, ὁ τροβαδοῦρος τῶν φτωχῶν, τῶν ἀπόκληρων καὶ τῶν κατατρεγμένων, δένει στὴ φαντασία μου καὶ τὴ συνείδησή μου μὲ τὸν Ὄργουελ – αὐτὸν ποὺ πάντα ἔπαιρνε τὸ μέρος τῶν φτωχῶν, τῶν ἀπόκληρων καὶ τῶν κατατρεγμένων. Καὶ οἱ δύο ἐνσαρκώνουν, στὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τους, αὐτὸ ποὺ ὁ Ὄργουελ ὀνόμαζε «ἀξιοπρέπεια καὶ ἀξιοσύνη τοῦ ἁπλοῦ ἀνθρώπου». Ὁ Γούντι Γκάθρι μεταφέρει μιὰ αἴσθηση καὶ μιὰ λαχτάρα ἐλευθερίας – ἐλευθερίας καὶ ἀλληλεγγύης μαζί, πρέπει νὰ προσθέσω: ὄχι μιᾶς ἐγωπαθοῦς, μισαλλόδοξης ἐλευθερίας ἀλλὰ μιᾶς φιλέταιρης ἐλευθερίας– ποὺ τὴ συναντῶ καὶ στὸν Ὄργουελ. Καὶ μοῦ ἔρχεται τώρα στὸ νοῦ μιὰ παρατήρηση τοῦ Ὄργουελ –δὲν μπορῶ νὰ θυμηθῶ σὲ ποιὸ βιβλίο– ὅτι ἂν ὑπῆρξε τόπος στὸν κόσμο ὅπου ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε νὰ νιώσει πραγματικὰ ἐλεύθερος, ὁ τόπος αὐτὸς ἦταν ἡ Ἀμερικὴ τοῦ 19ου αἰώνα, ὑπὸ τὴν προϋπόθεση βέβαια ὅτι δὲν θὰ εἶχες γεννηθεῖ μαῦρος. Αὐτὸν τὸν ἀέρα τοῦ περιπλανώμενου ἐλεύθερου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν αἴσθηση ὅτι ὅλα εἶναι μπορετά, ὅτι ὁ κόσμος εἶναι ἀκόμα ἀνοιχτὸς καὶ θαυμαστός, μεταφέρει ὁ ἀνεπανάληπτος Γούντι Γκάθρι. Ἂς τὸν ἀκούσουμε στὸ πιὸ γνωστό του τραγούδι, ὅπου τὸ ἀεράκι τῆς ἐλευθερίας φυσάει μὲ μιὰν ὑπόσχεση ἐπίγειου παραδείσου – ἴδιο μ᾽ ἐκεῖνο τὸ «δροσάτο ὕστερο ἀγέρι» τοῦ Σολωμοῦ, «ποὺ λὲς καὶ λέει μὲς στῆς καρδιᾶς τὰ φύλλα / ῾γλυκιὰ ἡ ζωὴ κι ὁ θάνατος μαυρίλα». This land is your land, this land is my land.
Ἀκούσαμε τὸν Ἀμερικανὸ Γούντι Γκάθρι, στὸ πιὸ γνωστό του τραγούδι, σὰν νὰ ἦταν ἡ δίδυμη φωνὴ τοῦ Ἄγγλου Τζὼρτζ Ὄργουελ.
* * *
* * *
Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Κυριακή του ανθώπου
from dimart http://ift.tt/1LvtKwa
via IFTTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου